Του Τάσου Τσακίρογλου, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Τα χρόνια της σημιτικής κυριαρχίας και στη συνέχεια της καραμανλικής διακυβέρνησης η έννοια του «πολιτικού πολιτισμού» έπαιξε τον ρόλο ενός άξονα για τον δήθεν εκσυγχρονισμό και τη δήθεν εξημέρωση των πολιτικών ηθών. Η έννοια αυτή έγινε η λυδία λίθος και το κριτήριο για τη μετάβαση σε μια δήθεν μετανεωτερικότητα,στην οποία οι συγκρούσεις (ταξικές, πολιτικές, επικοινωνιακές κ.λπ.) θεωρούνταν χαρακτηριστικό καθυστέρησης και πρωτογονισμού.
Στην πραγματικότητα η έννοια του «πολιτικού πολιτισμού» αποτελούσε και αποτελεί ένα στοιχείο της μετα-δημοκρατικής πολιτικής κατάστασης, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται και ο περίφημος «μεσαίος χώρος», ο οποίος αποτέλεσε το πολιτικό Ιερό Δισκοπότηρο τόσο για τις συντηρητικές όσο και για τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Αυτός ο νεφελώδης «μεσαίος χώρος», το πολιτικό Κέντρο, ουσιαστικά υπονοούσε ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις που παράγονται από τα αντιτιθέμενα συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων έχουν πλέον (ή οφείλουν να έχουν) εκλείψει. Στο πλαίσιο μιας καταναλωτικής κοινωνίας (αυθεντικής ή δάνειας), όλοι μπορούν να έχουν πρόσβαση στα υλικά αγαθά και στα κοινωνικά ωφελήματα και, ως εκ τούτου, εκλείπουν οι αντικειμενικοί λόγοι έκφρασης συγκρουσιακών λογικών.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη σημερινή άγρια κατάσταση; Πώς η Ελλάδα μετατράπηκε «ξαφνικά», μέσα σε λίγα χρόνια, από παράδεισος του πολιτικού πολιτισμού και της ανεκτικής λογικής του live and let live (ζήσε και άσε να ζήσουν) στην κόλαση του νεοναζισμού και της βαρβαρότητας που αυτός εκπροσωπεί;
Στην ουσία η στρέβλωση και η απόκρυψη των κοινωνικών συγκρούσεων και των αντιτιθέμενων ταξικών λογικών για περισσότερα από δέκα χρόνια, αλλά και η κυριαρχία του απολιτικού δόγματος της «υπέρβασης των διαχωριστικών γραμμών» αλλοίωσαν το ταξικό και πολιτικό κριτήριο μιας μεγάλης μάζας πολιτών, οι οποίοι επιχείρησαν να βρουν διαφορετικές «εξόδους διαφυγής» και έκφρασης της κοινωνικής τους διαμαρτυρίας. Κάποιοι κατευθύνθηκαν προς την Αριστερά και κατέστησαν τον ΣΥΡΙΖΑ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κάποιοι εξάντλησαν τα όριά τους μέσω της θολής οργής των «αγανακτισμένων» και κάποιοι άλλοι βρήκαν έκφραση μέσω της ναζιστικής δημαγωγίας, της «αρρενωπής στράτευσης» και του πολιτικού ρεβανσισμού.
Αλλωστε ο δρόμος είχε στρωθεί επί περισσότερο από μία δεκαετία. Η διαδρομή που οδήγησε στο α-πολιτικό «όλοι ίδιοι είναι» πέρασε από τους σταθμούς του «τέλους των ιδεολογιών», της «άρσης των διαχωριστικών γραμμών» και της «κυριαρχίας του μεσαίου χώρου». Δηλαδή εννοιών που έχουν ως κοινωνικό αντίκρισμα μια «πολιτική σούπα» που γέννησε ιδεολογική σύγχυση και πολιτικό αποπροσανατολισμό. Ο φασισμός απευθύνεται ακριβώς σ’ αυτόν τον «χυλό» που συντίθεται από άτομα διαφόρων κοινωνικών τάξεων, ιδεολογιών και πολιτικών τοποθετήσεων και με τα οποία είτε επανδρώνει τα «τάγματα εφόδου» είτε τα χρησιμοποιεί ως κοινωνική οπισθοφυλακή και εφεδρεία.
Η Αριστερά οφείλει έστω και καθυστερημένα να εκπονήσει και να προτείνει ένα σχέδιο συγκρότησης ενιαίου μετώπου από τα κάτω κατά των ναζιστικών ορδών για την υπεράσπιση του δημοκρατικού κεκτημένου. Αυτό απαιτεί και τη σύναψη συμμαχιών με όλα εκείνα τα στρώματα που πιθανώς δεν ταυτίζονται μαζί της, αλλά βλέπουν ως απειλή την άνοδο του φασισμού. Οι λογικές ολιγωρίας με το αιτιολογικό ότι αυτό που ζούμε σήμερα είναι το φάντασμα της δημοκρατίας και η δημοκρατία του νεοφιλελευθερισμού, απλώς ενισχύουν το ιδεολογικό επιχείρημα των ναζιστών ότι οι ίδιοι είναι η Νέμεση του συστήματος και ο Αγγελος Εκδικητής των αμαρτιών του καπιταλισμού. Είναι αυτό που θέλουμε;
Τα χρόνια της σημιτικής κυριαρχίας και στη συνέχεια της καραμανλικής διακυβέρνησης η έννοια του «πολιτικού πολιτισμού» έπαιξε τον ρόλο ενός άξονα για τον δήθεν εκσυγχρονισμό και τη δήθεν εξημέρωση των πολιτικών ηθών. Η έννοια αυτή έγινε η λυδία λίθος και το κριτήριο για τη μετάβαση σε μια δήθεν μετανεωτερικότητα,στην οποία οι συγκρούσεις (ταξικές, πολιτικές, επικοινωνιακές κ.λπ.) θεωρούνταν χαρακτηριστικό καθυστέρησης και πρωτογονισμού.
Στην πραγματικότητα η έννοια του «πολιτικού πολιτισμού» αποτελούσε και αποτελεί ένα στοιχείο της μετα-δημοκρατικής πολιτικής κατάστασης, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται και ο περίφημος «μεσαίος χώρος», ο οποίος αποτέλεσε το πολιτικό Ιερό Δισκοπότηρο τόσο για τις συντηρητικές όσο και για τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Αυτός ο νεφελώδης «μεσαίος χώρος», το πολιτικό Κέντρο, ουσιαστικά υπονοούσε ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις που παράγονται από τα αντιτιθέμενα συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων έχουν πλέον (ή οφείλουν να έχουν) εκλείψει. Στο πλαίσιο μιας καταναλωτικής κοινωνίας (αυθεντικής ή δάνειας), όλοι μπορούν να έχουν πρόσβαση στα υλικά αγαθά και στα κοινωνικά ωφελήματα και, ως εκ τούτου, εκλείπουν οι αντικειμενικοί λόγοι έκφρασης συγκρουσιακών λογικών.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με τη σημερινή άγρια κατάσταση; Πώς η Ελλάδα μετατράπηκε «ξαφνικά», μέσα σε λίγα χρόνια, από παράδεισος του πολιτικού πολιτισμού και της ανεκτικής λογικής του live and let live (ζήσε και άσε να ζήσουν) στην κόλαση του νεοναζισμού και της βαρβαρότητας που αυτός εκπροσωπεί;
Στην ουσία η στρέβλωση και η απόκρυψη των κοινωνικών συγκρούσεων και των αντιτιθέμενων ταξικών λογικών για περισσότερα από δέκα χρόνια, αλλά και η κυριαρχία του απολιτικού δόγματος της «υπέρβασης των διαχωριστικών γραμμών» αλλοίωσαν το ταξικό και πολιτικό κριτήριο μιας μεγάλης μάζας πολιτών, οι οποίοι επιχείρησαν να βρουν διαφορετικές «εξόδους διαφυγής» και έκφρασης της κοινωνικής τους διαμαρτυρίας. Κάποιοι κατευθύνθηκαν προς την Αριστερά και κατέστησαν τον ΣΥΡΙΖΑ κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κάποιοι εξάντλησαν τα όριά τους μέσω της θολής οργής των «αγανακτισμένων» και κάποιοι άλλοι βρήκαν έκφραση μέσω της ναζιστικής δημαγωγίας, της «αρρενωπής στράτευσης» και του πολιτικού ρεβανσισμού.
Αλλωστε ο δρόμος είχε στρωθεί επί περισσότερο από μία δεκαετία. Η διαδρομή που οδήγησε στο α-πολιτικό «όλοι ίδιοι είναι» πέρασε από τους σταθμούς του «τέλους των ιδεολογιών», της «άρσης των διαχωριστικών γραμμών» και της «κυριαρχίας του μεσαίου χώρου». Δηλαδή εννοιών που έχουν ως κοινωνικό αντίκρισμα μια «πολιτική σούπα» που γέννησε ιδεολογική σύγχυση και πολιτικό αποπροσανατολισμό. Ο φασισμός απευθύνεται ακριβώς σ’ αυτόν τον «χυλό» που συντίθεται από άτομα διαφόρων κοινωνικών τάξεων, ιδεολογιών και πολιτικών τοποθετήσεων και με τα οποία είτε επανδρώνει τα «τάγματα εφόδου» είτε τα χρησιμοποιεί ως κοινωνική οπισθοφυλακή και εφεδρεία.
Η Αριστερά οφείλει έστω και καθυστερημένα να εκπονήσει και να προτείνει ένα σχέδιο συγκρότησης ενιαίου μετώπου από τα κάτω κατά των ναζιστικών ορδών για την υπεράσπιση του δημοκρατικού κεκτημένου. Αυτό απαιτεί και τη σύναψη συμμαχιών με όλα εκείνα τα στρώματα που πιθανώς δεν ταυτίζονται μαζί της, αλλά βλέπουν ως απειλή την άνοδο του φασισμού. Οι λογικές ολιγωρίας με το αιτιολογικό ότι αυτό που ζούμε σήμερα είναι το φάντασμα της δημοκρατίας και η δημοκρατία του νεοφιλελευθερισμού, απλώς ενισχύουν το ιδεολογικό επιχείρημα των ναζιστών ότι οι ίδιοι είναι η Νέμεση του συστήματος και ο Αγγελος Εκδικητής των αμαρτιών του καπιταλισμού. Είναι αυτό που θέλουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου