Δευτέρα 8 Απριλίου 2013

Σκοτεινά ερωτήματα , δύσκολες επιλογές...

Του Δημήτρη Α. Σεβαστάκη*, απο την Αυγη...
Η τεχνική του «μοναδικού δρόμου», της «έλλειψης άλλης λύσης» που υπερπροβάλλεται από την κυβέρνηση πετυχαίνει αρκετά. Απελευθερώνει τους πολιτικούς εκφραστές και κυβερνητικούς τελεστές από το άγχος να υπερασπίζονται μια πολιτική, η οποία έχει πολιτικό κόστος. Μπορούν μάλιστα να βρίζουν την τρόικα, τον Σόιμπλε, αλλά εντέλει να υπακούουν, αφού «δεν υπάρχει άλλη λύση». Μπορούν να αποστασιοποιούνται από την ασκούμενη «υποχρεωτική» πολιτική. Πετυχαίνουν έτσι να αποδεσμεύονται από τις επιπτώσεις του ίδιου του πολιτικού τους έργου. Μια κουτοπόνηρη ντρίμπλα, που επιχειρεί να μεταμφιέσει την ανικανότητα σε ειλικρίνεια.
Η πολιτική και κυβερνητική πράξη παράγεται στον «αυτόματο» της ευρωπαϊκής αναγκαιότητας από τους αυτονόητα κακούς τροϊκανούς και εμείς (οι πολιτικοί τελεστές δηλαδή) «εκτελούμε, αλλά αθώοι, αφού δυσφορούμε κιόλας». «Τι να κάνουμε; Είναι μια Ευρώπη που δεν μας αρέσει, αλλά εκτός της θα μας φάνε οι λύκοι». Γι' αυτό ήταν ζωτικής σημασίας για την ελληνική πλευρά η καταρράκωση και η συντριβή της Κύπρου.
Αλλά πράγματι στερείται ο τόπος μας άλλης διεξόδου; Πράγματι δεν μπορεί να υποδειχθεί και πολιτικά να κερδηθεί διαφορετική λύση από την εξοργιστικά καταστροφική των τριών τελευταίων ετών; Είναι αλήθεια δηλαδή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και οι υπόλοιπες αριστερές ομάδες και χώροι, δεν μπορούν να υποδείξουν το πολιτικά «άλλο», που θα λειτουργεί, θα αναδιανείμει, θα ισορροπεί, θα εκλογικεύει, θα ανατρέπει;
Νομίζω ένα λάθος είναι ότι έχει υποτιμηθεί, δεν αναλύεται (και άρα παγιδεύει σε μια ρηχή αισιοδοξία) , η δυναμική που κρύβουν οι μνημονικές συμβάσεις. Ότι δηλαδή κάθε στάδιο ενδοτισμού, κάθε υπογεγραμμένη φάση, κάθε στάδιο, Μνημόνιο Ι, ΙΙ, ΙΙΙ κ.λπ. χειροτερεύει τους όρους για αυτόν που θα θελήσει την αλλαγή. Δεν δεσμεύει μόνο τεχνικά, αλλά μετακινεί ολόκληρη τη σκηνή και τα διαμειβόμενα προς τα δεξιά. Δηλαδή οι διάφορες εφαρμογές μετά το 2010 λειτουργούν όλο και ανελαστικότερα για τον ΣΥΡΙΖΑ και τις άλλες αριστερές δυνάμεις, αλλά ακόμα και για τους αντινεοφιλελεύθερους στο εσωτερικό των κομμάτων εξουσίας.
Το κυριότερο όμως, για μένα, δεν είναι οι ποικίλες τεχνικοικονομικές και θεσμικές δυσχέρειες που προστίθενται με κάθε μνημονική μέρα που περνάει. Το κυριότερο είναι ότι η μετατόπιση προς τα δεξιά δεν είναι μόνο στο επίπεδο των θεσμίσεων, αλλά στο επίπεδο της συλλογικής συνείδησης. Είναι απολύτως αδιέξοδη η παρανόηση και η συνακόλουθη καλλιέργεια προσδοκίας, ότι το να εφευρεθεί ο άλλος δρόμος, να διατυπωθεί ο άλλος τρόπος, περίπου είναι σαν τη συγγραφή άλλου στόρυ. Άλλου σεναρίου.
Το κέντρο δεν είναι στον λόγο, αλλά σε έναν βαθύ, υπόρρητο συλλογικό εγερτικό συντονισμό που θα κάνει δυνατή την αλλαγή. Όσο ο λαός βυθίζεται στην ηττοπαθή πολιτική απραξία, τόσο θα διευρύνεται η εμπράγματη Δεξιά, η Δεξιά στις διαρκείς καθημερινές εφαρμογές, αλλά και η μικρή (ή μεγάλη) καθημερινή βία η οποία θα καταλαμβάνει τον κενό χώρο της κοινωνικής έγερσης. Νομίζω είναι υπερβολικά φορμαλιστικό να απαιτεί κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ (και ο ΣΥΡΙΖΑ από τον εαυτό του) την κατασκευή απλώς ενός νέου αφηγήματος, όταν μάλιστα είναι εξαιρετικά δύσκολη η ανατροπή σε εθνικό επίπεδο, ιδίως σε μια μικρή, παραγωγικά εξαρτώμενη χώρα, με εκμηδενισμένη πολιτική υπεραξία και, το κυριότερο, μια χώρα παραδειγματικά κακοδιοικημένη.
Ξέρω ότι τέτοιες σκέψεις για τις κολοσσιαίες δυσκολίες μιας αριστερής διεξόδου μοιάζουν δεξιές ή οπορτουνιστικές. Ότι χρυσώνουν το χάπι του «συμβιβασμού που αναγκαστικά θα έρθει» κλπ Όμως μεγαλύτερη «δεξιά απόκλιση» από τον ύπνο του λαού, δεν υπάρχει. Μεγαλύτερη «δεξιά απόκλιση» από την επιείκεια και τη συγχωρητική κολακεία των διάσπαρτων λαϊκών ελαττωμάτων, δεν υπάρχει. Και μεγαλύτερη ψευδαίσθηση ότι γενικόλογα στερεότυπα θα αφυπνίσουν τα εν υπνώσει αριστερά ανακλαστικά επίσης δεν υπάρχει.
Τις μέρες της κυπριακής κατάρρευσης (και προδοσίας) άκουγα αρκετούς πολίτες, λαϊκούς ανθρώπους, να επιχαίρουν. «Εμείς δηλαδή τι είμαστε και μας τσάκισαν τα χαράτσια; Ξέρεις τι μισθούς είχαν στην Κύπρο;». Ο λαϊκός εκμαυλισμός των 40 τουλάχιστον, χρόνων δεν μπαίνει καν στο στόμα της Αριστεράς ούτε λαμβάνεται υπόψη στο κτίσιμο της κριτικής και της πρότασης. Ο λαϊκός εκμαυλισμός, η ιδιοτελής σχέση με την εξουσία, δεν διαμόρφωσε μόνο τη μικρή διάσπαρτη διαφθορά, αλλά κυρίως τους όρους ηθικής κατάρρευσης και εκμηδένισης του κινήματος, έκλειψης της αλληλεγγύης, εξαφάνισης της σύμπνοιας, αλλά και της πολιτικής οξυδέρκειας. Αυτών των φαινομένων που, έκθαμβοι, βλέπουμε σήμερα.
Η ψόφια λαϊκή συμπεριφορά, η παράλυτη απελπισία, δεν μπορεί να ανορθωθεί από κανένα ΣΥΡΙΖΑ, από καμιά Αριστερά, από καμιά σάλπιγγα, αν δεν συντελεστεί μια δομική ποιοτική ανατροπή στην συλλογική συνείδηση. Εκεί είναι η ρίζα του προβλήματος κι όχι στον Σαμαρά ή στον Σόιμπλε ή στα μικροτεχνάσματα και τις κουτοπονηριές του πολιτικού συστήματος. Και το πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται πάνω στην κρυφή πληγή και ενοχή του καθένα, για σύμπασα τη νέα Αριστερά, είναι πιο απόκρημνο, πιο απροσδόκητο και πιο αμφίσημο.

* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, Αν. καθηγητής ΕΜΠ dsevastakis@arch.ntua.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων