Μωρίας Εγκώμιον...
Σε άρθρο του κ. Δ. Δαβέττα, «Αριστερός νεοφιλελευθερισμός;»-το
ερωτηματικό είναι ρητορικό- στον «Ελεύθερο Τύπο», (24/4/2014), ο
σύμβουλος του πρωθυπουργού, επιχειρεί μια νεοφιλελεύθερη ανάγνωση της
ιστορίας.
Με μια σειρά από επιχειρήματα που ξεκινούν από τον Ολάντ, περνούν από τον Λέον Μπλούμ και καταλήγουν στον ΣΥΡΙΖΑ, αποδεικνύεται η νομοτέλεια που διέπει το ιστορικό γίγνεσθαι και η οποία οδηγεί στον θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού. Γι αυτό και στο τέλος του άρθρου, απευθύνονται παραινέσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τους έλληνες εν γένει, ώστε να καταλάβουν-δηλαδή να αποδεχθούν- τη νέα πραγματικότητα, τη νομοτέλεια της νεοφιλελεύθερης στροφής.
Ο κ. Δαββέτας εξαγάγει το συμπέρασμά του αναλύοντας την περίπτωση Ολάντ, ο οποίος, προεκλογικά, μαζί με την «παρέα του» και στην υπηρεσία των «αριστερόστροφων ιδεών» τους, υποσχέθηκε ανάπτυξη, έτσι ώστε «χρησιμοποίησε την κενσιανή λογική του «θα δώσω, θα δώσω» για κατανάλωση». ‘Όμως, επειδή «Ο αριστερός λόγος δεν εναρμονίστηκε με την παγκοσμιοποίηση, τις αγορές, τα χρηματοπιστωτικά κέντρα….», ο Ολάντ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την «αριστερόστροφη λογική», διορίζοντας ως πρωθυπουργό τον Manuel Valls, τον Σαρκοζί της αριστεράς. Έτσι, ο Ολάντ, αφενός εγκατέλειψε την «αριστερόστροφη λογική», ενώ αφετέρου, στράφηκε φιλικά προς τον καπιταλισμό των αγορών. Γιατί… «οι αγορές δεν αστειεύονται».
Το ίδιο συμπέρασμα βγάζει ο αρθρογράφος από την περίπτωση του Λ. Μπλουμ, ο οποίος, πιστεύοντας στην μελλοντική ήττα της οικονομίας της αγοράς, διαψεύστηκε παταγωδώς, αφού αντίθετα, επήλθε η ισχυροποίησή της.
Άρα-σύμφωνα με τον αρθρογράφο-, υπάρχει μια ηττημένη ευρωαριστερή λογική, που δείχνει ότι «σε θέματα ισότητας, κοινωνίας και δικαιοσύνης, υπάρχει ιδεολογική στροφή». Να λοιπόν η απόδειξη ότι «αυτή η παλαιό-επαναστατική φρασεολογία κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας νεοφιλελεύθερης στροφής, ενός αριστερού νεοφιλελευθερισμού».
Είναι φανερό ότι ο κ. Δαββέτας, ως υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς, των χρηματοπιστωτικών κέντρων, της παγκοσμιοποίησης και του καπιταλισμού, βιάζεται να εξαγάγει τα νομοτελειακά του συμπεράσματα, ως προς την αιώνια επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού. Γι αυτό άλλωστε αναπέμπει παραινέσεις προς τους έλληνες να αποδεχτούν την μοίρα που τους επιφυλάσσει ο θεός των αγορών. Όμως, η στροφή Ολάντ και η διάψευση του Μπλουμ, αποτελούν επαρκείς αποδείξεις του νεοφιλελεύθερου θριάμβου και του τέλους της ιστορίας;
Αν υποθέσουμε ότι τα όσα γράφει ο αρθρογράφος συνιστούν επιχειρηματολογία- και όχι αυθαίρετη ερμηνεία-, η επιχειρηματολογία αυτή στερείται λογικής συνοχής, γιατί, εντελώς αυθαίρετα, ταυτίζεται ο κεϋνσιανισμός του Ολάντ, με τον «αριστερό λόγο». Ο αρθρογράφος αγνοεί ίσως ότι ο κεϋνσιανισμός είναι ένας ακραιφνής καπιταλισμός, ο οποίος σηματοδότησε τον μεταπολεμικό ελιγμό του καπιταλιστικού συστήματος, μπροστά στον κίνδυνο να υποστεί μια ιστορική ήττα: Ήταν η συνθηκολόγηση του κεφαλαίου με τον κόσμο της εργασίας, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχισθεί απρόσκοπτα η αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Επιπλέον, ο αρθρογράφος παρακάμπτει το γεγονός ότι η Γαλλία δεν διαθέτει κρατική τράπεζα και εθνικό νόμισμα, ώστε να ασκήσει οποιοιδήποτε είδους κεϋνσιανισμό. Οπότε, οι προεκλογικές διακηρύξεις Ολάντ-ανάλογες με του ΠΑΣΟΚ-εντάσσονται σε ένα σχέδιο κατάληψης της εξουσίας και εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών, δηλαδή, παραπλάνησης. Αυθαίρετη επίσης είναι η ταύτιση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας- τύπου Ολάντ- με την αριστερά, ώστε ο αρθρογράφος να συμπεραίνει ότι «ο αριστερός λόγος δεν εναρμονίστηκε με την παγκοσμιοποίηση…».
Ακόμη όμως και το γεγονός ότι διαψεύσθηκε ο Μπλουμ, αναφορικά με την επικράτηση του σοβιετικού μαρξισμού, αυτό δεν συνιστά εξ ανάγκης θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού-ο οποίος ήδη παραπαίει-, αλλά περισσότερο, αποτυχία του σοβιετικού μοντέλου.
Τώρα, το ότι η «επαναστατική φρασεολογία, κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας νεοφιλελεύθερης στροφής, ενός αριστερού νεοφιλελευθερισμού», φαίνεται ότι αποτελεί όχι κάποιο συμπέρασμα-αφού δεν τεκμαίρεται από τα προηγούμενα-, αλλά ευχή ίσως του αρθρογράφου.
Γιατί ο τετράχρονος σχεδόν, νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός της χώρας, αποδεικνύει εντελώς το αντίθετο: ότι η νεοφιλελεύθερη δεξιά κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας κομμουνιστικής στροφής, ενός δεξιού κομμουνισμού.
Γιατί, πως αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τον ανελέητο κρατισμό της νεοφιλελεύθερης παράταξης, που με τεχνάσματα, όπως η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, με καταιγισμό νόμων και ρυθμίσεων, με αστυνομική βία και προπαγάνδα, αποσκοπεί στην πλήρη φτωχοποίηση και κινεζοποίηση του έλληνα, αλλά και στη κατάσχεση της περιουσίας του; Τουλάχιστον, ο σοβιετικός κομμουνισμός παρείχε κάποιες εγγυήσεις επιβίωσης. Αντίθετα, ο δεξιός, εγγυάται μόνο κέρδη για τις ελίτ.
Ο κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Γ. Χάμπερμας, σε συνέντευξή του, έχει σχολιάσει ως εξής την «νεοφιλελεύθερη (ελληνική) στροφή» που ευαγγελίζονται οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού: «Οι όροι αυτοί μου θυμίζουν τις συνθήκες της όψιμης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που οδήγησαν στην κατάληψη της εξουσίας από το φασισμό….(.)…Μια Δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν το σύνολο του πληθυσμού έχει την αίσθηση ότι κηδεμονεύεται από μια τρόικα, η οποία δεν κάνει τίποτε άλλο από το να "μεταφράζει" τις προσταγές των τραπεζών και των χρηματαγορών σε μέτρα λιτότητας και σε πακέτα διάσωσης…(.)….Με αυτό τον τρόπο οι Έλληνες πολίτες δεν θα κερδίσουν τη δημοκρατική αυτοσυνειδησία τους, την οποία χρειάζονται για να αντισταθούν στην κατάρρευση του πολιτικού πολιτισμού τους». (εφημερίδα των Συντακτών, 21/07/2013.)
Όμως, αντίθετα από τις προβλέψεις των νεοφιλελεύθερων οπαδών του θρησκείας της αγοράς, που θεωρούν την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού ως το αναγκαίο τέλος της ιστορίας -δάνειο από τον ιστορικό υλισμό των οπαδών του Μαρξ-, και όχι ως αποτέλεσμα της βίας που ασκεί συντονισμένα η συνασπισμένη παγκόσμια ελίτ, η πραγματικότητα τους διαψεύδει.
Η επάνοδος του εθνικισμού- και του πατριωτικού μαρξισμού-, θα καταρρίψει το όραμα της παγκόσμιας αγοράς υπό την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Γιατί η ιστορία δεν υπακούει σε καμιά νομοτέλεια, δεν κινείται με την γραμμικότητα του νεοφιλελεύθερου υλισμού, αλλά είναι πάντα υπό διαπραγμάτευση.
Σουλτάνης Γρ.
Με μια σειρά από επιχειρήματα που ξεκινούν από τον Ολάντ, περνούν από τον Λέον Μπλούμ και καταλήγουν στον ΣΥΡΙΖΑ, αποδεικνύεται η νομοτέλεια που διέπει το ιστορικό γίγνεσθαι και η οποία οδηγεί στον θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού. Γι αυτό και στο τέλος του άρθρου, απευθύνονται παραινέσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τους έλληνες εν γένει, ώστε να καταλάβουν-δηλαδή να αποδεχθούν- τη νέα πραγματικότητα, τη νομοτέλεια της νεοφιλελεύθερης στροφής.
Ο κ. Δαββέτας εξαγάγει το συμπέρασμά του αναλύοντας την περίπτωση Ολάντ, ο οποίος, προεκλογικά, μαζί με την «παρέα του» και στην υπηρεσία των «αριστερόστροφων ιδεών» τους, υποσχέθηκε ανάπτυξη, έτσι ώστε «χρησιμοποίησε την κενσιανή λογική του «θα δώσω, θα δώσω» για κατανάλωση». ‘Όμως, επειδή «Ο αριστερός λόγος δεν εναρμονίστηκε με την παγκοσμιοποίηση, τις αγορές, τα χρηματοπιστωτικά κέντρα….», ο Ολάντ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την «αριστερόστροφη λογική», διορίζοντας ως πρωθυπουργό τον Manuel Valls, τον Σαρκοζί της αριστεράς. Έτσι, ο Ολάντ, αφενός εγκατέλειψε την «αριστερόστροφη λογική», ενώ αφετέρου, στράφηκε φιλικά προς τον καπιταλισμό των αγορών. Γιατί… «οι αγορές δεν αστειεύονται».
Το ίδιο συμπέρασμα βγάζει ο αρθρογράφος από την περίπτωση του Λ. Μπλουμ, ο οποίος, πιστεύοντας στην μελλοντική ήττα της οικονομίας της αγοράς, διαψεύστηκε παταγωδώς, αφού αντίθετα, επήλθε η ισχυροποίησή της.
Άρα-σύμφωνα με τον αρθρογράφο-, υπάρχει μια ηττημένη ευρωαριστερή λογική, που δείχνει ότι «σε θέματα ισότητας, κοινωνίας και δικαιοσύνης, υπάρχει ιδεολογική στροφή». Να λοιπόν η απόδειξη ότι «αυτή η παλαιό-επαναστατική φρασεολογία κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας νεοφιλελεύθερης στροφής, ενός αριστερού νεοφιλελευθερισμού».
Είναι φανερό ότι ο κ. Δαββέτας, ως υπέρμαχος της ελεύθερης αγοράς, των χρηματοπιστωτικών κέντρων, της παγκοσμιοποίησης και του καπιταλισμού, βιάζεται να εξαγάγει τα νομοτελειακά του συμπεράσματα, ως προς την αιώνια επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού. Γι αυτό άλλωστε αναπέμπει παραινέσεις προς τους έλληνες να αποδεχτούν την μοίρα που τους επιφυλάσσει ο θεός των αγορών. Όμως, η στροφή Ολάντ και η διάψευση του Μπλουμ, αποτελούν επαρκείς αποδείξεις του νεοφιλελεύθερου θριάμβου και του τέλους της ιστορίας;
Αν υποθέσουμε ότι τα όσα γράφει ο αρθρογράφος συνιστούν επιχειρηματολογία- και όχι αυθαίρετη ερμηνεία-, η επιχειρηματολογία αυτή στερείται λογικής συνοχής, γιατί, εντελώς αυθαίρετα, ταυτίζεται ο κεϋνσιανισμός του Ολάντ, με τον «αριστερό λόγο». Ο αρθρογράφος αγνοεί ίσως ότι ο κεϋνσιανισμός είναι ένας ακραιφνής καπιταλισμός, ο οποίος σηματοδότησε τον μεταπολεμικό ελιγμό του καπιταλιστικού συστήματος, μπροστά στον κίνδυνο να υποστεί μια ιστορική ήττα: Ήταν η συνθηκολόγηση του κεφαλαίου με τον κόσμο της εργασίας, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχισθεί απρόσκοπτα η αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Επιπλέον, ο αρθρογράφος παρακάμπτει το γεγονός ότι η Γαλλία δεν διαθέτει κρατική τράπεζα και εθνικό νόμισμα, ώστε να ασκήσει οποιοιδήποτε είδους κεϋνσιανισμό. Οπότε, οι προεκλογικές διακηρύξεις Ολάντ-ανάλογες με του ΠΑΣΟΚ-εντάσσονται σε ένα σχέδιο κατάληψης της εξουσίας και εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών, δηλαδή, παραπλάνησης. Αυθαίρετη επίσης είναι η ταύτιση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας- τύπου Ολάντ- με την αριστερά, ώστε ο αρθρογράφος να συμπεραίνει ότι «ο αριστερός λόγος δεν εναρμονίστηκε με την παγκοσμιοποίηση…».
Ακόμη όμως και το γεγονός ότι διαψεύσθηκε ο Μπλουμ, αναφορικά με την επικράτηση του σοβιετικού μαρξισμού, αυτό δεν συνιστά εξ ανάγκης θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού-ο οποίος ήδη παραπαίει-, αλλά περισσότερο, αποτυχία του σοβιετικού μοντέλου.
Τώρα, το ότι η «επαναστατική φρασεολογία, κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας νεοφιλελεύθερης στροφής, ενός αριστερού νεοφιλελευθερισμού», φαίνεται ότι αποτελεί όχι κάποιο συμπέρασμα-αφού δεν τεκμαίρεται από τα προηγούμενα-, αλλά ευχή ίσως του αρθρογράφου.
Γιατί ο τετράχρονος σχεδόν, νεοφιλελεύθερος μετασχηματισμός της χώρας, αποδεικνύει εντελώς το αντίθετο: ότι η νεοφιλελεύθερη δεξιά κρύβει μέσα της τη νομοτέλεια μιας κομμουνιστικής στροφής, ενός δεξιού κομμουνισμού.
Γιατί, πως αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τον ανελέητο κρατισμό της νεοφιλελεύθερης παράταξης, που με τεχνάσματα, όπως η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, με καταιγισμό νόμων και ρυθμίσεων, με αστυνομική βία και προπαγάνδα, αποσκοπεί στην πλήρη φτωχοποίηση και κινεζοποίηση του έλληνα, αλλά και στη κατάσχεση της περιουσίας του; Τουλάχιστον, ο σοβιετικός κομμουνισμός παρείχε κάποιες εγγυήσεις επιβίωσης. Αντίθετα, ο δεξιός, εγγυάται μόνο κέρδη για τις ελίτ.
Ο κοινωνιολόγος και φιλόσοφος Γ. Χάμπερμας, σε συνέντευξή του, έχει σχολιάσει ως εξής την «νεοφιλελεύθερη (ελληνική) στροφή» που ευαγγελίζονται οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού: «Οι όροι αυτοί μου θυμίζουν τις συνθήκες της όψιμης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, που οδήγησαν στην κατάληψη της εξουσίας από το φασισμό….(.)…Μια Δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει όταν το σύνολο του πληθυσμού έχει την αίσθηση ότι κηδεμονεύεται από μια τρόικα, η οποία δεν κάνει τίποτε άλλο από το να "μεταφράζει" τις προσταγές των τραπεζών και των χρηματαγορών σε μέτρα λιτότητας και σε πακέτα διάσωσης…(.)….Με αυτό τον τρόπο οι Έλληνες πολίτες δεν θα κερδίσουν τη δημοκρατική αυτοσυνειδησία τους, την οποία χρειάζονται για να αντισταθούν στην κατάρρευση του πολιτικού πολιτισμού τους». (εφημερίδα των Συντακτών, 21/07/2013.)
Όμως, αντίθετα από τις προβλέψεις των νεοφιλελεύθερων οπαδών του θρησκείας της αγοράς, που θεωρούν την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού ως το αναγκαίο τέλος της ιστορίας -δάνειο από τον ιστορικό υλισμό των οπαδών του Μαρξ-, και όχι ως αποτέλεσμα της βίας που ασκεί συντονισμένα η συνασπισμένη παγκόσμια ελίτ, η πραγματικότητα τους διαψεύδει.
Η επάνοδος του εθνικισμού- και του πατριωτικού μαρξισμού-, θα καταρρίψει το όραμα της παγκόσμιας αγοράς υπό την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Γιατί η ιστορία δεν υπακούει σε καμιά νομοτέλεια, δεν κινείται με την γραμμικότητα του νεοφιλελεύθερου υλισμού, αλλά είναι πάντα υπό διαπραγμάτευση.
Σουλτάνης Γρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου