Με την πρόσφατη υποβάθμιση της αξιοπιστίας του δημόσιου χρέους της από την S&Ρ, η Ε.Ε. κατατάσσεται στην αυτή βαθμίδα ΑΑ+ με τις ΗΠΑ. Ωστόσο, η ισοβαθμία ανάμεσα στις δύο κυριότερες οικονομικές περιοχές του κόσμου δεν απηχεί τις αυτές ανησυχίες των βαθμολογητών.
Εάν στην εντεύθεν του Ατλαντικού πλευρά προσάπτεται σύγχυση και ανεπάρκεια μέτρων προς καταπολέμηση της κρίσης και σταθεροποίηση της οικονομίας, για την εκείθεν πλευρά διατυπώνονται ακριβώς αντίθετες ανησυχίες: υπερδραστηριότητα από την κυβέρνηση και την κεντρική τράπεζα, με κίνδυνο στρέβλωσης και ευθραυστοποίησης των οικονομικών δεδομένων. Ανάληψη υπερβολικών κινδύνων για την ανάκαμψη από αμερικανικής πλευράς, αδράνεια από ευρωπαϊκής έναντι της κρίσης. Η Αμερική δίδει άμεση προτεραιότητα στην ανάκαμψη, στην κατανάλωση, στην απασχόληση, ενώ η Ευρώπη, με την προσήλωση στη δημοσιονομική «εξυγίανση», αποδέχεται ως αναπόφευκτο τίμημα την ύφεση και τη μαζική ανεργία. Παρά την αυτή βαθμολογία, τα αποτελέσ-ματα των επιλογών δεν συγκλίνουν, αλλά διαπιστώνονται εκ διαμέτρου αντίθετα. Εάν η Αμερική εμπνέει ανησυχίες ως προς τη διατήρηση του «αναιδούς» αναπτυξιακού ρυθμού της, που ανέρχεται σήμερα σε 4,1% σε ετήσια βάση, η Ευρώπη προκαλεί ανησυχίες κυρίως για τη στασιμότητα και τις ενδείξεις επερχόμενου αποπληθωρισμού, που επισπεύδεται με τη συρρίκνωση της νομισ-ματικής κυκλοφορίας ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του 2013. Ο ρυθμός των ιδιωτικών επενδύσεων, ενώ στην Αμερική εκτινάσσεται στο 4,8% και 5,8% στους τομείς της «πνευματικής ιδιοκτησίας», στην Ευρώπη όχι μόνον παραμένει στάσιμος, αλλά και εγκαθίσταται σε αρνητικές επιδόσεις.
Εκτός τούτου, η εξασθένηση της χρηματοληπτικής αξιοπιστίας έναντι των αγορών δεν αποτελεί πρόβλημα όμοιου μεγέθους για τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Εάν στην Ευρώπη, η χρηματοδότηση της οικονομίας επαφίεται κατ' αποκλειστικότητα στην εμπιστοσύνη των αγορών, στην Αμερική, οι δαπάνες χρηματοδοτούνται κυρίως από την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα, η οποία μέχρι σήμερα προμηθεύει στην οικονομία 85 δισεκατομμύρια δολάρια το μήνα. Επιπλέον, η Fed εξασφαλίζει την προσφορά χρήματος χωρίς την προϋπόθεση οικονομικών και θεσμικών «μεταρρυθμίσεων». Αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προμηθεύει επίσης σημαντική ρευστότητα στην ευρωπαϊκή οικονομία, αλλά πάντοτε υπό τον προκριματικό όρο των «μεταρρυθμίσεων», οι οποίες όσο υλοποιούνται τόσο περισσότερο καταβυθίζουν το επίπεδο λειτουργίας της οικονομίας. Κι ακόμη, ενώ η Fed προσφέρει ρευστότητα κινήσεως στο κράτος και στην οικονομία, η ΕΚΤ την προσφέρει αποκλειστικά στις τράπεζες, οι οποίες δεν την επιστρέφουν στην αγορά. Ενώ παραλαμβάνουν το χρήμα με σχεδόν μηδενικά επιτόκια, προτιμούν να δανείζουν τα κράτη με υψηλότερες αποδόσεις, 2% στη Γερμανία, 4,76% στις Ιταλία και Ισπανία. Η Αμερική συνεχίζει στην επιλογή της «ποσοτικής διευκόλυνσης», με διατυπωμένο στόχο τη μείωση της ανεργίας στο 6,5%, ενώ οι Ευρωπαίοι παραμένουν προσηλωμένοι στα χρέη και τα ελλείμματα, στη μάχη κατά του πληθωρισμού, παρ' όλο που το σημερινό πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο, ο αποπληθωρισ-μός, και με τίμημα την ανεργία στο 12% έναντι 7% στις ΗΠΑ.
Με την πρόσθετη ασφάλιση 50 εκατομμυρίων ανασφάλιστων, η Αμερική αυξάνει σοβαρά τις κοινωνικές και καταναλωτικές δαπάνες, σταθεροποιώντας έτσι την οικονομία της, ενώ παράλληλα η Ευρώπη συνεχίζει να τις περικόπτει, με συνέπεια την επίσπευση της ύφεσης. Εάν η Αμερική κινητοποιεί όλα τα μέσα προς καταπολέμηση της κρίσης, της ύφεσης, της ανεργίας, η Ευρώπη παραμένει εμμονικά προσηλωμένη στον «εξυγιαντικό» ρόλο της κρίσης, τόσο για τον δημόσιο τομέα όσο και για τον ιδιωτικό. Παρά τη διακηρυγμένη πίστη της στην ικανότητα αυτορρύθμισης των αγορών, εν τούτοις επιχειρεί την «εξυγίανση» του δημόσιου τομέα με μοιραίο τίμημα την επιδείνωση του ιδιωτικού. Τόσο οι περικοπές δαπανών όσο και οι αυξήσεις φόρων καταφέρουν θανάσιμα πλήγματα στις αγορές, στις επιχειρήσεις και στις θέσεις εργασίας. Εάν με την ανάκαμψη ο πληθωρισμός επανερχόταν στην Αμερική, αυτό θα ελάφρυνε την εξυπηρέτηση των χρεών. Αντιθέτως, εάν ο αποπληθωρισμός εγκαθίστατο στην Ευρώπη, αυτό θα επιβάρυνε ακόμη περισσότερο τα χρέη.
Παράδοξο οι ευρωπαϊκοί δημόσιοι τομείς να επιδιώκουν τη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητός τους, με τίμημα την επιδείνωση αυτής των ιδιωτικών τομέων. Ακόμη πιο παράδοξο ότι οι τράπεζες παραμένουν ακλόνητες, με την προστασία του δημόσιου χρήματος, εις βάρος της οικονομίας και των φορολογουμένων. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα στο εξωφρενικό σημείο να καταστρέφει την οικονομία της με πρόσχημα τη διάσωσή της. Εάν η Αμερική αποτύχει στην καταπολέμηση της κρίσης, η Ευρώπη θα ισχυρίζεται ότι δικαιώθηκε. Ωστόσο, εάν η Ευρώπη βυθίζεται στον αποπληθωρισμό, θα παραμένει ακλόνητη στο δόγμα της «επεκτατικής λιτότητος», σύμφωνα με το οποίο «η μακροχρόνια λιτότητα προηγείται της ανάπτυξης». Για τις μελλοντικές γενιές, θα διαβεβαιώνει την αναγκαιότητα θυσιών, εν ονόματι κάποιου μακρινού και ασαφούς μέλλοντος, πέραν οιουδήποτε ελέγχου και δυνατότητος επαλήθευσης. Παραμένει πάντα ευκολότερη η συντριβή του παρόντος στο όνομα κάποιου υποθετικού μέλλοντος, παρά η εξασφάλιση του μέλλοντος μέσω της σταθεροποίησης του παρόντος. Στο κατά φαντασίαν «παγκόσμιο χωριό», τα πεπρωμένα κάθε περιοχής δεν συγκλίνουν, αλλά αποκλίνουν: κάθε μία επιλέγει το δικό της και επωμίζεται την ευθύνη γι' αυτό. Εάν κάποιοι σήμερα ανησυχούν μήπως η αμερικανική «ανωμαλία» αποσταθεροποιήσει την παγκόσμια οικονομία, θα έπρεπε να ανησυχούν πολύ περισσότερο για την ευρωπαϊκή και ιδίως γερμανική «αρετή», η οποία ήδη την καταποντίζει.
Του ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ kvergo@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου