Την περασμένη Κυριακή παίχθηκε στην
Ελβετία προεόρτιο για το προαναγγελλόμενο ευρωπαϊκό δράμα στις
επικείμενες ευρωεκλογές. Η ελβετική λαϊκή ετυμηγορία αξίωσε ποσοστώσεις
στην εγκατάσταση μεταναστών όχι μόνον από χώρες εκτός Ευρώπης,
αλλά και
από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση, με την οποία εν τούτοις η Ελβετία
διατηρεί προνομιακή συμφωνία από το 2002 για ελεύθερη κυκλοφορία και
εγκατάσταση εργαζομένων.
Από τις Βρυξέλλες, πολλοί
ανησυχούν με το πλήγμα στην ευρωπαϊκή συνεργασία, στιγματίζουν τον
ανερχόμενο λαϊκισμό και εθνικισμό σε όλες τις χώρες της Ενωσης, εν
τούτοις δεν κάνουν τίποτα για να εξαλείψουν τις αιτίες που τον
εκτρέφουν, ακλόνητοι σε άκαρπες πεποιθήσεις, με τις οποίες η «νόσος» του
λαϊκισμού και εθνικισμού επιδεινώνεται. Η οδός της ύφεσης και του
αποπληθωρισμού, με αιτιολογία την υποθετική «εξυγίανση», στην οποία
δεσμεύεται σήμερα η Ευρώπη, εισπράττεται ως έφοδος προς συντριβή των
κοινωνικά αδυνάμων.
ΗΕλβετία δεν πλήττεται ιδιαίτερα από την κρίση. Η ανεργία
ανέρχεται σε 3%, υπάρχει εργασία για όλους, ακόμη και μετανάστες, κυρίως
από ευρωπαϊκές χώρες, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία. Εν τούτοις,
καταγράφεται κοινωνική δυσφορία, που, εν αδυναμία διαφορετικής
διεξόδου, καταλήγει στην ξενοφοβία. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος
είναι περισσότερο ιδεολογικό προϊόν, δεν έχει τόσο σχέση με το ελβετικό
οικονομικό πρόβλημα όσο κυρίως με φαντασιώσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι το
πρόβλημα δεν υπάρχει: οι φαντασιώσεις αρκούν για να το δημιουργήσουν.
Με την ανακοίνωση της ετυμηγορίας, η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν τη
χαιρέτισε ως «πλήγμα κατά των καταστροφικών δογμάτων της κατάργησης
συνόρων, κατά των ευρωπαϊστικών και τεχνοκρατικών ελίτ, κατά της
ιδεολογίας του πολιτικά ορθού, που διέπει τη διαχείριση των ευρωπαϊκών
πραγμάτων».
Ενώ οι «ξένοι» βρίσκονται στις πόλεις, αυτές με μεγάλη
πλειοψηφία απέρριψαν τους προτεινόμενους περιορισμούς. Αντίθετα, οι
αγροτικές περιοχές, εκεί όπου οι «ξένοι» σπανίζουν, τους ενέκριναν με εξ
ίσου μεγάλη αντίστροφη πλειοψηφία. Οι γερμανόφωνες περιοχές τους
ψήφισαν, οι λατινόφωνες, γαλλόφωνες και ιταλόφωνες, τους απέρριψαν.
Το ακροδεξιό Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα, υπό την ηγεσία του
επιχειρηματία Κρίστοφ Μπλόχερ, με 25% των ψήφων, συγκέντρωσε πλειοψηφία
άνω του 50%, μόνο εναντίον όλων των αριστεροδεξιών κομμάτων, εργατικών
συνδικάτων, οικονομικών ελίτ. Η σοσιαλίστρια υπουργός Δικαιοσύνης,
Σιμονέτα Σομαρούγκα, διερωτάται: «Πού χάθηκαν οι οπαδοί των άλλων
κομμάτων; Γιατί δεν ακολούθησαν τις εκκλήσεις τους σε τόσο σημαντικό
ζήτημα;». Στο παρελθόν, το ΕΛΚ, μόνο εναντίον όλων, κέρδισε ακόμη δύο
δημοψηφίσματα: την απαγόρευση μιναρέδων και την απόρριψη της ένταξης
στην Ε.Ε.
Οεθνικισμός και η αναζήτηση ταυτότητος από τις λαϊκές τάξεις
αναβιώνουν σήμερα στην Ελβετία, όπως και στην Ευρώπη. Αυτό διαπιστώνεται
από όλους, χωρίς ωστόσο να αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα, παρά μόνον για
αποδοκιμασίες και εξορκισμούς. Αφού οι αριστερές, προοδευτικές και
κοσμοπολίτικες ιδεολογίες δεν ασχολούνται με αυτό, το πρόβλημα, έστω και
φαντασιακό, προσφέρεται στην πιο συντηρητική και αντιδραστική
οικειοποίηση. Ο ευρωπαϊσμός και η παγκοσμιοποίηση δημιουργούν καυτά
προβλήματα, που εγκαταλείπονται έκθετα στη λαϊκιστική και εθνικιστική
δημαγωγία. Ωστόσο, εφ' όσον το πρόβλημα ταυτότητος και εθνικής
κυριαρχίας τίθεται, έστω και φαντασιακά, δεν ήταν διόλου αναγκαίο ούτε
βέβαια αποτελεσματικό η διαχείρισή του να μονοπωλείται από τους οπαδούς
της αναδίπλωσης στα εθνικά πλαίσια και του κλεισίματος των συνόρων.
Αλλωστε, η ανάγκη του πληθυσμού για ταυτοτική επιβεβαίωση ικανοποιείται
περισσότερο σε συνθήκες συμβίωσης με «ξένους», παρά σε πλαίσιο εθνικής
απομόνωσης.
ΗΕυρώπη των 27, με πληθυσμό 50% ανώτερο της Αμερικής, δέχεται
μεταναστευτικές εισροές από τρίτες χώρες κατά 50% λιγότερες: 3
εκατομμύρια μεταναστών το χρόνο η δεύτερη, 1,5 εκατομμύριο η πρώτη. Ενα
τοις εκατό του πληθυσμού η ετήσια μεταναστευτική εισροή στο Νέο Κόσμο,
0,33% στον Παλαιό. Εν τούτοις, ο Νέος δεν έχει πρόβλημα με τη συνύπαρξη
διαφορετικών ταυτοτήτων, ενώ ο Παλαιός όχι μόνον έχει, αλλά και το
οξύνει και επιμένει να το αγνοεί, θεωρώντας ότι πρόκειται για λαϊκιστική
δημαγωγία. Ωστόσο, άλλο η δημαγωγία, άλλο το πρόβλημα.
Βασική ανευθυνότητα της Ευρώπης: ενώ αναγνωρίζει σε κάθε
μετανάστη, ακόμη και παράνομο, πλήρη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το
δικαίωμα σε δικαστική απόφαση για την απέλασή του και δικαίωμα έφεσης,
εν τούτοις δεν αναλαμβάνει το κόστος παραμονής και ασφάλειας στη χώρα
υποδοχής, το επιρρίπτει στις εθνικές αρχές, αυτές με τη σειρά τους στις
ασθενέστερες χώρες, εκτεθειμένες στις εισόδους της ευρωπαϊκής
επικράτειας και τελικά στις περιφερειακές κοινωνίες.
Εκτός από την κρίση τους, οι τελευταίες όχι μόνον επιβαρύνονται
με πρόσθετα προβλήματα από τις ανολοκλήρωτες ανθρωπιστικές ευρωπαϊκές
αποφάσεις, που πάντως δεν εξασφαλίζουν το κόστος της εφαρμογής τους,
εντείνοντας έτσι τα αισθήματα ανασφάλειας των πολιτών, αλλά και λόγω της
αδυναμίας τους να τις τηρήσουν, διασύρονται ως «ξενοφοβικές» και
«ρατσιστικές».
Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ζαν Ζορές (1859-1914), ούτε κατά
διάνοια εθνικιστής, ετόνιζε ότι «αυτός που χάνει τα πάντα, αρπάζεται από
την ταυτότητα, το τελευταίο που του απομένει». Εάν η εθνικιστική
αναδίπλωση είναι λάθος απάντηση, το πρόβλημα, ακόμη και αν θεωρηθεί
«φαντασιακό», δεν είναι λιγότερο «πραγματικό»: η φαντασίωση, έστω και
νοσηρή, αποτελεί επίσης πραγματικότητα.
kvergo@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου