Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Ο λαός φοβάται, ο λαός μισεί, ο λαός θρηνεί...


του Δημητρη Σεβαστακη, απο την Αυγη...
Οι όροι Μνημόνιο - αντι-Μνημόνιο έχουν χάσει την περιγραφική και συναισθηματική τους δύναμη, τη λειτουργικότητά τους, ενώ συνεχίζουν να παράγουν θεσμίσεις. Πώς γίνεται αυτό ; Ας θυμηθούμε. Tο πρώτο διάστημα ήταν φανατικοί. Να κάνουμε αυτό που μας ζητούν οι δανειστές, το οποίο μάλιστα έπρεπε να το κάνουμε μόνοι μας, χωρίς καν να μας το πουν, προλαβαίνοντας την πολιτική επιθυμία τους. Αυτό που «έπρεπε να κάνουμε», το δέον, το αναγκαίο, είχε να κάνει πάντα με κάτι βασανιστικό και πιεστικό, έτσι που το «καλό», το «αναγκαίο» κ.λπ. συνδέονταν πάντα με μια μορφή αυτοεκμηδένισης. Έτσι θα κερδίζαμε την ενάρετη ανάπτυξη, την ευσεβή διοίκηση, την πολιτική εξυγίανση, μέσα στον βαλκανικό προτεσταντισμό μας.
Με τα χρόνια και τις ασύλληπτες αποτυχίες και διαψεύσεις όλων των μνημονιακών βεβαιοτήτων, οι αρχικοί υγιεινολάγνοι φονταμενταλιστές άρχισαν να ανακρούουν πρύμναν. Τώρα έχουμε ένα «γερμανικό πείσμα», έναν «οικονομικό δογματισμό», που αποδομεί την οικονομία της χώρας, αλλά «φταίνε οι γερμανικές εκλογές», ο πείσμων Σόιμπλε, ο μη συσπειρωμένος ευρωπαϊκός Νότος, εκτός φυσικά, από τις καθυστερήσεις τις δικές μας και τις πάγιες «συντεχνίες». Σιγά- σιγά το εθνικό ελάττωμα (αυτό που, σύμφωνα με την κυρίαρχη αφήγηση, παρήγαγε την κρίση) άρχισε να μετριάζεται και να επιμερίζεται. Οι ποικίλοι «Μπάμπηδες» άρχισαν να χαμηλώνουν και να διασκορπίζουν την μέχρι πρότινος δηλητηριώδη βεβαιότητα.
Από την απέναντι όμως πλευρά, αυτή του αντι-Μνημονίου, έχει συμβεί ακριβώς το ίδιο. Η ρήξη με μια σπαθιά, η κατηγορηματική τομή με τους δανειστές κ.λπ. έγινε μη βιασύνη, αποφυγή ολέθριων επιλογών που μπορούν να βυθίσουν και να διαλύσουν τη χώρα, έγινε αναδιαπραγμάτευση, πραγματιστική διαφωνία κ.λπ. Είναι σίγουρο. Ένα μέρος του μνημονίου έχει ενσωματωθεί στον σχεδιασμό της άρνησης του Μνημονίου. Δηλαδή το Μνημόνιο έχει ροδίσει λίγο το αντι-Μνημόνιο. Προϋποθέσεις του ενός μιξάρονται με συνέπειες του άλλου. Η φιλολογία αποδέσμευσης άρχισε να ενθυλακώνει παραδοχές που μέχρι πρότινος θεωρούνταν απαράδεκτες, οπορτουνιστικές ολισθήσεις.
Αυτή η διπλή και παράλληλη μετριοπάθεια, των δύο αντίδικων επικρατειών, πιθανόν να δίνει ένα βολικό «κέντρο», μια «μέση», αλλά κυρίως υπογραμμίζει μια ερμηνευτική πολιτική αδυναμία. Όλο το πολιτικό τόξο φαίνεται να ταλαντεύεται σε διάφορες εκδοχές του δισταγμού, από τις θεολογικές βεβαιότητες στις οποίες κολυμπούσε την πρώτη μνημονιακή περίοδο. Ένα γενικό τραύλισμα συμβαίνει, που περιέχει και την περιοχή τού "ναι" και την περιοχή τού "όχι". Κάποιος θα έλεγε ότι είναι φυσικό, ότι οι πρόδηλες αναλυτικές αδυναμίες όλων των μερών του πολιτικού φάσματος, δεν μπορούσαν να καταλήξουν παρά στη σιωπή, αφού ξεκίνησαν από τους πανικόβλητους μαξιμαλιστικούς δογματισμούς της πρώτης μνημονιακής περιόδου. Εν τούτοις η πρωτοφανής πειρατική ποιότητα του νεοφιλελευθερισμού που γεύεται η χώρα και ο λαός μας έχει ήδη διαμορφώσει και τα εργαλεία πρόσληψης και ερμηνείας. Η παταγώδης αποτυχία των κοινωνικών ομάδων που συγκρούονται με το σύστημα να βρουν αλληλέγγυους, το ιλιγγιώδες κοινωνικό θρυμμάτισμα, είναι η πολιτισμική έκφανση της νεοφιλελεύθερης συνθήκης που αποβιβάστηκε στην εύφορη χώρα μας.
Ο λαός φοβάται, ο λαός μισεί, ο λαός θρηνεί, ο λαός ακούει φωνές, βλέπει τη νύχτα οράματα. Αυτή είναι η συνθήκη. Είτε κανείς φτιάξει τη μικρή συστημική του επένδυση (όπως αδέξια και ηλίθια πράττουν πολλοί της Αριστεράς) είτε στερεώσει την κοινωνική του αναισθησία (όπως πολλοί της νεο-Ακροδεξιάς), αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτά είναι τα κουφά και ανεπίδεκτα νέα ακροατήρια. Κι αυτό θα το βρει σύντομα μπροστά της η Αριστερά.
Γιατί και η Αριστερά μπαίνει μέσα στο πρόβλημα, δεσμεύεται στους όρους του, καθηλώνεται στη βραδύτητα, στον πολιτικό φορμαλισμό, στην επινόηση άλλοθι. Η παραγωγική και επικοινωνιακή διεθνοποίηση του καπιταλισμού τον έχει κάνει αχτύπητο. Οι τεχνογνώστες πειρατές, που κερδίζουν χρήματα από τους συνταξιούχους και τους άνεργους, είναι η νέα εξουσιαστική ύλη σε διασπορά, με την οποία η σύγκρουση μοιάζει άνιση.
Αλλά αν η υπεροχή βρίσκεται στην ικανότητα του συστήματος να παράγει σκέψη, συναισθηματικό υπόστρωμα, ερμηνευτικά πλαίσια, περιεχόμενα, η απάντηση θα έπρεπε να είναι στην κριτική ευφυΐα και την ηθική. Μπα. Η Αριστερά δεν έχει χρόνο, είναι απασχολημένη με τις κρέμες αντιγήρανσης. Είναι σίγουρο ότι ένα μικρό προωθημένο ποσοστό του λαού μας σκέφτεται, είναι οξυδερκές, εκλογικεύει το βασανιστήριο (βασανίζεται διπλά δηλαδή, και από την αντίρρηση και από την ευφυΐα του). Αλλά αυτό το κομμάτι των ευαίσθητων και οξυδερκών της γειτονιάς και του low profil δεν είναι ηγεμονικό, δεν διαδίδεται, δεν περνάει. Κυρίως δεν αξιοποιείται. Γιατί η ίδια η συνθήκη είναι συνθήκη αναπαραγωγής της μετριότητας και της αστόχαστης ωραιοπάθειας.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων