Του Ευάγγελου Γρ. Αυδίκου*, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Η παράδοση έχει γίνει αντικείμενο πολλών σχολίων. Από την υμνολογία στην απόρριψη είναι το πιο συχνό δρομολόγιο. Οι ενδιάμεσες αποχρώσεις απαιτούν ευαισθησία, αναζήτηση της ουσίας, ισορροπημένη σχέση με τον πολιτισμό. Ο φανατισμός συνήθως σχηματοποιεί τα πράγματα. Σε καταστάσεις συναισθηματικής έντασης ξεφεύγουν οι λεπτομέρειες, απουσιάζει η νηφαλιότητα και η σχέση με την παράδοση είναι επιφανειακή.
H παράδοση ήταν το εύκολο θύμα στις μυλόπετρες του διπολισμού, τον οποίο ακολούθησε η ελληνική κοινωνία της τελευταίες δεκαετίες. Στη μια πλευρά, ο κόσμος της προόδου που συνοδεύεται από πλούτη, νεωτερικές ιδέες, κοσμοπολιτισμό, συνεχή ανανέωση σε συναισθήματα, αξίες, αναφορές. Στον αντίποδα, ο παλιός κόσμος που ταυτίστηκε με τη συντήρηση, τα παλιά μυαλά. Συχνά, αυτός ο κόσμος απαξιώθηκε. Αντιμετωπίστηκε υποτιμητικά. Τόσο ήταν το σχοινί του. Η θέση του πλέον ήταν στην αποθήκη, σε κάποιο αρχείο, στην καλύτερη περίπτωση σε επετειακές τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.
Η οικονομική και πολιτισμική κρίση, ωστόσο, άλλαξε τα δεδομένα. Οι άνθρωποι ανακάλυψαν κοινωνικές συμπεριφορές που τους έδωσαν εντυπωσιακά ονόματα. Κοινωνικά κινήματα με αξιομνημόνευτη δράση. Ωστόσο, πρόκειται για μορφές αλληλεγγύης που έρχονται από πολύ παλιά. Αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη στο παρελθόν, τότε που οι άνθρωποι θεωρούσαν την αλληλοβοήθεια συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης υπόστασής τους.
Στις μέρες μας που έχει θεριέψει η κοινωνική κρίση, η παράδοση μπορεί να υποστηρίξει τις ανθρώπινες σχέσεις, να σταθεί αρωγός, οικονομικά και ψυχολογικά, σε όσους δοκιμάζονται από τη φτώχεια και την ανεργία. Οσους κλυδωνίζονται ψυχολογικά. Τα τελευταία χρόνια, παλιά κοινωνικά σχήματα παραμερίστηκαν. Ελειψε η ζεστασιά της γειτονιάς, η αίσθηση της κοινωνικής αλληλεγγύης που μπορεί να εκδηλωθεί στις δύσκολες συνθήκες. Επικράτησε η φιλανθρωπία, συχνά με ιδιοτελή στόχο. Τηλεοπτικοί σταθμοί και διάφοροι οργανισμοί διαφημίζουν την κοινωνική αλληλεγγύη με θορυβώδη τρόπο, συχνά ενοχλητικό. Ελειψε ο σεβασμός στον άνθρωπο, η διακριτικότητα στη βοήθεια.
Στο παρελθόν οι κοινωνίες είχαν υιοθετήσει πιο ισορροπημένες μορφές αλληλοβοήθειας. Ηταν το μεντάτι που στηριζόταν σε ισοδύναμες κοινωνικές σχέσεις. Η βοήθεια απαιτούσε συμμετοχή και ανταπόδοση βοήθειας από όλους, μικρούς και μεγάλους, γυναίκες και άντρες, με σωματική ρώμη ή αδύναμους. Ο καθένας πρόσφερε αυτό που μπορούσε. Για να χτιστούν σπίτια, ν’ ανοίξουν δρόμοι, να γεφυρωθούν ποτάμια, να οργώσουν και να μαζέψουν τη σοδειά. Παντού, σε κάθε τομέα το μεντάτι ήταν η απάντηση στις δυσκολίες. Οσα έργα γίνονται σήμερα αντικείμενο θαυμασμού, είναι αποτέλεσμα ανταποδοτικής συνεργασίας. Ολοι σ’ αυτό το σύστημα έβρισκαν τη θέση τους και η συμμετοχή στο μεντάτι επικύρωνε την ύψιστη αξία της συλλογικότητάς τους.
Προφανώς, η απάντησή μας στην κρίση δεν είναι η παθητική αντιγραφή του παρελθόντος. Οι καιροί έχουν αλλάξει. Ομως, μπορούμε να μαθητεύσουμε σ’ αυτόν τον πολιτισμό αντλώντας εμπειρίες και μοτίβα συμπεριφοράς. Η κρίση μάς ανάγκασε ν’ αναζητήσουμε την αλληλεγγύη. Ωστόσο, η μορφή που παίρνει μοιάζει με φιλανθρωπία. Με οίκτο προς τους αδύναμους. Κι είναι αυτό που κάνει προβληματική αυτού του είδους την αλληλεγγύη. Ταπεινώνει τους ανθρώπους και τους θυμίζει πως επιβιώνουν χάρη στη γενναιοδωρία άλλων. Απουσιάζει η δική τους προσφορά. Η συμμετοχή που κάνει ισορροπημένη τη σχέση της αλληλεγγύης.
Σ’ αυτό το σημείο, μπορεί να φανεί χρήσιμη η παράδοση. Το μεντάτι μπορεί να γίνει οδηγός για μια νέα σχέση κοινωνίας και θυμάτων της κρίσης. Που δεν θα σπρώχνει τους «αδύναμους» στα σχοινιά του κοινωνικού ρινγκ. Αυτό θα συμβεί αν οι έχοντες ανάγκη (άνεργοι, νεόπτωχοι κ.λπ.) παίρνουν τη βοήθεια αλλά το ανταποδίδουν με υπηρεσίες προς τους άλλους. Με αυτο-διαχείριση του συσσιτίου που σε άλλους καιρούς ονομαζόταν ανταμικό. Με προσφορά οιωνδήποτε υπηρεσιών, ανάλογα με τις δεξιότητες, το επάγγελμα, την ηλικία και την αντοχή.
Τα συσσίτια που οργανώνονται είναι το πρώτο βήμα. Το αναγκαίο για την επιβίωση. Ωστόσο, χρειάζεται κάτι περισσότερο που να μη βαθαίνει το κοινωνικό χάσμα. Η εικόνα όσων σιτίζονται τις γιορτές ή άλλες ημέρες από τα συσσίτια των δήμων και άλλων κοινωνικών εταίρων γίνεται συχνά βορά στον αδηφάγο τηλεοπτικό φακό. Οσοι παίρνουν το πλαστικό πιάτο είναι οι κομπάρσοι μιας διαφημιζόμενης κοινωνικής ευαισθησίας, που ωστόσο δεν τους ανατάσσει ψυχολογικά. Απουσιάζει, όμως, η ανάγκη για όλους να νιώσουν τη χαρά ότι κερδίζουν τη ζωή τους. Οτι δεν τους χαρίζεται από ελεήμονες συμπολίτες. Οταν το «δώρο» δεν εξισορροπείται με το «αντίδωρο», τότε δεν παράγονται θετικά συναισθήματα. Χτίζονται σχέσεις εξάρτησης, που υπονομεύουν τον πυρήνα της δημοκρατίας.
Με αφορμή λοιπόν την κρίση οι άνθρωποι ανακάλυψαν τη συντροφικότητα, την ουσία του πολιτισμού. Την αλληλεγγύη. Αρχισαν να σκέφτονται στον πληθυντικό αριθμό. Δεν ζουν μόνοι στον πλανήτη. Υπάρχουν οι αδύναμοι, τα θύματα του σαρκοβόρου νεοφιλελευθερισμού. Η παράδοση έχει να ιστορήσει πολλά για την κοινωνική αλληλεγγύη. Για μια αλληλοβοήθεια που δεν θα δημιουργεί ενοχικά συναισθήματα σε όσους βοηθιούνται. Που θα είναι η αναγνώριση ότι όλοι συμμετέχουν, στο μέτρο του δυνατού, σ’ αυτή την κοινωνική διάδραση.
……………………………………………………………………….
*Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Η παράδοση έχει γίνει αντικείμενο πολλών σχολίων. Από την υμνολογία στην απόρριψη είναι το πιο συχνό δρομολόγιο. Οι ενδιάμεσες αποχρώσεις απαιτούν ευαισθησία, αναζήτηση της ουσίας, ισορροπημένη σχέση με τον πολιτισμό. Ο φανατισμός συνήθως σχηματοποιεί τα πράγματα. Σε καταστάσεις συναισθηματικής έντασης ξεφεύγουν οι λεπτομέρειες, απουσιάζει η νηφαλιότητα και η σχέση με την παράδοση είναι επιφανειακή.
H παράδοση ήταν το εύκολο θύμα στις μυλόπετρες του διπολισμού, τον οποίο ακολούθησε η ελληνική κοινωνία της τελευταίες δεκαετίες. Στη μια πλευρά, ο κόσμος της προόδου που συνοδεύεται από πλούτη, νεωτερικές ιδέες, κοσμοπολιτισμό, συνεχή ανανέωση σε συναισθήματα, αξίες, αναφορές. Στον αντίποδα, ο παλιός κόσμος που ταυτίστηκε με τη συντήρηση, τα παλιά μυαλά. Συχνά, αυτός ο κόσμος απαξιώθηκε. Αντιμετωπίστηκε υποτιμητικά. Τόσο ήταν το σχοινί του. Η θέση του πλέον ήταν στην αποθήκη, σε κάποιο αρχείο, στην καλύτερη περίπτωση σε επετειακές τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.
Η οικονομική και πολιτισμική κρίση, ωστόσο, άλλαξε τα δεδομένα. Οι άνθρωποι ανακάλυψαν κοινωνικές συμπεριφορές που τους έδωσαν εντυπωσιακά ονόματα. Κοινωνικά κινήματα με αξιομνημόνευτη δράση. Ωστόσο, πρόκειται για μορφές αλληλεγγύης που έρχονται από πολύ παλιά. Αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη στο παρελθόν, τότε που οι άνθρωποι θεωρούσαν την αλληλοβοήθεια συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης υπόστασής τους.
Στις μέρες μας που έχει θεριέψει η κοινωνική κρίση, η παράδοση μπορεί να υποστηρίξει τις ανθρώπινες σχέσεις, να σταθεί αρωγός, οικονομικά και ψυχολογικά, σε όσους δοκιμάζονται από τη φτώχεια και την ανεργία. Οσους κλυδωνίζονται ψυχολογικά. Τα τελευταία χρόνια, παλιά κοινωνικά σχήματα παραμερίστηκαν. Ελειψε η ζεστασιά της γειτονιάς, η αίσθηση της κοινωνικής αλληλεγγύης που μπορεί να εκδηλωθεί στις δύσκολες συνθήκες. Επικράτησε η φιλανθρωπία, συχνά με ιδιοτελή στόχο. Τηλεοπτικοί σταθμοί και διάφοροι οργανισμοί διαφημίζουν την κοινωνική αλληλεγγύη με θορυβώδη τρόπο, συχνά ενοχλητικό. Ελειψε ο σεβασμός στον άνθρωπο, η διακριτικότητα στη βοήθεια.
Στο παρελθόν οι κοινωνίες είχαν υιοθετήσει πιο ισορροπημένες μορφές αλληλοβοήθειας. Ηταν το μεντάτι που στηριζόταν σε ισοδύναμες κοινωνικές σχέσεις. Η βοήθεια απαιτούσε συμμετοχή και ανταπόδοση βοήθειας από όλους, μικρούς και μεγάλους, γυναίκες και άντρες, με σωματική ρώμη ή αδύναμους. Ο καθένας πρόσφερε αυτό που μπορούσε. Για να χτιστούν σπίτια, ν’ ανοίξουν δρόμοι, να γεφυρωθούν ποτάμια, να οργώσουν και να μαζέψουν τη σοδειά. Παντού, σε κάθε τομέα το μεντάτι ήταν η απάντηση στις δυσκολίες. Οσα έργα γίνονται σήμερα αντικείμενο θαυμασμού, είναι αποτέλεσμα ανταποδοτικής συνεργασίας. Ολοι σ’ αυτό το σύστημα έβρισκαν τη θέση τους και η συμμετοχή στο μεντάτι επικύρωνε την ύψιστη αξία της συλλογικότητάς τους.
Προφανώς, η απάντησή μας στην κρίση δεν είναι η παθητική αντιγραφή του παρελθόντος. Οι καιροί έχουν αλλάξει. Ομως, μπορούμε να μαθητεύσουμε σ’ αυτόν τον πολιτισμό αντλώντας εμπειρίες και μοτίβα συμπεριφοράς. Η κρίση μάς ανάγκασε ν’ αναζητήσουμε την αλληλεγγύη. Ωστόσο, η μορφή που παίρνει μοιάζει με φιλανθρωπία. Με οίκτο προς τους αδύναμους. Κι είναι αυτό που κάνει προβληματική αυτού του είδους την αλληλεγγύη. Ταπεινώνει τους ανθρώπους και τους θυμίζει πως επιβιώνουν χάρη στη γενναιοδωρία άλλων. Απουσιάζει η δική τους προσφορά. Η συμμετοχή που κάνει ισορροπημένη τη σχέση της αλληλεγγύης.
Σ’ αυτό το σημείο, μπορεί να φανεί χρήσιμη η παράδοση. Το μεντάτι μπορεί να γίνει οδηγός για μια νέα σχέση κοινωνίας και θυμάτων της κρίσης. Που δεν θα σπρώχνει τους «αδύναμους» στα σχοινιά του κοινωνικού ρινγκ. Αυτό θα συμβεί αν οι έχοντες ανάγκη (άνεργοι, νεόπτωχοι κ.λπ.) παίρνουν τη βοήθεια αλλά το ανταποδίδουν με υπηρεσίες προς τους άλλους. Με αυτο-διαχείριση του συσσιτίου που σε άλλους καιρούς ονομαζόταν ανταμικό. Με προσφορά οιωνδήποτε υπηρεσιών, ανάλογα με τις δεξιότητες, το επάγγελμα, την ηλικία και την αντοχή.
Τα συσσίτια που οργανώνονται είναι το πρώτο βήμα. Το αναγκαίο για την επιβίωση. Ωστόσο, χρειάζεται κάτι περισσότερο που να μη βαθαίνει το κοινωνικό χάσμα. Η εικόνα όσων σιτίζονται τις γιορτές ή άλλες ημέρες από τα συσσίτια των δήμων και άλλων κοινωνικών εταίρων γίνεται συχνά βορά στον αδηφάγο τηλεοπτικό φακό. Οσοι παίρνουν το πλαστικό πιάτο είναι οι κομπάρσοι μιας διαφημιζόμενης κοινωνικής ευαισθησίας, που ωστόσο δεν τους ανατάσσει ψυχολογικά. Απουσιάζει, όμως, η ανάγκη για όλους να νιώσουν τη χαρά ότι κερδίζουν τη ζωή τους. Οτι δεν τους χαρίζεται από ελεήμονες συμπολίτες. Οταν το «δώρο» δεν εξισορροπείται με το «αντίδωρο», τότε δεν παράγονται θετικά συναισθήματα. Χτίζονται σχέσεις εξάρτησης, που υπονομεύουν τον πυρήνα της δημοκρατίας.
Με αφορμή λοιπόν την κρίση οι άνθρωποι ανακάλυψαν τη συντροφικότητα, την ουσία του πολιτισμού. Την αλληλεγγύη. Αρχισαν να σκέφτονται στον πληθυντικό αριθμό. Δεν ζουν μόνοι στον πλανήτη. Υπάρχουν οι αδύναμοι, τα θύματα του σαρκοβόρου νεοφιλελευθερισμού. Η παράδοση έχει να ιστορήσει πολλά για την κοινωνική αλληλεγγύη. Για μια αλληλοβοήθεια που δεν θα δημιουργεί ενοχικά συναισθήματα σε όσους βοηθιούνται. Που θα είναι η αναγνώριση ότι όλοι συμμετέχουν, στο μέτρο του δυνατού, σ’ αυτή την κοινωνική διάδραση.
……………………………………………………………………….
*Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου