του Παντελη Μπουκαλα, απο την Καθημερινη...
«Πάρτε κόσμε! Πιο φτηνά κι απ’ το Ταμιευτήριο!» Οπωροκηπευτικά είχε στον πάγκο του κι αυτά πουλούσε ο έμπορος της λαϊκής σε συνοικία των Αθηνών. Αλλά φαίνεται πως είχε όρεξη για μαύρο χιούμορ ή πως αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα των τηλεοπτικών διαφημίσεων, που πλασάρουν λ.χ. κινητά με έκδοχο την επί γης πραγμάτωση της πιο προωθημένης Ουτοπίας. Κι έτσι, για να διαλαλήσει πόσο φτηνά είχε τις ντομάτες, τα κουνουπίδια και τα λοιπά της μαναβικής, πόνταρε στο Ταμιευτήριο, τη λέξη των ημερών. Και τι λέξη. Ελκυστική. Καθαρή. Και επιπλέον ομοιοκατάληκτη με το Χρηματιστήριο. Αλλη πεντακάθαρη λέξη όπως όλοι γνωρίζουν, και προπάντων οι παθόντες της εποχής εκείνης, που πλήρωσαν λέει τη φιλοχρηματία τους, άρα σε τίποτα δεν έφταιξαν υπουργοί και μεγαλοεπιχειρηματίες - αδελφοποιτοί των υπουργών, που έλεγαν ότι τίποτε ασφαλέστερο από το Χρηματιστήριο, που να, φτάνει στις 5.000...
Βέβαια, το σύνθημα «Πάρτε κόσμε! Πιο φτηνά κι απ’ το Ταμιευτήριο» είναι κρυπτικό, αφού συμπυκνώνει ποικίλα θέματα και αισθήματα σε λίγες λέξεις. Αλλά ο κόσμος στη λαϊκή δεν είχε πρόβλημα να καταλάβει. Είχε μάθει για το νέο σκάνδαλο· για το μισό δισεκατομμύριο που «ιδιωτικοποιήθηκε», διότι οι τράπεζές μας δεν είχαν γίνει ακόμα «ό,τι ασφαλέστερο υπάρχει στον κόσμο». Και γελούσε. Οπως γελάμε στα παθήματά μας. Ενα γέλιο νευρικό. Θυμωμένο. Σκεφτόταν, «λαϊκιστικά» βεβαίως, ότι δεν είναι και το τιμιότερο των πραγμάτων να φεύγουν δάνεια με πολλά μηδενικά και χωρίς κανέναν όρο προς τη μία κατεύθυνση, την πάγια, και την ίδια ώρα η «μάζα», ο «όχλος», ο «εκλεκτός λαός» τέλος πάντων, να πρέπει να συμπληρώνει εξήντα δεσμευτικά χαρτιά για να δανείζεται κάτι ολίγα.
Και να ζει έπειτα μες στο άγχος της κατάσχεσης. Αλλά στη δική του περίπτωση ισχύει πάντοτε το «ήθελές τα κι έπαθές τα». Ενώ στην περίπτωση κάθε «επενδυτή», «ευπατρίδη» κ.τ.λ. ισχύει το «ήθελές τα κι έφαγές τα».
Αν την Κυριακή είχαμε ποδοσφαιρικό ντέρμπι, η πλάκα στη λαϊκή θα γινόταν για ένα πέναλτι που δεν δόθηκε ή ένα οσφάιντ που σφυρίχτηκε χωρίς να είναι. Αλλά ντέρμπι δεν υπήρχε. Κι έτσι ο ευρηματικός οπωροπώλης μας ασχολήθηκε με ό,τι πιο κοντινό στο ποδόσφαιρο: τον κ. Αγγελο Φιλιππίδη, τυπικό γκόλντεν μπόι κάποτε. Που άμα τη εμφανίσει του στο ζαλιστικό προσκήνιο, άρχισε να φέρεται όπως κάθε απαράσκευος και ακαλλιέργητος της Εξουσίας, κάθε ετερόφωτος που έχει την ψευδαίσθηση πως η ισχύς που του δανείζουν αντιστοιχεί το πολύ στο ήμισυ της αξίας του.
Το 2007, με την «επανίδρυση του κράτους», ο κ. Φιλιππίδης, που δεν είχε καταφέρει να του δοθεί το χρίσμα του υποψήφιου βουλευτή της Ν.Δ., παρηγορήθηκε με το σκήπτρο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Του ξαναδάνεισαν δηλαδή ισχύ, πολιτικοοικονομική τώρα. Επειδή «τα δικά μας παιδιά», αξίζουν δεν αξίζουν, δεν πρέπει να πηγαίνουν χαμένα. Κι ας χάνονται, κατά το εισαγγελικό πόρισμα, τα δικά μας λεφτά.
«Πάρτε κόσμε! Πιο φτηνά κι απ’ το Ταμιευτήριο!» Οπωροκηπευτικά είχε στον πάγκο του κι αυτά πουλούσε ο έμπορος της λαϊκής σε συνοικία των Αθηνών. Αλλά φαίνεται πως είχε όρεξη για μαύρο χιούμορ ή πως αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα των τηλεοπτικών διαφημίσεων, που πλασάρουν λ.χ. κινητά με έκδοχο την επί γης πραγμάτωση της πιο προωθημένης Ουτοπίας. Κι έτσι, για να διαλαλήσει πόσο φτηνά είχε τις ντομάτες, τα κουνουπίδια και τα λοιπά της μαναβικής, πόνταρε στο Ταμιευτήριο, τη λέξη των ημερών. Και τι λέξη. Ελκυστική. Καθαρή. Και επιπλέον ομοιοκατάληκτη με το Χρηματιστήριο. Αλλη πεντακάθαρη λέξη όπως όλοι γνωρίζουν, και προπάντων οι παθόντες της εποχής εκείνης, που πλήρωσαν λέει τη φιλοχρηματία τους, άρα σε τίποτα δεν έφταιξαν υπουργοί και μεγαλοεπιχειρηματίες - αδελφοποιτοί των υπουργών, που έλεγαν ότι τίποτε ασφαλέστερο από το Χρηματιστήριο, που να, φτάνει στις 5.000...
Βέβαια, το σύνθημα «Πάρτε κόσμε! Πιο φτηνά κι απ’ το Ταμιευτήριο» είναι κρυπτικό, αφού συμπυκνώνει ποικίλα θέματα και αισθήματα σε λίγες λέξεις. Αλλά ο κόσμος στη λαϊκή δεν είχε πρόβλημα να καταλάβει. Είχε μάθει για το νέο σκάνδαλο· για το μισό δισεκατομμύριο που «ιδιωτικοποιήθηκε», διότι οι τράπεζές μας δεν είχαν γίνει ακόμα «ό,τι ασφαλέστερο υπάρχει στον κόσμο». Και γελούσε. Οπως γελάμε στα παθήματά μας. Ενα γέλιο νευρικό. Θυμωμένο. Σκεφτόταν, «λαϊκιστικά» βεβαίως, ότι δεν είναι και το τιμιότερο των πραγμάτων να φεύγουν δάνεια με πολλά μηδενικά και χωρίς κανέναν όρο προς τη μία κατεύθυνση, την πάγια, και την ίδια ώρα η «μάζα», ο «όχλος», ο «εκλεκτός λαός» τέλος πάντων, να πρέπει να συμπληρώνει εξήντα δεσμευτικά χαρτιά για να δανείζεται κάτι ολίγα.
Και να ζει έπειτα μες στο άγχος της κατάσχεσης. Αλλά στη δική του περίπτωση ισχύει πάντοτε το «ήθελές τα κι έπαθές τα». Ενώ στην περίπτωση κάθε «επενδυτή», «ευπατρίδη» κ.τ.λ. ισχύει το «ήθελές τα κι έφαγές τα».
Αν την Κυριακή είχαμε ποδοσφαιρικό ντέρμπι, η πλάκα στη λαϊκή θα γινόταν για ένα πέναλτι που δεν δόθηκε ή ένα οσφάιντ που σφυρίχτηκε χωρίς να είναι. Αλλά ντέρμπι δεν υπήρχε. Κι έτσι ο ευρηματικός οπωροπώλης μας ασχολήθηκε με ό,τι πιο κοντινό στο ποδόσφαιρο: τον κ. Αγγελο Φιλιππίδη, τυπικό γκόλντεν μπόι κάποτε. Που άμα τη εμφανίσει του στο ζαλιστικό προσκήνιο, άρχισε να φέρεται όπως κάθε απαράσκευος και ακαλλιέργητος της Εξουσίας, κάθε ετερόφωτος που έχει την ψευδαίσθηση πως η ισχύς που του δανείζουν αντιστοιχεί το πολύ στο ήμισυ της αξίας του.
Το 2007, με την «επανίδρυση του κράτους», ο κ. Φιλιππίδης, που δεν είχε καταφέρει να του δοθεί το χρίσμα του υποψήφιου βουλευτή της Ν.Δ., παρηγορήθηκε με το σκήπτρο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Του ξαναδάνεισαν δηλαδή ισχύ, πολιτικοοικονομική τώρα. Επειδή «τα δικά μας παιδιά», αξίζουν δεν αξίζουν, δεν πρέπει να πηγαίνουν χαμένα. Κι ας χάνονται, κατά το εισαγγελικό πόρισμα, τα δικά μας λεφτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου