Υπάρχει μια παλιά, παγιωμένη συνήθεια στο χώρο της πολιτικής και κατ’ επέκταση στο χώρο της πολιτικής δημοσιογραφίας: να ερμηνεύονται τα πάντα με όρους μικροπολιτικής. Σημειωτέον ότι ο όρος «μικροπολιτική» εδώ δεν ενέχει τίποτα το επιλήψιμο και το κατακριτέο· χρησιμοποιείται απλώς για να περιγράψει τα μεγέθη μέσα από τα οποία καταβάλλεται προσπάθεια να γίνει κατανοητή η πολιτική ζωή.
Έτσι, η πρόταση δυσπιστίας την οποία κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, θεωρήθηκε, λ.χ., αποτέλεσμα «φωτεινών» ή «σκοτεινών» –θα δείξει– εμπνεύσεων που είχε ο Τσίπρας στη διάρκεια των πολλών ωρών πτήσης κατά την επιστροφή του από το Τέξας ή της απόφασής του να «γιγαντομαχήσει» σε πλάνο ατομικό με τον μεγάλο αντίπαλο, Αντώνη Σαμαρά. Αυτές και διάφορες ανάλογες απόπειρες ερμηνείας βλέπουν το φως τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Το πρόβλημα με όλες τους δεν έγκειται στο ότι είναι συνολικά του πεταματού, αλλά ότι προβάλλονται, αν αναλογιστεί κανείς το πραγματικό τους μπόι, ως δυσανάλογα υπερμεγέθεις. Καλούνται όχι να φωτίσουν πλευρές της πραγματικότητας –κάτι το οποίο, ενδεχομένως, είναι ικανές να κάνουν– αλλά να ερμηνεύσουν το σύνολο των υπό εξέταση φαινομένων. Η αναγωγή σε αυτές έχει επιβληθεί από τη μακροχρόνια χρήση τους: σ’ αυτές κατέφευγαν οι φανταχτερές πένες των μεγαλοδημοσιογράφων, σε αυτές θα συνεχίσουν να καταφεύγουν. Το ότι τέτοιου είδους ερμηνείες που ανάγουν, για παράδειγμα, τα κύρια στις στιγμιαίες εμπνεύσεις των αρχηγών και των «παρατρεχάμενών» τους, τους εμπόδισαν να διαγνώσουν όλες εκείνες τις διεργασίες οι οποίες οδήγησαν την ελληνική κοινωνία στη σημερινή της κρίση, λίγο μοιάζει να τους απασχολεί.
Δεν περνάει κατά συνέπεια από το μυαλό τους ότι η πρόταση δυσπιστίας αφορά συνολικά αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας και όχι ενοχλήσεις σε πλάνο ατομικό. Δεν τους περνάει από το μυαλό ότι η ελληνική κοινωνία αρχίζει να θητεύει και να μην ανέχεται πλέον αυτό που η Κλάιν στο βιβλίο της ονόμασε «Δόγμα του Σοκ», τη νεοφιλελεύθερη δηλαδή θεραπεία, η οποία εκδηλώνεται με ριπές μέτρων, απέναντι στις οποίες είναι δύσκολο να αμυνθείς αποτελεσματικά εφόσον η απάντηση σε μια ριπή, όσο επιτυχημένη και να είναι, ακυρώνεται, αν δεν είσαι έτοιμος να απαντήσεις στην επόμενη ριπή, στο επόμενο σφυροκόπημα κ.ο.κ. Με την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε αυτές τις μέρες, ο ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει πολιτικά την αδυναμία, αντικειμενική και υποκειμενική, της ελληνικής κοινωνίας να δεχτεί πλέον άλλες τέτοιες ριπές μέτρων. Κατά συνέπεια, η προσπάθεια υπονόμευσης της πρωτοβουλίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι μάταιο να δακτυλοδείχνει τον Τσίπρα ή να στρέφεται σε εμπνεύσεις κάποιων στελεχών του κόμματος. Υπάρχει κάτι πιο βαθύ εδώ. Και αυτό δεν είναι άλλο από την κοινωνική πλέον πεποίθηση ότι χωρίς την πτώση της του μνημονίου δικομματικής κυβέρνησης δεν υπάρχει ανάσα.
Με αυτήν τη διάσταση συνδέεται και μια άλλη –εν μέρει διακριτή–, και αυτή δεν είναι άλλη από την ίδια την πεποίθηση των ανθρώπων του ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι έτοιμοι να κυβερνήσουν. Κανένα πολιτικό υποκείμενο στην ιστορία, είτε τάξη ήταν αυτό, είτε κόμμα, είτε άλλο πολιτικό μόρφωμα, δεν τα κατάφερνε να κερδίσει την εξουσία, αν δεν είχε την αναγκαία αυτοπεποίθηση. Με την πρόταση δυσπιστίας, ο ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι διαθέτει αυτήν, ακριβώς, την αυτοπεποίθηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου