Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Το Κέντρο και τα Άκρα: μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία...

Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου, απο το Red NoteBook...

Ένα κόμμα-μη κόμμα. Έτσι σκεφτόταν την Κεντροαριστερά ένας από τους φερόμενους ως επικεφαλής του σχήματος των «58», ο Γιάννης Βούλγαρης.
Όταν λοιπόν η μετέπειτα ΔΗΜΑΡ αποχωρούσε από τον ΣΥΡΙΖΑ, ο ίδιος έγραφε στα Νέα ότι «όποιο κόμμα και αν εμφανιστεί στο πολιτικό σκηνικό, θα πρέπει [να] ενστερνίζεται τις συνθήκες έκτακτης εθνικής ανάγκης, [να] είναι ταυτόχρονα ένα παράδοξο είδος ‘μη κόμματος’, [να] αποδεχθεί την ενδεχόμενη προσωρινότητά του». Να αποδεχτεί, με άλλα λόγια, την αδυναμία του να εκπροσωπεί μακροπρόθεσμα συγκεκριμένα κοινωνικά  συμφέροντα. Γιατί “κόμμα” σημαίνει τμήμα, δηλαδή μέρος. Και να θέλει, λοιπόν, ένα κόμμα δεν μπορεί να τους εκπροσωπεί όλους αδιακρίτως: υπάρχει μόνο στο βαθμό που εκπροσωπεί σταθερά ένα μέρος της κοινωνίας, και στο βαθμό που ισχυρίζεται πειστικά ότι το μέρος αυτό μπορεί να εγγυηθεί το όλον. Ένα κόμμα υπάρχει, τελικά, υπό τον όρο της αυτονομίας του και διεκδικώντας, διά της αυτονομίας του, την ηγεμονία.

Θυμήθηκα το «προφητικό» αυτό άρθρο με αφορμή τις δοκιμασίες που αντιμετωπίζει αυτές τις μέρες η ΔΗΜΑΡ. Ακολουθώντας τη λογική του Γιάννη Βούλγαρη,
αποδεχόμενη δηλαδή το ρόλο του έκτακτου και εθνικά χρήσιμου (άρα κοινωνικά μη αυτόνομου) κόμματος, το 2010 η ΔΗΜΑΡ διέσπασε ένα κόμμα της Αριστεράς και το 2012 πήρε μέρος σε μια συγκυβέρνηση ηγεμονευόμενη από την Δεξιά. Σήμερα, ο πρώην εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος φέρεται ως επικεφαλής ευρωψηφοδελτίου των «58», απέναντι δηλαδή στη ΔΗΜΑΡ. Ο πρώην γραμματέας του κόμματος τον αδειάζει, μολονότι κι αυτός θέλει συνεργασία με τους «58». Ο κοινοβουλευτικός της εκπρόσωπος συζητά ανεξάρτητη κάθοδο στην περιφέρεια Αττικής. Και ο βουλευτής-διασκεδαστής της περιφέρεται ως παλαίμαχος της Κεντροαριστεράς ανά τις συγκεντρώσεις για την ανασύνθεση του χώρου, αδιαφορώντας για τις πρόσφατες συλλογικές αποφάσεις του κόμματος.

Ένα κόμμα-μη κόμμα. Αυτό είναι το στίγμα και των “58”, που για να ξαναθυμηθώ τον Γιάννη Βούλγαρη, διεκδικούν τον μεσαίο χώρο εν μέσω «μαχητικών πόλων κόκκινου και μαύρου φασισμού». Είναι δε σκόπιμα αυτό το στίγμα τους, καθώς η προσπάθεια για ένα εθνικό σχέδιο, ένα σχέδιο που να τους εκπροσωπεί όλους, σαν αυτό για το οποίο ενδιαφέρεται η αντι-ΣΥΡΙΖΑ Κεντροαριστερά, κατά τον Βούλγαρη «θα εκδιπλωθεί σε βάθος δεκαετίας και στη διάρκειά της θα ΄καούν΄ διάφορες κυβερνήσεις». Κατά λογική συνέπεια, όμως, καμένα θα είναι εκ των προτέρων και πολλά εγχειρήματα ανακύκλωσης του (κρατικού) πολιτικού προσωπικού, άρα και οι «58».

Στον αντίποδα αυτού του ανυπόμονου, άνευ όρων κυβερνητισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ καταφέρνει σήμερα να διατηρεί και να διευρύνει το προβάδισμά του έναντι της ΝΔ. Περιφρουρώντας την αυτονομία του, και αδιαφορώντας για τη μομφή περί “ακραίου” που πάει πίσω τουλάχιστον στην περίοδο του κινήματος για το άρθρο 16, ο ΣΥΡΙΖΑ ευτύχησε να δει τα “εθνικά” κόμματα, το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, από το 86% του 2004 να πέφτουν χέρι-χέρι στο 80% το 2007, στο 77% το 2009 και στο 42% το 2012.

Αποτιμώντας εκείνες τις εκλογές του 2007, ο Χριστόφορος Βερναρδάκης σημείωνε ότι “οι ιδεολογικές τοποθετήσεις αποτελούν σημαντικότερο προσδιοριστικό παράγοντα της πολιτικής συμπεριφοράς σε σχέση με τις πολιτικές τοποθετήσεις”*. Εξηγούσε δε, όσον αφορά τις πρώτες, ότι η ιδεολογική πόλωση στο εκλογικό σώμα “εκφράζεται κατά κύριο λόγο από την αντίθεση ΣΥΡΙΖΑ-ΛΑΟΣ”. Ανεξαρτήτως των ποσοστών των δύο κομμάτων, το μείζον ήταν η δυνατότητά τους να καθορίζουν τις ιδεολογικές συντεταγμένες, τα όρια δηλαδή, μέσα στα οποία παιζόταν το πολιτικό παιχνίδι. Ως προς αυτή την παράμετρο, ΣΥΡΙΖΑ και ΛΑΟΣ εντοπίζονταν από τότε στις ακραίες τιμές στις κλίμακες αυταρχισμού/αντιαυταρχισμού, οικονομικού φιλελευθερισμού/αντιφιλελευθερισμού, ιδεολογικού ανθρωπισμού (εδώ ο ΛΑΟΣ βρίσκεται στο μέσο: στο άκρο είναι η ΝΔ...) και πολιτικού εκδημοκρατισμού.

Η κρίση δεν έχει αλλάξει τη σημασία της ιδεολογικής τοποθέτησης στη διαμόρφωση της πολιτικής συμπεριφοράς. Στην πραγματικότητα, ο ανταγωνισμός που πριν παιζόταν στα μειοψηφούντα άκρα, και που πριν καθόριζε τα όρια του κέντρου, τώρα έχει μεταφερθεί στο σαλόνι. Ο ΛΑΟΣ δεν ευτύχησε να επιβιώσει μεταξύ ΝΔ και Χρυσής Αυγής. Προτού εξαρθρωθεί δε σαν κοινή εγκληματική οργάνωση, ήταν η Χρυσή Αυγή αυτή που, επιδρώντας στον ιδεολογικό ανταγωνισμό, έδινε “αέρα” στη ΝΔ, καθώς μετατόπιζε δεξιότερα τις συναινέσεις, αφαιρούσε δηλαδή έδαφος (και ελπίδες διακυβέρνησης) από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Καταλαβαίνοντας πώς παίζεται το παιχνίδι της ιδεολογικής ηγεμονίας, η ΝΔ εξακολουθεί να διεκδικεί μέχρι σήμερα τις ψήφους της Χρυσής Αυγής ακριβώς με την προ 2012 συνταγή, πολιτευόμενη δηλαδή με την ατζέντα και τη ρητορική της Χρυσής Αυγής. Αποδεδειγμένα, όμως, έχει αποτύχει να πλήξει την ανταγωνίστριά της, είτε αμφισβητώντας το χώρο της, είτε διά της ποινικής οδού. Μην έχοντας εναλλακτική, η ΝΔ είναι σε ομηρία μιας αδιέξοδης τακτικής: απωθεί ό,τι βρίσκεται στ΄ αριστερά της, ενώ ταυτόχρονα δεν πλήττει ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε τη Χρυσή Αυγή.

Στο σκηνικό αυτό, με τη ΝΔ να θέλει να πλήξει τον ΣΥΡΙΖΑ ως ακραίο, και ταυτόχρονα να κατανέμει καθημερινά ρόλους “ακραίων” και “μετριοπαθών” στο εσωτερικό του, η Κεντροαριστερά εμφανίζει μια τέλεια αδυναμία να επιδράσει έστω ελάχιστα στο πώς διαμορφώνεται η ιδεολογική ηγεμονία – άρα τελικά και το πολιτικό παιχνίδι. Για την αντι-ΣΥΡΙΖΑ εκδοχή της, το θέμα είναι απλώς η εξατομικευμένη ένταξη στο πολιτικό παιχνίδι των στελεχών της. Αλλά τότε πώς μπορεί να επιβιώσει ως χώρος συνολικά, στην όποια κομματική ή μη κομματική εκδοχή;

To κείμενο δημοσιεύεται στην Αυγή (1.2.2014)
_______

* “Ιδεολογικές αξίες, πολιτικές στάσεις και ηγεμονία”, Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, Μάιος 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων