Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου, απο το Red NoteBook...
Σε πείσμα όσων βιάζονται να φορέσουν τα κυβερνητικά τους, το νέο σκηνικό βρίσκεται ακόμα υπό διαμόρφωση. Κι αυτό γιατί, σε αντίθεση με την περίοδο λίγο πριν το ‘81, οπότε και είχε διαμορφωθεί ένα συμπαγές κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ στήριξης της “Αλλαγής” (αποκλεισμένα και ανερχόμενα λαϊκά στρώματα, και οι ηττημένοι του Εμφυλίου, που έστω κι αν δεν ήταν ΠΑΣΟΚ, επένδυαν προσδοκίες στην ανοδό του), η κοινωνική και πολιτική συμμαχία υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τελειωμένη υπόθεση. Αυτό, εντούτοις, δεν αναιρεί το πού βρισκόμαστε σήμερα.
Μπροστά στη νέα αυτή περίοδο, υπάρχουν δύο αντιθετικές τάσεις. Η πρώτη είναι αυτή της υπεραριστερής αμφισβήτησης. Μιας αμφισβήτησης που, παρά το αγαθό των προθέσεών της, συνηχεί με την προσπάθεια αποδόμησης του ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ ως “μια από τα ίδια”. Για τους εκπροσώπους της τάσης αυτής, το ζήτημα δεν είναι η διαμόρφωση των κοινωνικών όρων (λαϊκη αυτοοργάνωση κ.ά), που θα επιτρέψουν στο εγχείρημα “κυβέρνηση της Αριστεράς” να μην αποτελέσει θλιβερή παρένθεση. Γι’ αυτούς το μείζον είναι η επί χάρτου υπόδειξη των ορίων του εγχειρήματος -και τελικά το καταθλιπτικά αντιπολιτικό ”δεν αλλάζει τίποτα”. Λες κι αν αποτύχει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, δεν θα μας πάρει όλους ο διάολος, αλλά αποκλειστικά και μόνο τους πρωταγωνιστές. Στην λογική αυτή, κάθε πραγματικό ή επινοημένο φάλτσο του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά εικόνα από το κοντινό μελλον: μια επιβεβαίωση της υπεραριστερής απαισιοδοξίας, που δεν περιμένει καν τον πρώτο συμβιβασμό: δικαιώνεται ήδη από την επομένη των εκλογών του 2012 - άλλοτε με τη μια ή την άλλη δήλωση, άλλοτε με τη μια ή την άλλη ad hoc συμμαχία (η ίδια, εννοείται, δεν συμμαχεί ποτέ και σε τίποτα), κι άλλοτε με ζητήματα ηθικοπολιτικά (βλ. πόθεν έσχες).
Υπάρχει, συμμετρικά, και η τάση των μετριοπαθώς καθαρολογούντων. Το πρόβλημα, εδώ, δεν είναι η αναπόφευκτη δήθεν σοσιαλδημοκρατικοποίηση, αλλα αντίθετα, ο “θορυβώδης ριζοσπαστισμός”. Το θέμα, εδώ, δεν είναι αν η επανάσταση θα σπάσει ή όχι τζάμια, και σε πόσα ντεσιμπέλ, αλλά ότι αυτό το πλεόνασμα επαναστατισμού του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά το κρυφό φλερτ του με το σταλινισμό. Στη λογική αυτή, οι επαναστάσεις είναι ό,τι έμεινε (και πρέπει να μείνει) πίσω. Το μπροστά απαιτεί διάλογο και συγκλίσεις για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν την καθημερινότητα, αντί της επαγγελίας μιας αδιευκρίνιστης, αν όχι αδύνατης, κοινωνικής αλλαγής. Και εδώ, βέβαια, κάθε φάλτσο, μικρό ή μεγάλο, ρητορικό ή “πρακτικό”, δικαιώνει το μετριοπαθή πεσιμισμό όσον αφορά τις (περιορισμένες) δυνατότητες της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Το θέμα και με τις δύο αυτές τάσεις δεν είναι οι εύλογες ανησυχίες, επιφυλάξεις και αντιρρήσεις. Το θέμα είναι η απόσυρσή τους: στην πρώτη περίπτωση σε περιθωριακές διαδρομές, στη δεύτερη σε “κριτικές συνομιλίες” με τους νέους αριστοκράτες.
Ελπίζω ειλικρινά οι τάσεις αυτές να είναι παροδικές. Και το ελπίζω, γιατί μπροστά στο εγχείρημα που αναλαμβάνει η ριζοσπαστική Αριστερά, και το οποίο εξ ορισμού μας ξεπερνάει, χρειάζεται όσο τίποτα η αλληλεγγύη. Όχι η πλειοδοσία, πολλώ δε μαλλον η απόσυρση.
Το κείμενο δημοσιεύεται στην Αυγή (21.12.2013)
Η παραδοχή της αποτυχίας των μνημονίων ως προς τους διακηρυγμένους στόχους τους ακόμα και από τους πλέον μετριοπαθείς, σημαίνει επανατοποθέτηση του κεντρικού διλήμματος. Σημαίνει, δηλαδή, την έναρξη μιας νέας περιόδου.
Το θέμα στο εξής δεν είναι το “ναι ή όχι” στα μνημόνια, αφού αυτά τα μέμφονται πλέον και οι χτεσινοί υποστηρικτές τους. Το θέμα πια είναι η στάση μπροστά στο σοβαρό ενδεχόμενο της πολιτικής αλλαγής. Με την Αριστερά να διεκδικεί την εξουσία για πρώτη φορά με τέτοιες αξιώσεις μετά το 1944, το κεντρικό ερώτημα έχει να κάνει στο εξής με την υποστήριξη της εξέλιξης αυτής -ή την αποτροπή της-, καθώς και τους “τρόπους” της μιας ή της άλλης τοποθέτησης.Σε πείσμα όσων βιάζονται να φορέσουν τα κυβερνητικά τους, το νέο σκηνικό βρίσκεται ακόμα υπό διαμόρφωση. Κι αυτό γιατί, σε αντίθεση με την περίοδο λίγο πριν το ‘81, οπότε και είχε διαμορφωθεί ένα συμπαγές κοινωνικό και πολιτικό μπλοκ στήριξης της “Αλλαγής” (αποκλεισμένα και ανερχόμενα λαϊκά στρώματα, και οι ηττημένοι του Εμφυλίου, που έστω κι αν δεν ήταν ΠΑΣΟΚ, επένδυαν προσδοκίες στην ανοδό του), η κοινωνική και πολιτική συμμαχία υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τελειωμένη υπόθεση. Αυτό, εντούτοις, δεν αναιρεί το πού βρισκόμαστε σήμερα.
Μπροστά στη νέα αυτή περίοδο, υπάρχουν δύο αντιθετικές τάσεις. Η πρώτη είναι αυτή της υπεραριστερής αμφισβήτησης. Μιας αμφισβήτησης που, παρά το αγαθό των προθέσεών της, συνηχεί με την προσπάθεια αποδόμησης του ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ ως “μια από τα ίδια”. Για τους εκπροσώπους της τάσης αυτής, το ζήτημα δεν είναι η διαμόρφωση των κοινωνικών όρων (λαϊκη αυτοοργάνωση κ.ά), που θα επιτρέψουν στο εγχείρημα “κυβέρνηση της Αριστεράς” να μην αποτελέσει θλιβερή παρένθεση. Γι’ αυτούς το μείζον είναι η επί χάρτου υπόδειξη των ορίων του εγχειρήματος -και τελικά το καταθλιπτικά αντιπολιτικό ”δεν αλλάζει τίποτα”. Λες κι αν αποτύχει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, δεν θα μας πάρει όλους ο διάολος, αλλά αποκλειστικά και μόνο τους πρωταγωνιστές. Στην λογική αυτή, κάθε πραγματικό ή επινοημένο φάλτσο του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά εικόνα από το κοντινό μελλον: μια επιβεβαίωση της υπεραριστερής απαισιοδοξίας, που δεν περιμένει καν τον πρώτο συμβιβασμό: δικαιώνεται ήδη από την επομένη των εκλογών του 2012 - άλλοτε με τη μια ή την άλλη δήλωση, άλλοτε με τη μια ή την άλλη ad hoc συμμαχία (η ίδια, εννοείται, δεν συμμαχεί ποτέ και σε τίποτα), κι άλλοτε με ζητήματα ηθικοπολιτικά (βλ. πόθεν έσχες).
Υπάρχει, συμμετρικά, και η τάση των μετριοπαθώς καθαρολογούντων. Το πρόβλημα, εδώ, δεν είναι η αναπόφευκτη δήθεν σοσιαλδημοκρατικοποίηση, αλλα αντίθετα, ο “θορυβώδης ριζοσπαστισμός”. Το θέμα, εδώ, δεν είναι αν η επανάσταση θα σπάσει ή όχι τζάμια, και σε πόσα ντεσιμπέλ, αλλά ότι αυτό το πλεόνασμα επαναστατισμού του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι παρά το κρυφό φλερτ του με το σταλινισμό. Στη λογική αυτή, οι επαναστάσεις είναι ό,τι έμεινε (και πρέπει να μείνει) πίσω. Το μπροστά απαιτεί διάλογο και συγκλίσεις για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα βελτιώσουν την καθημερινότητα, αντί της επαγγελίας μιας αδιευκρίνιστης, αν όχι αδύνατης, κοινωνικής αλλαγής. Και εδώ, βέβαια, κάθε φάλτσο, μικρό ή μεγάλο, ρητορικό ή “πρακτικό”, δικαιώνει το μετριοπαθή πεσιμισμό όσον αφορά τις (περιορισμένες) δυνατότητες της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Το θέμα και με τις δύο αυτές τάσεις δεν είναι οι εύλογες ανησυχίες, επιφυλάξεις και αντιρρήσεις. Το θέμα είναι η απόσυρσή τους: στην πρώτη περίπτωση σε περιθωριακές διαδρομές, στη δεύτερη σε “κριτικές συνομιλίες” με τους νέους αριστοκράτες.
Ελπίζω ειλικρινά οι τάσεις αυτές να είναι παροδικές. Και το ελπίζω, γιατί μπροστά στο εγχείρημα που αναλαμβάνει η ριζοσπαστική Αριστερά, και το οποίο εξ ορισμού μας ξεπερνάει, χρειάζεται όσο τίποτα η αλληλεγγύη. Όχι η πλειοδοσία, πολλώ δε μαλλον η απόσυρση.
Το κείμενο δημοσιεύεται στην Αυγή (21.12.2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου