Του Μάνου Αυγερίδη, απο το Red Note Book...
Τετάρτη, 28 Μάη. Στις 25 ψηφίσαμε, αλλά
είναι ακόμα εδώ. Δεν θα φύγουν, θα τους διώξουμε. Με αγώνες. Η Αριστερά
πρώτη. Πρώτη φορά. Προεκλογική συνθηματολογία και μετεκλογική
πραγματικότητα, σαν τηλεγράφημα. Η νύχτα της Κυριακής ήταν από αυτές που
σε παίρνει ο ύπνος αργά, μπερδεμένο και εξαντλημένο.
Η επόμενη μέρα από αυτές που ξυπνάς, νωρίς,
δυνατός και αισιόδοξος. Τη νύχτα υπερίσχυε η κούραση, η υπερένταση και
τα ανάμεικτα συναισθήματα: Το «παρά τσακ» του Γαβριήλ και η νίκη της
Δούρου στο νήμα, η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές και το ποσοστό που
«δεν είναι τόσο μεγάλο όσο ελπίζαμε». Μια σειρά αναμετρήσεις που
κρίθηκαν στον πόντο, νίκες και ήττες. Η δύσκολη (από πολλές πλευρές)
εμπειρία στα εκλογικά τμήματα. Η επικράτηση της μαφίας σε Πειραιά και
Βόλο, το ποσοστό της Χρυσής Αυγής. Το γαμώτο για το ΚΚΕ.
Όλα τα παραπάνω ισχύουν. Βλέποντας όμως
κανείς τη μεγάλη εικόνα, δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι βρισκόμαστε
πια σε ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο. Ένα μετεκλογικό τοπίο με νέα
δεδομένα και συγχρόνως ένα πεδίο δράσης που δεν μπορεί παρά να μας
γεμίζει αν όχι αισιοδοξία (αλλά γιατί όχι;), σίγουρα δύναμη και ευθύνη.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα απ’ την αρχή. Καταρχάς από τις
ευρωεκλογές· τις ευρωπαϊκές ευρωεκλογές.
Τρεις Ευρώπες, οι εξής δύο
Μεγάλος νικητής των ευρωεκλογών, λένε, ο
«ευρωσκεπτικισμός»… Η επιλογή αυτού του μάλλον ασαφούς και ιδεολογικά
ουδέτερου όρου για να περιγραφεί η εκλογική έκρηξη υπερσυντηρητικών,
ξενοφοβικών και εθνοκεντρικών κομμάτων, κυρίως στη Γαλλία και τη Μεγάλη
Βρετανία, είναι σίγουρα προβληματική αλλά και σε ένα βαθμό κατανοητή και
μάλλον όχι ανακριβής.
Διότι τι είναι αυτό που διακρίνει τα συγκεκριμένα
μορφώματα από πολλά κόμματα-μέλη του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (όπως η
ακροδεξιά ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά), αν όχι η αντίθεση με την υπαρκτή
Ευρώπη, σε επίπεδο, τουλάχιστον διακηρύξεων; Είναι σαφές πως ο δεξιός
και ακροδεξιός ευρωσκεπτικισμός είναι σπλάχνο απ’ τα σπλάχνα της
παντοδύναμης Ευρωπαϊκής Δεξιάς, στον κόρφο της οποίας ανατράφηκε,
γιγαντώθηκε και απ’ τον οποίον πλέον αυτονομήθηκε, συγκροτώντας έναν νέο
ισχυρό πόλο στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Το αναδυόμενο ρεύμα για μια «Ευρώπη των
εθνών-κρατών» λοιπόν –και συγχρόνως για μια Ευρώπη του περαιτέρω
κοινωνικού συντηρητισμού, του ρατσισμού και της
μισαλλοδοξίας—εμφανίζεται ως το νέο αντίπαλο δέος στον γερασμένο,
γραφειοκρατικό μηχανισμό του νεοφιλελευθερισμού, του τζόγου και των
μεγάλων τραπεζών, των κοινωνικών και εθνικών ανισοτήτων, των εθνικών και
υπερεθνικών συμφερόντων, των λόμπι και της θρησκείας των αγορών. Την
Ευρωπαϊκή Ένωση που έχτισαν και υποστηρίζουν από κοινού –παρά τις
επιμέρους αντιθέσεις και αποχρώσεις—τα συντηρητικά και τα
σοσιαλδημοκρατικά ευρωπαϊκά κόμματα. Πίσω ολοταχώς;
Απέναντι σ’ αυτούς, μια ενισχυμένη και
ανανεωμένη Ευρωπαϊκή Αριστερά. Όχι τόσο ενισχυμένη και ανανεωμένη ώστε
να αναγνωρίζεται αδιαμφισβήτητα ως ο ισχυρός «άλλος» στο κεντρικό
ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό. Αλλά πάντως μια καταγεγραμμένη και δυνητικά
ανερχόμενη δύναμη, που μπορεί πλέον πιέσει, να συγκρουστεί και να παίξει
ρόλο στις αποφάσεις, να διαμορφώσει συσχετισμούς και να αναζητήσει
συμμαχίες στους πάνω και στους κάτω.
Ας μείνω λίγο «στους κάτω»: Η Ευρωπαϊκή
Αριστερά και τα κόμματα που την αποτελούν, οφείλουν να επιστρέψουν στα
κινήματα μέρος της δυναμικής και της εμπειρίας που άντλησαν από αυτά όλο
αυτό το διάστημα της κρίσης και των αγώνων· οφείλουν να προστατευθούν,
μ’ έναν τρόπο, από την αποστείρωση και τους περιορισμούς του άγονου
χώρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Βρυξελλών και του Στρασβούργου.
Μια δημιουργική συνδιαλλαγή με τις κοινωνίες και τα κινήματα είναι εκ
των ων ουκ άνευ – όχι μόνο πλέον σε επίπεδο διαμαρτυρίας και αντίστασης,
αλλά και προγραμματικής διαμόρφωσης, αποστολή που περιέγραψε ωραία ο
Αλέξης Μπένος πριν από τις εκλογές, στην εκδήλωση του RedNotebook και της Εποχής «Η ριζοσπαστική Αριστερά απ’ τη συνθήκη του Μάαστριχ μέχρι σήμερα».
Δεν πέφτουν αν δεν τους ρίξουμε
Σ’ αυτό το νέο τοπίο, καλώς ή κακώς,
σημαντικό ρόλο καλείται να παίξει ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ελλάδα. Για ένα σωρό
λόγους, στους οποίους έρχεται να προστεθεί το γεγονός ότι σ’ αυτές τις
εκλογές οι έλληνες πολίτες ήταν οι μόνοι που επέλεξαν μαζικά Αριστερά
–χωρίς αυτό να σημαίνει πως όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι αριστεροί στις
ιδέες και την καθημερινότητά τους ή ότι έχουν όλοι τις ίδιες προσδοκίες
και τα ίδια συμφέροντα. Η επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, ωστόσο, η
πρωτιά και οι 4 μονάδες της διαφοράς απ’ τον δεύτερο είναι μεγάλη και
ιστορική.
Η προσπάθεια αυτή η επιτυχία να μετριαστεί
εκ των υστέρων δείχνει, κατά τη γνώμη μου, δύο πράγματα: Πρώτον, για να
αρχίζουμε με τα του οίκου μας, ότι αν υπάρχει ένα «ταβάνι», αυτό είναι
του προεκλογικού βερμπαλισμού και της επικοινωνιακής εκτόξευσης· θα
εξηγήσω λίγο περισσότερο τι εννοώ, παρακάτω. Δεύτερον, και σε συνάρτηση
με το πρώτο, είναι σαφές πια (και θα έπρεπε να είναι ήδη σαφές) πως δεν
πρόκειται να πέσουν εύκολα. Η κυβέρνηση και το σύστημα συμφερόντων που
την υποστηρίζει θα κάνουν ό,τι χρειαστεί και κάτι παραπάνω για να
γαντζωθούν όσο το δυνατόν περισσότερο στην εξουσία.
Όπως πολύ σωστά είπε ο Αλέξης Τσίπρας τη
νύχτα της Κυριακής στα Προπύλαια: «Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να φύγουν
μόνοι τους, θα τους ρίξουμε με τους αγώνες μας». Το πρόβλημα είναι πως
μέχρι την Κυριακή λέγαμε (και πολλοί το πιστεύαμε κιόλας;) πως
«ψηφίζουμε και φεύγουν». Τόσο εύκολα; Ασφαλώς όχι. Θα φύγουν μόνο αν
πείσουμε στην πράξη για την εντιμότητα, τη φρεσκάδα, την ικανότητα και
το πρόγραμμά μας. Θα φύγουν μόνο αν πείσουμε στην πράξη πως «δεν είμαστε
όλοι ίδιοι». Έτσι, όχι μόνο θα φύγουν, αλλά θα μπορέσουμε να χτίσουμε
και την αναγκαία σχέση εμπιστοσύνης και συμμετοχής που θα μας επιτρέψει,
όταν έρθει η ώρα, να πραγματοποιήσουμε τις ριζοσπαστικές τομές που
οφείλει να επιδιώξει ένα κόμμα αν θέλει να λέγεται αριστερό. Ένα τέτοιο
πεδίο δράσης, λοιπόν, είναι πια οι δήμοι κι οι περιφέρειες της χώρας.
Έξω τα κόμματα, μέσα οι κομματάρχες…
Τι έγινε όμως στις αυτοδιοικητικές εκλογές,
ποιος κέρδισε; Για μένα, χωρίς δεύτερη σκέψη η απάντηση είναι μία, την
οποία οφείλει να μάθει και η μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων (γιατί δεν είμαι
σίγουρος ότι την ξέρει): κέρδισε το ΠΑΣΟΚ. Το παλιό (και νέο) καλό ΠΑΣΟΚ
των μηχανισμών, της διαφθοράς, της εκλογικής πελατείας και των
εκβιασμών. Αυτή τη φορά, οι υποψήφιοι του ΠΑΣΟΚ (και της Νέας
Δημοκρατίας σε ένα βαθμό) σε αρκετούς δήμους και κυρίως στις
περιφέρειες, με την ευελιξία που τους χαρακτηρίζει, ντύθηκαν το μανδύα
του ακκομάτιστου, του «νέου και άξιου», χρησιμοποιώντας βέβαια στο
έπακρον όλους τους βαθιά ριζωμένους μηχανισμούς, τις εξαρτήσεις και τις
μεθόδους των τοπικών κοινωνιών. «Πέρα και πάνω από κόμματα»,
επαναλάμβαναν συντονισμένα, εννοώντας βεβαια πέρα και πάνω απ’ το κόμμα
της Αριστεράς, τον ΣΥΡΙΖΑ, τις συλλογικότητες και τα κινήματα. Στις
περισσότερες των περιπτώσεων, δύσκολα ή εύκολα, κέρδισαν. Αυτοί που δεν
κέρδισαν (και θα το καταλάβουν σύντομα) είναι οι πολίτες, και ιδιαίτερα
οι πολίτες εκείνοι που έχουν πληγεί πιο πολύ απ’ την κρίση και τη
διαχείρισή της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ απ’ την πλευρά του, κατά τη γνώμη
μου, έκανε λάθη. Δεν μένουν όμως αυτά στο τέλος, αλλά οι πολλές
περιπτώσεις των τοπικών παρατάξεων και των συλλογικοτήτων που
αγωνίστηκαν με ειλικρίνια, εντιμότητα, γνώση και σημαντική δουλειά
υποδομής, κερδίζοντας ή χάνοντας· δείχνοντας, πάντως, πως το παιχνίδι
όχι μόνο δεν έχει χαθεί, αλλά ότι είναι ακριβώς εδώ και ακριβώς αυτό.
…και ένα νέο «κίνημα χωρίς μεσάζοντες»
Ως συμπλήρωμα στα παραπάνω, με τα οποία θα
τελειώσω αυτό το σχόλιο, υπήρξε κι ένα νέο και πολύ απειλητικό φαινόμενο
στις προχθεσινές αυτοδιοικητικές εκλογές: Η εμφάνιση και τελική
επικράτηση συνδυασμών συγκροτούμενων απ’ το πιο χυδαίο μείγμα
επιχειρηματιών, λαϊφστάλ περσόνων, ανθρώπων του υποκόσμου και λούμπεν
εκλογικών στρατών. Τα πιο ηχηρά, βέβαια, παραδείγματα είναι αυτά του
Πειραιά και του Βόλου, όπου, όπως λέει και μια φίλη, παίχτηκε ξεκάθαρα
άλλη μπάλα.
Αυτό το νέο ιδιότυπο «κίνημα χωρίς
μεσάζοντες», όπου τα ιδιωτικά συμφέροντα και ο υπόκοσμος αποφασίζουν και
αναλαμβάνουν να διαχειριστούν τις υποθέσεις τους αυτοπροσώπως, χωρίς τη
μεσολάβηση της αστικής πολιτικής εξουσίας, είναι ένα νέο και δύσκολο
γήπεδο για την Αριστερά, στο οποίο όμως μπορεί και πρέπει να βγει
νικήτρια. Αν συνυπολογίσουμε μάλιστα και τη συνδρομή των ακροδεξιών και
ναζιστικών δυνάμεων σε αυτές τις κινήσεις, η μάχη γίνεται ακόμα πιο
κρίσιμη· παίρνει χαρακτηριστικά μιας υπαρξιακής μάχης ενάντια στην
περαιτέρω φασιστικοποίηση της πολιτικής ζωής και της κοινωνίας.
ΣΥΡΙΖΑ παντού;
Τα δεδομένα είναι τα εξής: Σε 21 δήμους (10
εκ των οποίων στην Αττική) και δύο περιφέρειες (συμπεριλαμβανομένης της
μεγαλύτερης όλων) έχουν εκλεγεί αντίστοιχοι δήμαρχοι και περιφερειάρχες
υποστηριζόμενοι απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ. Δήμαρχοι και περιφερειάρχες δηλαδή, στη
συντριπτική τους πλειοψηφία αριστεροί και αριστερές. Μαζί τους μια
πλειάδα δημοτικών και περιφερειακών συμβούλων και πέραν αυτών, μια σειρά
παρατάξεις που δεν κατάφεραν να πάρουν τους δήμους και τις περιφέρειες
αλλά έφτασαν κοντά και εξέλεξαν αρκετούς συμβούλους. Αυτό είναι, εδώ και
τώρα, το πεδίο δράσης και η μεγάλη ευκαιρία της Αριστεράς να δείξει πως
γίνεται και διαφορετικά.
ΣΥΡΙΖΑ παντού, λοιπόν, ναι. Αλλά ποιος ΣΥΡΙΖΑ; Ο ΣΥΡΙΖΑ της
εντιμότητας και της δημιουργίας, του συγκροτημένου και συγχρόνως
ανοιχτού προγράμματος σε συνεχή διαπραγμάτευση με την κοινωνία, ο ΣΥΡΙΖΑ
της γειτονιάς και συγχρόνως της συνεχούς διεκδίκησης σε κεντρικό
επίπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δάσκαλος και μαθητής, που διαμορφώνει την κοινωνία και
διαμορφώνεται από τις ανάγκες της· που κερδίζει την εμπιστοσύνη και τη
συμμετοχή των πολιτών, γιατί χωρίς αυτήν δεν μπορεί και δεν έχει νόημα
να υπάρχει. Ο ΣΥΡΙΖΑ της αλληλεγγύης, της συναίνεσης και των ρήξεων.
Ένας ΣΥΡΙΖΑ που, για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, δεν είναι
ακόμα όσο χρειάζεται ισχυρός, αλλά που έχει πια την απτή ευκαιρία να
συγκροτηθεί, με συνεχή δουλειά στο πεδίο. Πιστεύω πως θα τα καταφέρουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου