«Να ξεριζώσεις τα μαλλιά σου για το πόσο καθυστερημένη και... 'με ειδικές ανάγκες' είναι ακόμη η πατρίδα μας ή να χτυπιέσαι από τα γέλια όταν ακούς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, διαδεχόμενος το καραγκιοζιλίκι του ελληνικού σοβιετισμού, θα αντικαταστήσει το 'πράσινο κεφάλαιο' κλαδικών και πρασινοφρουρών με το 'κόκκινο κεφάλαιο' των 'μπολσεβίκων της γειτονιάς' στήνοντας Λαϊκές Επιτροπές; Εγώ πάντως χτυπιόμουνα στα γέλια... Γέλασα επειδή πιστεύω ότι το τελευταίο που θα απασχολήσει, τον ευέλικτο (από κάθε πλευρά) και φιλόδοξο κ. Αλέξη Τσίπρα (αν έλθει στην εξουσία), θα είναι να ανταποκριθεί στις παραπάνω ανοησίες κάποιων ονειροπαρμένων του καφενείου...».
Θα συμβούλευα ευχαρίστως τον σχολιαστή εγκύρου οικονομικού site, που αντέδρασε με τον παραπάνω τρόπο στη σχετική απόφαση της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ, να ξεριζώσει όντως τα μαλλιά του, αν είχα την πεποίθηση ότι η καθημαγμένη ελληνική κοινωνία θα γέμιζε αίφνης από «λαϊκές επιτροπές», έτοιμες να διεκδικήσουν ρόλο στις εξελίξεις. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι ο συγκεκριμένος σχολιαστής - αδιάφορο ποιος είναι, τα καταρρέοντα μνημονιακά ΜΜΕ βρίθουν σχολίων και σχολιαστών ανάλογης αλαζονείας. Το πρόβλημα είναι η αντίληψη με την οποία επιχειρείται να εμβολιαστεί η Αριστερά, οι συνιστώσες κι οι συνισταμένες της, κάθε πολιτικά ζωντανό κομμάτι της κοινωνίας. Η αντίληψη ότι ο «πολιτικός ρεαλισμός», η παραγωγή «σοβαρής πολιτικής» προϋποθέτει μια κοινωνία καθηλωμένη, απούσα, άφωνη, άχρωμη, άοσμη και άγευστη, προπαντός αδρανή. Ένα χυλό που παροχετεύεται χωρίς αντιστάσεις σε όλο και ανώτερα (ή κατώτερα) επίπεδα αθλιότητας και αφασίας.
Προφανώς, για την ασύντακτη μνημονιακή ελίτ έχει διαμορφωθεί μια βολική κατάσταση στον ένα χρόνο και κάτι που έχει μεσολαβήσει από τις εκλογές. Μπορεί οι δημοσκοπικοί συσχετισμοί να της προκαλούν διαρκή πολιτική ανασφάλεια - σε σημείο που ο υπουργός Εσωτερικών να υποστηρίζει δημοτικές εκλογές με ενιαία λίστα (και γιατί να μη διορίζονται απευθείας οι δήμαρχοι και οι δημοτικοί σύμβουλοι, να γλιτώσουμε τη δαπάνη των εκλογών;). Αλλά αυτή η πολιτική ανασφάλεια αντισταθμίζεται από μια κοινωνική αδράνεια δυσανάλογη των πληγμάτων που υφίσταται η πλειοψηφία των πολιτών.
Πριν δυο Κυριακές, από την ίδια θέση της εφημερίδας, αναρωτιόμουν αν «το κίνημα βρίσκεται σε διακοπές διαρκείας». Προφανώς, όμως, οι φιλοδοξίες του μνημονιακού καθεστώτος πάνε πιο μακριά, ενθαρρυμένες από το γεγονός ότι η διαρκώς αναγγελλόμενη «κοινωνική έκρηξη» δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα. Ο πολιτικός τους χρόνος ανανεώνεται κυρίως απ' αυτή την απουσία κι ελάχιστα από τις υποσχέσεις των δανειστών ότι έρχεται κάποιας εκδοχής «τρίτο πακέτο βοήθειας».
Στη μικρή μνημονιακή μας ιστορία έχουν καταγραφεί τρία κορυφαία στιγμιότυπα πολιτικής αποσταθεροποίησης, που συνδέονται ακριβώς με μια αξιόλογη δραστηριοποίηση τμημάτων της κοινωνίας: οι απεργίες του Μαΐου 2010 με την ψήφιση του 1ου Μνημονίου, η απεργία του Μαΐου 2011 και η πλημμυρίδα των «Αγανακτισμένων» τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, με την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου. Έκτοτε, ο μεγάλος θυμός προσγειώθηκε σε μια κατάσταση κατακερματισμένων αντιδράσεων ή στη συλλογική κατάθλιψη. Αυτό είναι το σημαντικότερο επίτευγμα του μνημονιακού εσμού, έστω κι αν δεν προέκυψε από κάποιο καλά καταστρωμένο σχέδιο ή από τους μυθικούς από αέρος ψεκασμούς με αποβλακωτικά χημικά...
Ένα αντίστροφο επίτευγμα είναι το ζητούμενο της Αριστεράς και κάθε ζωντανού κυττάρου της κοινωνίας. Δεν ξέρω αν οι «λαϊκές επιτροπές» -που προσβάλλουν την αισθητική της καθωσπρέπει πολιτικής και κοινωνικής ελίτ- είναι η απάντηση στην κοινωνική αδράνεια. Πάντως, θα ήταν ευχής έργο να δει κανείς έναν ακτιβιστικό ανταγωνισμό στις δυνάμεις της Αριστεράς -γιατί και το ΚΚΕ προωθεί τις «λαϊκές επιτροπές» του- που να καταλήγει σε μια αναζωογονητική σύνθεση όλων των διαθέσιμων δυνάμεων αντίστασης. Μπορεί η εκκίνησή τους να είναι κυρίως αποτρεπτική, αμυντική, αλλά αυτό που μπορεί να καταστήσει καταλυτική μια εισβολή της κοινωνίας στο προσκήνιο είναι η πεποίθηση ότι μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις προς όφελός της. Και κυρίως να διαψεύσει τη βαθιά αντιδραστική, σχεδόν φασίζουσα αντίληψη ότι η πολιτική είναι αποτελεσματική μόνον όταν ανατίθεται σε χαρισματικούς ηγέτες, ειδικούς τεχνοκράτες και πολιτικούς «απελευθερωμένους» από το πολιτικό κόστος και το μικρόβιο του «λαϊκισμού».
Τελικά, είναι υπόθεση πολιτικού ρεαλισμού και σοβαρότητας. Ακόμη και το πιο μετριοπαθές, το πιο ρεφορμιστικό και διαχειριστικό πολιτικό πρόγραμμα δεν έχει καμιά τύχη ερήμην της κοινωνίας. Η παραμικρή ρήξη που αυτό προβλέπει προϋποθέτει στοιχειώδη συμμαχία και κινητοποίηση κοινωνικών ομάδων. Πόσο μάλλον αν επαγγέλλεσαι μια ριζοσπαστική αλλαγή που οδηγεί σε μεγάλου εύρους και βάθους συγκρούσεις και αναμετρήσεις. Στον αντίποδα, η απαίτηση της μνημονιακής ελίτ «να κάτσει η κοινωνία στ' αυγά της» είναι η ομολογία της παταγώδους αποτυχίας της, της απουσίας οποιασδήποτε στρατηγικής, η υποταγή στο μοναδικό σχέδιο που διατίθεται, αυτό των δανειστών, για μετατροπή της χώρας σε θλιβερή αποικία με πειθήνιους ιθαγενείς. Αυτός ο «πολιτικός ρεαλισμός» δεν θα διασώσει ούτε την ίδια τη μνημονιακή ελίτ.