Της Πέπης Ρηγοπούλου, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Βρίσκομαι στο προαύλιο του Πανεπιστημίου Αθηνών ύστερα από ένα ανοιχτό μάθημα. Κάνει κρύο. Τα σύννεφα στον ορίζοντα προς την Κοραή έχουν ένα στεφάνι από ήλιο που λαμπυρίζει στην γκρίζα πόλη. Το μάθημα το έχουν ζητήσει φοιτητές και φοιτήτριες. Η συνάντηση αυτή είναι όμως κάτι που το θέλω κι εγώ, γιατί η επικοινωνία μέσα στο ζοφερό κλίμα των διώξεων του πρύτανη και των απεργών και το να σκεφτούμε πέρα από τα στερεότυπα για το τι συμβαίνει στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά αναγκαία.
Το μοντέλο της ανθρωπιστικής παιδείας όπως και αυτό του δημόσιου πανεπιστημίου είναι σήμερα υπό συζήτηση. Στο Πανεπιστήμιο Πατρών το συμβούλιο του ιδρύματος προχώρησε ήδη στη δημιουργία οργανισμού ΝΠΙΔ για την είσοδο του ιδιωτικού στο δημόσιο. Και εδώ θέλω να πω ότι δεν έχω προηγούμενα με το ιδιωτικό, εξάλλου με το ιδιωτικό κεφάλαιο που πρόσφερε ο Δημήτριος Γαλανός θεμελιώθηκε το Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Ομως σήμερα δεν έχουμε να κάνουμε στην πλειονότητα των περιπτώσεων με ένα τέτοιο ιδιωτικό κεφάλαιο, αλλά με ένα άλλο που, αντί να προσφέρει, απομυζά το δημόσιο. Η αναδιάρθρωση εφ” όλης της ύλης που επιχειρείται δεν θα φέρει -πιστεύω- την επιθυμητή κάθαρση, αλλά μια άλλη υποδούλωση.
Στο προαύλιο έχουν φτάσει από την Κρήτη δώρα για τους απεργούς διοικητικούς. Μας φωνάζουν κι εμάς. Ελιές, παξιμάδια, αβοκάντο, λίγη ρακή.
Μέσα στο κρύο και στην αβεβαιότητα κάποιοι θυμούνται ότι ακριβώς στην πύλη του Πανεπιστημίου προς την πλευρά της Ακαδημίας υπάρχουν σε μόνιμη βάση άστεγοι. Μια γυναίκα, ίσως και μια άλλη, ίσως να αλλάζουν βάρδια, ίσως να είναι εξαρτημένες. Ποιος ξέρει; Ποιος τις έχει ρωτήσει; Εχουν βρει καταφύγιο δίπλα στη μόνιμα κλειστή πόρτα τυλιγμένες στις κουβέρτες τους. Κάποια γυναίκα γεμίζει τα πλαστικά πιάτα με όλα αυτά τα κρητικά αγαθά και πάμε να τους τα δώσουμε. Η μία από τις δύο άστεγες είναι χωμένη ώς το κεφάλι στην κουβέρτα της. Η άλλη παίρνει τις ελιές και τα παξιμάδια. Της δίνουμε και το αβοκάντο. Το πιάνει στα χέρια της και ρωτά: «Τι είναι αυτό;» Τρώγεται, της λέμε. Πρέπει μόνον να καθαριστεί. Δέχεται τα λόγια μας. Κι εγώ ντρέπομαι που μια πολύ νέα γυναίκα είναι άστεγη. Και θυμάμαι ότι στον τόπο μας οι άστεγοι παλιά ήταν πολύ λίγοι.
Οι άστεγοι. Παράξενοι, ανοίκειοι και ανέστιοι άνθρωποι που δύσκολα κάποιος θα βάλει στο σπίτι του την Πρωτοχρονιά. Παιδικές μας μνήμες από κοριτσάκια με τα σπίρτα που διαβάζαμε στα παραμύθια ότι πεθαίνουν τα Χριστούγεννα, ενώ εμείς είχαμε το δέντρο μας να το καμαρώνουμε να λάμπει μέσα στη νύχτα. Εικόνες που δεν είναι πια παραμύθια. Που είναι πια κοντά.
Βρίσκομαι στο προαύλιο του Πανεπιστημίου Αθηνών ύστερα από ένα ανοιχτό μάθημα. Κάνει κρύο. Τα σύννεφα στον ορίζοντα προς την Κοραή έχουν ένα στεφάνι από ήλιο που λαμπυρίζει στην γκρίζα πόλη. Το μάθημα το έχουν ζητήσει φοιτητές και φοιτήτριες. Η συνάντηση αυτή είναι όμως κάτι που το θέλω κι εγώ, γιατί η επικοινωνία μέσα στο ζοφερό κλίμα των διώξεων του πρύτανη και των απεργών και το να σκεφτούμε πέρα από τα στερεότυπα για το τι συμβαίνει στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά αναγκαία.
Το μοντέλο της ανθρωπιστικής παιδείας όπως και αυτό του δημόσιου πανεπιστημίου είναι σήμερα υπό συζήτηση. Στο Πανεπιστήμιο Πατρών το συμβούλιο του ιδρύματος προχώρησε ήδη στη δημιουργία οργανισμού ΝΠΙΔ για την είσοδο του ιδιωτικού στο δημόσιο. Και εδώ θέλω να πω ότι δεν έχω προηγούμενα με το ιδιωτικό, εξάλλου με το ιδιωτικό κεφάλαιο που πρόσφερε ο Δημήτριος Γαλανός θεμελιώθηκε το Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Ομως σήμερα δεν έχουμε να κάνουμε στην πλειονότητα των περιπτώσεων με ένα τέτοιο ιδιωτικό κεφάλαιο, αλλά με ένα άλλο που, αντί να προσφέρει, απομυζά το δημόσιο. Η αναδιάρθρωση εφ” όλης της ύλης που επιχειρείται δεν θα φέρει -πιστεύω- την επιθυμητή κάθαρση, αλλά μια άλλη υποδούλωση.
Στο προαύλιο έχουν φτάσει από την Κρήτη δώρα για τους απεργούς διοικητικούς. Μας φωνάζουν κι εμάς. Ελιές, παξιμάδια, αβοκάντο, λίγη ρακή.
Μέσα στο κρύο και στην αβεβαιότητα κάποιοι θυμούνται ότι ακριβώς στην πύλη του Πανεπιστημίου προς την πλευρά της Ακαδημίας υπάρχουν σε μόνιμη βάση άστεγοι. Μια γυναίκα, ίσως και μια άλλη, ίσως να αλλάζουν βάρδια, ίσως να είναι εξαρτημένες. Ποιος ξέρει; Ποιος τις έχει ρωτήσει; Εχουν βρει καταφύγιο δίπλα στη μόνιμα κλειστή πόρτα τυλιγμένες στις κουβέρτες τους. Κάποια γυναίκα γεμίζει τα πλαστικά πιάτα με όλα αυτά τα κρητικά αγαθά και πάμε να τους τα δώσουμε. Η μία από τις δύο άστεγες είναι χωμένη ώς το κεφάλι στην κουβέρτα της. Η άλλη παίρνει τις ελιές και τα παξιμάδια. Της δίνουμε και το αβοκάντο. Το πιάνει στα χέρια της και ρωτά: «Τι είναι αυτό;» Τρώγεται, της λέμε. Πρέπει μόνον να καθαριστεί. Δέχεται τα λόγια μας. Κι εγώ ντρέπομαι που μια πολύ νέα γυναίκα είναι άστεγη. Και θυμάμαι ότι στον τόπο μας οι άστεγοι παλιά ήταν πολύ λίγοι.
Οι άστεγοι. Παράξενοι, ανοίκειοι και ανέστιοι άνθρωποι που δύσκολα κάποιος θα βάλει στο σπίτι του την Πρωτοχρονιά. Παιδικές μας μνήμες από κοριτσάκια με τα σπίρτα που διαβάζαμε στα παραμύθια ότι πεθαίνουν τα Χριστούγεννα, ενώ εμείς είχαμε το δέντρο μας να το καμαρώνουμε να λάμπει μέσα στη νύχτα. Εικόνες που δεν είναι πια παραμύθια. Που είναι πια κοντά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου