του Νικου Σκοπλακη, απο την Αυγη...
Η πεποίθηση ότι οι τεχνικές της επικοινωνίας οφείλουν να κυριαρχούν επί της ιστορικής οπτικής και να εγκαθιδρύουν ηγεμονεύουσες
αφηγήσεις για τα πολιτικά φαινόμενα αποτελεί το επίκεντρο στην
ιδεολογία της σύγχρονης καπιταλιστικής κυριαρχίας. Με αυτόν τον τρόπο
διηθείται στον δημόσιο λόγο η χρηστική για τον νεοφιλελεύθερο
καπιταλισμό σημασιοδότηση του ακροδεξιού και του φασιστικού φαινομένου,
απέναντι στην οποία η ιστορία εκβιάζεται να φεύγει με άδεια χέρια. Διότι η συγκεκριμένη σημασιοδότηση αντιστοιχεί σε πλήρη συσκότιση των δομικών παραγόντων και των προϋποθέσεων του εκφασισμού, προκειμένου να επιβάλλεται ως «αρμονική» και «δημοκρατική» η πρόσοψη του Κέντρου, το οποίο έχει επινοηθεί ως βιότοπος διαρκώς ανασυγκροτούμενης κυριαρχίας για την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού.
Το πήγαινε-έλα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν του εκφασισμού αναπτύσσει αυτή τη στρατηγική της συσκότισης, αφενός ως μονομερή μικροανάλυση επικαιρικών και ιστορικών στιγμών με την τυφλή αποδοχή κατηγοριών έξω από αιτιακές σχέσεις, αφετέρου ως πλαίσιο αναγωγής του φασιστικού φαινομένου στις αντιφασιστικές και ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις που το καταπολεμούν. Στο μακρο-θεωρητικό ιστορικό επίπεδο εξέλιξης των αντιθέσεων, ο «κεντρώος» ιστορικός αναθεωρητισμός ανέλαβε να υπαγάγει την κατάλυση της νικηφόρας αντιφασιστικής εμπειρίας σε όλες τις μορφές, με τις οποίες μπορούσε να συμμαχήσει γόνιμα η νέα Ακροδεξιά, καθώς λ.χ. τόσο οι «άλλοι καπετάνιοι» όσο και το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο υπηρετούσαν τις αναγκαίες ψευδο-αναιρέσεις για την κοινωνική και πολιτισμική της διείσδυση, με όχημα τη μετριοπάθεια του νεοφιλελεύθερου Κέντρου. Στο μικρο-επίπεδο του επικαιρικού, η ίδια μετριοπάθεια συσσώρευσε χαοτικά μια ατέρμονη μετάλλαξη σημασιών, πάνω στις οποίες αρθρώνονταν εύληπτα οι προωθητικές για την Ακροδεξιά αφηγήσεις. Σταθερό τυφλό σημείο γινόταν η όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή του έθνους της Ακροδεξιάς με το έθνος του νεοφιλελευθερισμού.
απέναντι στην οποία η ιστορία εκβιάζεται να φεύγει με άδεια χέρια. Διότι η συγκεκριμένη σημασιοδότηση αντιστοιχεί σε πλήρη συσκότιση των δομικών παραγόντων και των προϋποθέσεων του εκφασισμού, προκειμένου να επιβάλλεται ως «αρμονική» και «δημοκρατική» η πρόσοψη του Κέντρου, το οποίο έχει επινοηθεί ως βιότοπος διαρκώς ανασυγκροτούμενης κυριαρχίας για την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού.
Το πήγαινε-έλα ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν του εκφασισμού αναπτύσσει αυτή τη στρατηγική της συσκότισης, αφενός ως μονομερή μικροανάλυση επικαιρικών και ιστορικών στιγμών με την τυφλή αποδοχή κατηγοριών έξω από αιτιακές σχέσεις, αφετέρου ως πλαίσιο αναγωγής του φασιστικού φαινομένου στις αντιφασιστικές και ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις που το καταπολεμούν. Στο μακρο-θεωρητικό ιστορικό επίπεδο εξέλιξης των αντιθέσεων, ο «κεντρώος» ιστορικός αναθεωρητισμός ανέλαβε να υπαγάγει την κατάλυση της νικηφόρας αντιφασιστικής εμπειρίας σε όλες τις μορφές, με τις οποίες μπορούσε να συμμαχήσει γόνιμα η νέα Ακροδεξιά, καθώς λ.χ. τόσο οι «άλλοι καπετάνιοι» όσο και το ιδεολογικό τους οπλοστάσιο υπηρετούσαν τις αναγκαίες ψευδο-αναιρέσεις για την κοινωνική και πολιτισμική της διείσδυση, με όχημα τη μετριοπάθεια του νεοφιλελεύθερου Κέντρου. Στο μικρο-επίπεδο του επικαιρικού, η ίδια μετριοπάθεια συσσώρευσε χαοτικά μια ατέρμονη μετάλλαξη σημασιών, πάνω στις οποίες αρθρώνονταν εύληπτα οι προωθητικές για την Ακροδεξιά αφηγήσεις. Σταθερό τυφλό σημείο γινόταν η όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή του έθνους της Ακροδεξιάς με το έθνος του νεοφιλελευθερισμού.