Αν τους επόμενους δύο μήνες
επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες που φέρουν το ευρωπαϊκό διευθυντήριο έτοιμο
για μια ακόμη «γενναιόδωρη» αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αυτό θα
σημαίνει ότι οι δανειστές δεν έχουν άλλη λύση από το να στηρίξουν μέχρις
εσχάτων τη σημερινή συγκυβέρνηση Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ.
Έχουν την πολυτέλεια να
τσεκάρουν σχετικά ανώδυνα την «επένδυσή» τους, στις διπλές εκλογές του
Μαΐου. Ανώδυνα, από την άποψη ότι δεν διακυβεύεται η διακυβέρνηση, εκτός
αν το βάρος της ήττας των δύο κομμάτων είναι τόσο μεγάλο, ώστε η μη
προσφυγή σε πρόωρες εθνικές εκλογές να ισοδυναμεί με πραξικόπημα. Εν
ολίγοις, μαζί με τις επιδόσεις των εφεδρειών που θα δοκιμάσουν την τύχη
τους (οι 58 κ.ά.), από τις κάλπες του Μαΐου θα προκύψει συμπέρασμα για
το αν το ευρωδιευθυντήριο και η εγχώρια ελίτ διαθέτουν κυβερνητική λύση ή όχι.
Όπως έχουμε επισημάνει κι άλλες φορές από αυτές τις σελίδες, η ρευστοποίηση του πολιτικού συστήματος τη μνημονιακή τετραετία έχει δημιουργήσει έναν ατελή ακόμη διπολισμό. Ατελή όχι μόνο μαθηματικά, με βάση τα δημοσκοπικά ποσοστά που συγκεντρώνουν ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., αλλά και από τη σκοπιά των στρατηγικών διακυβευμάτων που κάθε πόλος προβάλλει. Η Ν.Δ. έχει ξεκαθαρίσει ήδη ότι στις εκλογές του Μαΐου θα θέσει και πάλι στο επίκεντρο το δίλημμα «ναι ή όχι στην Ευρώπη». Αυτό θολώνει το τοπίο, καθώς και ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του επιδιώκει να τονίζει συστηματικά το ευρωπαϊκό του στίγμα, έστω και εναλλακτικό. Έτσι κι αλλιώς, δημιουργείται ένα πεδίο επικάλυψης που προκαλεί συγχύσεις για τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές.
Απέναντι στο τοπίο του ατελούς διπολισμού υπάρχει μια πραγματικά αχαρτογράφητη κοινή γνώμη. Η δημοσκοπική υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ είναι πια αδιαμφισβήτητη, αλλά αντισταθμίζεται από την επίσης σταθερή καταγραφή μιας μεγάλης ομάδας πολιτών που επιμένουν στη σιωπή τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, εξ όσων έχουμε αντιληφθεί, επιχειρεί να συγκινήσει την «ομάδα της σιωπής» με την τακτική της «αμφίπλευρης διεύρυνσης». Θεμιτό και κατανοητό για αξιωματική αντιπολίτευση που ζητεί από τους πολίτες ψήφο διακυβέρνησης. Ωστόσο, η αμφίπλευρη διεύρυνση είναι μια διεργασία που αφορά παράγοντες και πρόσωπα εξοικειωμένους με το πολιτικό παιχνίδι. Επαγγελματίες και ερασιτέχνες της πολιτικής. Το παιχνίδι των μεταγραφών, των διεισδύσεων και των μεταπηδήσεων, στο οποίο επιδίδεται εξαντλητικά, αλλά με άθλια αποτελέσματα και το μνημονιακό μπλοκ, θα είχε νόημα σε μια εποχή που η πολιτική και οι πολιτικοί ακόμη γοήτευαν την κοινή γνώμη. Βρισκόμαστε στον αντίποδα αυτής της κουλτούρας. Διανύουμε περίοδο χαμηλών έως και μηδενικών προσδοκιών από την πολιτική. Κι όχι άδικα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, με τις διευρύνσεις στα δεξιά και αριστερά του πολιτικού φάσματος για ένα κόμμα εξουσίας -πολύ περισσότερο για ένα κόμμα της Αριστεράς- είναι ότι εξαντλούνται σε μια στενή, κουρασμένη και συχνά εκτεθειμένη ελίτ προσώπων και ομάδων. Δύσκολα μπορείς να φτιάξεις το πραγματικά νέο για το οποίο διψά η κοινωνία με ρετάλια του παρελθόντος. Αυτό έπαθαν κι οι 58, παρά την ολόθερμη υποστήριξή τους από το «σύστημα». Και, εν πάση περιπτώσει, το πόσοι πασόκοι, δημαρίτες, κουκουέδες, «αντάρτες» ή πεφωτισμένοι δεξιοί θα πλαισιώσουν την «κυβερνώσα Αριστερά» δεν απαντά στο πρόβλημα της σιωπηρής δύναμης που θα κρίνει την έκβαση της αναμέτρησης.
Στη θέση της οριζόντιας πολιτικής διεύρυνσης η Αριστερά θα έπρεπε να βάλει μια κάθετη διεύρυνση. Μια ολόπλευρη διεύρυνση προς τα κοινωνικά στρώματα που έχουν πληγεί βάναυσα από τη βιαιότητα των Μνημονίων και της κρίσης. Και κυρίως μια διεύρυνση προς τα κάτω, προς τα φτωχότερα, τα πιο αδύναμα και σιωπηλά θύματα της καταστροφής. Προς τους αόρατους ανέργους, προς τη γενιά των 400 ευρώ, τους απλήρωτους εργαζόμενους, τους κατεστραμμένους μικρομεσαίους, τους νέους που ψάχνουν «ευκαιρίες» μετανάστευσης. Υπάρχει τόσο άφθονο και τόσο εκρηκτικό κοινωνικό υλικό τριγύρω μας, τόσοι άνθρωποι που περιμένουν να πουν τον πόνο τους, ν' ακούσουν ένα λόγο παρηγοριάς, ν' αποκτήσουν προσδοκίες, που καθιστούν όλα τ' άλλα σπατάλη δυνάμεων.
Εξάλλου, μια διεύρυνση προς τα κάτω μπορεί να έχει και ευεργετικό, παιδαγωγικό χαρακτήρα για την αριστερά και τους ανθρώπους της, που υπόσχονται να κάνουν τα μνημόνια ιστορία. Η επαφή με γήινους, βασανισμένους, θυμωμένους ανθρώπους μπορεί να δώσει απαντήσεις συχνά πιο στέρεες και ρεαλιστικές από τα προγράμματα του «κομματικού εργαστηρίου». Το αντίστροφο, άλλωστε, είναι η αιτία της δρομολογημένης αποσύνθεσης των μνημονιακών κομμάτων. Κλεισμένοι στις γυάλες τους, συνηθισμένοι να συναναστρέφονται αποκλειστικά με τους ελαχίστους ικανοποιημένους, γοητευμένοι από τις κολακείες των αυλικών τους, συγκλονισμένοι από τη μεγαλοφυΐα της σκέψης τους και την ορθότητα των επιλογών τους, δεν πήραν είδηση για πότε μετέτρεψαν τη δικομματική κληρονομιά του 85% σε έναν ισχνό ερειπιώνα του 25%, και αν...
Όπως έχουμε επισημάνει κι άλλες φορές από αυτές τις σελίδες, η ρευστοποίηση του πολιτικού συστήματος τη μνημονιακή τετραετία έχει δημιουργήσει έναν ατελή ακόμη διπολισμό. Ατελή όχι μόνο μαθηματικά, με βάση τα δημοσκοπικά ποσοστά που συγκεντρώνουν ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ., αλλά και από τη σκοπιά των στρατηγικών διακυβευμάτων που κάθε πόλος προβάλλει. Η Ν.Δ. έχει ξεκαθαρίσει ήδη ότι στις εκλογές του Μαΐου θα θέσει και πάλι στο επίκεντρο το δίλημμα «ναι ή όχι στην Ευρώπη». Αυτό θολώνει το τοπίο, καθώς και ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του επιδιώκει να τονίζει συστηματικά το ευρωπαϊκό του στίγμα, έστω και εναλλακτικό. Έτσι κι αλλιώς, δημιουργείται ένα πεδίο επικάλυψης που προκαλεί συγχύσεις για τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές.
Απέναντι στο τοπίο του ατελούς διπολισμού υπάρχει μια πραγματικά αχαρτογράφητη κοινή γνώμη. Η δημοσκοπική υπεροχή του ΣΥΡΙΖΑ είναι πια αδιαμφισβήτητη, αλλά αντισταθμίζεται από την επίσης σταθερή καταγραφή μιας μεγάλης ομάδας πολιτών που επιμένουν στη σιωπή τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, εξ όσων έχουμε αντιληφθεί, επιχειρεί να συγκινήσει την «ομάδα της σιωπής» με την τακτική της «αμφίπλευρης διεύρυνσης». Θεμιτό και κατανοητό για αξιωματική αντιπολίτευση που ζητεί από τους πολίτες ψήφο διακυβέρνησης. Ωστόσο, η αμφίπλευρη διεύρυνση είναι μια διεργασία που αφορά παράγοντες και πρόσωπα εξοικειωμένους με το πολιτικό παιχνίδι. Επαγγελματίες και ερασιτέχνες της πολιτικής. Το παιχνίδι των μεταγραφών, των διεισδύσεων και των μεταπηδήσεων, στο οποίο επιδίδεται εξαντλητικά, αλλά με άθλια αποτελέσματα και το μνημονιακό μπλοκ, θα είχε νόημα σε μια εποχή που η πολιτική και οι πολιτικοί ακόμη γοήτευαν την κοινή γνώμη. Βρισκόμαστε στον αντίποδα αυτής της κουλτούρας. Διανύουμε περίοδο χαμηλών έως και μηδενικών προσδοκιών από την πολιτική. Κι όχι άδικα.
Το πρόβλημα, λοιπόν, με τις διευρύνσεις στα δεξιά και αριστερά του πολιτικού φάσματος για ένα κόμμα εξουσίας -πολύ περισσότερο για ένα κόμμα της Αριστεράς- είναι ότι εξαντλούνται σε μια στενή, κουρασμένη και συχνά εκτεθειμένη ελίτ προσώπων και ομάδων. Δύσκολα μπορείς να φτιάξεις το πραγματικά νέο για το οποίο διψά η κοινωνία με ρετάλια του παρελθόντος. Αυτό έπαθαν κι οι 58, παρά την ολόθερμη υποστήριξή τους από το «σύστημα». Και, εν πάση περιπτώσει, το πόσοι πασόκοι, δημαρίτες, κουκουέδες, «αντάρτες» ή πεφωτισμένοι δεξιοί θα πλαισιώσουν την «κυβερνώσα Αριστερά» δεν απαντά στο πρόβλημα της σιωπηρής δύναμης που θα κρίνει την έκβαση της αναμέτρησης.
Στη θέση της οριζόντιας πολιτικής διεύρυνσης η Αριστερά θα έπρεπε να βάλει μια κάθετη διεύρυνση. Μια ολόπλευρη διεύρυνση προς τα κοινωνικά στρώματα που έχουν πληγεί βάναυσα από τη βιαιότητα των Μνημονίων και της κρίσης. Και κυρίως μια διεύρυνση προς τα κάτω, προς τα φτωχότερα, τα πιο αδύναμα και σιωπηλά θύματα της καταστροφής. Προς τους αόρατους ανέργους, προς τη γενιά των 400 ευρώ, τους απλήρωτους εργαζόμενους, τους κατεστραμμένους μικρομεσαίους, τους νέους που ψάχνουν «ευκαιρίες» μετανάστευσης. Υπάρχει τόσο άφθονο και τόσο εκρηκτικό κοινωνικό υλικό τριγύρω μας, τόσοι άνθρωποι που περιμένουν να πουν τον πόνο τους, ν' ακούσουν ένα λόγο παρηγοριάς, ν' αποκτήσουν προσδοκίες, που καθιστούν όλα τ' άλλα σπατάλη δυνάμεων.
Εξάλλου, μια διεύρυνση προς τα κάτω μπορεί να έχει και ευεργετικό, παιδαγωγικό χαρακτήρα για την αριστερά και τους ανθρώπους της, που υπόσχονται να κάνουν τα μνημόνια ιστορία. Η επαφή με γήινους, βασανισμένους, θυμωμένους ανθρώπους μπορεί να δώσει απαντήσεις συχνά πιο στέρεες και ρεαλιστικές από τα προγράμματα του «κομματικού εργαστηρίου». Το αντίστροφο, άλλωστε, είναι η αιτία της δρομολογημένης αποσύνθεσης των μνημονιακών κομμάτων. Κλεισμένοι στις γυάλες τους, συνηθισμένοι να συναναστρέφονται αποκλειστικά με τους ελαχίστους ικανοποιημένους, γοητευμένοι από τις κολακείες των αυλικών τους, συγκλονισμένοι από τη μεγαλοφυΐα της σκέψης τους και την ορθότητα των επιλογών τους, δεν πήραν είδηση για πότε μετέτρεψαν τη δικομματική κληρονομιά του 85% σε έναν ισχνό ερειπιώνα του 25%, και αν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου