Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Δημοσθένης ζω....

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ...
Τον προσπέρασα πολλές φορές μέσα στη Πόλη μας.Γύρισα το βλέμμα από την άλλη. Εκβίασα το βήμα μου υστερικά, να μην προλάβουν τα μάτια μου να στείλουν την εικόνα στην αποθήκη της μνήμης. Να μην προλάβει η τωρινή εικόνα να αντιδράσει, να ομογενοποιηθεί, να καβαλήσει, να ...γονιμοποιήσει, εκείνη την Μία, εκείνη που φυλαχτό μυθικής παρθενιάς σφίγγω χρόνια τώρα, στις χούφτες του νου μου.

Κι άλλωστε πολλές «πολυτέλειες» ήρθαν, παρήλθαν, προσπεράστηκαν και αντικαταστάθηκαν... Καμιά δεν αποδείχτηκε αναντικατάστατη παρεκτός εκτός από Μιά. Αυτό το παντεσπάνι που όρισα αξιωματικά σαν το ψωμί της Ζωής. Το Μύθο.
Νικόλα μου... Μου...
Έχουν δίκιο οι Κοεμτζήδες να γράφει μέσα στη ...παρένθεση η Γώγου.
Σφαχτάρι το Δίκαιο. Να σφαδάζει στα χέρια των ισχυρών, πάνω σε χειρουργικά τραπέζια, με λάμπες από αυτό το μπλε φως, που ξορκίζει μαθές το κόκκινο αποκρυπτοντας το.
Μαχαιροβγάλτης το δίκιο. Κόκκινο. Αίμα.
Σε πρωταντίκρισα πάνω στο...άσπρο. Στο άσπρο μιας οθόνης. Χωμένη, βουτηγμένη θαρρείς, μέσα στο βελούδο κινηματογραφικής πολυθρόνας. Άκαπνη, άβγαλτη στη Βία του Βίου ήμουν τότε, κι ακόμα πίστευα ότι οι λέξεις και οι έννοιες τους είναι το ίδιο πράγμα. Μετά, πολύ ...μετά, δυο ώρες ...μετά, ψυχανεμίστηκα ότι οι λέξεις είναι οι σφαίρες αλλά οι έννοιες είναι το όπλο. Φανταράκι ήμουν τότε που «συναντηθήκαμε» οι δυο μας Νικόλα μου, ένα φανταράκι ...τακτικού στρατού, που κρατάει στην τσέπη ένα απόκομμα από ιλλουστατιόν περιοδικό και παραμυθιάζεται ότι η γκομενάρα που ...εικονίζεται στη φωτογραφία ...υπάρχει. Ο Μύθος μου τότε ήταν Δίκαιος. Δυο ώρες ...μετά, μου τον είχες κάνει ...παραμυθάκι.
Βούτηξες τις ...Βεργούλες σου, όρμησες με τη φαλτσέτα σου και ματοκύλισες το νου μου. Βούτηξα το όπλο της έννοιας, γέμισα σφαίρες τις λέξεις, και εκεί έξω στο πεζοδρόμιο του κινηματογράφου πυροβολήθηκα.
Υπήρχες; Ήσουν εσύ; Ήταν έτσι; Ήταν αλλιώς; Ήταν η Αλήθεια ...πραγματικότητα; Αρνήθηκα να εκτελέσω την Αλήθεια ...αναζητώντας την όποια πραγματικότητα. Αυτά είναι για τους ...κριτικούς της ζωής. Αυτοί ας ...εκτελέσουν ότι προαιρούνται.
Εγώ, Δημοσθένης ζω. Κι αυτό το χαμένο βλέμμα του -ζωσμένου από κάθε ...λογής μπάτσους, ασφαλίτες, θεούς και δαίμονες- Δημοσθένη, πάνω στη φωτισμένη πίστα που σε αναζητά στη σκοτεινή πλατεία, χαραγμένο ανεξίτηλα στην οθόνη του νου μου. Κι να ονειρεύομαι πάντα, ότι στη πίστα της Ζωής μου, θα ορμήσεις με τη φαλτσέτα σου να φωνάξεις....Παραγγελιά ρε!!!!!
Κι έτσι Νικόλα μου, αρνήθηκα να δω εσένα, Άνθρωπο με σάρκα και οστά.Πέτρος εγώ ...σ’ αρνήθηκα. Κιότεψα Νικόλα μου, μπας κι η πραγματικότητα σου θολώσει το Μύθο σου της Αλήθειας μου. Σφάλισα τα μάτια και σε προσπέρασα. Η συγνώμη, λένε οι ...γνωρίζοντες, είναι το πλυντήριο της κάθε απάτης. Δεν θα στην πω. Κρατώ την...όποια «οφθαλμαπάτη» μου στα Ιερά μου. Από εμένα, μόνο ...Ευχαριστώ.
Τώρα που στα λέω Νικόλα μου, μόλις μου ‘παν, ότι να, τώρα δα λέει, περνάς την Αχερουσία. Οβολό λένε ότι δεν κράτησες κι ίσως ο φοβερός Κέρβερος να ζυγιάζει στα τεφτέρια του αυτή τη στιγμή, πόσο ο πόνος αγιάζει. Στο δικαστήριο του Άδη, δεν ξέρω αν θα είναι στοιχείο κατηγόριας ή υπεράσπισης, ότι ο δικός σου Μύθος ματοκύλισε τους πιο αυταρχικούς μπάτσους, τους πιο τυραννικούς ασφαλίτες. Τους μπάτσους, τους ασφαλίτες του νου μας.
Γεια σου Νικόλα. Άφησε ήσυχα στα μούτρα μας, τις μπογιές, τις μύξες και τα κλάματα να τρέξουνε....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων