Του Μανόλη Γ. Δρεττάκη*, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Η Γερμανία, επιβάλλοντας τις απόψεις της σε όλα τα μέλη τόσο της ευρωζώνης όσο και του συνόλου των μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εμμένει στη σκληρή πολιτική της λιτότητας εθελοτυφλώντας από τη μια μεριά στο πόσο διαφορετικές είναι οι δομές και το επίπεδο ανάπτυξης των επιμέρους κρατών και από την άλλη στις καταστροφικές για τις οικονομίες τους συνέπειες, ιδιαίτερα των νότιων κρατών και όχι μόνο (βλέπε Ολλανδία) από την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε την αλληλεπίδραση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και τον φαύλο κύκλο που έχει δημιουργηθεί από τα μέτρα που έχουν ληφθεί και στους δύο τομείς και συνεχίζονται στη χώρα μας με βάση τα μνημόνια, τα οποία έχουν υπογράψει και εφαρμόζουν οι διαδοχικές κυβερνήσεις από τον Απρίλιο του 2010 μέχρι σήμερα υπακούοντας στα κελεύσματα της Γερμανίας.
Και πρώτα τα μέτρα που έχουν ληφθεί στον δημόσιο τομέα. Η δραστική περικοπή των δημοσίων επενδύσεων έχει καταφέρει ένα από τα καίρια πλήγματα στην ανάπτυξη της χώρας. Το συνεχιζόμενο χαμηλό ύψος των επενδύσεων αυτών σε σύγκριση με εκείνο πριν από την εφαρμογή των μέτρων των μνημονίων έχει αποτέλεσμα όχι μόνο τη μη εκτέλεση των αναγκαίων υποδομών, αλλά και τη μη συντήρηση εκείνων που υπάρχουν, με συνέπεια τη μεγάλη μείωση των απασχολουμένων σ’ αυτά.
Η επίσης δραστική μείωση μισθών και συντάξεων του Δημοσίου έχει προκαλέσει κάθετη μείωση τόσο της κατανάλωσης των νοικοκυριών όσο των όποιων επενδύσεών τους. Τα ίδια αποτελέσματα έχει και η μείωση του τζίρου των επιχειρήσεων καθώς και το κλείσιμο πολλών από αυτές, με συνέπεια τη μεγάλη μείωση της απασχόλησης. Η μείωση εξάλλου των επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα στην οικοδομή, την «ατμομηχανή» αυτή της ελληνικής οικονομίας, έχει προκαλέσει την πρωτοφανή μείωση της απασχόλησης σ’ αυτήν.
Συνολικά όλα όσα προαναφέρθηκαν μέσα σε 4 χρόνια έχουν τριπλασιάσει τον αριθμό των ανέργων και τετραπλασιάσει το ποσοστό ανεργίας, με αποτέλεσμα όχι μόνο την επιτάχυνση της μείωσης της κατανάλωσης αλλά και τη μεγάλη μείωση των εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία υπέστησαν μεγάλη μείωση των αποθεματικών τους εξαιτίας του διαβόητου PSI –για το οποίο κομπάζει η κυβέρνηση–, δηλαδή του «κουρέματος» των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που είχαν αγοράσει ή αναγκαστεί να αγοράσουν. Ουσιαστικά τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν χρεοκοπήσει και για τον λόγο αυτό έχουν μειώσει και συνεχίζουν να μειώνουν τόσο τις συντάξεις όσο και τις όποιες παροχές τους.
Το PSI όμως δημιούργησε και πολύ μεγάλα προβλήματα και στις τράπεζες, οι οποίες είχαν κάνει επίσης επενδύσεις σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Εξαιτίας των προβλημάτων αυτών το Δημόσιο έχει αυξήσει και πάλι τον δανεισμό του για να τις ανακεφαλαιοποιήσει, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος.
Προκειμένου να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα η σημερινή δικομματική κυβέρνηση όπως όλες οι προκάτοχοί της, ενώ αποφεύγει να πατάξει τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή προστατεύοντας εκείνους με τους οποίους διαπλέκονται και τα δύο κυβερνητικά κόμματα, επιβάλλει δυσβάστακτη φορολογία στα συνήθη «υποζύγια», δηλαδή τους μισθωτούς και συνταξιούχους. Αν το εναπομένον από τις περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις εισόδημά τους το επιτρέπει, τους πληρώνουν, μειώνοντας περισσότερο την αγοραστική τους δύναμη. Αν όχι, και έχουν καταθέσεις, αποσύρουν ένα μέρος τους, αυξάνοντας τα προβλήματα που προκάλεσε στις τράπεζες το PSI οι οποίες δεν χρηματοδοτούν επιχειρήσεις που πάσχουν από ρευστότητα.
Τα προβλήματα όμως που δημιουργεί ο φαύλος κύκλος των μέτρων δεν σταματούν εδώ. Επειδή πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν πραγματική αδυναμία να πληρώσουν τους φόρους που τους έχουν επιβληθεί, τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους προς το Δημόσιο αυξάνονται αλματωδώς και έχουν ξεπεράσει τα 60 δισ. ευρώ. Για τον ίδιο λόγο εκτίναξη παρουσιάζουν τα δάνεια, των οποίων τις δόσεις αδυνατούν να καταβάλουν τα νοικοκυριά στις τράπεζες αυξάνοντας τα προβλήματά τους
Ληξιπρόθεσμα όμως χρέη έχει και το Δημόσιο, το οποίο, προκειμένου να παρουσιάσει το διατυμπανιζόμενο πρωτογενές πλεόνασμα, δεν επιστρέφει εκατοντάδες εκατομμύρια ΦΠΑ στους δικαιούχους, δεν εξοφλεί τα οφειλόμενα δισ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταμεία, σε προμηθευτές δημόσιων οργανισμών καθώς και σε εταιρείες που έχουν παραδώσει τα έργα που έχουν αναλάβει. Ενώ, δηλαδή, υπάρχει πραγματικό πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα, η κυβέρνηση το εμφανίζει ως πρωτογενές πλεόνασμα. Το τραγικό είναι ότι αυτές τις μεθοδεύσεις τις αποδέχονται και οι δανειστές μας για να συνεχίσουν να καταβάλλουν τις δόσεις των νέων δανείων, προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή των προηγούμενων δανείων που μας έχουν χορηγήσει.
Και ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα αυτού του φαύλου κύκλου; Ο στόχος της εφαρμοζόμενης πολιτικής για τη μείωση του δημόσιου χρέους έχει αποτύχει και σήμερα ανέρχεται στα 321 δισ. ευρώ από τα 299 δισ. ευρώ, στα οποία ανερχόταν το 2009. Το χειρότερο όμως είναι ότι η πενταετής ύφεση, εξαιτίας των όσων προαναφέρθηκαν, έχει προκαλέσει μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 25%, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος από 129% το 2009 να έχει εκτιναχθεί σήμερα στο 175% του ΑΕΠ καθιστώντας τη χώρα υποτελή χρέους για δεκαετίες.
* Πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Η Γερμανία, επιβάλλοντας τις απόψεις της σε όλα τα μέλη τόσο της ευρωζώνης όσο και του συνόλου των μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εμμένει στη σκληρή πολιτική της λιτότητας εθελοτυφλώντας από τη μια μεριά στο πόσο διαφορετικές είναι οι δομές και το επίπεδο ανάπτυξης των επιμέρους κρατών και από την άλλη στις καταστροφικές για τις οικονομίες τους συνέπειες, ιδιαίτερα των νότιων κρατών και όχι μόνο (βλέπε Ολλανδία) από την εφαρμογή της πολιτικής αυτής.
Στο άρθρο αυτό θα εξετάσουμε την αλληλεπίδραση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και τον φαύλο κύκλο που έχει δημιουργηθεί από τα μέτρα που έχουν ληφθεί και στους δύο τομείς και συνεχίζονται στη χώρα μας με βάση τα μνημόνια, τα οποία έχουν υπογράψει και εφαρμόζουν οι διαδοχικές κυβερνήσεις από τον Απρίλιο του 2010 μέχρι σήμερα υπακούοντας στα κελεύσματα της Γερμανίας.
Και πρώτα τα μέτρα που έχουν ληφθεί στον δημόσιο τομέα. Η δραστική περικοπή των δημοσίων επενδύσεων έχει καταφέρει ένα από τα καίρια πλήγματα στην ανάπτυξη της χώρας. Το συνεχιζόμενο χαμηλό ύψος των επενδύσεων αυτών σε σύγκριση με εκείνο πριν από την εφαρμογή των μέτρων των μνημονίων έχει αποτέλεσμα όχι μόνο τη μη εκτέλεση των αναγκαίων υποδομών, αλλά και τη μη συντήρηση εκείνων που υπάρχουν, με συνέπεια τη μεγάλη μείωση των απασχολουμένων σ’ αυτά.
Η επίσης δραστική μείωση μισθών και συντάξεων του Δημοσίου έχει προκαλέσει κάθετη μείωση τόσο της κατανάλωσης των νοικοκυριών όσο των όποιων επενδύσεών τους. Τα ίδια αποτελέσματα έχει και η μείωση του τζίρου των επιχειρήσεων καθώς και το κλείσιμο πολλών από αυτές, με συνέπεια τη μεγάλη μείωση της απασχόλησης. Η μείωση εξάλλου των επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα και ιδιαίτερα στην οικοδομή, την «ατμομηχανή» αυτή της ελληνικής οικονομίας, έχει προκαλέσει την πρωτοφανή μείωση της απασχόλησης σ’ αυτήν.
Συνολικά όλα όσα προαναφέρθηκαν μέσα σε 4 χρόνια έχουν τριπλασιάσει τον αριθμό των ανέργων και τετραπλασιάσει το ποσοστό ανεργίας, με αποτέλεσμα όχι μόνο την επιτάχυνση της μείωσης της κατανάλωσης αλλά και τη μεγάλη μείωση των εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων στα ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία υπέστησαν μεγάλη μείωση των αποθεματικών τους εξαιτίας του διαβόητου PSI –για το οποίο κομπάζει η κυβέρνηση–, δηλαδή του «κουρέματος» των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου που είχαν αγοράσει ή αναγκαστεί να αγοράσουν. Ουσιαστικά τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν χρεοκοπήσει και για τον λόγο αυτό έχουν μειώσει και συνεχίζουν να μειώνουν τόσο τις συντάξεις όσο και τις όποιες παροχές τους.
Το PSI όμως δημιούργησε και πολύ μεγάλα προβλήματα και στις τράπεζες, οι οποίες είχαν κάνει επίσης επενδύσεις σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Εξαιτίας των προβλημάτων αυτών το Δημόσιο έχει αυξήσει και πάλι τον δανεισμό του για να τις ανακεφαλαιοποιήσει, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος.
Προκειμένου να μειώσει το δημόσιο έλλειμμα η σημερινή δικομματική κυβέρνηση όπως όλες οι προκάτοχοί της, ενώ αποφεύγει να πατάξει τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή προστατεύοντας εκείνους με τους οποίους διαπλέκονται και τα δύο κυβερνητικά κόμματα, επιβάλλει δυσβάστακτη φορολογία στα συνήθη «υποζύγια», δηλαδή τους μισθωτούς και συνταξιούχους. Αν το εναπομένον από τις περικοπές στους μισθούς και τις συντάξεις εισόδημά τους το επιτρέπει, τους πληρώνουν, μειώνοντας περισσότερο την αγοραστική τους δύναμη. Αν όχι, και έχουν καταθέσεις, αποσύρουν ένα μέρος τους, αυξάνοντας τα προβλήματα που προκάλεσε στις τράπεζες το PSI οι οποίες δεν χρηματοδοτούν επιχειρήσεις που πάσχουν από ρευστότητα.
Τα προβλήματα όμως που δημιουργεί ο φαύλος κύκλος των μέτρων δεν σταματούν εδώ. Επειδή πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις έχουν πραγματική αδυναμία να πληρώσουν τους φόρους που τους έχουν επιβληθεί, τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους προς το Δημόσιο αυξάνονται αλματωδώς και έχουν ξεπεράσει τα 60 δισ. ευρώ. Για τον ίδιο λόγο εκτίναξη παρουσιάζουν τα δάνεια, των οποίων τις δόσεις αδυνατούν να καταβάλουν τα νοικοκυριά στις τράπεζες αυξάνοντας τα προβλήματά τους
Ληξιπρόθεσμα όμως χρέη έχει και το Δημόσιο, το οποίο, προκειμένου να παρουσιάσει το διατυμπανιζόμενο πρωτογενές πλεόνασμα, δεν επιστρέφει εκατοντάδες εκατομμύρια ΦΠΑ στους δικαιούχους, δεν εξοφλεί τα οφειλόμενα δισ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταμεία, σε προμηθευτές δημόσιων οργανισμών καθώς και σε εταιρείες που έχουν παραδώσει τα έργα που έχουν αναλάβει. Ενώ, δηλαδή, υπάρχει πραγματικό πρωτογενές δημόσιο έλλειμμα, η κυβέρνηση το εμφανίζει ως πρωτογενές πλεόνασμα. Το τραγικό είναι ότι αυτές τις μεθοδεύσεις τις αποδέχονται και οι δανειστές μας για να συνεχίσουν να καταβάλλουν τις δόσεις των νέων δανείων, προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή των προηγούμενων δανείων που μας έχουν χορηγήσει.
Και ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα αυτού του φαύλου κύκλου; Ο στόχος της εφαρμοζόμενης πολιτικής για τη μείωση του δημόσιου χρέους έχει αποτύχει και σήμερα ανέρχεται στα 321 δισ. ευρώ από τα 299 δισ. ευρώ, στα οποία ανερχόταν το 2009. Το χειρότερο όμως είναι ότι η πενταετής ύφεση, εξαιτίας των όσων προαναφέρθηκαν, έχει προκαλέσει μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 25%, με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος από 129% το 2009 να έχει εκτιναχθεί σήμερα στο 175% του ΑΕΠ καθιστώντας τη χώρα υποτελή χρέους για δεκαετίες.
* Πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου