της Δημητρας Σιατιτσα, απο τα Ενθεματα...
Το έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές: τα μέτρα αποτελούν «μονόδρομο», «ορθολογική επιλογή», «μόνη λύση για την έξοδο από την κρίση» κ.ο.κ. Κι ας έχουν αποτύχει ακόμα και στους ίδιους τους ρητά διακυρηγμένους στόχους τους, τα μέτρα νομιμοποιούνται μέσα από τη ρητορική της ορθολογικής επιλογής, η οποία (μετά την απαραίτητη διαδικασία κάθαρσης και εξυγίανσης), θα σταθεροποιήσει, θα εξορθολογίσει και θα εκσυγχρονίσει την οικονομία και τον διοικητικό μηχανισμό. Η ρητορική, παρά τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις, επιμένει, ενώ οι συνέπειες αντιμετωπίζονται με κυνισμό.
Το έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές: τα μέτρα αποτελούν «μονόδρομο», «ορθολογική επιλογή», «μόνη λύση για την έξοδο από την κρίση» κ.ο.κ. Κι ας έχουν αποτύχει ακόμα και στους ίδιους τους ρητά διακυρηγμένους στόχους τους, τα μέτρα νομιμοποιούνται μέσα από τη ρητορική της ορθολογικής επιλογής, η οποία (μετά την απαραίτητη διαδικασία κάθαρσης και εξυγίανσης), θα σταθεροποιήσει, θα εξορθολογίσει και θα εκσυγχρονίσει την οικονομία και τον διοικητικό μηχανισμό. Η ρητορική, παρά τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις, επιμένει, ενώ οι συνέπειες αντιμετωπίζονται με κυνισμό.
Ας σταθούμε σε ένα βασικό, για τον μνημονιακό σχεδιασμό, και επίκαιρο τις μέρες αυτές σημείο: την απελευθέρωση των πλειστηριασμών και τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας. Αναζητώντας τη λογική τους, διακρίνουμε δύο βασικούς άξονες.
Ο πρώτος ανάγεται στο κεντρικό νεοφιλελεύθερο αξίωμα ότι οι περιορισμοί δρουν στρεβλωτικά στην «ελεύθερη» λειτουργία της αγοράς, εμποδίζοντας την αυτορρύθμισή της. Υποστηρίζεται, έτσι, ότι ο έλεγχος/περιορισμός των διαδικασιών κατάσχεσης υποθηκευμένων (ή μη) ακινήτων παρεμβαίνει αρνητικά, τόσο στη σταθεροποίηση των τραπεζών όσο και στην αναθέρμανση της κτηματαγοράς.
Ο δεύτερος άξονας σχετίζεται με τη συζήτηση για τον ρόλο των ακινήτων στον πλούτο των νοικοκυριών. Σε πρόσφατη μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι λαοί της Νότιας Ευρώπης εμφανίζονται «φτωχοί σε εισόδημα, αλλά πλούσιοι σε περιουσιακά στοιχεία». Τα υψηλά ποσοστά ακίνητης περιουσίας (κύριας κατοικίας ή άλλων ακινήτων) χωρίς δάνειο και η μεγάλη κοινωνική της διασπορά αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πλούτου. Έτσι, η φορολογία των ακινήτων αποτελεί βασική οδό αύξησης των δημόσιων εσόδων, ενώ η κτηματαγορά προνομιακό πεδίο για την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Κύρια επιχειρήματα για την άρση της προστασίας των δανειοληπτών (προστασία βασισμένη, κατά τον υπουργό Οικονομικών, σε έναν «παράλογο νόμο») είναι ότι, πρώτον, έτσι θα αποκαλυφθούν οι «μπαταχτσήδες» που επωφελούνται από το ισχύον καθεστώς, και, δεύτερον, η απελευθέρωση θα προσφέρει μια –έστω και πολύ χαμηλότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις– ρευστότητα στις τράπεζες, οι οποίες θα σταθεροποιηθούν, ενώ θα αποκλιμακωθεί και το φαινόμενο των «κόκκινων δανείων». Επιπλέον -και παρά το ότι οι τράπεζες διασώθηκαν με χρήματα του δημοσίου– διακηρύσσεται πως «δεν μπορεί να ασκείται κοινωνική πολιτική μέσω των τραπεζών». Πριν προχωρήσουμε, ας δούμε μερικά δεδομένα που σκιαγραφούν την κατάσταση στην αγορά ακινήτων:
* Οι αντικειμενικές αξίες διατηρούνται αμείωτες, για να μην ανατραπεί ο προϋπολογισμός των αναμενόμενων εσόδων από τη φορολογία ακινήτων, αλλά και να μην οδηγηθούν οι τράπεζες σε χρεοκοπία ή νέα ανακεφαλαιοποίηση, λόγω του τεράστιου αρνητικού κεφαλαίου που θα προκύψει.
* Ο δεσμευμένος στην ακίνητη περιουσία πλούτος δεν αντιστοιχεί στις ονομαστικές αξίες, αν λάβουμε υπόψη την πλήρη στασιμότητα της αγοράς και την πτώση των τιμών (πάνω από 40%).
* Με τη μαζική διάθεση ακινήτων σε εξευτελιστικές τιμές, οι αξίες (αναγκαστικά και οι αντικειμενικές) θα καταρρεύσουν, ενώ θα ξεκινήσει μια άνευ προηγουμένου μεταπολεμικά διαδικασία ανακατανομής της ακίνητης περιουσίας.
* Οι φόροι σχεδιάζονται με δεδομένο ότι δεν θα εισπραχθούν. Οι οφειλέτες προς την εφορία πολλαπλασιάζονται καθημερινά, ενώ τα χρέη προς το δημόσιο έχουν ποινικοποιηθεί, με απειλή κατάσχεσης κινητής και ακίνητης περιουσίας για πολύ χαμηλά ποσά, ακόμα και «προληπτικής»!
* Οι ρυθμίσεις για την προστασία της πρώτης κατοικίας και οι φοροαπαλλαγές είναι ανεπαρκέστατες και προσχηματικές: πολύ μικρό ποσοστό πληροί τους όρους ένταξης στο καθεστώς προστασίας, ενώ τα κριτήρια για απαλλαγή από τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων είναι πραγματικά οριακά. Και, βέβαια, ο εντοπισμός «μπαταχτσήδων» και φοροφυγάδων μπορεί να γίνει με μια απλή διασταύρωση περιουσιακών και εισοδηματικών στοιχείων, ανεξάρτητα από το καθεστώς προστασίας.
Κοινωνικές διαστάσεις της ιδιοκτησίας.Είναι χαρακτηριστικό ότι στον κυρίαρχο λόγο η ιδιοκτησία αντιμετωπίζεται μονάχα ως ανενεργό κεφάλαιο και δυνητικό επενδυτικό προιόν. Εσκεμμένα δεν γίνεται κουβέντα για το κοινωνικό περιεχόμενο της ιδιοκτησίας στην Ελλάδα ή τις εξω-αγοραίες διαδικασίες απόκτησης περιουσίας μέσω κληρονομιάς, διαγενεακών μεταβιβάσεων και αυτο-κατασκευής. Επίσης, δεν συζητιέται καθόλου το θέμα της επαγγελματικής στέγης και των εμπορικών ακινήτων, που αποτελούν τη βάση της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας. Έτσι, παρακάμπτεται το γεγονός ότι η ιδιοκτησία υπήρξε, μέχρι σήμερα, το πιο ισχυρό δίκτυ προστασίας απέναντι στη φτώχεια και τον αποκλεισμό, ενώ μπορεί να αποτελέσει σημαντικό κεφάλαιο στα χέρια νοικοκυριών και μικροεπιχειρηματιών για τη συμμετοχή τους στην ανάκαμψη της οικονομίας.
Στις συνθήκες της ύφεσης, η αποκλιμάκωση των «κόκκινων δανείων», στην οποία στοχεύει κατά την κυβέρνηση η απελευθέρωση των πλειστηριασμών, σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: την απαλλαγή, με οποιοδήποτε κόστος, των τραπεζών από τα δάνεια αυτά. Αναφέρεται συχνά ότι στην Ισπανία το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών δανείων είναι μικρό, αλλά παραλείπονται δύο κρίσιμα στοιχεία: η Ισπανία έχει πολύ σκληρό νομικό πλαίσιο, το οποίο λειτουργεί εκφοβιστικά, ενώ δεν υπάρχει απαγόρευση πλειστηριασμών – επομένως οι κατασχέσεις και εξώσεις, δηλαδή οι άνθρωποι και οι οικογένειες που βρέθηκαν στον δρόμο δεν μετράνε στους ισολογισμούς των τραπεζών.
Η ενοχοποίηση της μικρο-ιδιοκτησίας. Αν δημοσιονομικά και κοινωνικά η επιβολή των μέτρων δεν έχει νόημα, ποια συμφέροντα εξυπηρετούνται; Σίγουρα τα συμφέροντα των επενδυτικών εταιρειών που αγοράζουν πακέτα «κόκκινων δανείων», των κερδοσκόπων επενδυτών που θα αγοράσουν σε χαμηλές τιμές, ενώ συνολικά επιδιώκεται η υποτίμηση των αξιών γης και ακινήτων, με στόχο μεγάλα ακίνητα κυρίως του δημοσίου, ιδιαίτερα σε περιοχές με τουριστικό ή άλλο αναπτυξιακό ενδιαφέρον.
Σε συνολικότερο επίπεδο, έχει σημασία να παρακολουθήσουμε τις τεχνικές διακυβέρνησης που επιστρατεύονται: την ηθικοποίηση του χρέους και την ενοχοποίηση της κατοχής πλούτου (από τους πολλούς που «δεν τον αξίζουν», προφανώς), στο πλαίσιο ενός καθεστώτος εκφοβισμού και πειθάρχησης. Έτσι, τα μεγάλα ποσοστά ιδιοκατοίκησης ερμηνεύονται ως αποτέλεσμα της «αμετροέπειας του παρελθόντος» (τη στιγμή που μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν ότι ο δανεισμός στην Ελλάδα υπήρξε πολύ συγκρατημένος –και εξασφαλισμένος για τις τράπεζες– και ενταγμένος, στις περισσότερες περιπτώσεις, σε μια συνολική στρατηγική πρόσβασης στη στέγη ή προώθησης κάποιας επιχειρηματικής δραστηριότητας). Στο πλαίσιο αυτής της ενοχοποίησης, νοικοκυριά και επιχειρηματίες οφείλουν να θυσιάσουν, ξεπουλώντας, την περιουσία τους, για να πληρώσουν το χρέος τους στις τράπεζες ή τις αυξημένες φοροεισφορές. Μάλιστα, ο μηχανισμός της εξατομικευμένης ενοχοποίησης καλλιεργεί και αυτόματες κοινωνικές διαιρέσεις και πολώσεις: μεταξύ συνεργάσιμων και ανυπάκουων, μεταξύ συνεπών δανειοληπτών και «τζαμπατζήδων», μεταξύ όσων δανείστηκαν «αλόγιστα» και των συνετών βιοπαλαιστών, μεταξύ των βολεμένων ιδιοκατοίκων και των ενοικιαστών – και ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Οι νεοφιλελεύθερες οικονομικές πρακτικές, όπως έχει πει η Τζ. Μπάτλερ, θεμελιώνουν ένα νέο Παράδειγμα για το πώς αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μεταξύ οικονομικών και κοινωνικών μορφών, αλλά και εκδοχών ορθολογισμού, ηθικής και υποκειμενικότητας. Στην ουσία, μέσω αυτών των φαινομενικά «ανορθολογικών» και κυνικά άστοχων επιλογών κανονικοποιείται, μονιμοποιείται και νομιμοποιείται η λιτότητα, η φτώχεια και η επισφάλεια. Μια κανονικοποίηση που συνιστά, τελικά, τον συνεκτικό ιστό και τη σκληρή λογική των μέτρων — κι ας μοιάζουν παράλογα ή αποσπασματικά.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Σαμπανιώτης, Θ. και Χαρδουβέλης, Γ. (2012), Η ελληνική αγορά ακινήτων στα χρόνια της κρίσης, στο Η αγορά ακινήτων στην πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση, Δεκέμβριος 2012, Τράπεζα της Ελλάδος.
Σταυρακάκης, Γ. (2013), Ανατομία του χρέους: Η εξουσία της ηθικής και το ανήθικο της εξουσίας, περιοδικό ΧΡΟΝΟΣ, τ. 01, http://www.chronosmag.eu/index.php/g-ss-p-p-gl-p-2.html
Σχέδιο νόμου, Κυβερνητικό Συμβούλιο Διαχείρισης Ιδiωτικού Χρέους, Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο, Αξιοποίηση Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου και άλλες κατεπείγουσες διατάξεις, Αιτιολογική έκθεση, 20/12/2013.
Τζαμουράνη, Π (2013), Η έρευνα για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών: περιγραφή της έρευνας του 2009 και κύρια αποτελέσματα για το εισόδημα, τον πλούτο και τη δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών στην Ελλάδα, Οικονομικό Δελτίο, Νοέμβριος 2013, τ.38, Τράπεζα της Ελλάδος.
Τράπεζα της Ελλάδος (2013), Νομισματική Πολιτική, Ενδιάμεση έκθεση, Δεκέμβριος 2013.
Χατζημιχάλης, Κ. (2013), Γιατί η Τρόικα ενδιαφέρεται για τη γη και τα ακίνητα; Ενθέματα 29/09/2013, http://enthemata.wordpress.com/2013/09/29/kostisx/
Butler, J. (2011), Fiscal Crisis, or the Neo-Liberal Assault on Democracy? , Greek left review, http://greekleftreview.wordpress.com/2011/11/12/1718/
European Central Bank ECB (2013), The Eurosystem Household Finance and Consumption Survey, Statistics Paper Series, No. 2, April 2013.
Η Δήμητρα Σιατίτσα είναι αρχιτέκτονας, υπ. διδάκτωρ ΕΜΠ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου