Της Αγγελικής Ντουσάκη, απο τον Δρομο της Αριστερας...
Η συνήθεια… Αυτό με τρομάζει πιο πολύ απ’ όλα. Γιατί πια έχουν περάσει
σχεδόν 4 χρόνια από τότε που ξέσπασε η κρίση. Και 4 χρόνια στη μιζέρια
είναι πολλά.
Στην αρχή ήταν το σοκ. Δεν φανταζόμασταν πού μπορούσαν
να φτάσουν. Σκεφτόμασταν ότι θα ήταν μονάχα μια μικρή θυσία για να σωθεί
ο τόπος. Έτσι μας είπαν δηλαδή. Άσε που στην αρχή δεν φαινόταν τι θα
κάνανε σε μας. Σε σένα και σε μένα που δεν είχαμε τελειώσει ακόμα τις
σπουδές μας.
Ζοριστήκαμε, όταν μας έκοψαν οι γονείς 50 ευρώ κι αργότερα
100. Συγκατοικήσαμε με τους φίλους μας, για να μειωθούν τα έξοδα. Κόψαμε
το ποτό και αρχίσαμε να πίνουμε μπίρα. Αλλά ήμασταν καλά ακόμα.
Αργότερα
τα πράγματα άρχισαν να μαυρίζουν ακόμα περισσότερο. Τόσο πολύ που το
μέλλον χάθηκε στο σκοτάδι. Λίγο φως βλέπαμε μόνο τις στιγμές που
γεμίσαμε τους δρόμους. Τις στιγμές που τους δείξαμε ότι είμαστε πολλοί.
Μετά από αυτές πάλι σκοτάδι. Και δεν είναι μόνο τα 4 χρόνια που έχουν
περάσει. Είναι και που έχουμε καιρό να δούμε λίγο φως, για να πάρουμε
λίγο θάρρος. Έχουμε καιρό να τους δείξουμε ότι δεν το έχουμε βάλει κάτω.
Το αρχικό οικονομικό στένεμα έγινε εξαφάνιση. Αυτό μας έκαναν. Αυτό
ήταν που δε φαινόταν από την αρχή ότι θα μας κάνουν. Μας εξαφάνισαν.
Μας
στέρησαν την ύπαρξη σε αυτή τη χώρα, αφού μας αφαίρεσαν τη δυνατότητα
να σκεφτούμε για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τη χώρα μας, να
δουλέψουμε γι αυτήν, να ζήσουμε εδώ. Μας γέρασαν!
Κάποτε λέγαμε: «Δεν θα γίνουμε η γενιά των 700 ευρώ» και συνηθίσαμε να παίρνουμε 300 και να λέμε πάλι καλά.
«Θα σπουδάσω αυτό, γιατί μου αρέσει και θέλω να δουλέψω εκεί» και τώρα γίναμε συμβασιούχοι σε προγράμματα ανέργων ή μετανάστες.
«Θέλω να γίνω ανεξάρτητος και να βγάζω τα δικά μου λεφτά» και τώρα αναγκαζόμαστε να μένουμε με τους γονείς μας μέχρι τα 30.
Αλλά σε εκλιπαρώ, θυμήσου. Θυμήσου όσα ονειρεύτηκες για σένα. Θυμήσου πώς φαντάστηκες τον κόσμο.
Δεν
πρέπει να συνηθίσουμε τη μιζέρια. Δεν είναι φυσιολογικό οι νέοι αυτού
του τόπου να μη μπορούν να ζήσουν, να ασφυκτιούν, να οδηγούνται στην
κατάθλιψη. Είναι θλιβερό να μας λένε ότι ο μόνος ρόλος που έχουμε εμείς,
το μέλλον του τόπου κατά τα άλλα, είναι αυτός του κομπάρσου. Δεν είναι
φυσιολογικό σε μία χώρα να μην τηρείται το Σύνταγμα. Δεν είναι
φυσιολογικό σε μια χώρα οι πολίτες να θεωρούν δεδομένο ότι οι πολιτικοί
θα τους κοροϊδέψουν. Δεν είναι φυσιολογικό μια χώρα να είναι γεμάτη από
άστεγους, από ανθρώπους που δεν έχουν ρεύμα, από ανθρώπους που δεν έχουν
να φάνε. Είναι εξοργιστικό στην Ελλάδα του 2014 να πεθαίνει κόσμος
εξαιτίας της κρίσης είτε επειδή αυτοκτονεί, είτε επειδή στερείται τα
στοιχειώδη. Δεν γίνεται να αισθάνεται τυχερός όποιος ακόμα δεν έχει
απολυθεί.
Σε μια χώρα οι άνθρωποι πρέπει να δουλεύουν, να ζουν
αξιοπρεπώς από τη δουλειά τους και να προσφέρουν με αυτήν. Πρέπει οι
νέοι να είναι η πρώτη μέριμνα κάθε χώρας. Πρέπει οι πολιτικοί να
σέβονται αυτό το λαό. Να τον υπηρετούν.
Όχι, δεν πρέπει να λέμε και «μη χειρότερα». Είμαστε στον πάτο. Κι όσο λέμε «πάλι καλά» τους αφήνουμε να συνεχίζουν.
Σε εκλιπαρώ, θυμήσου! Θυμήσου αυτά που ονειρευτήκαμε.
Θυμήσου, γιατί μας κάνουν να συνηθίζουμε τη μισοζωή.
Θυμήσου πώς θέλαμε να ζήσουμε. Για να γίνει η ανάμνηση πραγματικότητα, γι’ αυτό πρέπει να παλέψουμε…
Η συνήθεια… Αυτό με τρομάζει πιο πολύ απ’ όλα. Γιατί πια έχουν περάσει
σχεδόν 4 χρόνια από τότε που ξέσπασε η κρίση. Και 4 χρόνια στη μιζέρια
είναι πολλά.
Στην αρχή ήταν το σοκ. Δεν φανταζόμασταν πού μπορούσαν
να φτάσουν. Σκεφτόμασταν ότι θα ήταν μονάχα μια μικρή θυσία για να σωθεί
ο τόπος. Έτσι μας είπαν δηλαδή. Άσε που στην αρχή δεν φαινόταν τι θα
κάνανε σε μας. Σε σένα και σε μένα που δεν είχαμε τελειώσει ακόμα τις
σπουδές μας.
Ζοριστήκαμε, όταν μας έκοψαν οι γονείς 50 ευρώ κι αργότερα
100. Συγκατοικήσαμε με τους φίλους μας, για να μειωθούν τα έξοδα. Κόψαμε
το ποτό και αρχίσαμε να πίνουμε μπίρα. Αλλά ήμασταν καλά ακόμα.
Αργότερα
τα πράγματα άρχισαν να μαυρίζουν ακόμα περισσότερο. Τόσο πολύ που το
μέλλον χάθηκε στο σκοτάδι. Λίγο φως βλέπαμε μόνο τις στιγμές που
γεμίσαμε τους δρόμους. Τις στιγμές που τους δείξαμε ότι είμαστε πολλοί.
Μετά από αυτές πάλι σκοτάδι. Και δεν είναι μόνο τα 4 χρόνια που έχουν
περάσει. Είναι και που έχουμε καιρό να δούμε λίγο φως, για να πάρουμε
λίγο θάρρος. Έχουμε καιρό να τους δείξουμε ότι δεν το έχουμε βάλει κάτω.
Το αρχικό οικονομικό στένεμα έγινε εξαφάνιση. Αυτό μας έκαναν. Αυτό
ήταν που δε φαινόταν από την αρχή ότι θα μας κάνουν. Μας εξαφάνισαν.
Μας
στέρησαν την ύπαρξη σε αυτή τη χώρα, αφού μας αφαίρεσαν τη δυνατότητα
να σκεφτούμε για το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τη χώρα μας, να
δουλέψουμε γι αυτήν, να ζήσουμε εδώ. Μας γέρασαν!
Κάποτε λέγαμε: «Δεν θα γίνουμε η γενιά των 700 ευρώ» και συνηθίσαμε να παίρνουμε 300 και να λέμε πάλι καλά.
«Θα σπουδάσω αυτό, γιατί μου αρέσει και θέλω να δουλέψω εκεί» και τώρα γίναμε συμβασιούχοι σε προγράμματα ανέργων ή μετανάστες.
«Θέλω να γίνω ανεξάρτητος και να βγάζω τα δικά μου λεφτά» και τώρα αναγκαζόμαστε να μένουμε με τους γονείς μας μέχρι τα 30.
Αλλά σε εκλιπαρώ, θυμήσου. Θυμήσου όσα ονειρεύτηκες για σένα. Θυμήσου πώς φαντάστηκες τον κόσμο.
Δεν
πρέπει να συνηθίσουμε τη μιζέρια. Δεν είναι φυσιολογικό οι νέοι αυτού
του τόπου να μη μπορούν να ζήσουν, να ασφυκτιούν, να οδηγούνται στην
κατάθλιψη. Είναι θλιβερό να μας λένε ότι ο μόνος ρόλος που έχουμε εμείς,
το μέλλον του τόπου κατά τα άλλα, είναι αυτός του κομπάρσου. Δεν είναι
φυσιολογικό σε μία χώρα να μην τηρείται το Σύνταγμα. Δεν είναι
φυσιολογικό σε μια χώρα οι πολίτες να θεωρούν δεδομένο ότι οι πολιτικοί
θα τους κοροϊδέψουν. Δεν είναι φυσιολογικό μια χώρα να είναι γεμάτη από
άστεγους, από ανθρώπους που δεν έχουν ρεύμα, από ανθρώπους που δεν έχουν
να φάνε. Είναι εξοργιστικό στην Ελλάδα του 2014 να πεθαίνει κόσμος
εξαιτίας της κρίσης είτε επειδή αυτοκτονεί, είτε επειδή στερείται τα
στοιχειώδη. Δεν γίνεται να αισθάνεται τυχερός όποιος ακόμα δεν έχει
απολυθεί.
Σε μια χώρα οι άνθρωποι πρέπει να δουλεύουν, να ζουν
αξιοπρεπώς από τη δουλειά τους και να προσφέρουν με αυτήν. Πρέπει οι
νέοι να είναι η πρώτη μέριμνα κάθε χώρας. Πρέπει οι πολιτικοί να
σέβονται αυτό το λαό. Να τον υπηρετούν.
Όχι, δεν πρέπει να λέμε και «μη χειρότερα». Είμαστε στον πάτο. Κι όσο λέμε «πάλι καλά» τους αφήνουμε να συνεχίζουν.
Σε εκλιπαρώ, θυμήσου! Θυμήσου αυτά που ονειρευτήκαμε.
Θυμήσου, γιατί μας κάνουν να συνηθίζουμε τη μισοζωή.
Θυμήσου πώς θέλαμε να ζήσουμε. Για να γίνει η ανάμνηση πραγματικότητα, γι’ αυτό πρέπει να παλέψουμε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου