Εάν κάποια συζήτηση διεξάγεται στους κόλπους της ευρωπαϊκής Αριστεράς, σίγουρα δεν είναι για την έξοδο από το ευρώ και εθνικές λύσεις στα ευρωπαϊκά προβλήματα, αλλά κυρίως για τη σταθεροποίηση του κοινού νομίσματος έναντι εθνικιστικών απειλών.
Στη Γαλλία και στη Γερμανία αναγνωρίζεται ότι η σταθερότητα της Ευρωζώνης υπονομεύεται όχι από το κοινό νόμισμα, αλλά από το συναγωνισμό λιτότητος ανάμεσα στις χώρες-μέλη. Εφ' όσον το 90% της ευρωπαϊκής παραγωγής καταναλώνεται εντός της Ευρωζώνης, η τελευταία είναι η μεγαλύτερη αγορά όχι μόνον για τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά επίσης για τον εαυτό της. Με τη γενίκευση της λιτότητος πλήττεται κυρίως η ίδια, όπως φυσικά ο υπόλοιπος κόσμος μαζί της. Η ανάγκη σταθεροποίησης του ευρώ και της ευρωπαϊκής οικονομίας προέχει κάθε άλλης συζήτησης και αυτό ισχύει για όλες τις πολιτικές πλευρές, της ευρωπαϊκής Αριστεράς συμπεριλαμβανομένης.
Η συζήτηση αναφέρεται στις αναγκαίες σταθεροποιητικές μεταβιβάσεις πόρων από τις πλεονασματικες περιοχές προς τις ελλειμματικές, ακόμη και μέσω ευρω-ομολόγων ή δανεισμού από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι μεταβιβάσεις δεν είναι ζήτημα αριστερής πολιτικής, αλλά πρακτικής αναγκαιότητος σε συνθήκες κοινού νομίσματος.
Αυτές ισχύουν σε όλες τις περιοχές με κοινό νόμισμα, όπως οι ΗΠΑ, Καναδάς, Γερμανία, και δεν θεσπίσθηκαν από «προοδευτικές» δυνάμεις αλλά από συντηρητικές, όπως οι Ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ, οι Χριστανοδημοκράτες στη Γερμανία. Το Βερολίνο σήμερα δυστροπεί στο να εφαρμόζει στην Ευρωζώνη τον κανόνα που όμως αποδέχεται στο εσωτερικό της χώρας του. Ακόμη και η ενσωμάτωση της Ανατολικής Γερμανίας, από το 1990, αποδείχθηκε εξαιρετικά δαπανηρή επιλογή του συντηρητικού καγκελάριου Κολ, με τεράστια όμως οφέλη για τη δυτική πλευρά, ενώ ο Σοσιαλδημοκράτης Βίλι Μπραντ είχε αντιταχθεί, επικαλούμενος υψηλό κόστος.
Ιστορικά στις ΗΠΑ οι Δημοκρατικοί είχαν αντιταχθεί τόσο στη θέσπιση του δολαρίου ως κοινού νομίσματος μεταξύ των Πολιτειών όσο και στη λειτουργία κεντρικής τράπεζας ως τελικού πιστωτή που αναλαμβάνει πολιτειακά χρέη.
Ομοίως, όταν ο Κέινς εισηγήθηκε την ίδρυση του ΔΝΤ, το 1944, με αρμοδιότητα τις σταθεροποιητικές μεταβιβάσεις πόρων προς ελλειμματικές χώρες σε παγκόσμια κλίμακα, δεν ήταν λόγω αριστερής ιδεολογίας, που πάντως του ήταν απεχθής, αλλά λόγω της ανάγκης σταθεροποίησης του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Οταν ο Ρούζβελτ προπολεμικά εξήγγειλε το Νιου Ντιλ (1935), προς άμεση καταπολέμηση της ανεργίας, δεν ήταν για ιδεολογικούς λόγους, που πάντως του ήσαν ξένοι και ακατανόητοι, αλλά λόγω της ανάγκης σταθεροποίησης του οικονομικού συστήματος. Στη μεταπολεμική Ευρώπη το ευρωπαϊκό κοινωνικό υπόδειγμα δεν θεσπίστηκε από αριστερές δυνάμεις, αλλά από συντηρητικές, όπως ο Ντε Γκολ στη Γαλλία, πάντοτε όμως υπό την απορριπτική κριτική της Αριστεράς. Η τελευταία, προσηλωμένη στην ιδέα της ανατροπής του καπιταλισμού, απέρριπτε ως «ουτοπία» κάθε πρόταση για σταθεροποίηση, είτε σε διεθνή είτε σε εθνική κλίμακα.
Σήμερα, παρά το σαρωτικό μέγεθος της κρίσης, η παραδοσιακή ευρωπαϊκή Αριστερά δεν επωφελείται αρκετά, στο μέτρο που δεν έχει ακόμη απαλλαγεί οριστικά από ιδρυτικές φαντασιώσεις της, που ουσιαστικά την έθεταν στο κοινωνικό και πολιτικό περιθώριο. Ωστόσο, εάν σήμερα κάτι κινείται στο χώρο της, αυτό οφείλεται στο ότι πρώτη φορά μια νέα ευρωπαϊκή Αριστερά εμφανίζει ρεαλιστικές προτάσεις για την απεμπλοκή από αδιέξοδα που άλλοι δημιουργούν.
Εάν στη χώρα μας αυτή φθάνει σήμερα στο κατώφλι της εξουσίας, δεν το οφείλει σε επίδειξη ιδεολογικής ακεραιοφροσύνης, αλλά στο ρεαλισμό των προτάσεών της. Εάν το σημερινό ευρωπαϊκό αδιέξοδο δεν ξεπερασθεί, μοιραία οι χώρες-μέλη θα αναδιπλωθούν σε εθνικές «λύσεις». όμως, εάν αυτό συμβεί, δεν θα οφείλεται στον «ουτοπικό και ανέφικτο» χαρακτήρα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, αλλά στην υπονόμευσή του από εγωιστικούς εθνικισμούς. Και δεν θα είναι λύσεις, αλλά επιδείνωση των προβλημάτων, με επιστροφή στο σενάριο του 1930, του οποίου ουδείς θα επιθυμούσε την αναβίωση.
Ηγερμανική Λίνκε όχι μόνον δεν συζητεί την αποχώρηση από το ευρώ, αλλά σταθερά υποστηρίζει τη λειτουργία της ΕΚΤ ως τελικού πιστωτή για το σύνολο της Ευρωζώνης. Στην Πορτογαλία το Μπλόκο, στην Ισπανία η Ενωμένη Αριστερά, δεν διεκδικούν ούτε κατά διάνοιαν αποχώρηση από το ευρώ, αλλά μάχονται κατά της λιτότητος που το υπονομεύει. Στη Γαλλία το Μέτωπο της Αριστεράς υπό τον Μελανσόν και το ΚΚΓ επικεντρώνονται στην ευθύνη του γερμανικού εθνικισμού για το σημερινό ευρωπαϊκό αδιέξοδο.
Στη χώρα μας, εάν η νέα Αριστερά απογειώνεται, αυτό δεν οφείλεται στο ότι εμφανίζεται δήθεν «άχρωμη και ανυπόληπτη», αλλά στο ότι οι προτάσεις της αναδεικνύουν το ελληνικό αδιέξοδο ως κατ' εξοχήν ευρωπαϊκό.
Η διεκδίκηση επενδυτικού πακέτου τύπου Μάρσαλ για άμεση ανάκαμψη στη νότια Ευρώπη δεν παραπέμπει στον Ψυχρό Πόλεμο -Τρούμαν, Χιροσίμα, Πιουριφόι, όπως κάποιοι υπαιτίως παρανοούν-, αλλά στην ανάγκη σταθεροποίησης της χώρας σήμερα στο γεωπολιτικό πλαίσιό της.
Η αλληλεγγύη μεταξύ ευρωπαϊκών λαών δεν προϋποθέτει προγενέστερη αναδίπλωση σε εθνικές λύσεις, που θα συνεπάγονταν συντριβή των εργαζομένων, αλλά, επί του παρόντος, μπορεί ακόμη να διεκδικείται μέσω ευρωπαϊκών λύσεων.
kvergo@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου