Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Κάτι ανασαίνει στα ερείπια...

ANemos...
Επιστρέφουν καθημερινά. Περνούν την είσοδο, πλησιάζουν την άκρη του πάγκου των κλητήρων να πάρουν το φύλλο της ημέρας όπως έκαναν τα τελευταία δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χρόνια. Το χέρι μένει άδειο. Καλούν το ασανσέρ κι ανεβαίνουν στο γραφείο τους. Καφέ έχουν πιει ή έχουν φέρει μαζί τους σε πλαστικό ποτηράκι. Ανοίγουν τον υπολογιστή, κάνουν στην άκρη κάτι χαρτιά με σημειώσεις από τον περασμένο Δεκέμβρη, τραβούν το τασάκι, ανάβουν τσιγάρο. Το βλέμμα πέφτει στις ζωγραφιές με νερομπογιά και μαρκαδόρο του παιδιού στο χώρισμα, πατάνε με το δάχτυλο την άκρη από το σελοτέιπ που ξεκόλλησε στην μιαν άκρη. Ο υπολογιστής φορτώνει. Οι σκέψεις φορτώνουν. Τα χρόνια φορτώνουν. Enter. Fire Fox. 1982. Οδός Κολοκοτρώνη. Υστερα εδώ. Ο καπνός μπαίνει στο μάτι. Το δίπλα γραφείο άδειο. Οι άλλες αίθουσες άδειες. Μόνο κάτι σκιές, μικρά συννεφάκια καπνού, ένα τηλέφωνο που χτυπάει και δεν το σηκώνει κανείς. Ξανά το βλέμμα στη ζωγραφιά, "Μπαμπά χρόνια πολλά, Τάσος", "Μαμά σ' αγαπώ, Λίνα". Θυμάται πως σπάνια τα προλάβαινε ξύπνια το βράδυ. Ενα φιλί, ένα τράβηγμα της κουβέρτας πάνω από τον ώμο τους. Το πρωί που φεύγαν για το σχολείο εκείνος... εκείνη... κοιμόντουσαν ακόμη. Αλλη μια ρουφηξιά τσιγάρο, ένα παραπέτασμα καπνού που κρύβει τις σκέψεις για τους απλήρωτους λογαριασμούς, το δάνειο του σπιτιού, τα ένσημα που δεν έχουν μαζευτεί...
Επιστρέφουν καθημερινά. Αλλοι πρωί. Αλλοι απόγευμα. Περίπου την ίδια ώρα που έρχονταν για να πιάσουν δουλειά πριν από βδομάδες. Δεν έχουν τίποτα να κάνουν. Ανοίγουν συρτάρια, κλείνουν συρτάρια. Ανάβουν υπολογιστή, σβήνουν υπολογιστή. Γεμίζουν το τασάκι με αποτσίγαρα κι ύστερα το αδειάζουν στον κουβά σκουπίζοντας με ένα χαρτομάντιλο. Οπως άλλοι θα έβαζαν φρέσκο νερό στο ανθοδοχείο, θα άναβαν το καντηλάκι, θα καθάριζαν τα χορτάρια ή κανέναν λεκέ από το μεγάλο μάρμαρο. "21 ΙΟΥΛΙΟΥ 1975 - 29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2011". Οντως! ΑΥΤΗ η δουλειά μαθαίνεται "στο μάρμαρο" τελικά... Σ' αυτό το "μάρμαρο" έμαθε να γράφει, να σβήνει, να κόβει, να ράβει, να στήνει σελίδες, να κάνει τίτλους και λεζάντες, να μετράει διαστάσεις, να διορθώνει, να σκίζει και να ξαναστήνει κασόχαρτα. Από αυτό το "μάρμαρο" θα έφευγε πρώτος. Ορθιος ή με τις μπότες μπροστά. Ετσι νόμιζε. Ετσι είχε δει να γίνεται. Ετσι ήθελε να γίνει. Και ποτέ δεν φανταζόταν ότι πρώτο θα έφευγε το "μάρμαρο" και θα έμενε το "μαγαζί" έτσι. Κενοτάφιο...
Επιστρέφουν καθημερινά.. Γιατί δεν έχουν που αλλού να πάνε. Σαν εξόριστοι χωρίς πατρίδα. Σαν φαντάροι χωρίς κοπέλα. Σαν ισοβίτες που ούτε που θυμούνται πως ήταν πριν...
Κάποια στιγμή θα τα μαζέψουν όλα, θα αδειάσουν τα συρτάρια τους, θα ξεκρεμάσουν τις ζωγραφιές των παιδιών τους, θα μαζέψουν τις μνήμες τους, τις σκιές των συναδέλφων τους,θα τις διπλώσουν, θα τις βάλουν στην τσέπη και θα φύγουν. Και δεν θα ξαναγυρίσουν ποτέ.
Μαζί τους θα έχουν πάρει όμως και την ψυχή τους και την ψυχή του μαγαζιού τους!

Αλίμονο σε εκείνους που θα μείνουν κενοί, μόνο με τα ερείπιά τους και τα χρέη τους! Οχι σε ανθρώπους και τράπεζες αλλά στην ίδια την ιστορία...

Για πάντα λησμονημένοι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων