Τα κακως Κειμενα...
Οι άνθρωποι δεν κατάσχονται
Θέλαμε για χρόνια να έρθουμε και να μείνουμε μόνιμα στην Ελλάδα.
Κάθε φορά που επισκεπτόμασταν αυτόν τον ευλογημένο τόπο για διακοπές, γινόταν όνειρό μας να βρούμε ένα σπίτι όμορφο, κοντά στη θάλασσα, για να περάσουμε σε τούτη την πανέμορφη χώρα το υπόλοιπο της ζωής μας. Να έρχονται και οι καλοί μας φίλοι τακτικά να μας βλέπουν και να απολαμβάνουμε όλοι μαζί την ατέλειωτη μαγεία του ελληνικού τοπίου. Συνεχώς το μελετούσαμε αλλά, λίγο οι υψηλές τιμές, λίγο το ότι δεν βρίσκαμε το κατάλληλο σπίτι, το όνειρό μας έπαιρνε συνεχώς αναβολή. Μέχρι που παρουσιάστηκε αυτή η μεγάλη ευκαιρία με τους πλειστηριασμούς. Τώρα πια είχαμε τη δυνατότητα να διαλέξουμε ανάμεσα σε δεκάδες, σχεδόν εκατοντάδες, περιπτώσεις κατοικιών που βγήκαν στο σφυρί και σε πολύ ευνοϊκές προσφορές. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η διαφορά στην τιμή ήταν εντυπωσιακή, μιλάμε για δέκα φορές κάτω. Δεν μπορούσαμε με αυτά τα δεδομένα να κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά μας, έπρεπε να εκμεταλλευτούμε τη στιγμή, να αρπάξουμε από τα μαλλιά αυτή τη μοναδική ευκαιρία και να αγοράσουμε το σπίτι των ονείρων μας στην Ελλάδα. Βάλαμε κάτω όλες τις λίστες, τις εφημερίδες, τις αμέτρητες αγγελίες, ήρθαμε σε επαφή με τα τόσα μεσιτικά γραφεία που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους και πουλάγανε όσο-όσο, μιλήσαμε με κάποιους γνωστούς μας που είχαν πόστα και θέσεις υψηλές και γνωριμίες μέσα στις ελληνικές τράπεζες και που μας παρείχαν εμπεριστατωμένη καθοδήγηση για να μην ψάχνουμε στα τυφλά αλλά με σχέδιο, έτσι ώστε να βρούμε την ιδανική περίπτωση. “Τσάμπα πράμα”, όπως λένε και οι φίλοι μας οι Έλληνες.
Και, επιτέλους, βρέθηκε. Μια υπέροχη μονοκατοικία, στην πανέμορφη ελληνική εξοχή, λίγα μέτρα μόλις από το βουνό και από τη θάλασσα μαζί. Με αυλή μεγάλη, με κήπο που μέσα του μπορούσες να δεις άνθη ζωηρά, λες και φυτεύτηκαν προχτές. Πιο κάτω, μια αποθηκούλα δίπλα σε μια μικρή αυτοσχέδια παιδική χαρά, φτιαγμένη από ξύλο και με πολλές μικρές λεπτομέρειες που φανέρωναν την πολλή αγάπη εκείνου που την έφτιαξε. Την αγάπη την έβρισκες σε πολλά διάσκορπα σημεία αυτού του σπιτιού. Σαν το οξυγόνο, σαν τον ήλιο που διαπερνούσε τα παράθυρα κάθε πρωί, η αγάπη εξαπλωνόταν στην ατμόσφαιρα και δεν ήταν λίγες οι φορές που έλεγες ότι πήγαινε και καθόταν μέσα στην καρδιά σου. Μπαίνοντας στον εσωτερικό χώρο, τα έπιπλα ήταν ακόμα όλα στη θέση τους, μαζί και τα καλύμματα, τα τραπεζομάντιλα, μέχρι και χειρόγραφες σημειώσεις βρήκαμε να κρέμονται από χρωματιστά μαγνητάκια πάνω στο ψυγείο που ήταν και αυτό ακούνητο, αν και με άδειο το περιεχόμενό του. Στον πάνω όροφο, καθώς ανέβαινες τη στριφογυριστή τη σκάλα, προσπερνούσες τις κορνίζες που και αυτές είχαν ξεμείνει εκεί με τις φωτογραφίες που έδειχναν παππούδες και γιαγιάδες και παιδιά που αργότερα είχανε μεγαλώσει σε άλλες φωτογραφίες, ακόμα και αυτό το ίδιο το σπίτι έβλεπες όπως μεγάλωνε με το πέρασμα του χρόνου, μέχρι να γίνει αυτό που είναι σήμερα. Μετά έφτανες στα παιδικά δωμάτια και σκόνταφτες πάνω σε αναποδογυρισμένα πολύχρωμα ποδήλατα με τις ρόδες τους που ακόμα κυλούσαν στον αέρα. Και πιο ‘κει, η κρεβατοκάμαρα με τον μεγάλο καθρέφτη απέναντι να έχει επάνω του τις πιο συχνές ελληνικές λέξεις γραμμένες με κραγιόν. “Σ’ αγαπώ-Καλημέρα”.
Κάθε φορά που επισκεπτόμασταν αυτόν τον ευλογημένο τόπο για διακοπές, γινόταν όνειρό μας να βρούμε ένα σπίτι όμορφο, κοντά στη θάλασσα, για να περάσουμε σε τούτη την πανέμορφη χώρα το υπόλοιπο της ζωής μας. Να έρχονται και οι καλοί μας φίλοι τακτικά να μας βλέπουν και να απολαμβάνουμε όλοι μαζί την ατέλειωτη μαγεία του ελληνικού τοπίου. Συνεχώς το μελετούσαμε αλλά, λίγο οι υψηλές τιμές, λίγο το ότι δεν βρίσκαμε το κατάλληλο σπίτι, το όνειρό μας έπαιρνε συνεχώς αναβολή. Μέχρι που παρουσιάστηκε αυτή η μεγάλη ευκαιρία με τους πλειστηριασμούς. Τώρα πια είχαμε τη δυνατότητα να διαλέξουμε ανάμεσα σε δεκάδες, σχεδόν εκατοντάδες, περιπτώσεις κατοικιών που βγήκαν στο σφυρί και σε πολύ ευνοϊκές προσφορές. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η διαφορά στην τιμή ήταν εντυπωσιακή, μιλάμε για δέκα φορές κάτω. Δεν μπορούσαμε με αυτά τα δεδομένα να κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά μας, έπρεπε να εκμεταλλευτούμε τη στιγμή, να αρπάξουμε από τα μαλλιά αυτή τη μοναδική ευκαιρία και να αγοράσουμε το σπίτι των ονείρων μας στην Ελλάδα. Βάλαμε κάτω όλες τις λίστες, τις εφημερίδες, τις αμέτρητες αγγελίες, ήρθαμε σε επαφή με τα τόσα μεσιτικά γραφεία που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους και πουλάγανε όσο-όσο, μιλήσαμε με κάποιους γνωστούς μας που είχαν πόστα και θέσεις υψηλές και γνωριμίες μέσα στις ελληνικές τράπεζες και που μας παρείχαν εμπεριστατωμένη καθοδήγηση για να μην ψάχνουμε στα τυφλά αλλά με σχέδιο, έτσι ώστε να βρούμε την ιδανική περίπτωση. “Τσάμπα πράμα”, όπως λένε και οι φίλοι μας οι Έλληνες.
Και, επιτέλους, βρέθηκε. Μια υπέροχη μονοκατοικία, στην πανέμορφη ελληνική εξοχή, λίγα μέτρα μόλις από το βουνό και από τη θάλασσα μαζί. Με αυλή μεγάλη, με κήπο που μέσα του μπορούσες να δεις άνθη ζωηρά, λες και φυτεύτηκαν προχτές. Πιο κάτω, μια αποθηκούλα δίπλα σε μια μικρή αυτοσχέδια παιδική χαρά, φτιαγμένη από ξύλο και με πολλές μικρές λεπτομέρειες που φανέρωναν την πολλή αγάπη εκείνου που την έφτιαξε. Την αγάπη την έβρισκες σε πολλά διάσκορπα σημεία αυτού του σπιτιού. Σαν το οξυγόνο, σαν τον ήλιο που διαπερνούσε τα παράθυρα κάθε πρωί, η αγάπη εξαπλωνόταν στην ατμόσφαιρα και δεν ήταν λίγες οι φορές που έλεγες ότι πήγαινε και καθόταν μέσα στην καρδιά σου. Μπαίνοντας στον εσωτερικό χώρο, τα έπιπλα ήταν ακόμα όλα στη θέση τους, μαζί και τα καλύμματα, τα τραπεζομάντιλα, μέχρι και χειρόγραφες σημειώσεις βρήκαμε να κρέμονται από χρωματιστά μαγνητάκια πάνω στο ψυγείο που ήταν και αυτό ακούνητο, αν και με άδειο το περιεχόμενό του. Στον πάνω όροφο, καθώς ανέβαινες τη στριφογυριστή τη σκάλα, προσπερνούσες τις κορνίζες που και αυτές είχαν ξεμείνει εκεί με τις φωτογραφίες που έδειχναν παππούδες και γιαγιάδες και παιδιά που αργότερα είχανε μεγαλώσει σε άλλες φωτογραφίες, ακόμα και αυτό το ίδιο το σπίτι έβλεπες όπως μεγάλωνε με το πέρασμα του χρόνου, μέχρι να γίνει αυτό που είναι σήμερα. Μετά έφτανες στα παιδικά δωμάτια και σκόνταφτες πάνω σε αναποδογυρισμένα πολύχρωμα ποδήλατα με τις ρόδες τους που ακόμα κυλούσαν στον αέρα. Και πιο ‘κει, η κρεβατοκάμαρα με τον μεγάλο καθρέφτη απέναντι να έχει επάνω του τις πιο συχνές ελληνικές λέξεις γραμμένες με κραγιόν. “Σ’ αγαπώ-Καλημέρα”.