του Γαβριηλ Σακελλαριδη, απο την Αυγη...
Η μνημονιακή πολιτική εδώ και τρεισήμισι πλέον χρόνια αδιαμφισβήτητα έχει βάλει στο στόχαστρο όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων. Και αυτό το κάνει μεθοδικά, είτε επιτεθέμενη στους δημοσίους υπαλλήλους στο όνομα των ιδιωτικών υπαλλήλων, είτε επιτιθέμενη στους ιδιωτικούς υπαλλήλους στο όνομα των ανέργων. Αυτή η μεθοδολογία δεν αποτελεί απλώς για μία επικοινωνιακή πολιτική που προσπαθεί -μέσω της ρητορικής της υπεράσπισης όσων βρίσκονται «εκτός συντεχνιών»- να διευκολύνει την προώθηση των μέτρων. Αποτελεί κυρίως ένα βασικό ιδεολογικό όπλο του νεοφιλελευθερισμού, στην εποχή της κρίσης του, για να κρατήσει διαιρεμένους τους εργαζομένους και να ενισχύσει τα ιδεολογήματα περί «μη κοινών συμφερόντων» της εργατικής τάξης.
Πώς εξειδικεύεται το παραπάνω ιδεολόγημα στον πολιτικό λόγο της κυβέρνησης και των δορυφόρων της; Τα επιχειρήματα που ακούμε και διαβάζουμε είναι κοινά. «Έχουμε 1,5 εκατομμύριο ανέργους στον ιδιωτικό τομέα, και εσάς σας νοιάζουν οι βολεμένοι του Δημοσίου», «η παραγωγικότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι σαφώς υποδεέστερη των ιδιωτικών», «ο ιδιωτικός τομέας πληρώνει τις αμαρτίες του Δημοσίου, αφού ο τελευταίος δανειζόταν αφειδώς και μας έχει φέρει στη σημερινή κατάσταση». Χαρακτηριστικό δείγμα, το άρθρο της Μιράντας Ξαφά στην Καθημερινή (15/9/2013) με τίτλο «Να κλείσουν οι αμυντικές βιομηχανίες», όπου αναφέρει: «Τη στιγμή που έχουν χάσει τη δουλειά τους σχεδόν 1 εκατομμύριο εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, η αγωνία των πολιτικών και συνδικαλιστών για τους 928 εργαζόμενους στα ΕΑΣ και τις θυγατρικές τους και τους 361 της ΕΛΒΟ αποτελεί υποκρισία».
Υποκρισία αποτελεί το επιχείρημα ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να απολυθούν ή να έχουν υψηλές περικοπές για να επωφεληθούν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Γιατί αυτά μπορεί να υποστηρίζουν οι κυβερνητικοί βουλευτές, και, ενδεχομένως, κάποιοι από αυτούς να τα πιστεύουν, όμως στην ουσία λειτουργούν ως χρήσιμοι ηλίθιοι (χωρίς εισαγωγικά) για να φέρουν εις πέρας έναν άλλο σκοπό, αυτόν της εσωτερικής υποτίμησης που αφορά τους μισθούς σε όλο το φάσμα των εργαζομένων.
Χαρακτηριστική είναι η συζήτηση που λαμβάνει χώρα μεταξύ των ακαδημαϊκών οικονομολόγων σε σχέση με την υπεράσπιση της λιτότητας. Πιο ενδεικτική περίπτωση είναι ο «πολύς» Αλεσίνα του Χάρβαρντ, ο οποίος, έχοντας κάνει σημαία τη θεωρία της «επεκτατικής λιτότητας», σε πρόσφατη μελέτη του1 με μία συνάδελφό του εξηγεί τους πραγματικούς λόγους που χρειάζονται οι απολύσεις και οι περικοπές στον δημόσιο τομέα. Με απλά λόγια, αυτό που ισχυρίζεται είναι ότι όσο πιο πολλοί απολύονται από το Δημόσιο, τόσο περισσότερο μειώνεται η πιθανότητα των ανέργων στον ιδιωτικό τομέα να βρουν εργασία, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να ρίχνουν τις μισθολογικές τους απαιτήσεις. Και προσθέτει ότι όσο πιο πολύ μειώνονται οι μισθοί στον δημόσιο τομέα, όπου τα συνδικάτα είναι πιο ισχυρά, τόσο περισσότερο αποδυναμώνουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη τα συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι μισθοί και στον ιδιωτικό. Αυτό αυξάνει τα κέρδη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, ολοκληρώνοντας τη νεοφιλελεύθερη αφήγηση.
Επομένως, χρησιμοποιείται ο δημόσιος τομέας ως δούρειος ίππος για να αλωθούν οι μισθοί και τα εργασιακά δικαιώματα στον ιδιωτικό τομέα. Οι εργαζόμενοι στην ιδιωτική εκπαίδευση, επομένως, έχουν κάθε λόγο να υπερασπιστούν τους συναδέλφους στους στη δημόσια. Περισσότεροι καθηγητές στη διαθεσιμότητα και μετέπειτα στην ανεργία σημαίνει μεγαλύτερη πίεση στους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, αφού θα αυξηθούν τα πλήθη του εφεδρικού στρατού που θα προσδοκά μία θέση εργασίας στην ιδιωτική εκπαίδευση για ένα κομμάτι ψωμί. Μείωση των μισθών των καθηγητών στον δημόσιο τομέα αποτελεί σήμα για χαμηλότερους μισθούς καθηγητών στον ιδιωτικό τομέα. Και όπου «καθηγητές» μπορούμε να φανταστούμε οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα.
Επομένως, σε καιρούς κρίσης, η ενότητα των συμφερόντων δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων θα πρέπει να είναι πιο αραγής από ποτέ. Αν και αυτό αφορά φυσικά μία αμφίδρομη αλληλεγγύη, δηλαδή και των δημοσίων προς τους ιδιωτικούς υπαλλήλους.
1. A. Alesina and S. Ardagna (2010): "Large Changes in Fiscal Policy: Taxes versus Spending", Tax Policy and the Economy, Τεύχος 24, National Bureau of Economic Research.
Η μνημονιακή πολιτική εδώ και τρεισήμισι πλέον χρόνια αδιαμφισβήτητα έχει βάλει στο στόχαστρο όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων. Και αυτό το κάνει μεθοδικά, είτε επιτεθέμενη στους δημοσίους υπαλλήλους στο όνομα των ιδιωτικών υπαλλήλων, είτε επιτιθέμενη στους ιδιωτικούς υπαλλήλους στο όνομα των ανέργων. Αυτή η μεθοδολογία δεν αποτελεί απλώς για μία επικοινωνιακή πολιτική που προσπαθεί -μέσω της ρητορικής της υπεράσπισης όσων βρίσκονται «εκτός συντεχνιών»- να διευκολύνει την προώθηση των μέτρων. Αποτελεί κυρίως ένα βασικό ιδεολογικό όπλο του νεοφιλελευθερισμού, στην εποχή της κρίσης του, για να κρατήσει διαιρεμένους τους εργαζομένους και να ενισχύσει τα ιδεολογήματα περί «μη κοινών συμφερόντων» της εργατικής τάξης.
Πώς εξειδικεύεται το παραπάνω ιδεολόγημα στον πολιτικό λόγο της κυβέρνησης και των δορυφόρων της; Τα επιχειρήματα που ακούμε και διαβάζουμε είναι κοινά. «Έχουμε 1,5 εκατομμύριο ανέργους στον ιδιωτικό τομέα, και εσάς σας νοιάζουν οι βολεμένοι του Δημοσίου», «η παραγωγικότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι σαφώς υποδεέστερη των ιδιωτικών», «ο ιδιωτικός τομέας πληρώνει τις αμαρτίες του Δημοσίου, αφού ο τελευταίος δανειζόταν αφειδώς και μας έχει φέρει στη σημερινή κατάσταση». Χαρακτηριστικό δείγμα, το άρθρο της Μιράντας Ξαφά στην Καθημερινή (15/9/2013) με τίτλο «Να κλείσουν οι αμυντικές βιομηχανίες», όπου αναφέρει: «Τη στιγμή που έχουν χάσει τη δουλειά τους σχεδόν 1 εκατομμύριο εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, η αγωνία των πολιτικών και συνδικαλιστών για τους 928 εργαζόμενους στα ΕΑΣ και τις θυγατρικές τους και τους 361 της ΕΛΒΟ αποτελεί υποκρισία».
Υποκρισία αποτελεί το επιχείρημα ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να απολυθούν ή να έχουν υψηλές περικοπές για να επωφεληθούν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Γιατί αυτά μπορεί να υποστηρίζουν οι κυβερνητικοί βουλευτές, και, ενδεχομένως, κάποιοι από αυτούς να τα πιστεύουν, όμως στην ουσία λειτουργούν ως χρήσιμοι ηλίθιοι (χωρίς εισαγωγικά) για να φέρουν εις πέρας έναν άλλο σκοπό, αυτόν της εσωτερικής υποτίμησης που αφορά τους μισθούς σε όλο το φάσμα των εργαζομένων.
Χαρακτηριστική είναι η συζήτηση που λαμβάνει χώρα μεταξύ των ακαδημαϊκών οικονομολόγων σε σχέση με την υπεράσπιση της λιτότητας. Πιο ενδεικτική περίπτωση είναι ο «πολύς» Αλεσίνα του Χάρβαρντ, ο οποίος, έχοντας κάνει σημαία τη θεωρία της «επεκτατικής λιτότητας», σε πρόσφατη μελέτη του1 με μία συνάδελφό του εξηγεί τους πραγματικούς λόγους που χρειάζονται οι απολύσεις και οι περικοπές στον δημόσιο τομέα. Με απλά λόγια, αυτό που ισχυρίζεται είναι ότι όσο πιο πολλοί απολύονται από το Δημόσιο, τόσο περισσότερο μειώνεται η πιθανότητα των ανέργων στον ιδιωτικό τομέα να βρουν εργασία, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να ρίχνουν τις μισθολογικές τους απαιτήσεις. Και προσθέτει ότι όσο πιο πολύ μειώνονται οι μισθοί στον δημόσιο τομέα, όπου τα συνδικάτα είναι πιο ισχυρά, τόσο περισσότερο αποδυναμώνουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη τα συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι μισθοί και στον ιδιωτικό. Αυτό αυξάνει τα κέρδη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, ολοκληρώνοντας τη νεοφιλελεύθερη αφήγηση.
Επομένως, χρησιμοποιείται ο δημόσιος τομέας ως δούρειος ίππος για να αλωθούν οι μισθοί και τα εργασιακά δικαιώματα στον ιδιωτικό τομέα. Οι εργαζόμενοι στην ιδιωτική εκπαίδευση, επομένως, έχουν κάθε λόγο να υπερασπιστούν τους συναδέλφους στους στη δημόσια. Περισσότεροι καθηγητές στη διαθεσιμότητα και μετέπειτα στην ανεργία σημαίνει μεγαλύτερη πίεση στους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, αφού θα αυξηθούν τα πλήθη του εφεδρικού στρατού που θα προσδοκά μία θέση εργασίας στην ιδιωτική εκπαίδευση για ένα κομμάτι ψωμί. Μείωση των μισθών των καθηγητών στον δημόσιο τομέα αποτελεί σήμα για χαμηλότερους μισθούς καθηγητών στον ιδιωτικό τομέα. Και όπου «καθηγητές» μπορούμε να φανταστούμε οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα.
Επομένως, σε καιρούς κρίσης, η ενότητα των συμφερόντων δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων θα πρέπει να είναι πιο αραγής από ποτέ. Αν και αυτό αφορά φυσικά μία αμφίδρομη αλληλεγγύη, δηλαδή και των δημοσίων προς τους ιδιωτικούς υπαλλήλους.
1. A. Alesina and S. Ardagna (2010): "Large Changes in Fiscal Policy: Taxes versus Spending", Tax Policy and the Economy, Τεύχος 24, National Bureau of Economic Research.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου