του Κωστα Καναβουρη, απο την Αυγη...
Ίσως το ποιητικότερο, με την έννοια της απόλυτης ακρίβειας, και γι' αυτό το πιο πολιτικό σύνθημα των ημερών, το είδα στην αφίσα που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό για την «Παγκόσμια Ημέρα Δράσης Ενάντια στα Μεταλλεία Χρυσού στη Χαλκιδική». Και έλεγε το σύνθημα: «Στη Χαλκιδική δεν συγκρούονται δύο άκρα, αλλά δύο κόσμοι». Έτσι νέτα σκέτα. Ούτε «αντί», ούτε «κατά»,
ούτε «κάτω», ούτε «πάνω», αλλά ένα σύνθημα θέσης και γι' αυτό όχι μόνο σύνθημα, αλλά μια αξιωματική φράση που μέσα σε εννιά λέξεις αποτυπώνει την αλήθεια ολόκληρη όχι μόνο για την Χαλκιδική αλλά και για ολόκληρο το φάσμα της Πραγματικότητας.
Σ' αυτή λοιπόν τη φρυγμένη πραγματικότητα, που αλέθει κορμιά και ψυχές, που καταδικάζει παιδιά σε θάνατο, που πνίγει τις υπόγειες ζωές φτωχών, δεν συγκρούονται δύο άκρα, αλλά δύο κόσμοι. Και πρέπει να συγκρουστούν. Κανένα δάκρυ δεν είναι αρκετό, κανένας θρήνος δεν είναι αρκετός για να αμβλύνει την ευθύνη μας μπροστά στον θάνατο της 13χρονης Σάρας. Ο κόσμος του πιο ακροδεξιού πρωθυπουργού που γνώρισε η χώρα πρέπει να φύγει. Είναι φονικός. Είναι πρόξενος ανείπωτης οδύνης. Ο κόσμος αυτού του φασιστικού εσμού πρέπει να φύγει. Αυτά τα εμετικά ανδράποδα, που αποτελούν ύβρη και για το πολίτευμα και για την ίδια την ύπαρξη, πρέπει να φύγουν. Τώρα. Και, ναι, είναι απαραίτητη η σύγκρουση του δικού μας κόσμου με τον αποθηριωμένο δικό τους. Ώς εδώ με τους φονικούς χυδαιόφρονες. Αυτό το τόσο απλό, αυτό το τόσο ξεκάθαρο και ακριβές είναι που προσπαθεί να στρεβλώσει και να ανασκολοπίσει με μανία (ακριβώς επειδή είναι απλό, ξεκάθαρο και ποιητικά ακριβές) όλος ο συρφετός που υπηρετεί αυτήν την εξαθλιωμένη παραθεσμική δημοκρατία, η οποία αποτελεί όνειδος του συστήματος που συνηθίσαμε να ονομάζουμε δημοκρατία.
Ενός συστήματος όπου το κράτος αποτελεί συστατικό μηχανισμό συσσωματώσεων της κοινωνίας και σύνθεσης των πολλαπλών ετεροτήτων και όχι έναν μηχανισμό καταστολής της πολιτικής, που θα έλεγε και η Χάνα Άρεντ. Ένα σημείο δηλαδή απ' όπου εκκινούν πάσης φύσεως φασιστωδίες και φασισμοί.
Σ' αυτήν ακριβώς την παρέκβαση της Δημοκρατίας, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια διαδικασία, όλο και πιο αποχαλινωμένη, όλο και πιο θηριώδης, όλο και πιο ανθρωποβόρα, διαρκούς ανακατανομής πλούτου, τίποτα και καμιά ενέργεια -ακόμα και σκέψη τολμώ να πω- δεν υπάρχει που να μην υφίσταται την ασφυξία και την παράκρουση μιας νομικής στραγγάλης, η οποία (νομοστασία) δεν αποτελεί φυσικά την πολιτική, αισθητική και λογική αντανάκλαση της κοινωνίας, αλλά το όργανο μιας παραθεσμικής λειτουργίας που νομιμοποιεί το αδιανόητο. Στο οποίο τάχα μου είμαστε υποχρεωμένοι να συναινούμε, αφού αποτελεί νόμο της πολιτείας, όπως συχνά - πυκνά, με κάθε αφορμή και με κάθε ελαφρότητα, ακούμε να λέγεται. Όπου φυσικά συναίνεση και αποδοχή του νόμου νοείται η δουλοφροσύνη. Οτιδήποτε ζει και υπάρχει εκτός αυτής της διατεταγμένης δουλοπρέπειας είναι άκρο. Αποτελεί κίνδυνο. Τα πάντα πρέπει να κινούνται μεταξύ της συλλογικής ενοχής και της συλλογικής αθώωσης, έννοιες εξ ίσου αντιδραστικές. Πάση δυνάμει πρέπει διά της νομικής συνέπειας, στην οποία είναι εθισμένη (αντί να είναι εν εγρηγόρσει) η κοινωνία, να πάψει υφιστάμενος ο πρόθυμος για συγκρουσιακή σκέψη και δράση κόσμος που εγείρεται στον εντεταλμένο κόσμο του απόλυτου κεφαλαίου: του κόσμου που λείχει και αρρωσταίνει την ύπαρξη και τη δημοκρατία. Πρέπει να πάψει εξανιστάμενος ο ολοένα και πυκνότερος λαός, τόσο σε αριθμό όσο και σε ποιοτική εξαθλίωση, ο οποίος ζει (με γενναιόδωρη αισιοδοξία το ρήμα «ζει», αντί του ρήματος «εξανδραποδίζεται») στις περιφρονητικές παρυφές αυτής της παραθεσμικής δημοκρατίας με αντίδωρο καθρεφτάκια (δωρεάν Wi-Fi ας πούμε διά πρωθυπουργικών χειλέων, των ιδίων χειλέων που κόβονται από τον τρόμο μπροστά στη Μέρκελ) για την ενδοχώρα του συλλογικού εαυτού του.
Όλο αυτό το μάγμα πάνω στο οποίο θεμελιώνεται η ευπιστία της υποταγής και ουκ ολίγες φορές η αριστερή ευπιστία περί την δημοκρατία. Μια ευπιστία που αδυνατεί να διαχωρίσει τις συνεκδοχές του ταξικού αντιπάλου στον υπό διαρκή διεκδίκηση χειριζόμενο χώρο του ποιητικού όντος που λέγεται πολίτης. Δηλαδή μια Αριστερά της λογιστικής ουτοπίας για να χαίρονται τα συνέδρια και τα κογκλάβια των αριθμήσεων και των συστοιχίσεων σε μια «περίεργη» αντιστοίχιση με τους νόμους του κράτους.
Ώστε θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τον «κόσμο» μας. Έναν κόσμο όπου η ιδέα της νομιμότητας του κράτους διά των νόμων είναι μια σάπια ιδέα. Γιατί οι νόμοι κατάντησαν να είναι αυτοεικόνα της ισχύος. Λαμπρό παράδειγμα του τι εστί νόμος στις μέρες μας αποτελεί ο θρασύς και αδιάντροπος υπουργός Παιδείας Κ. Αρβανιτόπουλος, ένας υπουργός καταστολής της Παιδείας. Ο υπουργός καταστολής δηλαδή της Ιστορικής ζωής μας, που λέγεται Παιδεία. Ένας υπουργός που έχει το θράσος και την αδιαντροπιά να εγκαινιάζει ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, ειδικοτήτων που με μια μονοκοντυλιά κατήργησε ως μη απαραίτητα από τη δημόσια Παιδεία. Κι από την άλλη παραπέμπει αυτό το συστημικό παρέκτροπο (υπό τη σκεπή του φασισμένου πρωθυπουργού και του φασισμένου Βενιζέλου) τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδόση Πελεγρίνη στο Πειθαρχικό, προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος. Ο νόμος (τους) που δεν είναι τίποτε άλλο παρά σπάθη που αποκόπτει το παρόν της γνώσεως από το μέλλον της και το παρελθόν της.
Είστε επικίνδυνοι. Επειδή στα χέρια σας οι νόμοι κατάντησαν να είναι ένας θηριώδης ενθουσιασμός της επιβολής, που υπακούει στον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης: Ζητούνται νόμοι, προσφέρονται νόμοι. Κάθε πράγμα έχει την τιμή του. Ιδίως οι νόμοι που καταργούν τους νόμους. Δηλαδή το κάθε πράγμα δεν έχει μόνο την τιμή του, έχει και το φρόνημα της τιμής του. Το φρόνημα της αποδοχής του νόμου είναι η νομιμοφροσύνη. Μια νομική φρενίτις. Οπότε μια δημοκρατία χωρίς φρένα.
Κώστας Καναβούρης
Ίσως το ποιητικότερο, με την έννοια της απόλυτης ακρίβειας, και γι' αυτό το πιο πολιτικό σύνθημα των ημερών, το είδα στην αφίσα που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό για την «Παγκόσμια Ημέρα Δράσης Ενάντια στα Μεταλλεία Χρυσού στη Χαλκιδική». Και έλεγε το σύνθημα: «Στη Χαλκιδική δεν συγκρούονται δύο άκρα, αλλά δύο κόσμοι». Έτσι νέτα σκέτα. Ούτε «αντί», ούτε «κατά»,
ούτε «κάτω», ούτε «πάνω», αλλά ένα σύνθημα θέσης και γι' αυτό όχι μόνο σύνθημα, αλλά μια αξιωματική φράση που μέσα σε εννιά λέξεις αποτυπώνει την αλήθεια ολόκληρη όχι μόνο για την Χαλκιδική αλλά και για ολόκληρο το φάσμα της Πραγματικότητας.
Σ' αυτή λοιπόν τη φρυγμένη πραγματικότητα, που αλέθει κορμιά και ψυχές, που καταδικάζει παιδιά σε θάνατο, που πνίγει τις υπόγειες ζωές φτωχών, δεν συγκρούονται δύο άκρα, αλλά δύο κόσμοι. Και πρέπει να συγκρουστούν. Κανένα δάκρυ δεν είναι αρκετό, κανένας θρήνος δεν είναι αρκετός για να αμβλύνει την ευθύνη μας μπροστά στον θάνατο της 13χρονης Σάρας. Ο κόσμος του πιο ακροδεξιού πρωθυπουργού που γνώρισε η χώρα πρέπει να φύγει. Είναι φονικός. Είναι πρόξενος ανείπωτης οδύνης. Ο κόσμος αυτού του φασιστικού εσμού πρέπει να φύγει. Αυτά τα εμετικά ανδράποδα, που αποτελούν ύβρη και για το πολίτευμα και για την ίδια την ύπαρξη, πρέπει να φύγουν. Τώρα. Και, ναι, είναι απαραίτητη η σύγκρουση του δικού μας κόσμου με τον αποθηριωμένο δικό τους. Ώς εδώ με τους φονικούς χυδαιόφρονες. Αυτό το τόσο απλό, αυτό το τόσο ξεκάθαρο και ακριβές είναι που προσπαθεί να στρεβλώσει και να ανασκολοπίσει με μανία (ακριβώς επειδή είναι απλό, ξεκάθαρο και ποιητικά ακριβές) όλος ο συρφετός που υπηρετεί αυτήν την εξαθλιωμένη παραθεσμική δημοκρατία, η οποία αποτελεί όνειδος του συστήματος που συνηθίσαμε να ονομάζουμε δημοκρατία.
Ενός συστήματος όπου το κράτος αποτελεί συστατικό μηχανισμό συσσωματώσεων της κοινωνίας και σύνθεσης των πολλαπλών ετεροτήτων και όχι έναν μηχανισμό καταστολής της πολιτικής, που θα έλεγε και η Χάνα Άρεντ. Ένα σημείο δηλαδή απ' όπου εκκινούν πάσης φύσεως φασιστωδίες και φασισμοί.
Σ' αυτήν ακριβώς την παρέκβαση της Δημοκρατίας, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια διαδικασία, όλο και πιο αποχαλινωμένη, όλο και πιο θηριώδης, όλο και πιο ανθρωποβόρα, διαρκούς ανακατανομής πλούτου, τίποτα και καμιά ενέργεια -ακόμα και σκέψη τολμώ να πω- δεν υπάρχει που να μην υφίσταται την ασφυξία και την παράκρουση μιας νομικής στραγγάλης, η οποία (νομοστασία) δεν αποτελεί φυσικά την πολιτική, αισθητική και λογική αντανάκλαση της κοινωνίας, αλλά το όργανο μιας παραθεσμικής λειτουργίας που νομιμοποιεί το αδιανόητο. Στο οποίο τάχα μου είμαστε υποχρεωμένοι να συναινούμε, αφού αποτελεί νόμο της πολιτείας, όπως συχνά - πυκνά, με κάθε αφορμή και με κάθε ελαφρότητα, ακούμε να λέγεται. Όπου φυσικά συναίνεση και αποδοχή του νόμου νοείται η δουλοφροσύνη. Οτιδήποτε ζει και υπάρχει εκτός αυτής της διατεταγμένης δουλοπρέπειας είναι άκρο. Αποτελεί κίνδυνο. Τα πάντα πρέπει να κινούνται μεταξύ της συλλογικής ενοχής και της συλλογικής αθώωσης, έννοιες εξ ίσου αντιδραστικές. Πάση δυνάμει πρέπει διά της νομικής συνέπειας, στην οποία είναι εθισμένη (αντί να είναι εν εγρηγόρσει) η κοινωνία, να πάψει υφιστάμενος ο πρόθυμος για συγκρουσιακή σκέψη και δράση κόσμος που εγείρεται στον εντεταλμένο κόσμο του απόλυτου κεφαλαίου: του κόσμου που λείχει και αρρωσταίνει την ύπαρξη και τη δημοκρατία. Πρέπει να πάψει εξανιστάμενος ο ολοένα και πυκνότερος λαός, τόσο σε αριθμό όσο και σε ποιοτική εξαθλίωση, ο οποίος ζει (με γενναιόδωρη αισιοδοξία το ρήμα «ζει», αντί του ρήματος «εξανδραποδίζεται») στις περιφρονητικές παρυφές αυτής της παραθεσμικής δημοκρατίας με αντίδωρο καθρεφτάκια (δωρεάν Wi-Fi ας πούμε διά πρωθυπουργικών χειλέων, των ιδίων χειλέων που κόβονται από τον τρόμο μπροστά στη Μέρκελ) για την ενδοχώρα του συλλογικού εαυτού του.
Όλο αυτό το μάγμα πάνω στο οποίο θεμελιώνεται η ευπιστία της υποταγής και ουκ ολίγες φορές η αριστερή ευπιστία περί την δημοκρατία. Μια ευπιστία που αδυνατεί να διαχωρίσει τις συνεκδοχές του ταξικού αντιπάλου στον υπό διαρκή διεκδίκηση χειριζόμενο χώρο του ποιητικού όντος που λέγεται πολίτης. Δηλαδή μια Αριστερά της λογιστικής ουτοπίας για να χαίρονται τα συνέδρια και τα κογκλάβια των αριθμήσεων και των συστοιχίσεων σε μια «περίεργη» αντιστοίχιση με τους νόμους του κράτους.
Ώστε θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τον «κόσμο» μας. Έναν κόσμο όπου η ιδέα της νομιμότητας του κράτους διά των νόμων είναι μια σάπια ιδέα. Γιατί οι νόμοι κατάντησαν να είναι αυτοεικόνα της ισχύος. Λαμπρό παράδειγμα του τι εστί νόμος στις μέρες μας αποτελεί ο θρασύς και αδιάντροπος υπουργός Παιδείας Κ. Αρβανιτόπουλος, ένας υπουργός καταστολής της Παιδείας. Ο υπουργός καταστολής δηλαδή της Ιστορικής ζωής μας, που λέγεται Παιδεία. Ένας υπουργός που έχει το θράσος και την αδιαντροπιά να εγκαινιάζει ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, ειδικοτήτων που με μια μονοκοντυλιά κατήργησε ως μη απαραίτητα από τη δημόσια Παιδεία. Κι από την άλλη παραπέμπει αυτό το συστημικό παρέκτροπο (υπό τη σκεπή του φασισμένου πρωθυπουργού και του φασισμένου Βενιζέλου) τον πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών Θεοδόση Πελεγρίνη στο Πειθαρχικό, προκειμένου να εφαρμοστεί ο νόμος. Ο νόμος (τους) που δεν είναι τίποτε άλλο παρά σπάθη που αποκόπτει το παρόν της γνώσεως από το μέλλον της και το παρελθόν της.
Είστε επικίνδυνοι. Επειδή στα χέρια σας οι νόμοι κατάντησαν να είναι ένας θηριώδης ενθουσιασμός της επιβολής, που υπακούει στον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης: Ζητούνται νόμοι, προσφέρονται νόμοι. Κάθε πράγμα έχει την τιμή του. Ιδίως οι νόμοι που καταργούν τους νόμους. Δηλαδή το κάθε πράγμα δεν έχει μόνο την τιμή του, έχει και το φρόνημα της τιμής του. Το φρόνημα της αποδοχής του νόμου είναι η νομιμοφροσύνη. Μια νομική φρενίτις. Οπότε μια δημοκρατία χωρίς φρένα.
Κώστας Καναβούρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου