Του Paul Krugman / The New York Times, μεσω της Καθημερινης...
Oλοι γνωρίζουμε με ποιον τρόπο υποτίθεται ότι λειτουργεί το δημοκρατικό πολίτευμα. Οι πολιτικοί υποτίθεται ότι παρουσιάζουν προεκλογικά το πολιτικό τους πρόγραμμα και οι ενημερωμένοι ψηφοφόροι υποτίθεται ότι τους δίνουν την ψήφο τους βάσει των πολιτικών αυτών προγραμμάτων αλλά και λαμβάνοντας ώς ένα βαθμό υπόψη τον χαρακτήρα και τις ικανότητες του εκάστοτε πολιτικού.
Ολοι γνωρίζουμε, επίσης, ότι η πραγματικότητα απέχει πολύ απ’ το να είναι ιδανική. Οι ψηφοφόροι συχνά δεν είναι ενημερωμένοι και οι πολιτικοί δεν είναι αξιόπιστοι ούτε ειλικρινείς. Θέλουμε, όμως, πάντα να πιστεύουμε πως γενικά οι ψηφοφόροι δικαιώνονται στο τέλος και οι πολιτικοί είναι τελικά υπόλογοι για ό,τι κάνουν. Ανταποκρίνεται, όμως, στην πραγματικότητα έστω και αυτή η τροποποιημένη και πιο προσγειωμένη εκδοχή της δημοκρατίας; Ή μήπως το πολιτικό μας σύστημα έχει τόσο πολύ υποβαθμισθεί από την παραπληροφόρηση και την έλλειψη ενημέρωσης ώστε δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει; Ας εξετάσουμε το ζήτημα του δημοσιονομικού ελλείμματος, που έχει κυριαρχήσει στις πολιτικές συζητήσεις στην Ουάσιγκτον επί σχεδόν τρία χρόνια, κι ας μην ακούγεται τόσο προσφάτως.
Ενδεχομένως δεν σας εκπλήττει το ότι οι ψηφοφόροι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι για το έλλειμμα. Θα εκπλαγείτε, όμως, αν αντιληφθείτε πόσο παραπληροφορημένοι είναι. Σε ευρέως γνωστή εργασία τους με τον αποθαρρυντικό τίτλο «Μοιάζει σαν να σκεπτόμαστε», οι πολιτικοί επιστήμονες Κρίστοφερ Αχεν και Λάρι Μπάρτελς αναφέρθηκαν σε έρευνα του 1996 στην οποία είχαν ρωτήσει τους ψηφοφόρους αν είχε αυξηθεί ή μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα στη διάρκεια της προεδρίας Μπιλ Κλίντον. Στη πραγματικότητα το έλλειμμα είχε μειωθεί δραστικά αλλά η πλειονότητα των ψηφοφόρων και των οπαδών των Ρεπουμπλικανών πίστευαν ότι είχε αυξηθεί. Αναρωτήθηκα γραπτώς στο προσωπικό μου ιστολόγιο τι θα έδειχνε μια ανάλογη έρευνα σήμερα που το έλλειμμα υποχωρεί με ακόμη ταχύτερους ρυθμούς από εκείνους της δεκαετίας του 1990. Ο επικεφαλής των οικονομολόγων της Google, Χαλ Βάριαν, προσφέρθηκε να διεξαγάγει δημοσκόπηση επί του θέματος. Τα πορίσματα ήταν χειρότερα από εκείνα του 1996: η πλειονότητα των ερωτηθέντων δήλωσαν πως το έλλειμμα είχε αυξηθεί ενώ ποσοστό άνω του 40% ότι είχε αυξηθεί πολύ. Μόλις το 12% απήντησαν σωστά ότι είχε μειωθεί και μάλιστα πολύ. Δεν προσπαθώ να πω ότι οι ψηφοφόροι είναι ηλίθιοι. Καθόλου. Οι άνθρωποι έχουν τη ζωή τους, τη δουλειά τους, τα παιδιά τους. Δεν κάθονται να μελετήσουν την έκθεση που έχει συντάξει η επιτροπή προϋπολογισμού του Κογκρέσου. Βασίζονται, αντιθέτως, σε αυτά που ακούν από επίσημα χείλη. Το πρόβλημα είναι ότι πολλά από αυτά που λέγονται είναι παραπλανητικά αν όχι εξοργιστικά εσφαλμένα. Δεν θα εκπλαγείτε, βέβαια, αν να σας πω ότι τα εξοργιστικά λάθη έχουν πολιτικά κίνητρα. Στα στοιχεία του 1996, οι οπαδοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος είχαν εντονότερα εσφαλμένες εντυπώσεις για το έλλειμμα από όσο οι Δημοκρατικοί και το ίδιο πρέπει να ισχύει και σήμερα. Σε τελική ανάλυση οι Ρεπουμπλικανοί είχαν επενδύσει πολιτικά στην υποτιθέμενη εκτροπή του ελλείμματος στις αρχές της κυβέρνησης Ομπάμα και διατήρησαν την ίδια επιχειρηματολογία ακόμη και μετά τη ραγδαία πτώση του ελλείμματος. Δεν υπάρχουν, όμως, ανεξάρτητες από κόμματα αρχές που να μπορούν να επισημάνουν τις εσφαλμένες εντυπώσεις; Κάποτε πίστευα πως υπάρχουν. Στις ημέρες μας, όμως, ακόμη και οι ανεξάρτητες αρχές φοβούνται να επισημάνουν τα σφάλματα.
Η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να έχει κάποιους «σοφούς», ανθρώπους που τα ΜΜΕ θα αντιμετωπίσουν με κάποιον σεβασμό. Οταν, όμως, η συζήτηση έρχεται στο θέμα του ελλείμματος, οι υποτιθέμενοι σοφοί αποδεικνύεται ότι αποτελούν μέρος του προβλήματος. Μέλη της επιτροπής ελλείμματος του προέδρου Ομπάμα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υποδαυλίσουν την αγωνία της κοινής γνώμης για το υψηλό έλλειμμα. Η έκθεση που εξεπόνησαν είχε τον δυσοίωνο τίτλο «Η Στιγμή της Αλήθειας». Μήπως άλλαξαν τόνο όταν υποχώρησε το έλλειμμα; Οχι, γι’ αυτό και δεν εκπλήττει το γεγονός ότι η επιχειρηματολογία περί του εκτροχιασμού του ελλείμματος εξακολουθεί να ακούγεται, μολονότι έχει πλήρως αλλάξει η δημοσιονομική πραγματικότητα.
Αν τα συνεκτιμήσουμε όλα αυτά μαζί, η εικόνα που προκύπτει είναι αποκαρδιωτική. Οι ψηφοφόροι είναι ανενημέρωτοι ή παραπληροφορημένοι, οι πολιτικοί είναι πρόθυμοι να εντείνουν την παραπληροφόρησή τους, ενώ οι ανεξάρτητες αρχές φοβούνται να παρέμβουν. Τα μέλη των επιτροπών αυτών, ενώ χαίρουν ευρύτερου σεβασμού ως ανεξάρτητοι παράγοντες από κομματικές σκοπιμότητες, φαίνεται να προωθούν και όχι να διορθώνουν τις εσφαλμένες εντυπώσεις του κόσμου. Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Υποθέτω να εξακολουθήσουμε να τονίζουμε την αλήθεια και να ελπίζουμε ότι θα λάμψει. Είναι αναπόφευκτο, όμως, να αναρωτιέται κανείς πώς γίνεται να δουλεύει αυτό το σύστημα.
Ολοι γνωρίζουμε, επίσης, ότι η πραγματικότητα απέχει πολύ απ’ το να είναι ιδανική. Οι ψηφοφόροι συχνά δεν είναι ενημερωμένοι και οι πολιτικοί δεν είναι αξιόπιστοι ούτε ειλικρινείς. Θέλουμε, όμως, πάντα να πιστεύουμε πως γενικά οι ψηφοφόροι δικαιώνονται στο τέλος και οι πολιτικοί είναι τελικά υπόλογοι για ό,τι κάνουν. Ανταποκρίνεται, όμως, στην πραγματικότητα έστω και αυτή η τροποποιημένη και πιο προσγειωμένη εκδοχή της δημοκρατίας; Ή μήπως το πολιτικό μας σύστημα έχει τόσο πολύ υποβαθμισθεί από την παραπληροφόρηση και την έλλειψη ενημέρωσης ώστε δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει; Ας εξετάσουμε το ζήτημα του δημοσιονομικού ελλείμματος, που έχει κυριαρχήσει στις πολιτικές συζητήσεις στην Ουάσιγκτον επί σχεδόν τρία χρόνια, κι ας μην ακούγεται τόσο προσφάτως.
Ενδεχομένως δεν σας εκπλήττει το ότι οι ψηφοφόροι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι για το έλλειμμα. Θα εκπλαγείτε, όμως, αν αντιληφθείτε πόσο παραπληροφορημένοι είναι. Σε ευρέως γνωστή εργασία τους με τον αποθαρρυντικό τίτλο «Μοιάζει σαν να σκεπτόμαστε», οι πολιτικοί επιστήμονες Κρίστοφερ Αχεν και Λάρι Μπάρτελς αναφέρθηκαν σε έρευνα του 1996 στην οποία είχαν ρωτήσει τους ψηφοφόρους αν είχε αυξηθεί ή μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα στη διάρκεια της προεδρίας Μπιλ Κλίντον. Στη πραγματικότητα το έλλειμμα είχε μειωθεί δραστικά αλλά η πλειονότητα των ψηφοφόρων και των οπαδών των Ρεπουμπλικανών πίστευαν ότι είχε αυξηθεί. Αναρωτήθηκα γραπτώς στο προσωπικό μου ιστολόγιο τι θα έδειχνε μια ανάλογη έρευνα σήμερα που το έλλειμμα υποχωρεί με ακόμη ταχύτερους ρυθμούς από εκείνους της δεκαετίας του 1990. Ο επικεφαλής των οικονομολόγων της Google, Χαλ Βάριαν, προσφέρθηκε να διεξαγάγει δημοσκόπηση επί του θέματος. Τα πορίσματα ήταν χειρότερα από εκείνα του 1996: η πλειονότητα των ερωτηθέντων δήλωσαν πως το έλλειμμα είχε αυξηθεί ενώ ποσοστό άνω του 40% ότι είχε αυξηθεί πολύ. Μόλις το 12% απήντησαν σωστά ότι είχε μειωθεί και μάλιστα πολύ. Δεν προσπαθώ να πω ότι οι ψηφοφόροι είναι ηλίθιοι. Καθόλου. Οι άνθρωποι έχουν τη ζωή τους, τη δουλειά τους, τα παιδιά τους. Δεν κάθονται να μελετήσουν την έκθεση που έχει συντάξει η επιτροπή προϋπολογισμού του Κογκρέσου. Βασίζονται, αντιθέτως, σε αυτά που ακούν από επίσημα χείλη. Το πρόβλημα είναι ότι πολλά από αυτά που λέγονται είναι παραπλανητικά αν όχι εξοργιστικά εσφαλμένα. Δεν θα εκπλαγείτε, βέβαια, αν να σας πω ότι τα εξοργιστικά λάθη έχουν πολιτικά κίνητρα. Στα στοιχεία του 1996, οι οπαδοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος είχαν εντονότερα εσφαλμένες εντυπώσεις για το έλλειμμα από όσο οι Δημοκρατικοί και το ίδιο πρέπει να ισχύει και σήμερα. Σε τελική ανάλυση οι Ρεπουμπλικανοί είχαν επενδύσει πολιτικά στην υποτιθέμενη εκτροπή του ελλείμματος στις αρχές της κυβέρνησης Ομπάμα και διατήρησαν την ίδια επιχειρηματολογία ακόμη και μετά τη ραγδαία πτώση του ελλείμματος. Δεν υπάρχουν, όμως, ανεξάρτητες από κόμματα αρχές που να μπορούν να επισημάνουν τις εσφαλμένες εντυπώσεις; Κάποτε πίστευα πως υπάρχουν. Στις ημέρες μας, όμως, ακόμη και οι ανεξάρτητες αρχές φοβούνται να επισημάνουν τα σφάλματα.
Η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να έχει κάποιους «σοφούς», ανθρώπους που τα ΜΜΕ θα αντιμετωπίσουν με κάποιον σεβασμό. Οταν, όμως, η συζήτηση έρχεται στο θέμα του ελλείμματος, οι υποτιθέμενοι σοφοί αποδεικνύεται ότι αποτελούν μέρος του προβλήματος. Μέλη της επιτροπής ελλείμματος του προέδρου Ομπάμα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να υποδαυλίσουν την αγωνία της κοινής γνώμης για το υψηλό έλλειμμα. Η έκθεση που εξεπόνησαν είχε τον δυσοίωνο τίτλο «Η Στιγμή της Αλήθειας». Μήπως άλλαξαν τόνο όταν υποχώρησε το έλλειμμα; Οχι, γι’ αυτό και δεν εκπλήττει το γεγονός ότι η επιχειρηματολογία περί του εκτροχιασμού του ελλείμματος εξακολουθεί να ακούγεται, μολονότι έχει πλήρως αλλάξει η δημοσιονομική πραγματικότητα.
Αν τα συνεκτιμήσουμε όλα αυτά μαζί, η εικόνα που προκύπτει είναι αποκαρδιωτική. Οι ψηφοφόροι είναι ανενημέρωτοι ή παραπληροφορημένοι, οι πολιτικοί είναι πρόθυμοι να εντείνουν την παραπληροφόρησή τους, ενώ οι ανεξάρτητες αρχές φοβούνται να παρέμβουν. Τα μέλη των επιτροπών αυτών, ενώ χαίρουν ευρύτερου σεβασμού ως ανεξάρτητοι παράγοντες από κομματικές σκοπιμότητες, φαίνεται να προωθούν και όχι να διορθώνουν τις εσφαλμένες εντυπώσεις του κόσμου. Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Υποθέτω να εξακολουθήσουμε να τονίζουμε την αλήθεια και να ελπίζουμε ότι θα λάμψει. Είναι αναπόφευκτο, όμως, να αναρωτιέται κανείς πώς γίνεται να δουλεύει αυτό το σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου