της Μαριαννας Τζιαντζη...
Ένα βιβλιοπωλείο δεν είναι μόνο τα ράφια, το εμπόρευμα, το brand name, η βιτρίνα, ο μάνατζερ, ο ιδιοκτήτης: είναι και οι άνθρωποι που εργάζονται σ’ αυτό. Και στην περίπτωση της Εστίας οι εργαζόμενοί της στάθηκαν άξιοι της μακράς λογοτεχνικής παράδοσης, άξιοι του ιστορικού ονόματος. Ο Νίκος Παντελάκης, όπως και άλλοι που δεν θα μάθουμε το όνομά τους, μπορούσε να βρει ένα βιβλίο ακόμα και με δεμένα μάτια, ψηλαφώντας τα ράφια, μετρώντας τις ράχες, αναγνωρίζοντας το βιβλίο που του είχαμε γυρέψει από το σχήμα και τη μυρωδιά του.
Αυτή την αναγνώριση, που είναι κάτι παραπάνω από την επαγγελματική επάρκεια, δεν τη συναντάμε παντού. Πολλά σημεία πώλησης δεν είναι μόνο αποστειρωμένα, αλλά και άσχετα. Βιβλία, χλωρίνες και γυαλιά ηλίου ατάκτως ερριμμένα. Η «μολοποίηση», το βιβλιοπωλείο σούπερ μάρκετ που στις προθήκες του κυριαρχούν τα μπεστ σέλερ ή τα προοριζόμενα για μπεστ σέλερ δίνουν τον τόνο στην αγορά του βιβλίου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο ως χώρος μύησης, αναζήτησης, επικοινωνίας έχει προ πολλού γίνει εξωτικό είδος.
«Αντώνη, έχουμε το Σέξι νύχτες στην Ακρόπολη;» Έτσι αντέδρασε μια νεαρή υπάλληλος ενός βιβλιο-σουπερ-μάρκετ όταν κάποιος πελάτης ζήτησε τις Έξι νύχτες στην Ακρόπολη του Γιώργου Σεφέρη -και αυτό ΔΕΝ είναι ανέκδοτο. Στην Εστία δε θα συνέβαινε ποτέ κάτι τέτοιο, ούτε στο βιβλιοπωλείο της Δωδώνης, που έκλεισε κι αυτό, ούτε σε πολλά βιβλιοχαρτοπωλεία σε όλη την Ελλάδα που επιβιώνουν με το σουγιά στο κόκαλο, συχνά χάρη στην απλήρωτη εργασία ολόκληρης της οικογένειας.
Μια άλλη Εστία θα βρεθεί, καλύτερη απ’ αυτήν; Χλωμό το βλέπω. Το λουκέτο είναι το σήμα κατατεθέν της νέας μνημονιακής εποχής. Και δεν κλείνουν ή δεν υπολειτουργούν μόνο τα σκυλάδικα, οι μεγάλες πίστες της παραλιακής, τα σύμβολα της ξιπασιάς και της προκλητικής κατανάλωσης, αλλά και άλλες εστίες αν όχι υψηλού πολιτισμού, πάντως εστίες ζωής, τόποι συνάντησης κι επικοινωνίας, όπως το περίπτερο, το καφενείο του (μη τουριστικού) χωριού, το θερινό σινεμά. Η Ομόνοια, ο ομφαλός της κάτω πόλης, έχει γίνει κάτω κόσμος.
Το κλείσιμο της Εστίας είναι απώλεια, είναι ένα χαστούκι στη μνήμη της πόλης. Και εδώ η ιστορική μνήμη δεν είχε γίνει μνημείο, απολίθωμα, αλλά ανάσαινε, της έδιναν πνοή και ζωή οι εργαζόμενοι στο βιβλιοπωλείο, όπως και οι άνθρωποι που μπαινόβγαιναν σ’ αυτό (συγγραφείς και αναγνώστες), ακόμα και εκείνοι που κοντοστέκονταν στη βιτρίνα της. Κάτω από άλλες συνθήκες, αυτοί οι θύλακες ιστορικής μνήμης θα μπορούσαν να εξελιχθούν και να συνυπάρξουν με τα ηλεκτρονικά μέσα, όμως άλλο οι επιθυμίες μας και άλλο η οικονομική πραγματικότητα.
Για εκατομμύρια Έλληνες το βιβλίο είναι απρόσιτος καρπός. Καλύτερα σκέφτονται να κόψεις το βιβλίο, την εφημερίδα, το θέατρο, ακόμα και το καλοριφέρ, παρά να σου κόψουν το ρεύμα. Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την ταχύτητα, την ευκολία, αλλά και το οικονομικό όφελος της διαδικτυακής αγοράς, όμως κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει τη λειτουργία του βιβλιοπωλείου ως χώρου, σαν γέφυρας ανάμεσα στον αναγνώστη και το εμπόρευμα -γιατί το βιβλίο επί αιώνες ήταν «και» εμπόρευμα, χωρίς αυτό να του στερεί τη γοητεία και την αξία του.
Το λουκέτο στην Εστία, το θωρηκτό της αστικής διανόησης, αποκτά εμβληματικό χαρακτήρα, όπως εμβληματικό χαρακτήρα έχει ο Κίτρινος Ποταμός των ενεχυροδανειστήριων. Θύμα της ύφεσης, των μνημονιακών πολιτικών είναι «και» το βιβλιοπωλείο της Εστίας και όχι απλώς της «κοινωνικής αδιαφορίας» ή της επέλασης του Διαδικτύου.
Επιχείρηση Ξένιος Ζευς, Επιχείρηση Θέτις, Σχέδιο Αθηνά και τώρα «Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις Εστία», ενώ ακόμα δεν βρέθηκε το κατάλληλο αρχαιοελληνικό όνομα για το δημοτικό λουκέτο που απειλεί δεκάδες αθηναϊκά θέατρα. (Μήπως Επιχείρηση Μένανδρος;) Πληθαίνουν τα σκονισμένα ισόγεια κουφάρια για τα οποία δεν έχουν δείξει ενδιαφέρον επενδυτές από το Κατάρ. Είναι αυτονόητο ότι ο θρήνος δεν έχει νόημα, όμως έχει νόημα ο κοινός αγώνας με τους ανθρώπους που μάχονται για να ζήσουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους, αλλά και να ζήσει, να μη βουλιάξει ό,τι δίνει νόημα στη ζωή μας... και αυτοί δεν είναι μόνο οι βιβλιοϋπάλληλοι.
Ας κλειστούμε σπίτι μας να δούμε στην οθόνη μας τις Σέξι νύχτες στην Ακρόπολη...
(ΠΡΙΝ, 7.3.13)
Έκλεισε το βιβλιοπωλείο της Εστίας, αφού στη μνημονιακή Λογική δεν χωρά Ευαισθησία.
Όπως εκατοντάδες βιβλιοπωλεία σε όλη την Ελλάδα, έτσι και η Εστία, στη Σόλωνος, ψυχορραγούσε εδώ και τρία χρόνια περίπου και αυτό το ψυχορράγημα το ένιωθαν στο πετσί τους οι δέκα-δώδεκα άνθρωποι που εργάζονταν εδώ. Από το Σεπτέμβριο του 2012 έξι απ’ αυτούς βρίσκονταν σε επίσχεση εργασίας, διεκδικώντας τους μισθούς πολλών μηνών, ενώ στα τέλη Νοεμβρίου έγινε συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το βιβλιοπωλείο, με τη συμπαράσταση του Σωματείου Υπαλλήλων Βιβλίου Χάρτου Αττικής. Δεν βαριέστε. Ψιλά ή μάλλον ανύπαρκτα γράμματα για πολλούς που τώρα θρηνούν για το λουκέτο που μπήκε στο ιστορικό αυτό βιβλιοπωλείο.Ένα βιβλιοπωλείο δεν είναι μόνο τα ράφια, το εμπόρευμα, το brand name, η βιτρίνα, ο μάνατζερ, ο ιδιοκτήτης: είναι και οι άνθρωποι που εργάζονται σ’ αυτό. Και στην περίπτωση της Εστίας οι εργαζόμενοί της στάθηκαν άξιοι της μακράς λογοτεχνικής παράδοσης, άξιοι του ιστορικού ονόματος. Ο Νίκος Παντελάκης, όπως και άλλοι που δεν θα μάθουμε το όνομά τους, μπορούσε να βρει ένα βιβλίο ακόμα και με δεμένα μάτια, ψηλαφώντας τα ράφια, μετρώντας τις ράχες, αναγνωρίζοντας το βιβλίο που του είχαμε γυρέψει από το σχήμα και τη μυρωδιά του.
Αυτή την αναγνώριση, που είναι κάτι παραπάνω από την επαγγελματική επάρκεια, δεν τη συναντάμε παντού. Πολλά σημεία πώλησης δεν είναι μόνο αποστειρωμένα, αλλά και άσχετα. Βιβλία, χλωρίνες και γυαλιά ηλίου ατάκτως ερριμμένα. Η «μολοποίηση», το βιβλιοπωλείο σούπερ μάρκετ που στις προθήκες του κυριαρχούν τα μπεστ σέλερ ή τα προοριζόμενα για μπεστ σέλερ δίνουν τον τόνο στην αγορά του βιβλίου στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Το ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο ως χώρος μύησης, αναζήτησης, επικοινωνίας έχει προ πολλού γίνει εξωτικό είδος.
«Αντώνη, έχουμε το Σέξι νύχτες στην Ακρόπολη;» Έτσι αντέδρασε μια νεαρή υπάλληλος ενός βιβλιο-σουπερ-μάρκετ όταν κάποιος πελάτης ζήτησε τις Έξι νύχτες στην Ακρόπολη του Γιώργου Σεφέρη -και αυτό ΔΕΝ είναι ανέκδοτο. Στην Εστία δε θα συνέβαινε ποτέ κάτι τέτοιο, ούτε στο βιβλιοπωλείο της Δωδώνης, που έκλεισε κι αυτό, ούτε σε πολλά βιβλιοχαρτοπωλεία σε όλη την Ελλάδα που επιβιώνουν με το σουγιά στο κόκαλο, συχνά χάρη στην απλήρωτη εργασία ολόκληρης της οικογένειας.
Μια άλλη Εστία θα βρεθεί, καλύτερη απ’ αυτήν; Χλωμό το βλέπω. Το λουκέτο είναι το σήμα κατατεθέν της νέας μνημονιακής εποχής. Και δεν κλείνουν ή δεν υπολειτουργούν μόνο τα σκυλάδικα, οι μεγάλες πίστες της παραλιακής, τα σύμβολα της ξιπασιάς και της προκλητικής κατανάλωσης, αλλά και άλλες εστίες αν όχι υψηλού πολιτισμού, πάντως εστίες ζωής, τόποι συνάντησης κι επικοινωνίας, όπως το περίπτερο, το καφενείο του (μη τουριστικού) χωριού, το θερινό σινεμά. Η Ομόνοια, ο ομφαλός της κάτω πόλης, έχει γίνει κάτω κόσμος.
Το κλείσιμο της Εστίας είναι απώλεια, είναι ένα χαστούκι στη μνήμη της πόλης. Και εδώ η ιστορική μνήμη δεν είχε γίνει μνημείο, απολίθωμα, αλλά ανάσαινε, της έδιναν πνοή και ζωή οι εργαζόμενοι στο βιβλιοπωλείο, όπως και οι άνθρωποι που μπαινόβγαιναν σ’ αυτό (συγγραφείς και αναγνώστες), ακόμα και εκείνοι που κοντοστέκονταν στη βιτρίνα της. Κάτω από άλλες συνθήκες, αυτοί οι θύλακες ιστορικής μνήμης θα μπορούσαν να εξελιχθούν και να συνυπάρξουν με τα ηλεκτρονικά μέσα, όμως άλλο οι επιθυμίες μας και άλλο η οικονομική πραγματικότητα.
Για εκατομμύρια Έλληνες το βιβλίο είναι απρόσιτος καρπός. Καλύτερα σκέφτονται να κόψεις το βιβλίο, την εφημερίδα, το θέατρο, ακόμα και το καλοριφέρ, παρά να σου κόψουν το ρεύμα. Κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την ταχύτητα, την ευκολία, αλλά και το οικονομικό όφελος της διαδικτυακής αγοράς, όμως κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει τη λειτουργία του βιβλιοπωλείου ως χώρου, σαν γέφυρας ανάμεσα στον αναγνώστη και το εμπόρευμα -γιατί το βιβλίο επί αιώνες ήταν «και» εμπόρευμα, χωρίς αυτό να του στερεί τη γοητεία και την αξία του.
Το λουκέτο στην Εστία, το θωρηκτό της αστικής διανόησης, αποκτά εμβληματικό χαρακτήρα, όπως εμβληματικό χαρακτήρα έχει ο Κίτρινος Ποταμός των ενεχυροδανειστήριων. Θύμα της ύφεσης, των μνημονιακών πολιτικών είναι «και» το βιβλιοπωλείο της Εστίας και όχι απλώς της «κοινωνικής αδιαφορίας» ή της επέλασης του Διαδικτύου.
Επιχείρηση Ξένιος Ζευς, Επιχείρηση Θέτις, Σχέδιο Αθηνά και τώρα «Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις Εστία», ενώ ακόμα δεν βρέθηκε το κατάλληλο αρχαιοελληνικό όνομα για το δημοτικό λουκέτο που απειλεί δεκάδες αθηναϊκά θέατρα. (Μήπως Επιχείρηση Μένανδρος;) Πληθαίνουν τα σκονισμένα ισόγεια κουφάρια για τα οποία δεν έχουν δείξει ενδιαφέρον επενδυτές από το Κατάρ. Είναι αυτονόητο ότι ο θρήνος δεν έχει νόημα, όμως έχει νόημα ο κοινός αγώνας με τους ανθρώπους που μάχονται για να ζήσουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους, αλλά και να ζήσει, να μη βουλιάξει ό,τι δίνει νόημα στη ζωή μας... και αυτοί δεν είναι μόνο οι βιβλιοϋπάλληλοι.
Ας κλειστούμε σπίτι μας να δούμε στην οθόνη μας τις Σέξι νύχτες στην Ακρόπολη...
(ΠΡΙΝ, 7.3.13)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου