του Ρογήρου, απο τα Ενθεματα...
Η ισχύς των στερεοτύπων
“Στην ελληνική πολιτική σκηνή υπάρχει ένα κυνήγι μαγισσών. Αν θέλουν μάγισσες, ας τις αναζητήσουν στον Μεσαίωνα». Με τον τρόπο αυτό απαντούσε, πριν λίγους μήνες, ιστορικός και μέλος του Κοινοβουλίου στις (κακόπιστες στις περισσότερες περιπτώσεις) επικρίσεις που δεχόταν, επειδή είχε επιχειρήσει να αποδομήσει κάποιον από τους μύθους που περιέχει η επίσημη εθνική αφήγηση της Ιστορίας. Καταφεύγοντας σε έναν άλλο μύθο, η ιστορικός υπέκυπτε, χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί, σε ένα στερεότυπο πολύ πιο ισχυρό, μια και αφορά την πιο συκοφαντημένη ιστορική περίοδο. Αξίζει να το συζητήσουμε, εκτός όλων των άλλων, μιας και οι «μάγισσες στον Μεσαίωνα» αποτελούν κοινό τόπο σαφώς εδραιωμένο στον δημόσιο λόγο και στη συλλογική συνείδηση.
***
Δεν θα ήταν, βεβαίως, δυνατό να υποστηριχθεί ότι οι πρακτικές μαγείας και μαγγανείας ήταν άγνωστες στις μεσαιωνικές κοινωνίες. Απαντούν, άλλωστε, σε όλες τις εποχές και όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, ενώ κάποιες από αυτές ενσωματώνονται, επίσημα ή ανεπίσημα, σε θρησκείες. Όποιος όμως προσπαθήσει να μελετήσει τον Μεσαίωνα αναζητώντας ψυχώσεις και κυνήγια μαγισσών θα έχει την εντύπωση ότι διασχίζει μια έρημο και, φυσικά, θα απογοητευθεί.
Μερικές παράγραφοι σε ένα σύγγραμμα εκκλησιαστικού δικαίου των αρχών του 9ου αιώνα, όπου ο τότε επίσκοπος Ραιτίας προτείνει την επιβολή ατιμωτικών ποινών (χωρίς, πάντως, να μνημονεύει ρητώς τη θανατική ποινή) σε όσους ασχολούνται με τη μαγεία και μαγγανεία. Στοργικές συμβουλές για την καθοδήγηση των παραπλανημένων αυτών ψυχών από τον ηγούμενο Ρηγίνο της Πρυμ, περίπου έναν αιώνα αργότερα. Κανένα ίχνος διωγμών, δικών και καταδικών! Είναι προφανές ότι η μαγεία ως κοινωνικό φαινόμενο δεν απασχόλησε ιδιαίτερα την κοινωνία του Μεσαίωνα.
Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται ακόμη και σε εποχές κατά τις οποίες η Καθολική Εκκλησία εξαπολύει απηνείς διωγμούς κατά των αιρέσεων, έχοντας ήδη προβεί στη σύσταση της Ιεράς Εξέτασης. Στο κλασικό του σύγγραμμα PracticaofficiiInquisitionishereticepravitatis (Τουλούζη, περ. 1323-1324), γνωστό και ως Εγχειρίδιο του Ιεροεξεταστή, ο Βερνάρδος Γκι δεν αφιερώνει ούτε δύο σελίδες στη μαγεία, ενώ οι αναφορές στο δυϊστικό δόγμα των Καθαρών καταλαμβάνουν το μισό περίπου βιβλίο και η εξέταση της αίρεσης των Πτωχών της Λυών απαιτεί μερικές δεκάδες σελίδες.
Είναι αλήθεια ότι το γεγονός που σηματοδοτεί ποιοτική αλλαγή της στάσης της δυτικής Εκκλησίας έναντι της μαγείας είναι σχεδόν σύγχρονο με τη συγγραφή του έργου του δομινικανού ιεροεξεταστή: τον Αύγουστο του 1326, ο πάπας Ιωάννης ΚΒ΄ (Ιάκωβος Ντιέζ της Καόρ) εκδίδει τη βούλλα «superilliusspecula», με την οποία οι πρακτικές μαγείας και μαγγανείας εξομοιώνονται με αίρεση. Πρέπει, όμως, να επισημανθεί ότι ο Ιωάννης ΚΒ΄ (στον οποίο παραδόξως κάποιοι αποδίδουν τη συγγραφή αλχημιστικών βιβλίων) είχε προσωπικούς λόγους να απεχθάνεται τη μαγεία: παραλίγο να δολοφονηθεί από τον επίσκοπο της γενέτειράς του, τον Ούγο Ζερώ, τον οποίο είχε παραπέμψει σε δίκη για οικονομικές ατασθαλίες. Μέσα στην τρέλα και τον πανικό του, ο Ζερώ δεν είχε αρκεσθεί στην προσπάθειά του να δηλητηριάσει τον ποντίφηκα, αλλά είχε καταφύγει και σε πρακτικές μαγείας, καίγοντας κέρινα ομοιώματα του αντιπάλου του!
Στην πραγματικότητα, το πιο σημαντικό είναι η αλλαγή στάσης της κοινωνίας, η οποία ανάγεται στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Παρέλκει, ίσως, η υπόμνηση, των γεγονότων που σημάδεψαν την εποχή: μακροχρόνια οικονομική κρίση, ραγδαία επιδείνωση των κλιματολογικών συνθηκών και, κυρίως, η τρομακτική επιδημία βουβωνικής πανώλης που ξεκληρίζει το ένα τρίτο τουλάχιστον του πληθυσμού της Ευρώπης. Είναι δύσκολο για τον σύγχρονο άνθρωπο να αντιληφθεί τον τρόπο με τον οποίο σημάδεψε τη συλλογική συνείδηση των κοινωνιών της εποχής μια συμφορά τέτοιου μεγέθους. Σε όλα αυτά ας προστεθεί και η αυξανόμενη τάση της κεντρικής εξουσίας (κρατικής και εκκλησιαστικής) για στενότερο έλεγχο των κοινωνιών, κάτι που συνεπάγεται την όλο και μεγαλύτερη χρήση μεθόδων καταστολής. Πρόκειται, όμως, για στοιχεία που δεν χαρακτηρίζουν τόσο τη φεουδαλική οργάνωση του Μεσαίωνα όσο τα κράτη κατά τους Νεότερους Χρόνους.
Οι πρώτες δίκες για μαγεία (χωρίς, πάντως, καταδίκες σε θάνατο) καταγράφονται στην περιοχή της Τουλούζης κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Ακόμη, όμως, και κατά τον Ύστερο Μεσαίωνα αποτελούν περιστασιακό φαινόμενο. Η πραγματική φρενίτιδα με τη μαγεία και το κυνήγι μαγισσών αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Αναγέννησης και των Νεότερων Χρόνων! Τα πρώτα εγχειρίδια οδηγιών για την καταπολέμηση της μαγείας συγγράφονται μετά το 1480: οι Γερμανοί δομινικανοί μοναχοί Ερρίκος Κράμερ (γνωστότερος ως Ινστιτόρις) και Ιάκωβος Σπρέγγερ δημοσιεύουν το διαβόητο σύγγραμα «MalleusMaleficarum» το 1486-1487, ο Γάλλος νομικός Ιωάννης Μποντέν δημοσιεύει τη «Démonomaniedessorciers» το 1580 και ο συνάδελφός του από τη Λωρραίνη Νικόλαος Ρεμύ εκδίδει τη «Δαιμονολατρεία» του το 1592. Όσο για τον παροξυσμό των δικών μαγισσών, αυτός είναι υπόθεση του 17ου αιώνα: από την αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ΄ μέχρι τον Νέο Κόσμο, όλοι ψάχνουν για μάγισσες! Η πασίγνωστη δίκη των Μαγισσών του Σάλεμ στη Μασσαχουσέττη γίνεται το 1698. Στη Γαλλία, ειδικά, η τελευταία δίκη για μαγεία καταγράφεται στο Μπορντώ το 1718. Μάλλον χρειάζεται διαστροφική φαντασία για να καταλογιστούν όλα αυτά στον άμοιρο Μεσαίωνα.
***
Για να είμαστε, άλλωστε, ακριβείς και δίκαιοι, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η στάση του μεσαιωνικού ανθρώπου απέναντι στη μαγεία μοιάζει εκπληκτικά σύγχρονη: η μαγεία αντιμετωπιζόταν περισσότερο ως εκδήλωση ψυχικής ασθένειας. Για τον συμπαθή Ρηγίνο, οι ισχυρισμοί κάποιων γυναικών για συναντήσεις με δαίμονες δεν είναι παρά «αποτελέσματα παραισθήσεων». Όσο για τον Ιωάννη του Σώλσμπρυ, επίσκοπο Σαρτρ (12ος αιώνας), αρκεί απλώς «να μη δίνει κανείς προσοχή σε τόσο αξιοθρήνητες παλαβομάρες»… Οπότε, τι να κάνουμε; Όσο κι αν αυτό δεν αρέσει σε κάποιους, οι άνθρωποι κατά τον Μεσαίωνα δεν είχαν ποτέ ως κύρια απασχόληση το κυνήγι μαγισσών!
Ο Ρογήρος σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Ζει κα εργάζεται στο Λουξεμβούργο. Γράφει στο ιστολόγιο του Ρογήρου (http://rogerios.wordpress.com/).
Εικονα:
Άλμπρεχτ Ντύρερ, «Τέσσερις μάγισσες» 1497
Άλμπρεχτ Ντύρερ, «Τέσσερις μάγισσες» 1497
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου