«Καμαριέρα ζητείται από ξενοδοχείο για εθελοντική εργασία, παρέχεται διαμονή, σίτιση». Η εργασιακή κόλαση δεν αποκαλύπτεται σε όλη την έκτασή της μόνο με τη δημοσιευμένη αγγελία που αφορά την καμαριέρα στο ξενοδοχείο της Αίγινας. Ούτε το εξοργιστικό βρίσκεται μόνο στην ίδια τη δημοσίευσή της ή στο ότι Ελληνες επιχειρηματίες ανακτούν τον εργασιακό μεσαίωνα.
Το εξοργιστικό είναι κυρίως το ότι έχει διαμορφωθεί ένα ακροατήριο στο οποίο μπορεί να απευθυνθεί μια τέτοιου τύπου πρόσκληση. Ενα αποφασισμένο και οριακό ακροατήριο ενδιαφερομένων, που κοιμάται σε παγκάκι ή χρωστάει άπειρα νοίκια και ψάχνει τρόπους απεμπλοκής, ή που μένει σε κάποιο συγγενή και που ο ύπνος και η διατροφή ανάγονται σε κρίσιμα και δυσεύρετα ζητούμενα, μια μορφή έσχατης αυτάρκειας. Η αγγελία απευθύνεται όμως και σ' ένα δεύτερο ακροατήριο. Αυτό που κάνει τη δημοσίευση αποδεκτή ηθικά. Εκείνο το ακροατήριο μιας μέτριας ευστάθειας, μέτριας ισορροπίας, μέτριας ευαισθησίας και μέτριας αδιαφορίας. Η ένταξη σε ένα σύστημα ψευδοκανονικότητας, η ψευδαίσθηση εργασίας ίσα ίσα ως κοινωνικό άλλοθι και ως μέσο εξασφάλισης των ελαχίστων, είναι πλέον ένα συνηθισμένο παράδειγμα κοινωνικής εφαρμογής. Πολλοί εκλιπαρούν για μερική εργασία σε σουπερμάρκετ με 200 ευρώ, είναι έτοιμοι για όλα, ίσως και με λιγότερα. Ο εργασιακός πάτος είναι διπλός. Από τη μια, σε εργαλειακό επίπεδο, δημιουργεί άνισους όρους επιχειρηματικού ανταγωνισμού (αφού εκμηδενίζεται το κόστος εργασίας), από την άλλη δημιουργεί ένα μαλακό πεδίο παραδοχών.
Ενας αφανισμένος, κατεστραμμένος πλάνης, που δέχεται ως ευεργεσία την απλή στέγη και την τροφή, αλλάζει ριζικά τους διεκδικητικούς κώδικες. Αυτή την αλλαγή προς τα κάτω ούτε η μεσαία κοινωνία την έχει αντιληφθεί ούτε οι συνδικαλιστικές τεχνοτροπίες. Οτιδήποτε κάνει τον εργαζόμενο πολύτιμο στην παραγωγική διαδικασία, οποιοδήποτε προσόν, οποιαδήποτε μορφή εργασιακής ταυτότητας χαμηλής ή μέσης ειδίκευσης, είναι άκυρα. Πληθωρισμός διαθεσίμων. Οποιοσδήποτε μπορεί να εξαφανιστεί από το χάρτη, αφού μπορεί να βρεθεί ο ακόμη φτηνότερος και προθυμότερος αντικαταστάτης του.
Ετσι αγανακτισμένες τηλεοπτικές απορίες για το πού φτάσαμε, με αφορμή την επίμαχη αγγελία, υστερούν, μένουν πιο πίσω από αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. Η μετατόπιση του εργασιακού δικαίου από μια μέση, ανεκτή εργασιακή συνθήκη, στο δικαιικό τίποτα, έχει συμβεί. Κανείς δεν μπορεί να διεκδικήσει τίποτα, αλλά αντίθετα πρέπει να ευγνωμονεί όταν του παραχωρηθεί.
Ο μέχρι σήμερα κανόνας, ότι ακόμα και όταν δεν ήταν κανείς ευνοημένος από το κομματικό σύστημα μπορούσε σε μια ενδιάμεση ζώνη, με οικογενειακή ή φιλική στήριξη, να χωθεί κάπου, να καταφέρει κάτι, ε, αυτός ο ελληνοπρεπής κανόνας εξατμίστηκε. Στη νέα συνθήκη, η εισδοχή -σε ένα σαφώς πιο χαμηλό εργασιακό περιβάλλον- απαιτεί θυσίες πολύ μεγαλύτερες από τον προχθεσινό κομματικό πατριωτισμό.
Δεν αρκεί να είσαι ψηφοφόρος, πρέπει να είσαι προσήλυτος. Δεν αρκεί να είσαι κομματικός, πρέπει να είσαι στενός κορσές στο κόμμα. Δεν αρκεί να είσαι πιστός, πρέπει να προσφέρεις μετρήσιμη ωφέλεια στον κομματικό κόμβο, το στέλεχος, τον πολιτικό εργοδότη. Η σκοτεινή μικρή αγγελία προσθέτει ένα νέο πρωτόκολλο. Δεν αρκεί να είσαι διαθέσιμος, ούτε απλώς αποφασισμένος. Πρέπει να είσαι απολύτως και αυτοεκμηδενιστικά αποφασισμένος να κατοικήσεις στο εργασιακό πουθενά. Αυτή η μάχη, αυτή η σύγκρουση, είναι πολύ δύσκολο να δοθεί, να κερδηθεί.
Ολες οι γραμματικές και κάθε πολιτικό συντακτικό μοιάζουν εξαιρετικά ανεπαρκή για να αφομοιώσουν τη νέα κατάσταση. Οι ερμηνευτικές μέθοδοι υστερούν, γιατί δεν υπάρχει ακόμα η συνείδηση του κοινωνικού μηδενισμού. Δεν έχουμε καταλάβει την ιλιγγιώδη κοινωνικοπολιτική μετάλλαξη. Και το χειρότερο, ότι δυνητικά μάς περιέχει η αγγελία.
Η παραγωγική ξηρασία αντί να ριζοσπαστικοποιεί και πολιτικοποιεί, αποκτηνώνει. Η πολιτισμική σύγκρουση, οι αποκλίνουσες αναγνώσεις της ζωής, τα σταθμά και οι νέες ανοχές, τα ηθικά και ανθρωπιστικά μεγέθη (αυτά που φανερώνει η αγγελία) ξανατίθενται και περιμένουν την εκλογίκευσή τους από ένα κοινωνικό σύστημα που δεν το θέλει, από ένα κομματικοσυνδικαλιστικό σύστημα που δεν το μπορεί και από μια κοινωνία που δεν το αντέχει.
*Ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου