ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ, απο την Αυγη...
Ποιους, αλήθεια, ενδιαφέρει η δημοκρατία; Το ερώτημα αποκτά κάποια σημασία όχι μόνο λόγω της συζήτησης στη Βουλή μετά την πρόταση μομφής που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και λόγω της εβδομάδας που μας έρχεται. 17 Νοεμβρίου είναι την Κυριακή και πολλά θα ακουστούν για τις αρετές της δημοκρατίας στα σχολεία, σε κάποιες τηλεοπτικές συζητήσεις, στις ανακοινώσεις των κομμάτων και στις δηλώσεις διαφόρων επωνύμων. Επί της ουσίας, όμως, πόσοι ενοχλούνται για την τόσο συστηματική υπονόμευση της δημοκρατίας τα τελευταία χρόνια; Και αν ενοχλούνται, πόσοι και με ποιους τρόπους αντιδρούν ενάντια σε μία κατάσταση που μπορεί και να μην είναι αναστρέψιμη;
"Κανονικά", μετά τα όσα καταγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή θα έπρεπε να έχει κυνηγηθεί από τους πολίτες και τις αρχές ένας μεγάλος αριθμός ατόμων σε υπεύθυνες θέσεις, κρατικές, κυβερνητικές και της τοπικής αυτοδιοίκησης, ή θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί η πλειονότητα των βουλευτών της κυβέρνησης ή θα έπρεπε να είναι στη φυλακή βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για συκοφαντική δυσφήμηση. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει γίνει. Μουδιασμένοι παρακολουθούν την καθημερινή επιδείνωση της κατάστασης πολλοί πολίτες. Αλλά και άλλοι, ενδεχομένως ολοένα και περισσότεροι, άρχισαν να συνηθίζουν και να μην θεωρούν προβληματικό το ότι ζουν σε μία κοινωνία όπου η δημοκρατία πλήττεται καθημερινά.
Το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό. Παντού στην Ευρώπη η οικονομική κρίση αποτέλεσε το ιδανικό όχημα για να καθιερωθούν νέες πρακτικές, νέες κουλτούρες, νέες αξίες με ολοένα και λιγότερη σχέση με τη δημοκρατία. Φαίνεται να έχει ιστορικά ολοκληρωθεί αυτό που παπαγαλίζαμε στα σχολεία: ότι στη δημοκρατία η πλειοψηφία διοικεί και η μειοψηφία την ελέγχει. Η πολιτική κουλτούρα που πλέον κυριαρχεί στην Ευρώπη έχει περιορίσει τον χώρο που παραδοσιακά δικαιούνταν η μειοψηφία. Η μειοψηφία είναι πια υποχρεωμένη να υφίσταται την κυριαρχία της πλειοψηφίας. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η μειοψηφία υφίσταται τη δικτατορία της πλειοψηφίας. Μπορεί και να μην έχουν άδικο.
Όπως είπαμε, πολλά θα ακουστούν στα σχολεία αυτή την εβδομάδα. Η αντιφασιστική ρητορεία θα πάει σύννεφο. Πολλή συζήτηση θα γίνει για τη χούντα και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και οι περισσότεροι θα κλείσουν την εβδομάδα με την αίσθηση ότι έκαναν το καθήκον τους. Και θα περιμένουμε όλοι την επόμενη χρονιά για να λεχθούν τα ίδια. Φοβάμαι ότι ζούμε σε μία συγκυρία όπου ακόμη και η συζήτηση για τα γεγονότα πριν από 40 χρόνια αποτελεί για πολλούς ένα βολικό άλλοθι προκειμένου να μην μιλήσουμε για τη δημοκρατία σήμερα. Αλλά και από τη στάση τόσων πολλών σήμερα φαίνεται ότι για 40 χρόνια δεν μιλήσαμε πειστικά για τα παρελθόντα. Τρανή απόδειξη το ότι οι επετειακοί εορτασμοί ελάχιστα καλλιεργούν τη δημοκρατική συνείδηση. Αυτή αποδεικνύεται πως απαιτεί καθημερινή, άοκνη άσκηση προκειμένου να κατακτηθεί. Πώς αλλιώς μπορούμε να κατανοήσουμε την αδιαφορία της κοινωνίας για τη δημοκρατία 40 χρόνια μετά;
Εκτός και αν όλοι, εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές, απαιτήσουμε φέτος να μην ειπωθεί ούτε μία κουβέντα για τη χούντα, ούτε μία κουβέντα για το Πολυτεχνείο, αλλά να μιλήσουμε για τη δημοκρατία που βάλλεται. Φαίνεται σχεδόν ακατόρθωτο. Αλλά και για τους νέους που πραγματοποίησαν την εξέγερση του Πολυτεχνείου τότε δεν θα φαινόταν ακατόρθωτη η ανατροπή της χούντας;
Ποιους, αλήθεια, ενδιαφέρει η δημοκρατία; Το ερώτημα αποκτά κάποια σημασία όχι μόνο λόγω της συζήτησης στη Βουλή μετά την πρόταση μομφής που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και λόγω της εβδομάδας που μας έρχεται. 17 Νοεμβρίου είναι την Κυριακή και πολλά θα ακουστούν για τις αρετές της δημοκρατίας στα σχολεία, σε κάποιες τηλεοπτικές συζητήσεις, στις ανακοινώσεις των κομμάτων και στις δηλώσεις διαφόρων επωνύμων. Επί της ουσίας, όμως, πόσοι ενοχλούνται για την τόσο συστηματική υπονόμευση της δημοκρατίας τα τελευταία χρόνια; Και αν ενοχλούνται, πόσοι και με ποιους τρόπους αντιδρούν ενάντια σε μία κατάσταση που μπορεί και να μην είναι αναστρέψιμη;
"Κανονικά", μετά τα όσα καταγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή θα έπρεπε να έχει κυνηγηθεί από τους πολίτες και τις αρχές ένας μεγάλος αριθμός ατόμων σε υπεύθυνες θέσεις, κρατικές, κυβερνητικές και της τοπικής αυτοδιοίκησης, ή θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί η πλειονότητα των βουλευτών της κυβέρνησης ή θα έπρεπε να είναι στη φυλακή βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για συκοφαντική δυσφήμηση. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει γίνει. Μουδιασμένοι παρακολουθούν την καθημερινή επιδείνωση της κατάστασης πολλοί πολίτες. Αλλά και άλλοι, ενδεχομένως ολοένα και περισσότεροι, άρχισαν να συνηθίζουν και να μην θεωρούν προβληματικό το ότι ζουν σε μία κοινωνία όπου η δημοκρατία πλήττεται καθημερινά.
Το πρόβλημα δεν είναι ελληνικό. Παντού στην Ευρώπη η οικονομική κρίση αποτέλεσε το ιδανικό όχημα για να καθιερωθούν νέες πρακτικές, νέες κουλτούρες, νέες αξίες με ολοένα και λιγότερη σχέση με τη δημοκρατία. Φαίνεται να έχει ιστορικά ολοκληρωθεί αυτό που παπαγαλίζαμε στα σχολεία: ότι στη δημοκρατία η πλειοψηφία διοικεί και η μειοψηφία την ελέγχει. Η πολιτική κουλτούρα που πλέον κυριαρχεί στην Ευρώπη έχει περιορίσει τον χώρο που παραδοσιακά δικαιούνταν η μειοψηφία. Η μειοψηφία είναι πια υποχρεωμένη να υφίσταται την κυριαρχία της πλειοψηφίας. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η μειοψηφία υφίσταται τη δικτατορία της πλειοψηφίας. Μπορεί και να μην έχουν άδικο.
Όπως είπαμε, πολλά θα ακουστούν στα σχολεία αυτή την εβδομάδα. Η αντιφασιστική ρητορεία θα πάει σύννεφο. Πολλή συζήτηση θα γίνει για τη χούντα και την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και οι περισσότεροι θα κλείσουν την εβδομάδα με την αίσθηση ότι έκαναν το καθήκον τους. Και θα περιμένουμε όλοι την επόμενη χρονιά για να λεχθούν τα ίδια. Φοβάμαι ότι ζούμε σε μία συγκυρία όπου ακόμη και η συζήτηση για τα γεγονότα πριν από 40 χρόνια αποτελεί για πολλούς ένα βολικό άλλοθι προκειμένου να μην μιλήσουμε για τη δημοκρατία σήμερα. Αλλά και από τη στάση τόσων πολλών σήμερα φαίνεται ότι για 40 χρόνια δεν μιλήσαμε πειστικά για τα παρελθόντα. Τρανή απόδειξη το ότι οι επετειακοί εορτασμοί ελάχιστα καλλιεργούν τη δημοκρατική συνείδηση. Αυτή αποδεικνύεται πως απαιτεί καθημερινή, άοκνη άσκηση προκειμένου να κατακτηθεί. Πώς αλλιώς μπορούμε να κατανοήσουμε την αδιαφορία της κοινωνίας για τη δημοκρατία 40 χρόνια μετά;
Εκτός και αν όλοι, εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές, απαιτήσουμε φέτος να μην ειπωθεί ούτε μία κουβέντα για τη χούντα, ούτε μία κουβέντα για το Πολυτεχνείο, αλλά να μιλήσουμε για τη δημοκρατία που βάλλεται. Φαίνεται σχεδόν ακατόρθωτο. Αλλά και για τους νέους που πραγματοποίησαν την εξέγερση του Πολυτεχνείου τότε δεν θα φαινόταν ακατόρθωτη η ανατροπή της χούντας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου