Το 2005, στις 2 Φεβρουαρίου, προφυλακίστηκα στον Κορυδαλλό ως ιδιαίτερα επικίνδυνος για την κοινωνία, κατά συρροή και κατ’ επάγγελμα εγκληματίας κακοποιός, μεγαλέμπορος
ναρκωτικών,
– και άλλα πολλά παρόμοια παλαβά και πολύ ύποπτα. Έτσι
έκριναν μια ανακρίτρια που την λένε Χονδρορίζου και μία εισαγγελεύς που
την λένε Γκανέ χωρίς ούτε ένα στοιχείο, ούτε μία μαρτυρία,
ούτε καν έναν ψευδομάρτυρα. Το ποινικό μου μητρώο ήταν φυσικά
κατάλευκο, δεν υπήρξα ποτέ φυγόποινος ή φυγόδικος, δεν ήμουν ύποπτος
φυγής και δεν συνέτρεχε κανένας λόγος να προφυλακιστώ. Κι’ όμως. Κατά
την άποψη των δύο αυτών λειτουργών της Δικαιοσύνης, έπρεπε η κοινωνία να
μην απειλείται από την παρουσία μου μέχρι να δικαστώ κι’ έτσι βρέθηκα
στον Κορυδαλλό σ’ ένα κελί περίπου τρία επί τέσσερα
μέτρα, με άλλους τρείς συγκάτοικους, με μια τούρκικη τουαλέτα στον ίδιο
χώρο χωρίς διαχωριστικό, τέσσερις κουκέτες-κρεβάτια ανά δύο το ένα πάνω
απ’ τ ’άλλο, έναν μικρό νιπτήρα όπου και οι τέσσερις πλέναμε τα δόντια
μας, τα σκεύη μας, τις κάλτσες, τα σώβρακα και το πρόσωπό μας –και ένα
μικροσκοπικό άνοιγμα στον τοίχο (παράθυρο) με κάγκελα δύο.
Ώρες
ατέλειωτες μας είχανε κλειδωμένους μέσα και όσο έμεινα
εκεί τουλάχιστον τρείς άνθρωποι πεθάνανε ουρλιάζοντας «βοήθεια» μέσα στη
νύχτα, χωρίς να προλάβει κανένας «υπάλληλος» (έτσι αναφερόμαστε στους
δεσμοφύλακες) να προλάβει να τους βοηθήσει αφού για να φτάσει στο κελί
του κάθε βασανισμένου έπρεπε να ξεκλειδώσει με κάτι τεράστια αρχαία
κλειδιά, απανωτές δύσκολες παλιές κλειδαριές της εποχής που χτίστηκαν αυτές οι φυλακές. Σε ένα διαφημιστικό τρέϊλερ των «Πρωταγωνιστών» του φίλου Σταύρου Θεοδωράκη
είδα αυτές τις μέρες ένα-δυό πλάνα από εκείνες τις κλειδαριές και τις
βαριές χιλιομπογιατισμένες πόρτες των κελιών –και ανατρίχιασα.
ναρκωτικών,
– και άλλα πολλά παρόμοια παλαβά και πολύ ύποπτα. Έτσι
έκριναν μια ανακρίτρια που την λένε Χονδρορίζου και μία εισαγγελεύς που
την λένε Γκανέ χωρίς ούτε ένα στοιχείο, ούτε μία μαρτυρία,
ούτε καν έναν ψευδομάρτυρα. Το ποινικό μου μητρώο ήταν φυσικά
κατάλευκο, δεν υπήρξα ποτέ φυγόποινος ή φυγόδικος, δεν ήμουν ύποπτος
φυγής και δεν συνέτρεχε κανένας λόγος να προφυλακιστώ. Κι’ όμως. Κατά
την άποψη των δύο αυτών λειτουργών της Δικαιοσύνης, έπρεπε η κοινωνία να
μην απειλείται από την παρουσία μου μέχρι να δικαστώ κι’ έτσι βρέθηκα
στον Κορυδαλλό σ’ ένα κελί περίπου τρία επί τέσσερα
μέτρα, με άλλους τρείς συγκάτοικους, με μια τούρκικη τουαλέτα στον ίδιο
χώρο χωρίς διαχωριστικό, τέσσερις κουκέτες-κρεβάτια ανά δύο το ένα πάνω
απ’ τ ’άλλο, έναν μικρό νιπτήρα όπου και οι τέσσερις πλέναμε τα δόντια
μας, τα σκεύη μας, τις κάλτσες, τα σώβρακα και το πρόσωπό μας –και ένα
μικροσκοπικό άνοιγμα στον τοίχο (παράθυρο) με κάγκελα δύο.
Ώρες
ατέλειωτες μας είχανε κλειδωμένους μέσα και όσο έμεινα
εκεί τουλάχιστον τρείς άνθρωποι πεθάνανε ουρλιάζοντας «βοήθεια» μέσα στη
νύχτα, χωρίς να προλάβει κανένας «υπάλληλος» (έτσι αναφερόμαστε στους
δεσμοφύλακες) να προλάβει να τους βοηθήσει αφού για να φτάσει στο κελί
του κάθε βασανισμένου έπρεπε να ξεκλειδώσει με κάτι τεράστια αρχαία
κλειδιά, απανωτές δύσκολες παλιές κλειδαριές της εποχής που χτίστηκαν αυτές οι φυλακές. Σε ένα διαφημιστικό τρέϊλερ των «Πρωταγωνιστών» του φίλου Σταύρου Θεοδωράκη
είδα αυτές τις μέρες ένα-δυό πλάνα από εκείνες τις κλειδαριές και τις
βαριές χιλιομπογιατισμένες πόρτες των κελιών –και ανατρίχιασα.
Και μετά είδα αυτό το πράμα, τον Χριστόδουλο Ξηρό, τον δολοφόνο να μας απειλεί
όλους μέσα από ένα βίντεο (αλά Μπιν Λάντεν) και άκουσα και διάβασα πως
αυτό το βδέλυγμα πηγαινοερχότανε λέει σε άλλα κελιά, των πυρήνων της
φωτιάς ή όπως αλλοιώς τους λένε κι’ αυτούς τους άρρωστους, κι’ έκανε
«ρεβεγιόν» και έπαιρνε άδειες και μπαινόβγαινε όπου ήθελε –μέχρι που
ήρθε η στιγμή να την χρησιμοποιήσει αλλιώς την άδειά του – για να μας
«τρομοκρατήσει» με βαμμένο μαλλί πιά, ο «παλιός και έμπειρος αγωνιστής».
Τώρα υποτίθεται πως τον κυνηγάνε αυτοί που του δώσανε τις άδειες
αλλά άντε να πειστώ εγώ πώς όντως τον κυνηγάνε – αφού τον είχανε στα
όπα-όπα και του παρείχαν όλες τις διευκολύνσεις να περνάει τις μέρες του
στον Κορυδαλλό, όχι όπως τις περνούσα εγώ βέβαια, αλλά όσο πιο άνετα
γίνεται.
όλους μέσα από ένα βίντεο (αλά Μπιν Λάντεν) και άκουσα και διάβασα πως
αυτό το βδέλυγμα πηγαινοερχότανε λέει σε άλλα κελιά, των πυρήνων της
φωτιάς ή όπως αλλοιώς τους λένε κι’ αυτούς τους άρρωστους, κι’ έκανε
«ρεβεγιόν» και έπαιρνε άδειες και μπαινόβγαινε όπου ήθελε –μέχρι που
ήρθε η στιγμή να την χρησιμοποιήσει αλλιώς την άδειά του – για να μας
«τρομοκρατήσει» με βαμμένο μαλλί πιά, ο «παλιός και έμπειρος αγωνιστής».
Τώρα υποτίθεται πως τον κυνηγάνε αυτοί που του δώσανε τις άδειες
αλλά άντε να πειστώ εγώ πώς όντως τον κυνηγάνε – αφού τον είχανε στα
όπα-όπα και του παρείχαν όλες τις διευκολύνσεις να περνάει τις μέρες του
στον Κορυδαλλό, όχι όπως τις περνούσα εγώ βέβαια, αλλά όσο πιο άνετα
γίνεται.
Η τρομοκρατία σημάδεψε πολλά απ’ τα χρόνια μας –με
διάφορες μορφές. Γιατί δεν έχει μία μορφή η τρομοκρατία. Δεν είναι μόνο ο
τρόμος που προκαλεί ο τρομοκράτης, είναι και ο τρόμος που προκαλεί το κράτος που συμπεριφέρεται στον κάθε Ξηρό με το γάντι. Εμένα με τρομάζει πιο πολύ το γεγονός πως οι διάφοροι τέτοιοι περνάν ζωή και κότα με
τη συνεργασία των διευθυντών των φυλακών και των υπαλλήλων με τους
οποίους είναι «φιλαράκια», παρά το φυτεμένο βίντεο του Ξηρού. Αυτή η
παράξενη άρρωστη σχέση του εγκληματία με την εξουσία
της φυλακής, με την εξουσία γενικότερα, ίσως επειδή δεν μπορώ να την
εξηγήσω, με τρομάζει πιο πολύ και από τον φόνο. Είναι κάτι τόσο ύπουλο,
υπόγειο και άρρωστο αυτό που διασυνδέει τον δολοφόνο με αυτόν που τον
αφήνει ελεύθερο να φύγει με άδεια όποτε το ζητήσει, που με ξεπερνάει.
διάφορες μορφές. Γιατί δεν έχει μία μορφή η τρομοκρατία. Δεν είναι μόνο ο
τρόμος που προκαλεί ο τρομοκράτης, είναι και ο τρόμος που προκαλεί το κράτος που συμπεριφέρεται στον κάθε Ξηρό με το γάντι. Εμένα με τρομάζει πιο πολύ το γεγονός πως οι διάφοροι τέτοιοι περνάν ζωή και κότα με
τη συνεργασία των διευθυντών των φυλακών και των υπαλλήλων με τους
οποίους είναι «φιλαράκια», παρά το φυτεμένο βίντεο του Ξηρού. Αυτή η
παράξενη άρρωστη σχέση του εγκληματία με την εξουσία
της φυλακής, με την εξουσία γενικότερα, ίσως επειδή δεν μπορώ να την
εξηγήσω, με τρομάζει πιο πολύ και από τον φόνο. Είναι κάτι τόσο ύπουλο,
υπόγειο και άρρωστο αυτό που διασυνδέει τον δολοφόνο με αυτόν που τον
αφήνει ελεύθερο να φύγει με άδεια όποτε το ζητήσει, που με ξεπερνάει.
Ίσως επειδή έχω ζήσει εκεί μέσα έξι ολόκληρους μήνες «κατά λάθος» (νιώθω την ανάγκη να σημειώσω εδώ πως, βέβαια, αθωώθηκα ομόφωνα και πανηγυρικά από το πενταμελές εφετείο κακουργημάτων – με ξεκάθαρη αθωωτική εισήγηση και του εισαγγελέα ακόμη) να «αγριεύομαι» περισσότερο από όλους εσάς. Γράφω και με πιάνει ταχυκαρδία. Αλλά εγώ ζητούσα άδεια για να πάω να πάρω ένα βιβλίο
από την βιβλιοθήκη και περίμενα με αγωνία να ακούσω το «άντε, πήγαινε».
Θα μου πείτε, «ε, ναι, ρε Ζαχαρία, εσύ δεν είσαι δικό τους παιδί»,
είσαι το λάθος τους – το αναγκαίο λάθος τους.
από την βιβλιοθήκη και περίμενα με αγωνία να ακούσω το «άντε, πήγαινε».
Θα μου πείτε, «ε, ναι, ρε Ζαχαρία, εσύ δεν είσαι δικό τους παιδί»,
είσαι το λάθος τους – το αναγκαίο λάθος τους.
Ε, και στο κάτω-κάτω, για να σου φύγει και η ταχυκαρδία Ζαχαρία και
να παραδώσεις το κείμενό σου να προχωρήσει η δουλειά (και η ζωή) εσύ δεν είσαι κάν Ξηρός.
να παραδώσεις το κείμενό σου να προχωρήσει η δουλειά (και η ζωή) εσύ δεν είσαι κάν Ξηρός.
Είσαι Χλωρός αγόρι μου.
Και σε λίγες εβδομάδες μπαίνει η άνοιξη και θα πας για κολύμπι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου