Του Παναγιώτη Βωβού, Red NoteBook...
Καταδικάζετε την βία από όπου κι αν προέρχεται; Ναι ή όχι; Αναρωτιέμαι, μετά και τις αποστομωτικές απαντήσεις που δόθηκαν προχτές από τον Κατρούγκαλο, πόσες φορές ακόμα θα ακούσουμε αυτή την ηλίθια ερώτηση. Και μάλιστα κατ΄ αποκλειστικότητα από όσους ασκούν ή υποστηρίζουν τις πιο βάρβαρες και πολυποίκιλες μορφές βίας κατά της κοινωνίας. Και, ακόμα χειρότερα, πόσες φορές θα ακούσουμε την αυτο-εκπληρούμενη απάντηση. Και πότε θα καταλάβουν αυτοί που απαντούν ότι, όσες φορές και να το κάνουν, η ερώτηση θα τους απευθύνεται ξανά και ξανά. Γιατί παρά το ερωτηματικό, δεν πρόκειται για ερώτηση. Είναι απλώς μια σοφιστεία που με οποιαδήποτε απάντηση αποτελεί για τον ερωτώντα μια win-win κατάσταση. Έτσι κι αλλιώς, οι αφαιρετικές ερωτήσεις που απαιτούν ένα "ναι" ή ένα "όχι" δεν αποτελούν προσπάθεια να βγάλει κανείς έγκυρα συμπεράσματα, να διερευνήσει την αλήθεια, να ανοίξει συζήτηση: το θέμα είναι να εξυπηρετηθεί ένα προκατασκευασμένο συμπέρασμα προσαρμοσμένο και στις δύο απαντήσεις. Πρόκειται για αγοραίες ερωτήσεις που ταιριάζουν σε έρευνες αγοράς των οποίων οι ανάγκες αποδελτίωσης δεν χωρούν σύνθετες απαντήσεις. Είναι ερωτήσεις φτιαγμένες πάνω στη νεοφιλελεύθερη λογική του ενός και μόνου δρόμου. Η απάντηση είναι μία και εμπεριέχεται στην ερώτηση.
Ό,τι είναι παράνομο είναι και ανήθικο;
Αλλά ας διερευνήσουμε την ποιότητα της τυποποιημένης ερώτησης. Καταδικάζουμε την βία από όπου κι αν προέρχεται; Είμαστε κατά της ανομίας τώρα που η κυβέρνηση έχει αναγάγει την τήρηση της "νομιμότητας" (από τους από κάτω) σε λογότυπό της;
Η συζήτηση μου θυμίζει την παλιότερη, επί εποχής Βουλγαράκη, αν ότ,ι είναι νόμιμο είναι και ηθικό. Αν λοιπόν δεχθούμε πως οτιδήποτε είναι νόμιμο είναι και ηθικό, τότε αυτομάτως αποδεχόμαστε πως ότι οτιδήποτε είναι παράνομο είναι και ανήθικο - και το καταδικάζουμε χωρίς πολλές κουβέντες. Αν όμως δεν δεχθούμε το πρώτο, τότε δεν αποδεχόμαστε και το δεύτερο. Συνεπώς, μια παράνομη πράξη μπορεί να είναι ηθική και ο διώκτης της παρανομίας μπορεί να πράττει ανήθικα. Κατ΄ αναλογία, αυτός που υπερασπίζεται μια παράνομη πράξη μπορεί να στέκεται από την πλευρά της ηθικής και του δίκαιου, ενώ αυτός που υπερασπίζεται τον νόμο από την πλευρά της ανηθικότητας και του άδικου. Αυτά σημαίνουν ότι η καταδίκη της βίας από όπου και αν προέρχεται εμπεριέχει το στοιχείο του νόμου αλλά όχι του δικαίου και της ηθικής. Η ερώτηση δεν είναι αφαιρετική και ισοπεδωτική μόνο στην διατύπωση και την απάντηση της αλλά και στην ίδια την ουσίας της. Για την ακρίβεια είναι τόσο αφαιρετική που λέει στην πραγματικότητα περισσότερα για το ποιόν αυτού που ρωτάει παρά γι΄ αυτόν που απαντάει. Λέει ότι δεν αναζητά το δίκαιο και το ηθικό. Συνεπώς η υστερόβουλη ερώτηση έχει φτιαχτεί μόνο για να παγιδεύει το θύμα της με οποιαδήποτε απάντηση.
Καταδίκη χωρίς δίκη;
Η έννοια της ίδιας της "καταδίκης" περιέχει την έννοια της δίκης. Και δίκη σημαίνει εξέταση των δεδομένων πριν το τελικό συμπέρασμα, κάτι που βέβαια δεν απασχολεί τους τηλε-δικαστες, ούτε χωρά στον στενό κορσέ του τηλεοπτικού τους εμπορικού χρόνου. Το σύστημα δικαίου διαθέτει νόμους, αλλά και δικαστές και ένορκους. Αν το δίκαιο απαντιόταν με ένα "ναι" ή ένα "όχι", τότε δεν θα υπήρχε δικαστική διαδικασία. Ο δικαστής θα έπρεπε να απαντήσει με ένα "ναι" ή ένα "όχι" στο αν καταδικάζει το έγκλημα του κατηγορούμενου και αυτό θα τον καθιστούσε αυτόματα ένοχο ή αθώο. Αντιθέτως, ένα δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αν ο κατηγορούμενος τέλεσε πράγματι το έγκλημα, κάτω από ποιες συνθήκες το έκανε, σε ποια ψυχολογική κατάσταση, με ποιο κίνητρο, ποιο το ηθικό περιεχόμενο της πράξης, ποιο είναι το παρελθόν του κατηγορούμενου, ποιο ήταν το θύμα, ποια η δική του στάση - με δυο λόγια όλες τις συνθήκες τέλεσης μιας εγκληματικής πράξης. Μάλιστα αυτό σημαίνει ότι ακόμα και ένας άνθρωπος που αφαίρεσε ζωή, μπορεί να αθωωθεί αν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το έκανε δικαιολογούν την πράξη. Για παράδειγμα, μια γυναίκα που δολοφόνησε τον άντρα της επειδή αυτός συστηματικά την βασάνιζε. Αν ένα δικαστήριο αθώωσε αυτή τη γυναίκα, σημαίνει ότι ο δικαστής δεν καταδικάζει τον φόνο από όπου και αν προέρχεται, αλλά αντιθέτως, αυτό το "από πού προέρχεται" είναι που θα δώσει στην εγκληματική πράξη το περιεχόμενο που έχει. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν θα χρειαζόμασταν δίκες: θα αρκούσαν οι νόμοι, τουλάχιστον στο θεωρητικό επίπεδο απόδοσης δικαιοσύνης - αν δηλαδή παραγνωρίσουμε ότι και το δικαστικό σύστημα φέρει κι αυτό όλο το βάρος έκφρασης της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Από "όπου" ή από "πού" προέρχεται;
Συμπερασματικά: αν κανείς δεν θέλει να παίζει το παιχνίδι του αντιπάλου, καλό είναι να μη στριμώχνεται στις φόρμες που αυτός στήνει. Αριστερά πάει να πει οργανωμένη μαζική πάλη και απεύθυνση στην κοινωνία. Αυτή η επιλογή δράσης σημαίνει εξ ορισμού την επιδίωξη της κοινωνικής αλλαγής όχι μέσω του τρόμου και της βίας, αλλά μέσω της αλλαγής των συνειδήσεων και της μαζικότητας. Αυτή είναι η πιο εκκωφαντική δήλωση ότι η βία δεν είναι επιλογή της αριστεράς και των κινημάτων, αλλά των αντιπάλων της. Το σύστημα είναι που καταφεύγει στην βία, που διατηρεί το μονοπώλιό της, που νομοθετεί την όλο και πιο εκτεταμένη και αυθαίρετη άσκηση της, που την καλύπτει ακόμα και όταν αυτή ασκείται εκτός νόμου - όπως δηλαδή έχει γίνει δεκάδες φορές με την βία των ΜΑΤ, αλλά και την φασιστική βία. Το μόνο που δεν ανέχεται το κράτος είναι το δικαίωμα της κοινωνίας να προστατεύεται από την κάθε είδους κρατική και παρακρατική βία. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της παράλογης απαίτησης είναι η αντιμετώπιση της μάσκας προστασίας από τα χημικά, ακόμα και της χειρουργικής ως ενοχοποιητικό στοιχείο, ως όπλο, τη στιγμή που η χρήση χημικών από την φύση της, αλλά και συνήθως κατ΄ επιλογή της αστυνομίας, δεν είναι στοχευμένη. Οι κυβερνώντες και οι υποστηρικτές τους, με άλλα λόγια, δεν είναι καθόλου κατά της βίας και της ανομίας: είναι υπέρ του δικαιώματός τους, κυριολεκτικά και μεταφορικά, να πνίγουν την κοινωνία χωρίς αυτή να αντιδρά.
Ό,τι είναι παράνομο είναι και ανήθικο;
Αλλά ας διερευνήσουμε την ποιότητα της τυποποιημένης ερώτησης. Καταδικάζουμε την βία από όπου κι αν προέρχεται; Είμαστε κατά της ανομίας τώρα που η κυβέρνηση έχει αναγάγει την τήρηση της "νομιμότητας" (από τους από κάτω) σε λογότυπό της;
Η συζήτηση μου θυμίζει την παλιότερη, επί εποχής Βουλγαράκη, αν ότ,ι είναι νόμιμο είναι και ηθικό. Αν λοιπόν δεχθούμε πως οτιδήποτε είναι νόμιμο είναι και ηθικό, τότε αυτομάτως αποδεχόμαστε πως ότι οτιδήποτε είναι παράνομο είναι και ανήθικο - και το καταδικάζουμε χωρίς πολλές κουβέντες. Αν όμως δεν δεχθούμε το πρώτο, τότε δεν αποδεχόμαστε και το δεύτερο. Συνεπώς, μια παράνομη πράξη μπορεί να είναι ηθική και ο διώκτης της παρανομίας μπορεί να πράττει ανήθικα. Κατ΄ αναλογία, αυτός που υπερασπίζεται μια παράνομη πράξη μπορεί να στέκεται από την πλευρά της ηθικής και του δίκαιου, ενώ αυτός που υπερασπίζεται τον νόμο από την πλευρά της ανηθικότητας και του άδικου. Αυτά σημαίνουν ότι η καταδίκη της βίας από όπου και αν προέρχεται εμπεριέχει το στοιχείο του νόμου αλλά όχι του δικαίου και της ηθικής. Η ερώτηση δεν είναι αφαιρετική και ισοπεδωτική μόνο στην διατύπωση και την απάντηση της αλλά και στην ίδια την ουσίας της. Για την ακρίβεια είναι τόσο αφαιρετική που λέει στην πραγματικότητα περισσότερα για το ποιόν αυτού που ρωτάει παρά γι΄ αυτόν που απαντάει. Λέει ότι δεν αναζητά το δίκαιο και το ηθικό. Συνεπώς η υστερόβουλη ερώτηση έχει φτιαχτεί μόνο για να παγιδεύει το θύμα της με οποιαδήποτε απάντηση.
Καταδίκη χωρίς δίκη;
Η έννοια της ίδιας της "καταδίκης" περιέχει την έννοια της δίκης. Και δίκη σημαίνει εξέταση των δεδομένων πριν το τελικό συμπέρασμα, κάτι που βέβαια δεν απασχολεί τους τηλε-δικαστες, ούτε χωρά στον στενό κορσέ του τηλεοπτικού τους εμπορικού χρόνου. Το σύστημα δικαίου διαθέτει νόμους, αλλά και δικαστές και ένορκους. Αν το δίκαιο απαντιόταν με ένα "ναι" ή ένα "όχι", τότε δεν θα υπήρχε δικαστική διαδικασία. Ο δικαστής θα έπρεπε να απαντήσει με ένα "ναι" ή ένα "όχι" στο αν καταδικάζει το έγκλημα του κατηγορούμενου και αυτό θα τον καθιστούσε αυτόματα ένοχο ή αθώο. Αντιθέτως, ένα δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αν ο κατηγορούμενος τέλεσε πράγματι το έγκλημα, κάτω από ποιες συνθήκες το έκανε, σε ποια ψυχολογική κατάσταση, με ποιο κίνητρο, ποιο το ηθικό περιεχόμενο της πράξης, ποιο είναι το παρελθόν του κατηγορούμενου, ποιο ήταν το θύμα, ποια η δική του στάση - με δυο λόγια όλες τις συνθήκες τέλεσης μιας εγκληματικής πράξης. Μάλιστα αυτό σημαίνει ότι ακόμα και ένας άνθρωπος που αφαίρεσε ζωή, μπορεί να αθωωθεί αν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες το έκανε δικαιολογούν την πράξη. Για παράδειγμα, μια γυναίκα που δολοφόνησε τον άντρα της επειδή αυτός συστηματικά την βασάνιζε. Αν ένα δικαστήριο αθώωσε αυτή τη γυναίκα, σημαίνει ότι ο δικαστής δεν καταδικάζει τον φόνο από όπου και αν προέρχεται, αλλά αντιθέτως, αυτό το "από πού προέρχεται" είναι που θα δώσει στην εγκληματική πράξη το περιεχόμενο που έχει. Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν θα χρειαζόμασταν δίκες: θα αρκούσαν οι νόμοι, τουλάχιστον στο θεωρητικό επίπεδο απόδοσης δικαιοσύνης - αν δηλαδή παραγνωρίσουμε ότι και το δικαστικό σύστημα φέρει κι αυτό όλο το βάρος έκφρασης της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Από "όπου" ή από "πού" προέρχεται;
Συμπερασματικά: αν κανείς δεν θέλει να παίζει το παιχνίδι του αντιπάλου, καλό είναι να μη στριμώχνεται στις φόρμες που αυτός στήνει. Αριστερά πάει να πει οργανωμένη μαζική πάλη και απεύθυνση στην κοινωνία. Αυτή η επιλογή δράσης σημαίνει εξ ορισμού την επιδίωξη της κοινωνικής αλλαγής όχι μέσω του τρόμου και της βίας, αλλά μέσω της αλλαγής των συνειδήσεων και της μαζικότητας. Αυτή είναι η πιο εκκωφαντική δήλωση ότι η βία δεν είναι επιλογή της αριστεράς και των κινημάτων, αλλά των αντιπάλων της. Το σύστημα είναι που καταφεύγει στην βία, που διατηρεί το μονοπώλιό της, που νομοθετεί την όλο και πιο εκτεταμένη και αυθαίρετη άσκηση της, που την καλύπτει ακόμα και όταν αυτή ασκείται εκτός νόμου - όπως δηλαδή έχει γίνει δεκάδες φορές με την βία των ΜΑΤ, αλλά και την φασιστική βία. Το μόνο που δεν ανέχεται το κράτος είναι το δικαίωμα της κοινωνίας να προστατεύεται από την κάθε είδους κρατική και παρακρατική βία. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της παράλογης απαίτησης είναι η αντιμετώπιση της μάσκας προστασίας από τα χημικά, ακόμα και της χειρουργικής ως ενοχοποιητικό στοιχείο, ως όπλο, τη στιγμή που η χρήση χημικών από την φύση της, αλλά και συνήθως κατ΄ επιλογή της αστυνομίας, δεν είναι στοχευμένη. Οι κυβερνώντες και οι υποστηρικτές τους, με άλλα λόγια, δεν είναι καθόλου κατά της βίας και της ανομίας: είναι υπέρ του δικαιώματός τους, κυριολεκτικά και μεταφορικά, να πνίγουν την κοινωνία χωρίς αυτή να αντιδρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου