Με τη Χ.Α., τη μακρά αφήγηση που πλέκεται γύρω της, τη μιντιακή απεικόνιση και αναπαράσταση προσώπων, λόγου, πράξεων, ιδεολογικών αναφορών κ.λπ. δημιουργείται μια εξοικείωση με την αισθητική τής βίας και του τρόμου.
Δεν είναι μόνο οι φάτσες και οι βίαιες συμπεριφορές που αναπαριστώνται από τα Μέσα, είναι η επιμονή του βραδύνοος κόσμου να μετέχει σε μια τέτοια συμφωνία. Γιατί το πρόβλημα με το νεοφασισμό είναι ότι αισθητικά και συμπεριφορικά είναι «νόμιμος», κοντινός, σχεδόν οικείος με το συνηθισμένο αίσθημα του κόσμου. Για την ακρίβεια, παρασιτεί στις λαϊκές ροπές και τους αυτοματισμούς, διαστρέφοντάς τα φυσικά. Οταν λείπει κάθε εργαλείο για να διαχειριστεί ο κόσμος τις διαψεύσεις του, τότε αναδύεται ο φασισμός ως η πιο δόκιμη και εμπεριστατωμένη μορφή οφθαλμαπάτης. Προσπαθώντας να στηρίξω την άποψή μου, ας σημειώσω ορισμένες πλευρές του αδιεξόδου πάνω στο οποίο, νομίζω, ότι αγκιστρώνεται ο φασισμός*:
1) Οι απεργίες, ειδικά στο δημόσιο τομέα, είναι στις περισσότερες περιπτώσεις παρωχημένη μορφή πάλης, αφού δεν φαίνεται να προξενούν βλάβη σε κάποιον ταξικό αντίπαλο. Το αντίθετο, ανακουφίζουν εξοικονομώντας πόρους και φθείροντας επικοινωνιακά τον απεργό. Οι οικονομικές επιπτώσεις, δε, στον ίδιο τον απεργό, τις κάνουν θνησιγενείς. Η απεργιακή αφλογιστία θέτει θέμα συνδικαλιστικής τεχνικής και κινηματικής τεχνοτροπίας. Αν δεν μπορείς να διεκδικήσεις, να υπερασπιστείς, τότε τι σου μένει;
2) Η φτώχεια διαμορφώνει δύσκολα ακροατήρια, που στέκονται ανταγωνιστικά προς τη διεκδίκηση, την έγερση, τη συγκρουσιακή επιλογή, αφού δημιουργεί στον πολίτη μια αμυντική και αναχωρητική συμπεριφορά. Η κατακλυσμιαία φτώχεια θέτει δομικά προβλήματα κοινωνικών αρθρώσεων. Δύσκολα ακούει, κατανοεί, εκλογικεύει ο φτωχός στο καβούκι της μιζέριας του.
3) Δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς τα θεωρητικά εργαλεία που να συλλαμβάνουν την ακαριαία πολιτική-διοικητική απόφαση (π.χ. το κλείσιμο 8 νοσοκομείων , 50 σχολείων, την απόλυση 12.000 εργαζομένων κ.λπ.) και να εκλογικεύουν την κατακλυσμιαία ένδεια και τους απόλυτους όρους με τους οποίους εκδηλώνονται αυτά τα φαινόμενα. Η θεωρητική αδυναμία θέτει θέμα εποπτικών μέσων, ακόμη και θεωρητικών παραδόσεων, που αποδυναμωμένες στο εξισωτικό χάος της μεταμοντέρνας κατάστασης αδυνατούν να προβλέψουν το κακό που «τρέχει πιο γρήγορα από τον ίσκιο του».
4) Η αριθμητικά κραταιή ομάδα που ηγεμονεύει στο κοινωνικό σώμα, οι άνεργοι δηλαδή, δεν μπορεί να αποκτήσει κινηματική συγκρότηση ή πολιτική φωνή, ούτε καν να μορφοποιήσει με μια ενότητα την απόταξή της από το παραγωγικό και κοινωνικό σύστημα**. Λειτουργεί λοιπόν ως ανασχετική παράμετρος στο ν' αναπτυχθεί έξυπνη και ευλύγιστη κινηματική κουλτούρα. Η ανεργία, οι αριθμοί και οι ρυθμοί της θέτουν θέμα κλίμακας: πώς να απευθυνθείς για αλληλεγγύη ως εργαζόμενος σε ανέργους, που θεωρούν την ίδια την εργασία (οποιαδήποτε μορφή της, καλή, κακή, εκμεταλλευτική, φτηνή κ.λπ.) πολυτέλεια. Αρα θεωρούν εσένα προνομιούχο. Οι άνεργοι, εκτός από ανέκφραστοι πολιτικά, παραμένουν και κλειστοί ως κοινωνικό ακροατήριο.
5) Το σύστημα αισθητικοποιεί ακαριαία και την αθλιότητα και τη ματαίωση και την εξέγερση, λειτουργώντας ως λιμπιντικό αποχρεμπτικό. Η αισθητικοποίηση εκ μέρους του συστήματος θέτει θέμα συστημικής χωρητικότητας, όπου η αφομοιωτική και ακυρωτική λειτουργία του συστήματος εξουθενώνει τον ίδιο το ριζοσπαστισμό. Κάθε τι (εξέγερση, πολιτικός φόνος, αυτοκτονία, εργασιακή ανατροπή κ.λπ.) γίνεται αντικείμενο αισθητικής (μιντιακής, διαδικτυακής κ.λπ.) διαχείρισης. Θυμόμαστε την απίστευτη εκμετάλλευση της δολοφονίας του Γρηγορόπουλου το 2008, με τους δημόσιους θρήνους καλλιτεχνών (συχνά με στόχους αυτοπροβολής των θρηνούντων), με τα απίστευτα μιντιακά ξεχειλώματα, που αποδυνάμωναν εν τέλει το ακραίο συμβάν (στην περίπτωση του Παύλου Φύσσα, φοβάμαι ότι θα συμβεί στον πολλαπλάσιο βαθμό ο συναισθηματικός σφετερισμός της σπάνιας παλικαριάς του).
Η κάθε παράμετρος απ' αυτές που περιέγραψα γεννάει και ένα ευρύτερο πρόβλημα, που αφορά την ίδια την πολιτική αρχιτεκτονική στη χώρα μας. Να μερικοί λόγοι που οδηγούν στην πολιτική απελπισία. Και όντως η απελπισία είναι η ισχυρότερη πολιτική κατηγορία, η πιο μεστή έννοια που χαρακτηρίζει την πολιτική παραγωγή (το έργο, δηλαδή, της επαγγελματικής πολιτικής) και καταλαμβάνει τους πολιτικούς παραλήπτες, τους πολίτες. Η εξοικείωση που προανέφερα στην αρχή του κειμένου, η συμφιλίωση με τη φασιστική τερατωδία είναι το κεντρικό εργαλείο με το οποίο αυτές οι αμηχανίες και κοινωνικές δυσλειτουργίες αφομοιώνονται. Να, επίσης, μερικοί λόγοι που εξηγούν μια τεράστια ανάγκη για Σχήμα, Μέγεθος και ευδιάκριτο εύκολο Αφήγημα. Οριοθετούν δηλαδή τη δημιουργία σαφούς σχηματισμού με χαρακτηριστικά που «καταλαβαίνει ο κόσμος». Θέτουν (οι λόγοι αυτοί) ένα ερώτημα που βρίσκεται στη συστημική καρδιά: «Δεν υπάρχει λύτρωση για την πτώση, δεν υπάρχει φωνή ίση με την αδικία, ας τρέξω στη βία ή στην ομάδα βίας ή στην ομάδα με σύμβολα βίας». Ο φασισμός αυτό προσφέρει. Σχήμα, σύμβολα και ένταξη. Γι' αυτό τον αναπαράγει η κοινωνία και γι' αυτό η έκλειψη της Χ.Α. δεν πρόκειται να τον εξαφανίσει.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
*Χρησιμοποιώ ορισμένες σκέψεις που μου γέννησε η συζήτησή μου με διανοουμένους από πολλά και διαφορετικά γνωστικά πεδία, στο θέατρο «Εμπρός».
**Δες και Χ. Κάσδαγλη «Το ημερολόγιο ενός ανέργου».
Ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ dsevastakis@arch.ntua.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου