ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΚΟΠΛΑΚΗ*, απο την Αυγη...
O καβαφικός στίχος καλείται να διακοσμήσει τα άχαρα τοιχώματα του λεωφορείου - μπας και πλατύνουν ή ανεβούν σε ύψη «πνευματικά»; Πρέπει, όμως, πρώτα να κατακυρωθεί σε μια μεταπολιτική θέαση, η οποία, ως εξ ορισμού «αντικειμενική», επιδιώκει να μαστορέψει το ποιητικό συγκείμενο στα μέτρα της, έτσι ώστε στα τοιχώματα του λεωφορείου να πλαταίνει και να υπερυψούται το ιδεολογικό «success story» μέσω Καβάφη.
Δεν ξέρω σε ποιον βαθμό ισχύει η διαπίστωση του Κ.Θ. Δημαρά, δηλαδή ότι η προσφυγή του Καβάφη στην Ιστορία προσδιορίστηκε «από το δράμα μιας ψυχής που θέλει να εκφράσει τα αισθήματά της, αλλά φοβάται την κρατούσα τάξη και τα κρύβει». Υποψιάζομαι, πάντως, ότι μια πολύ συγκεκριμένη κρατούσα τάξη στο δικό της δράμα φοβάται και κρύβει την κειμενική μήτρα και τη νοηματική συνοχή του ποιήματος «Εν μεγάλη ελληνική αποικία, 200 π.Χ.»: με συγκολλητικές παραγραφές κρατά δυο στίχους, οι οποίοι, ως προσδοκία μιας τάξης λιγότερο ή περισσότερο διαθέσιμης στη μνήμη του επιβάτη-αναγνώστη, παρουσιάζουν τον Καβάφη σαν στοιχειοθέτη των αυτονόητων στην τρέχουσα σοφία του «success story», σαν αβρόχοις ποσίν επίκληση των οικείων κοινών τόπων. Υπεροψία και μέθη με έναν τρόπο, προσαρμογή του Καβάφη στον χρηστικό διδακτισμό μεταπολιτικών συνθημάτων με άλλον τρόπο. Και με πολλούς τρόπους, τρέμε Όργουελ! Αν η διακοσμητική απομόνωση δύο στίχων της «Αποικίας» οδηγεί τους ανίδεους της ποιητικής λειτουργίας σε μια μηχανική, διοικητική και ουσιαστικά εκβιασμένη ανάγνωση, τόσο το χειρότερο για την ποιητική λειτουργία και για την ανάγνωση. Με αυτή την έννοια, το λεωφορείο με τα καβαφικά θραύσματα συνιστά εύγλωττη πραγματεία για το πώς πρέπει να τρώγεται η ποίηση και για το πώς πρέπει να διακοσμεί τις μαζικές μεταφορές στους καιρούς του «success story».
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί και πολλές θα αντιτάξουν με ειρωνικό μειδίαμα ότι δεν τρέχει και τίποτα. Μάλλον είναι οι ίδιοι που έσπευδαν το 2009 να διαβεβαιώσουν εκτός ποιητικού συγκείμενου ότι ο Σολωμός δεν εννοούσε τη βία, αλλά τη βιασύνη (το είχε αποδείξει και ο γνωστός συγκριτολόγος Γιώργος Καρατζαφέρης). Απολύτως συνεπές, λοιπόν, να θεωρούν πως η επίσης εκτός ποιητικού συγκειμένου μεταβολή της βιασύνης του καβαφικού ποιήματος σε βία είναι ορθή και γόνιμη. Τέτοια γονιμότητα γεννάει την προοπτική των πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών του «success story» σαν ορθοφρονούσα σύνθεση θραυσμάτων επιφανείας.
Και γεννάει διαρκώς: Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι η άβολη πολιτική διάσταση ή κοινωνική λειτουργία της ποίησης απορρίπτονταν μετά βδελυγμίας ή εξορίζονταν από την πολλαπλότητα της ανάγνωσης. Τώρα, χάρη στο διακοσμημένο λεωφορείο, γνωρίζουμε ένα νέο ιδεολογικό όχημα: Την επίτευξη της πολιτικά επιβεβλημένης ανάγνωσης μέσα από την κοπτοραπτική ακύρωση των προοπτικών επιπέδων ενός ποιήματος. Η λειτουργία της αναγνωστικής όρασης στους καιρούς του «success story» αποκτάται με την πολύ ενδιαφέρουσα μέθοδο της νοηματικής διαστρέβλωσης του κειμένου. Ο επιβάτης στο λεωφορείο του «success story» διδάσκεται πώς πρέπει να διαβάζει. Κι αν το ποίημα του Καβάφη θέτει σε κίνδυνο τη διδασκαλία, ο υποβολέας αρπάζει τους στίχους και μας τους μεταδίδει σαν προσχήματα.
Στους καιρούς του «success story», οι κυρίαρχοι υποβολείς τρέμουν στην ιδέα να αναφερθούν σε φασιστική και κατασταλτική βία. Τρέμουν στην ιδέα ότι οι κοινωνικές διεκδικήσεις και η αριστερή διέξοδος μπορούν να εγείρουν δεσμευτικά αιτήματα ως προς την αλλαγή των όρων που αναπαράγουν την κοινωνική και οικονομική ζωή. Τρέμουν τον ορίζοντα κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας, γι' αυτό εκβιάζουν με κάθε τρόπο τη συναίνεση της ισοπέδωσης, της διαστρέβλωσης, του συκοφαντικού συμψηφισμού. Αφού για κάποιους υποβολείς, «αήθης» είναι εκείνος που ορθολογικά εξηγεί τα από το 1789 αυτονόητα και «ηθικός» ο πεφυσιωμένος «μαζί τα φάγαμε», τότε για άλλους υποβολείς ο Καβάφης πρέπει να αποχυμωθεί σε Φερνάζη του «success story», να μορφάζει αμήχανα και να νουθετεί διδακτικά, ενδεχομένως να χειροκροτά και τους συνοφρυωμένους ομιλητές του «Φτάνει πια!».
Υπάρχουν και κάτι άλλοι καβαφικοί στίχοι, για το «κεραμεούν» και το «φαύλον», για «το σιχαμερό: που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι αρκετή) αγυρτικώς εξαπατά». Δεν πρόκειται να φιλοξενηθούν στα λεωφορεία του «success story» είτε με έτος Καβάφη είτε δίχως αυτό.
___________________
*Ο Ν. Σκοπλάκης είναι ιστορικός
O καβαφικός στίχος καλείται να διακοσμήσει τα άχαρα τοιχώματα του λεωφορείου - μπας και πλατύνουν ή ανεβούν σε ύψη «πνευματικά»; Πρέπει, όμως, πρώτα να κατακυρωθεί σε μια μεταπολιτική θέαση, η οποία, ως εξ ορισμού «αντικειμενική», επιδιώκει να μαστορέψει το ποιητικό συγκείμενο στα μέτρα της, έτσι ώστε στα τοιχώματα του λεωφορείου να πλαταίνει και να υπερυψούται το ιδεολογικό «success story» μέσω Καβάφη.
Δεν ξέρω σε ποιον βαθμό ισχύει η διαπίστωση του Κ.Θ. Δημαρά, δηλαδή ότι η προσφυγή του Καβάφη στην Ιστορία προσδιορίστηκε «από το δράμα μιας ψυχής που θέλει να εκφράσει τα αισθήματά της, αλλά φοβάται την κρατούσα τάξη και τα κρύβει». Υποψιάζομαι, πάντως, ότι μια πολύ συγκεκριμένη κρατούσα τάξη στο δικό της δράμα φοβάται και κρύβει την κειμενική μήτρα και τη νοηματική συνοχή του ποιήματος «Εν μεγάλη ελληνική αποικία, 200 π.Χ.»: με συγκολλητικές παραγραφές κρατά δυο στίχους, οι οποίοι, ως προσδοκία μιας τάξης λιγότερο ή περισσότερο διαθέσιμης στη μνήμη του επιβάτη-αναγνώστη, παρουσιάζουν τον Καβάφη σαν στοιχειοθέτη των αυτονόητων στην τρέχουσα σοφία του «success story», σαν αβρόχοις ποσίν επίκληση των οικείων κοινών τόπων. Υπεροψία και μέθη με έναν τρόπο, προσαρμογή του Καβάφη στον χρηστικό διδακτισμό μεταπολιτικών συνθημάτων με άλλον τρόπο. Και με πολλούς τρόπους, τρέμε Όργουελ! Αν η διακοσμητική απομόνωση δύο στίχων της «Αποικίας» οδηγεί τους ανίδεους της ποιητικής λειτουργίας σε μια μηχανική, διοικητική και ουσιαστικά εκβιασμένη ανάγνωση, τόσο το χειρότερο για την ποιητική λειτουργία και για την ανάγνωση. Με αυτή την έννοια, το λεωφορείο με τα καβαφικά θραύσματα συνιστά εύγλωττη πραγματεία για το πώς πρέπει να τρώγεται η ποίηση και για το πώς πρέπει να διακοσμεί τις μαζικές μεταφορές στους καιρούς του «success story».
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί και πολλές θα αντιτάξουν με ειρωνικό μειδίαμα ότι δεν τρέχει και τίποτα. Μάλλον είναι οι ίδιοι που έσπευδαν το 2009 να διαβεβαιώσουν εκτός ποιητικού συγκείμενου ότι ο Σολωμός δεν εννοούσε τη βία, αλλά τη βιασύνη (το είχε αποδείξει και ο γνωστός συγκριτολόγος Γιώργος Καρατζαφέρης). Απολύτως συνεπές, λοιπόν, να θεωρούν πως η επίσης εκτός ποιητικού συγκειμένου μεταβολή της βιασύνης του καβαφικού ποιήματος σε βία είναι ορθή και γόνιμη. Τέτοια γονιμότητα γεννάει την προοπτική των πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών του «success story» σαν ορθοφρονούσα σύνθεση θραυσμάτων επιφανείας.
Και γεννάει διαρκώς: Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι η άβολη πολιτική διάσταση ή κοινωνική λειτουργία της ποίησης απορρίπτονταν μετά βδελυγμίας ή εξορίζονταν από την πολλαπλότητα της ανάγνωσης. Τώρα, χάρη στο διακοσμημένο λεωφορείο, γνωρίζουμε ένα νέο ιδεολογικό όχημα: Την επίτευξη της πολιτικά επιβεβλημένης ανάγνωσης μέσα από την κοπτοραπτική ακύρωση των προοπτικών επιπέδων ενός ποιήματος. Η λειτουργία της αναγνωστικής όρασης στους καιρούς του «success story» αποκτάται με την πολύ ενδιαφέρουσα μέθοδο της νοηματικής διαστρέβλωσης του κειμένου. Ο επιβάτης στο λεωφορείο του «success story» διδάσκεται πώς πρέπει να διαβάζει. Κι αν το ποίημα του Καβάφη θέτει σε κίνδυνο τη διδασκαλία, ο υποβολέας αρπάζει τους στίχους και μας τους μεταδίδει σαν προσχήματα.
Στους καιρούς του «success story», οι κυρίαρχοι υποβολείς τρέμουν στην ιδέα να αναφερθούν σε φασιστική και κατασταλτική βία. Τρέμουν στην ιδέα ότι οι κοινωνικές διεκδικήσεις και η αριστερή διέξοδος μπορούν να εγείρουν δεσμευτικά αιτήματα ως προς την αλλαγή των όρων που αναπαράγουν την κοινωνική και οικονομική ζωή. Τρέμουν τον ορίζοντα κοινωνικής δικαιοσύνης και ισότητας, γι' αυτό εκβιάζουν με κάθε τρόπο τη συναίνεση της ισοπέδωσης, της διαστρέβλωσης, του συκοφαντικού συμψηφισμού. Αφού για κάποιους υποβολείς, «αήθης» είναι εκείνος που ορθολογικά εξηγεί τα από το 1789 αυτονόητα και «ηθικός» ο πεφυσιωμένος «μαζί τα φάγαμε», τότε για άλλους υποβολείς ο Καβάφης πρέπει να αποχυμωθεί σε Φερνάζη του «success story», να μορφάζει αμήχανα και να νουθετεί διδακτικά, ενδεχομένως να χειροκροτά και τους συνοφρυωμένους ομιλητές του «Φτάνει πια!».
Υπάρχουν και κάτι άλλοι καβαφικοί στίχοι, για το «κεραμεούν» και το «φαύλον», για «το σιχαμερό: που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι αρκετή) αγυρτικώς εξαπατά». Δεν πρόκειται να φιλοξενηθούν στα λεωφορεία του «success story» είτε με έτος Καβάφη είτε δίχως αυτό.
___________________
*Ο Ν. Σκοπλάκης είναι ιστορικός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου