Του Σαϊμίρ Λαμάι, toPortal.gr...
Ανεργία, αυτοκτονίες, εκφασισμός, απορύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, καταστολή, φόβος, ξενοφοβία, κράτος έκτακτης ανάγκης, και μια κοινωνία στα πρόθυρα μαζικής κατάθλιψης, αποτελούν, όλα, χαρακτηριστικά της σημερινής ζοφερής πραγματικότητας.
Μόνο όσοι εθελοτυφλούν ή όσοι έχουν σκοπιμότητα δεν αναγνωρίζουν πως τα παραπάνω συγκροτούν τον κανόνα καθώς έχασαν προ πολλού τις ιδιότητες μιας εξαίρεσης. Η κρίση μετετράπη σε κανονικότητα, η ανωμαλία σε ομαλότητα, η αστάθεια σε σταθερότητα, η καταστολή σε καθημερινότητα. Βρισκόμαστε στην τελική φάση της διαδικασίας υλοποίησης ενός σχεδιασμού για μια διαφορετική κοινωνική δομή, προσαρμοσμένη στις ανάγκες τις αγοράς. Το σύστημα των ανθρώπινων αναγκών δεν απασχολεί την κυβέρνηση η οποία σε πολιτικό επίπεδο αναγκάζεται να κινηθεί σε μια ομιχλώδη περιοχή, κάπου μεταξύ ολιγαρχίας και δεσποτισμού. Τα κόμματα της συγκυβέρνησης δεν έχουν καμιά επαφή με την κοινωνία, αναθέτοντας την λειτουργία αυτή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία με τη σειρά τους έχουν μεν επαφή, μόνο, όμως, ως πομποί. Εξωραΐζουν τα της κυβέρνησης και την ίδια στιγμή αποπροσανατολίζουν τους πολίτες στρέφοντας πολλές φορές το ένα σύνολο απέναντι στο άλλο.
Ο κοινωνικός αυτοματισμός βέβαια έχει ως αποτέλεσμα μια κοινωνία κατακερματισμένη σε απομονωνόμενα μεταξύ τους άτομα και την κυριαρχία του φόβου πάνω στο λαό. Εύκολα μπορεί να υποστηρίξει κανείς πως η πολιτική έχει δώσει πλέον την θέση της στην οικονομία και η τελευταία, κυριαρχεί πάνω στην πρώτη επιβάλλοντας την λογική του κόστους – οφέλους. Μια λογική που αντιλαμβάνεται μόνο το χρήμα και το κέρδος του, ως αξία αναφοράς, και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την κοινωνική εξαθλίωση που παράγει. Δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης σηματοδότησε την εξάπλωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που φάνηκε να επικυρώνει προσωρινά την πολιτική γραμμή της σχολής του Σικάγο και τον Ρηγκανοθατσερισμό.
Για τους νέο – φιλελεύθερους, από τη μια, δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν υπάρχει κοινωνία, δεν υπάρχει ιστορία (αυτό έσπευσαν να το πάρουν πίσω) και από την άλλη, δεν θα έπρεπε να υπάρχει κράτος. Τουλάχιστον όχι με την μορφή που το είχαμε συνηθίσει μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αυτή που ξεκινά το ξερίζωμα του κρατικού παρεμβατισμού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα οικονομικής πολιτικής που εφήρμοσε η κυβέρνησή του ήταν η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και της κίνησης κεφαλαίων, η απελευθέρωση κατά μεγάλο μέρος της αγοράς των ενοικίων, η απελευθέρωση της εμπορίας καυσίμων, η κατάργηση των ελέγχων τιμών σε όλα τα αγαθά (με εξαίρεση τα φάρμακα), η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας με την εισαγωγή της μερικής απασχόλησης και της τέταρτης βάρδιας, καθώς και η απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων.
Οι ιδεοληπτικοί νεοφιλελεύθεροι υποστηρίζουν πως το κράτος πρέπει να εξαντλείται στις πυρηνικές του λειτουργίες και μόνο. Η αγορά οφείλει να απολαμβάνει την ελευθερία της με σκοπό να αυτορυθμιστεί. Δίχως κρατική παρέμβαση όμως το μονοπώλιο και τα καρτέλ γίνονται οι απόλυτοι παίκτες της. Η ραχοκοκαλιά της οικονομίας, η τάξη των παραγωγών, διαθέτει την εργασιακή της δύναμη στο βωμό της αγοράς, η οποία ρυθμίζει την ιστορική κίνηση με τα δυο της χέρια, την ζήτηση και την προσφορά. Ο απόλυτος παραλογισμός έγκειται εδώ στο γεγονός ότι τα μνημόνια εμφανίζονται ως νόμοι του κράτους.
Συνεπώς το κράτος δεν παύει ακόμα και σήμερα, να παρεμβαίνει στην αγορά αναδιανέμοντας μάλιστα τον πλούτο κάνοντας τον φτωχό, φτωχότερο και τον πλούσιο, πλουσιότερο. Και ο τρόπος που εφαρμόζονται είναι, κατά γενική ομολογία, βίαιος. Έτσι προκύπτει και ένας επιπλέον λόγος που κραυγάζει για την ανορθολογικότητα της επικίνδυνης θεωρίας των δυο άκρων. Τουτέστιν, είναι ανορθολογικό να καταδικάσεις την βία από όπου και να προέρχεται. Είναι σαν να καταδικάσεις το κράτος! Κοινωνική αυτοϋπεράσπιση Δεν υπάρχουν στην πολιτική μήτε σωτήρες μήτε μαγικά ραβδιά και προπαντός δεν υπάρχουν μονόδρομοι και σε αυτό έχει απαντήσει η ίδια η ιστορία. Η αντίθετη άποψη εστερείτο λογικής βάσης και σκοπό έχει να φυλακίσει τους πολίτες στον κόσμο της μνημονιακής βαρβαρότητας. Αυτό που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην κοινωνία μπορούμε να το ταξινομήσουμε ως μια συνάρτηση ελλείμματος θάρρους και αποφασιστικότητας αλλά και ως πλεονασμό αδιαφορίας και ατομισμού, τα οποία έρχονται να επισφραγίσουν την ολοκλήρωση μιας νέας πολιτικής συνείδησης.
Μια συνείδηση υποτακτική στην αυταρχική διακυβέρνηση και εχθρική απέναντι σε οτιδήποτε φέρει χαρακτηριστικά συλλογικής δράσης ή κοινωνικού κινήματος. Η απονεύρωση του κοινωνικού ιστού πάντως συνεχίζει, με την κυβέρνηση, να διαλύει τις εργασιακές σχέσεις, όπου οι ατομικές συμβάσεις και οι χαμηλοί μισθοί, είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο. Επίσης βασικά κοινωνικά αγαθά όπως η παιδεία και η υγεία έχουν μπει ήδη στο στόχαστρο με την αποδόμηση τους να βρίσκεται εν εξελίξει. Μια κοινωνία που δέχεται την υποδούλωση της όμως είναι καταδικασμένη σε ανωριμότητα. Η ανωριμότητα είναι η πύλη προς τον σκοταδισμό και για αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να κάνουμε χρήση της κριτικής αυτοσυνείδησης κλείνοντας, την ίδια στιγμή, το κουτί στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, μιας και οι καιροί που διανύουμε δεν είναι τόσο αθώοι όσο απελπισμένα προσπαθούν να τους παρουσιάσουν. Ας αναρωτηθούμε αν τα τελευταία, τουλάχιστον, πέντε χρόνια έχει παρθεί μια κρατική πολιτική η οποία έχει ως σκοπό το «γενικό καλό».
Οι απαντήσεις οφείλουν να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα πως η αποκατάσταση της δημοκρατίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι καθήκον ενός κόμματος ή μιας πεφωτισμένης ελίτ. Και αν τελικά συμφωνούμε στο ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, η συλλογική δράση σήμερα είναι αναγκαιότητα. Νεολαία εν δράσει. Το καθήκον της νεολαίας δεν είναι να γεράσει, όπως σημείωνε ένας ποιητής, αλλά να αποτελέσει οξυγόνο για τα πνευμόνια της κοινωνίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων σήμερα ωστόσο δηλώνει απογοητευμένη για την ζωή της καθώς γνωρίζει ότι είναι η πρώτη έπειτα από δεκαετίες που θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της. Η ανεξαρτησία των νέων από τους γονείς τους και οι όποιες ελπίδες για μια μελλοντική επαγγελματική σταδιοδρομία αναβάλλονται επ’αόριστον. Στα μάτια των περισσοτέρων μάλιστα η ανισότητα έχει νομιμοποιηθεί με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε μια αδρανή κατάσταση χωρίς να δείχνουν διαθέσεις να ορίσουν την μοίρα τους. Άλλωστε, με την ανεργία να φτάνει στο 63% οι νέοι είτε παλεύουν για την επιβίωση τους είτε, στην περίπτωση των φοιτητών, απορροφούνται από «μηχανισμούς παραγωγής αδιαφορίας» τους οποίους κινούν οι δυο (ποσοτικά) μεγάλες παρατάξεις της χώρας που «τυχαίνει» να εκπροσωπούν και τα συμφέροντα της συγκυβέρνησης. Θα ήταν όμως άδικη μια τυφλή γενίκευση. Άλλωστε η πραγματικότητα είναι αυτή που μαρτυρά την αλήθεια.
Ο πολιτικός ακτιβισμός είναι ακόμη ζωντανός στην περίπτωση, παραδείγματος χάριν, των αθηναϊκών πανεπιστημίων όπου οι φοιτητές στηρίζουν τις κινητοποιήσεις των διοικητικών υπαλλήλων αντιλαμβανόμενοι την σοβαρότητα της κατάστασης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το μεγάλο πλήγμα όμως του πολιτικού ακτιβισμού, έρχεται από το πολιτικό «κλικισμό» όπου το διαδίκτυο εμφανίζεται σαν δημόσιος χώρος και το «Like» του facebook ως παράσταση διαμαρτυρίας. Ίσως αυτό ήθελε να προωθήσει και ο πρωθυπουργός της χώρας υποσχόμενος wi-fi σε όλη την επικράτεια. Πέρα όμως από το αστείο της υπόθεσης πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι στοίχημα της κάθε γενιάς η βελτίωση των όρων ζωής της. Και για αυτό το στοίχημα το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να το κερδίσουμε.
Μόνο όσοι εθελοτυφλούν ή όσοι έχουν σκοπιμότητα δεν αναγνωρίζουν πως τα παραπάνω συγκροτούν τον κανόνα καθώς έχασαν προ πολλού τις ιδιότητες μιας εξαίρεσης. Η κρίση μετετράπη σε κανονικότητα, η ανωμαλία σε ομαλότητα, η αστάθεια σε σταθερότητα, η καταστολή σε καθημερινότητα. Βρισκόμαστε στην τελική φάση της διαδικασίας υλοποίησης ενός σχεδιασμού για μια διαφορετική κοινωνική δομή, προσαρμοσμένη στις ανάγκες τις αγοράς. Το σύστημα των ανθρώπινων αναγκών δεν απασχολεί την κυβέρνηση η οποία σε πολιτικό επίπεδο αναγκάζεται να κινηθεί σε μια ομιχλώδη περιοχή, κάπου μεταξύ ολιγαρχίας και δεσποτισμού. Τα κόμματα της συγκυβέρνησης δεν έχουν καμιά επαφή με την κοινωνία, αναθέτοντας την λειτουργία αυτή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία με τη σειρά τους έχουν μεν επαφή, μόνο, όμως, ως πομποί. Εξωραΐζουν τα της κυβέρνησης και την ίδια στιγμή αποπροσανατολίζουν τους πολίτες στρέφοντας πολλές φορές το ένα σύνολο απέναντι στο άλλο.
Ο κοινωνικός αυτοματισμός βέβαια έχει ως αποτέλεσμα μια κοινωνία κατακερματισμένη σε απομονωνόμενα μεταξύ τους άτομα και την κυριαρχία του φόβου πάνω στο λαό. Εύκολα μπορεί να υποστηρίξει κανείς πως η πολιτική έχει δώσει πλέον την θέση της στην οικονομία και η τελευταία, κυριαρχεί πάνω στην πρώτη επιβάλλοντας την λογική του κόστους – οφέλους. Μια λογική που αντιλαμβάνεται μόνο το χρήμα και το κέρδος του, ως αξία αναφοράς, και δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την κοινωνική εξαθλίωση που παράγει. Δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης σηματοδότησε την εξάπλωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που φάνηκε να επικυρώνει προσωρινά την πολιτική γραμμή της σχολής του Σικάγο και τον Ρηγκανοθατσερισμό.
Για τους νέο – φιλελεύθερους, από τη μια, δεν υπάρχει εναλλακτική, δεν υπάρχει κοινωνία, δεν υπάρχει ιστορία (αυτό έσπευσαν να το πάρουν πίσω) και από την άλλη, δεν θα έπρεπε να υπάρχει κράτος. Τουλάχιστον όχι με την μορφή που το είχαμε συνηθίσει μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην Ελλάδα η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι αυτή που ξεκινά το ξερίζωμα του κρατικού παρεμβατισμού. Χαρακτηριστικά παραδείγματα οικονομικής πολιτικής που εφήρμοσε η κυβέρνησή του ήταν η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και της κίνησης κεφαλαίων, η απελευθέρωση κατά μεγάλο μέρος της αγοράς των ενοικίων, η απελευθέρωση της εμπορίας καυσίμων, η κατάργηση των ελέγχων τιμών σε όλα τα αγαθά (με εξαίρεση τα φάρμακα), η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας με την εισαγωγή της μερικής απασχόλησης και της τέταρτης βάρδιας, καθώς και η απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων.
Οι ιδεοληπτικοί νεοφιλελεύθεροι υποστηρίζουν πως το κράτος πρέπει να εξαντλείται στις πυρηνικές του λειτουργίες και μόνο. Η αγορά οφείλει να απολαμβάνει την ελευθερία της με σκοπό να αυτορυθμιστεί. Δίχως κρατική παρέμβαση όμως το μονοπώλιο και τα καρτέλ γίνονται οι απόλυτοι παίκτες της. Η ραχοκοκαλιά της οικονομίας, η τάξη των παραγωγών, διαθέτει την εργασιακή της δύναμη στο βωμό της αγοράς, η οποία ρυθμίζει την ιστορική κίνηση με τα δυο της χέρια, την ζήτηση και την προσφορά. Ο απόλυτος παραλογισμός έγκειται εδώ στο γεγονός ότι τα μνημόνια εμφανίζονται ως νόμοι του κράτους.
Συνεπώς το κράτος δεν παύει ακόμα και σήμερα, να παρεμβαίνει στην αγορά αναδιανέμοντας μάλιστα τον πλούτο κάνοντας τον φτωχό, φτωχότερο και τον πλούσιο, πλουσιότερο. Και ο τρόπος που εφαρμόζονται είναι, κατά γενική ομολογία, βίαιος. Έτσι προκύπτει και ένας επιπλέον λόγος που κραυγάζει για την ανορθολογικότητα της επικίνδυνης θεωρίας των δυο άκρων. Τουτέστιν, είναι ανορθολογικό να καταδικάσεις την βία από όπου και να προέρχεται. Είναι σαν να καταδικάσεις το κράτος! Κοινωνική αυτοϋπεράσπιση Δεν υπάρχουν στην πολιτική μήτε σωτήρες μήτε μαγικά ραβδιά και προπαντός δεν υπάρχουν μονόδρομοι και σε αυτό έχει απαντήσει η ίδια η ιστορία. Η αντίθετη άποψη εστερείτο λογικής βάσης και σκοπό έχει να φυλακίσει τους πολίτες στον κόσμο της μνημονιακής βαρβαρότητας. Αυτό που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην κοινωνία μπορούμε να το ταξινομήσουμε ως μια συνάρτηση ελλείμματος θάρρους και αποφασιστικότητας αλλά και ως πλεονασμό αδιαφορίας και ατομισμού, τα οποία έρχονται να επισφραγίσουν την ολοκλήρωση μιας νέας πολιτικής συνείδησης.
Μια συνείδηση υποτακτική στην αυταρχική διακυβέρνηση και εχθρική απέναντι σε οτιδήποτε φέρει χαρακτηριστικά συλλογικής δράσης ή κοινωνικού κινήματος. Η απονεύρωση του κοινωνικού ιστού πάντως συνεχίζει, με την κυβέρνηση, να διαλύει τις εργασιακές σχέσεις, όπου οι ατομικές συμβάσεις και οι χαμηλοί μισθοί, είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο. Επίσης βασικά κοινωνικά αγαθά όπως η παιδεία και η υγεία έχουν μπει ήδη στο στόχαστρο με την αποδόμηση τους να βρίσκεται εν εξελίξει. Μια κοινωνία που δέχεται την υποδούλωση της όμως είναι καταδικασμένη σε ανωριμότητα. Η ανωριμότητα είναι η πύλη προς τον σκοταδισμό και για αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να κάνουμε χρήση της κριτικής αυτοσυνείδησης κλείνοντας, την ίδια στιγμή, το κουτί στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, μιας και οι καιροί που διανύουμε δεν είναι τόσο αθώοι όσο απελπισμένα προσπαθούν να τους παρουσιάσουν. Ας αναρωτηθούμε αν τα τελευταία, τουλάχιστον, πέντε χρόνια έχει παρθεί μια κρατική πολιτική η οποία έχει ως σκοπό το «γενικό καλό».
Οι απαντήσεις οφείλουν να μας οδηγήσουν στο συμπέρασμα πως η αποκατάσταση της δημοκρατίας δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι καθήκον ενός κόμματος ή μιας πεφωτισμένης ελίτ. Και αν τελικά συμφωνούμε στο ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, η συλλογική δράση σήμερα είναι αναγκαιότητα. Νεολαία εν δράσει. Το καθήκον της νεολαίας δεν είναι να γεράσει, όπως σημείωνε ένας ποιητής, αλλά να αποτελέσει οξυγόνο για τα πνευμόνια της κοινωνίας. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων σήμερα ωστόσο δηλώνει απογοητευμένη για την ζωή της καθώς γνωρίζει ότι είναι η πρώτη έπειτα από δεκαετίες που θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της. Η ανεξαρτησία των νέων από τους γονείς τους και οι όποιες ελπίδες για μια μελλοντική επαγγελματική σταδιοδρομία αναβάλλονται επ’αόριστον. Στα μάτια των περισσοτέρων μάλιστα η ανισότητα έχει νομιμοποιηθεί με αποτέλεσμα να οδηγούνται σε μια αδρανή κατάσταση χωρίς να δείχνουν διαθέσεις να ορίσουν την μοίρα τους. Άλλωστε, με την ανεργία να φτάνει στο 63% οι νέοι είτε παλεύουν για την επιβίωση τους είτε, στην περίπτωση των φοιτητών, απορροφούνται από «μηχανισμούς παραγωγής αδιαφορίας» τους οποίους κινούν οι δυο (ποσοτικά) μεγάλες παρατάξεις της χώρας που «τυχαίνει» να εκπροσωπούν και τα συμφέροντα της συγκυβέρνησης. Θα ήταν όμως άδικη μια τυφλή γενίκευση. Άλλωστε η πραγματικότητα είναι αυτή που μαρτυρά την αλήθεια.
Ο πολιτικός ακτιβισμός είναι ακόμη ζωντανός στην περίπτωση, παραδείγματος χάριν, των αθηναϊκών πανεπιστημίων όπου οι φοιτητές στηρίζουν τις κινητοποιήσεις των διοικητικών υπαλλήλων αντιλαμβανόμενοι την σοβαρότητα της κατάστασης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το μεγάλο πλήγμα όμως του πολιτικού ακτιβισμού, έρχεται από το πολιτικό «κλικισμό» όπου το διαδίκτυο εμφανίζεται σαν δημόσιος χώρος και το «Like» του facebook ως παράσταση διαμαρτυρίας. Ίσως αυτό ήθελε να προωθήσει και ο πρωθυπουργός της χώρας υποσχόμενος wi-fi σε όλη την επικράτεια. Πέρα όμως από το αστείο της υπόθεσης πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι στοίχημα της κάθε γενιάς η βελτίωση των όρων ζωής της. Και για αυτό το στοίχημα το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να το κερδίσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου