Του Γιώργου Μπουγελέκα*, απο την Εποχη...
Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, με αφορμή τις πανελλαδικές
εξετάσεις, αναδύονται ορισμένες από τις αδυναμίες του
ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ιδιαίτερα η τελευταία
τριετία της μνημονιακής φρίκης προσφέρεται για καταγραφή και
ανάδειξη των εγκληματικών παραλείψεων και του
προγραμματισμένου κυβερνητικού σχεδίου, που στοχεύει στην
κατεδάφιση της δημόσιας εκπαίδευσης στην πατρίδα μας.
Θα οδηγούσε, άραγε, η θεραπεία αυτών -και άλλων ανάλογων αδυναμιών- στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος δικαιοσύνης και ισότητας ευκαιριών στην επιλογή των σπουδαστών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης; Ερώτημα παλαιό, μάταιο και δυστυχώς επαναλαμβανόμενο κάθε καλοκαίρι.
Κατά την άποψή μου, πρόκειται για ψευδοπρόβλημα, γιατί εκείνο που θα έπρεπε να τεθεί πιο αποφασιστικά από κάθε άλλη φορά είναι ότι -μέσω τέτοιων εξετάσεων- ευνοούνται οι ευνοημένοι και αδικούνται οι αδικημένοι. Η έννοια της ισότητας, που στηρίζεται στη «φυσική» διανοητική ανισότητα, κλονίστηκε κατ’ επανάληψη από διεθνείς έρευνες και σήμερα πλέον έχει ανατραπεί πλήρως. Η επαφή με την επίσημη λογοτεχνία, η καλλιέργεια της μουσικής παιδείας, οι επισκέψεις στα μουσεία, η παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων κ.λπ., που συνηθίζουν κάποιες οικογένειες με γονείς ανώτερης μόρφωσης, επιτρέπουν στα παιδιά τους να μετέχουν στον κυρίαρχο πολιτισμό που ταυτίζεται με το σχολικό. Καθημερινά, αδιόρατα και ασυνείδητα εισπράττουν και εξοικειώνονται με αυτή την κουλτούρα, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν επιτυχέστερα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της σχολικής τους φοίτησης από τα παιδιά εκείνων των οικογενειών που απέχουν μιας τέτοιας ζωής.
Ο ρόλος της οικογένειας, έτσι όπως διαμορφώνονται, η δομή της και οι αντιλήψεις της, σε σχέση με την κοινωνική τάξη που αυτή ανήκει, ενδυναμώνει ή αποδυναμώνει την πορεία του νέου προς τη μόρφωση. Σύμφωνα με τον Πιερ Μπουρντιέ, η ταξική διαφορά οφείλεται και στη διαφορά πολιτισμικού κεφαλαίου, το οποίο περιέχει γνώσεις και δεξιότητες που αποκτώνται με την ωσμωτική διαδικασία, δηλαδή με την καθημερινή, ασυνείδητη μάθηση, εντός ενός ευνοημένου κοινωνικού περιβάλλοντος.
Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να κλείνουμε τα μάτια στην πραγματικότητα και ας αποδεχθούμε το γεγονός ότι δεν διαβαίνουν τις πύλες αυτών των σχολών οι ικανότεροι, αλλά οι πιο ευνοημένοι «κληρονόμοι» της γνώσης, κόντρα στις αστικές διακηρύξεις για την ισότητα των ευκαιριών.
Στον αντίποδα των παραπάνω βρίσκεται η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την ελεύθερη πρόσβαση. Προτείνουμε την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε να αποκτήσει το Λύκειο την αυτόνομη εκπαιδευτική του λειτουργία και να απαλλαγεί η χώρα από τη φοιτητική μετανάστευση και το οικογενειακό εισόδημα από τις δυσβάσταχτες δαπάνες. Σύμφωνα µε την πρόταση αυτή, όλοι ανεξαίρετα οι απόφοιτοι του Λυκείου, ανεξάρτητα από το βαθμό του απολυτηρίου και το έτος αποφοίτησής τους, θα έχουν δικαίωμα εγγραφής στο πρώτο έτος ανώτατης εκπαίδευσης του επιστημονικού πεδίου της προτίμησης τους. Παράλληλα, η αποφασιστική αναβάθμιση της μεταλυκειακής δημόσιας τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης θα πρέπει να αποτελεί απαραίτητο κρίκο στην αλυσίδα των μέτρων της εκπαιδευτικής αναγέννησης, που οραματιζόμαστε.
Η πρόταση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δίνει τη δυνατότητα της προσφοράς μιας θέσης στη δημόσια τριτοβάθμια ή στη δημόσια επαγγελματική μεταλυκειακή εκπαίδευση σε όλους τους αποφοίτους του λυκείου. Δεν εννοεί ότι ο οιοσδήποτε θα έχει τη δυνατότητα να φοιτήσει σε οιαδήποτε σχολή. Δεσμεύεται, όμως, ότι για κάθε απόφοιτο/η του Ενιαίου Λυκείου θεωρίας και πράξης θα υπάρχει μία θέση σπουδών και φοίτησης στην τριτοβάθμια ή στη δημόσια μεταλυκειακή-επαγγελματική εκπαίδευση του επιστημονικού κλάδου της προτίμησής του. Εκ των πραγμάτων, τίθενται, ως μίνιμουμ προϋποθέσεις, η αύξηση των δαπανών για την παιδεία, η στελέχωση όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, η κατάργηση της μνημονιακής νομοθεσίας, η καθιέρωση της δωδεκάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και η δημιουργία του Ενιαίου Λυκείου Θεωρίας και Πράξης.
* Ο Γ. Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, μέλος του ΔΣ της ΟΙΕΛΕ.
Θα οδηγούσε, άραγε, η θεραπεία αυτών -και άλλων ανάλογων αδυναμιών- στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος δικαιοσύνης και ισότητας ευκαιριών στην επιλογή των σπουδαστών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης; Ερώτημα παλαιό, μάταιο και δυστυχώς επαναλαμβανόμενο κάθε καλοκαίρι.
Κατά την άποψή μου, πρόκειται για ψευδοπρόβλημα, γιατί εκείνο που θα έπρεπε να τεθεί πιο αποφασιστικά από κάθε άλλη φορά είναι ότι -μέσω τέτοιων εξετάσεων- ευνοούνται οι ευνοημένοι και αδικούνται οι αδικημένοι. Η έννοια της ισότητας, που στηρίζεται στη «φυσική» διανοητική ανισότητα, κλονίστηκε κατ’ επανάληψη από διεθνείς έρευνες και σήμερα πλέον έχει ανατραπεί πλήρως. Η επαφή με την επίσημη λογοτεχνία, η καλλιέργεια της μουσικής παιδείας, οι επισκέψεις στα μουσεία, η παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων κ.λπ., που συνηθίζουν κάποιες οικογένειες με γονείς ανώτερης μόρφωσης, επιτρέπουν στα παιδιά τους να μετέχουν στον κυρίαρχο πολιτισμό που ταυτίζεται με το σχολικό. Καθημερινά, αδιόρατα και ασυνείδητα εισπράττουν και εξοικειώνονται με αυτή την κουλτούρα, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν επιτυχέστερα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της σχολικής τους φοίτησης από τα παιδιά εκείνων των οικογενειών που απέχουν μιας τέτοιας ζωής.
Ο ρόλος της οικογένειας, έτσι όπως διαμορφώνονται, η δομή της και οι αντιλήψεις της, σε σχέση με την κοινωνική τάξη που αυτή ανήκει, ενδυναμώνει ή αποδυναμώνει την πορεία του νέου προς τη μόρφωση. Σύμφωνα με τον Πιερ Μπουρντιέ, η ταξική διαφορά οφείλεται και στη διαφορά πολιτισμικού κεφαλαίου, το οποίο περιέχει γνώσεις και δεξιότητες που αποκτώνται με την ωσμωτική διαδικασία, δηλαδή με την καθημερινή, ασυνείδητη μάθηση, εντός ενός ευνοημένου κοινωνικού περιβάλλοντος.
Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να κλείνουμε τα μάτια στην πραγματικότητα και ας αποδεχθούμε το γεγονός ότι δεν διαβαίνουν τις πύλες αυτών των σχολών οι ικανότεροι, αλλά οι πιο ευνοημένοι «κληρονόμοι» της γνώσης, κόντρα στις αστικές διακηρύξεις για την ισότητα των ευκαιριών.
Στον αντίποδα των παραπάνω βρίσκεται η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την ελεύθερη πρόσβαση. Προτείνουμε την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ώστε να αποκτήσει το Λύκειο την αυτόνομη εκπαιδευτική του λειτουργία και να απαλλαγεί η χώρα από τη φοιτητική μετανάστευση και το οικογενειακό εισόδημα από τις δυσβάσταχτες δαπάνες. Σύμφωνα µε την πρόταση αυτή, όλοι ανεξαίρετα οι απόφοιτοι του Λυκείου, ανεξάρτητα από το βαθμό του απολυτηρίου και το έτος αποφοίτησής τους, θα έχουν δικαίωμα εγγραφής στο πρώτο έτος ανώτατης εκπαίδευσης του επιστημονικού πεδίου της προτίμησης τους. Παράλληλα, η αποφασιστική αναβάθμιση της μεταλυκειακής δημόσιας τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης θα πρέπει να αποτελεί απαραίτητο κρίκο στην αλυσίδα των μέτρων της εκπαιδευτικής αναγέννησης, που οραματιζόμαστε.
Η πρόταση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ δίνει τη δυνατότητα της προσφοράς μιας θέσης στη δημόσια τριτοβάθμια ή στη δημόσια επαγγελματική μεταλυκειακή εκπαίδευση σε όλους τους αποφοίτους του λυκείου. Δεν εννοεί ότι ο οιοσδήποτε θα έχει τη δυνατότητα να φοιτήσει σε οιαδήποτε σχολή. Δεσμεύεται, όμως, ότι για κάθε απόφοιτο/η του Ενιαίου Λυκείου θεωρίας και πράξης θα υπάρχει μία θέση σπουδών και φοίτησης στην τριτοβάθμια ή στη δημόσια μεταλυκειακή-επαγγελματική εκπαίδευση του επιστημονικού κλάδου της προτίμησής του. Εκ των πραγμάτων, τίθενται, ως μίνιμουμ προϋποθέσεις, η αύξηση των δαπανών για την παιδεία, η στελέχωση όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης, η κατάργηση της μνημονιακής νομοθεσίας, η καθιέρωση της δωδεκάχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και η δημιουργία του Ενιαίου Λυκείου Θεωρίας και Πράξης.
* Ο Γ. Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, μέλος του ΔΣ της ΟΙΕΛΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου