Κώστας Κρεμμύδας απο την Εποχη...
Πρόδρομη
Η μνήμη μου
Times New Roman/ δώδεκα στιγμών
ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ, σχεδόν αθώα
Χορεύει μέσα μου σαν παλιοκόριτσο
Λίγο πριν τελειώσει την υπόκλιση
Θα έχει ζητήσει στο πιάτο το κεφάλι μου
(Νίκη Χαλκιαδάκη «ανάσκελη
με πυρετό», Μανδραγόρας)
Κανονικά όφειλα να ξεκινήσω με σχόλια: για τις κυβερνητικές εταίρες που κατά τον Βενιζέλο θα ’πρεπε να ’ναι καλύτερα συντονισμένοι –αφού ακόμα και η γκιλοτίνα πριν χρησιμοποιηθεί θέλει λάδωμα, προγραμματισμό κι ένα τελετουργικό εκτελέσεων–, για τον Χέρμαν βαν Ρομπάι, που μαθημένος από τον ΓΑΠ, σκέφτηκε να μας ξανακάνει ρόμπα ο Ρομπάι –γιατί έχουν άλλο αέρα οι Ευρωπαίοι, όχι σαν τους Ανατολικούς που φιλιούνταν στόμα με στόμα σαλιώνοντας ο Μπρέζνιεφ τον Χόνεκερ–, ή για τον πανικό μας από την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Ένα κοινωνικό μόρφωμα που έβρισκε χαρούμενο αποκούμπι στα γήπεδα και τους γύρω χώρους, στα κόμματα και τα συνδικάτα, και τώρα ευτυχώς εκφράζεται και πολιτικά, αφήνοντας, ελπίζουμε, ζωτικότερο χώρο στους υπόλοιπους σχηματισμούς για μια υγιέστερη λειτουργία. Προσωπικά περισσότερο με πανικοβάλει ο Προτοσάλτε και οι σχολιασμοί τού εγκεφάλου Μπάμπη Παπαδημητρίου, πιο πολύ με σοκάρει η πρόσφατη στοχοποίηση των εργαζόμενων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και ο περί ανεργίας λαϊκισμός του κ. Νίκου Ανδρίτσου (προφανώς τέλειωσαν με την πώληση του ΟΣΕ), πιότερο με φοβίζουν οι trash εκπομπές του Θέμου Αναστασιάδη, τα Σώματα Ασφαλείας που μαζεύει ο Sky (ούτε πραξικόπημα να ετοίμαζαν), με τρομοκρατεί ο συντονισμένος γκεμπελισμός των ΜΜΕ, με θλίβει η περσόνα του Ψαρριανού, με αποσβολώνει ο κυνισμός του Βενιζέλου, παρά η δεδομένη αθλιότητα των Κασιδιαρέων. Άλλωστε γιατί οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής να ’ναι κατά τεκμήριο χειρότεροι αυτών του Κίμωνα Κουλούρη, του Τσοχατζόπουλου, του Τραγάκη, του Γιακουμάτου ή του Νικήτα Κακλαμάνη που μας ενημέρωνε από τηλεοράσεως για τις φωτιές που έβαζαν οι θαμώνες των Εξαρχείων; Μήπως ο Μιχαλολιάκος εκτόξευσε το γνωστό «Κάτσε κάτω κουλοχέρη» σε βάρος του Σάκη Καράγιωργα; Δεν ήταν ο Μπιθικώτσης που υποκλινόταν στη χούντα και τον αποθεώναμε μετά στο Ηρώδειο, δεν ήταν ο «στρατηγός» Δομάζος ο αγαπημένος της Δέσποινας; Ποιοι έραναν τον Παττακό με άνθη δίχως να βρεθεί ένας να πετάξει μαζί και τη γλάστρα; Ο Τίμος Μωραϊτίνης δεν έγραψε τον Ύμνο –Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;/ –Γιατί λάμπει ο ήλιος έτσι, γιατί φέγγει έτσι η μέρα;/ –Γιατί σαν αυτή παιδί μου, την ημέρα τη χρυσή που τη χαίρεσαι και συ,/ στέρεψε το μαύρο δάκρυ, κλείσανε πολλές πληγές./ Αψηλώσανε τα στάχυα κι’ ένα γύρω όλα τα βράχια/ εγινήκαν ανθοβούνια και χρυσοπηγές, της 4ης Αυγούστου; Συμπολίτες μας από το αδούλωτο Βραχάσι, όπου ετοίμαζε επανάσταση ο Ζουράρης, δε σκάρωσαν για την 21η Απριλίου τη μαντινάδα κόσμημα της ιατρικής επιστήμης: Χειρουργική επέμβασις επιτυχώς εδόθη και εκ βεβαίου θάνατου ο ασθενής εσώθη./ Συγχαίρουμε τους χειρουργούς και αισιοδοξούμε πως τελική ανάρρωση στον ασθενή θα δούμε! Ή μήπως στους παραθρησκευτικούς κύκλους της βόρειας Ελλάδας, που ασκούν τεράστια πολιτική επιρροή, διακρίνεται μεγαλύτερη δημοκρατική ευαισθησία; Υπάρχει ηθικός φραγμός στην τηλεοπτική ακροαματικότητα; Στην πολιτική διαχείριση; Στον κοινωνικό εμπαιγμό; Η δεδομένη αθέτηση προεκλογικών δεσμεύσεων είναι συνήθης πρακτική της δημοκρατίας, ή μήπως ο προάγγελος παρεκβάσεων; Είναι λιγότερο φασίζουσα η διαρκής εναλλαγή εκλογικών συστημάτων (τριφασικά, μονοφασικά, διφασικά, κατά το «δικάθαρο», «τρικάθαρο» «πεντακάθαρο» που μας έλεγε στη Γαύδο ο Νίκος Πολίτης);
Ο συστηματικός εκμαυλισμός πολιτών, ως φυσική/αυτονόητη προέκταση ενός συστήματος που το διακρίνει το σθένος της κοινοτοπίας (της διαστρέβλωσης και του εμπαιγμού), δεν καθιστά ευάλωτο το εκλογικό σώμα, και δεν αμβλύνει τη βαρύτητα της επιλογής του; Η απόγνωση και η παρατεταμένη κοινωνική παρακμή δε συμπαρασύρει το λαό; Κι από την άλλη, ο ίδιος λαός δε διεκδικεί, κάθε στιγμή, τη λύτρωση και την ανάτασή του; Αρκεί να υπάρξει η έμπνευση, η υπέρβαση των τετριμμένων, αυτό το μεταίχμιο που μετατρέπει το λυκόφως σε λυκαυγές. Μια μεγάλη δηλαδή έκρηξη, ένα Big bang είναι το αίτημά μας. Και από το δαιμονολογούμε με κακοφορμισμένους δαίμονες (δείτε τους πώς είναι ακόμα και ως φυσιογνωμίες!) είναι προτιμότερο να προετοιμάζουμε την επανάσταση της ομορφιάς.
Δε θα μας δει ο Ρομπάι! Εδώ δεν μας έβλεπε ο άναξ μας στα περίφημα Συμβούλια του στέμματος όπου προσκαλούντο και οι χειρότεροι πλην της ΕΔΑ και του μιάσματος προέδρου της Ιω. Πασαλίδη. Εκεί που συζητούσαν την πρόοδο του λαού, το σχέδιο Μάρσαλ που έδωσε πνοή με τη Χαλυβουργία στην αρχαιόπληκτη Ελευσίνα, χάρισε στον Ασπρόπυργο τα Ναυπηγεία και λάμπρυνε την Κόρινθο με τα διυλιστήρια. Για να ’ρθει μετά ο Γκάτσος να θρηνήσει, απερίσκεπτα, πάνω στις χαμένες ζωές μας: Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα/ κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο/ τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα/ και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.// Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες/ ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο/ τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες/ και το καινούργιο πάν να δουν διυλιστήριο.// Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία/ κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα/ τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία/ άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.
«Συμφορά απ’ το πολύ μυαλό» ήταν θεατρικό του Γκριµπογιέντοφ. Αν ζούσε σήμερα θα ’γραφε και τη «Συμφορά απ’ τη μεγάλη φιλοπατρία». Θα παιζόταν στην δύσμοιρη Αττική που ’χουν να δουν πολλά ακόμα τα μάτια της.
Αλλά και πάλι ξεστράτισα. (Θα το πάρω αλλιώς την άλλη βδομάδα).
mandragoras_magazine@yahoo.gr
Η μνήμη μου
Times New Roman/ δώδεκα στιγμών
ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ, σχεδόν αθώα
Χορεύει μέσα μου σαν παλιοκόριτσο
Λίγο πριν τελειώσει την υπόκλιση
Θα έχει ζητήσει στο πιάτο το κεφάλι μου
(Νίκη Χαλκιαδάκη «ανάσκελη
με πυρετό», Μανδραγόρας)
Κανονικά όφειλα να ξεκινήσω με σχόλια: για τις κυβερνητικές εταίρες που κατά τον Βενιζέλο θα ’πρεπε να ’ναι καλύτερα συντονισμένοι –αφού ακόμα και η γκιλοτίνα πριν χρησιμοποιηθεί θέλει λάδωμα, προγραμματισμό κι ένα τελετουργικό εκτελέσεων–, για τον Χέρμαν βαν Ρομπάι, που μαθημένος από τον ΓΑΠ, σκέφτηκε να μας ξανακάνει ρόμπα ο Ρομπάι –γιατί έχουν άλλο αέρα οι Ευρωπαίοι, όχι σαν τους Ανατολικούς που φιλιούνταν στόμα με στόμα σαλιώνοντας ο Μπρέζνιεφ τον Χόνεκερ–, ή για τον πανικό μας από την άνοδο της Χρυσής Αυγής. Ένα κοινωνικό μόρφωμα που έβρισκε χαρούμενο αποκούμπι στα γήπεδα και τους γύρω χώρους, στα κόμματα και τα συνδικάτα, και τώρα ευτυχώς εκφράζεται και πολιτικά, αφήνοντας, ελπίζουμε, ζωτικότερο χώρο στους υπόλοιπους σχηματισμούς για μια υγιέστερη λειτουργία. Προσωπικά περισσότερο με πανικοβάλει ο Προτοσάλτε και οι σχολιασμοί τού εγκεφάλου Μπάμπη Παπαδημητρίου, πιο πολύ με σοκάρει η πρόσφατη στοχοποίηση των εργαζόμενων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου και ο περί ανεργίας λαϊκισμός του κ. Νίκου Ανδρίτσου (προφανώς τέλειωσαν με την πώληση του ΟΣΕ), πιότερο με φοβίζουν οι trash εκπομπές του Θέμου Αναστασιάδη, τα Σώματα Ασφαλείας που μαζεύει ο Sky (ούτε πραξικόπημα να ετοίμαζαν), με τρομοκρατεί ο συντονισμένος γκεμπελισμός των ΜΜΕ, με θλίβει η περσόνα του Ψαρριανού, με αποσβολώνει ο κυνισμός του Βενιζέλου, παρά η δεδομένη αθλιότητα των Κασιδιαρέων. Άλλωστε γιατί οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής να ’ναι κατά τεκμήριο χειρότεροι αυτών του Κίμωνα Κουλούρη, του Τσοχατζόπουλου, του Τραγάκη, του Γιακουμάτου ή του Νικήτα Κακλαμάνη που μας ενημέρωνε από τηλεοράσεως για τις φωτιές που έβαζαν οι θαμώνες των Εξαρχείων; Μήπως ο Μιχαλολιάκος εκτόξευσε το γνωστό «Κάτσε κάτω κουλοχέρη» σε βάρος του Σάκη Καράγιωργα; Δεν ήταν ο Μπιθικώτσης που υποκλινόταν στη χούντα και τον αποθεώναμε μετά στο Ηρώδειο, δεν ήταν ο «στρατηγός» Δομάζος ο αγαπημένος της Δέσποινας; Ποιοι έραναν τον Παττακό με άνθη δίχως να βρεθεί ένας να πετάξει μαζί και τη γλάστρα; Ο Τίμος Μωραϊτίνης δεν έγραψε τον Ύμνο –Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα;/ –Γιατί λάμπει ο ήλιος έτσι, γιατί φέγγει έτσι η μέρα;/ –Γιατί σαν αυτή παιδί μου, την ημέρα τη χρυσή που τη χαίρεσαι και συ,/ στέρεψε το μαύρο δάκρυ, κλείσανε πολλές πληγές./ Αψηλώσανε τα στάχυα κι’ ένα γύρω όλα τα βράχια/ εγινήκαν ανθοβούνια και χρυσοπηγές, της 4ης Αυγούστου; Συμπολίτες μας από το αδούλωτο Βραχάσι, όπου ετοίμαζε επανάσταση ο Ζουράρης, δε σκάρωσαν για την 21η Απριλίου τη μαντινάδα κόσμημα της ιατρικής επιστήμης: Χειρουργική επέμβασις επιτυχώς εδόθη και εκ βεβαίου θάνατου ο ασθενής εσώθη./ Συγχαίρουμε τους χειρουργούς και αισιοδοξούμε πως τελική ανάρρωση στον ασθενή θα δούμε! Ή μήπως στους παραθρησκευτικούς κύκλους της βόρειας Ελλάδας, που ασκούν τεράστια πολιτική επιρροή, διακρίνεται μεγαλύτερη δημοκρατική ευαισθησία; Υπάρχει ηθικός φραγμός στην τηλεοπτική ακροαματικότητα; Στην πολιτική διαχείριση; Στον κοινωνικό εμπαιγμό; Η δεδομένη αθέτηση προεκλογικών δεσμεύσεων είναι συνήθης πρακτική της δημοκρατίας, ή μήπως ο προάγγελος παρεκβάσεων; Είναι λιγότερο φασίζουσα η διαρκής εναλλαγή εκλογικών συστημάτων (τριφασικά, μονοφασικά, διφασικά, κατά το «δικάθαρο», «τρικάθαρο» «πεντακάθαρο» που μας έλεγε στη Γαύδο ο Νίκος Πολίτης);
Ο συστηματικός εκμαυλισμός πολιτών, ως φυσική/αυτονόητη προέκταση ενός συστήματος που το διακρίνει το σθένος της κοινοτοπίας (της διαστρέβλωσης και του εμπαιγμού), δεν καθιστά ευάλωτο το εκλογικό σώμα, και δεν αμβλύνει τη βαρύτητα της επιλογής του; Η απόγνωση και η παρατεταμένη κοινωνική παρακμή δε συμπαρασύρει το λαό; Κι από την άλλη, ο ίδιος λαός δε διεκδικεί, κάθε στιγμή, τη λύτρωση και την ανάτασή του; Αρκεί να υπάρξει η έμπνευση, η υπέρβαση των τετριμμένων, αυτό το μεταίχμιο που μετατρέπει το λυκόφως σε λυκαυγές. Μια μεγάλη δηλαδή έκρηξη, ένα Big bang είναι το αίτημά μας. Και από το δαιμονολογούμε με κακοφορμισμένους δαίμονες (δείτε τους πώς είναι ακόμα και ως φυσιογνωμίες!) είναι προτιμότερο να προετοιμάζουμε την επανάσταση της ομορφιάς.
Δε θα μας δει ο Ρομπάι! Εδώ δεν μας έβλεπε ο άναξ μας στα περίφημα Συμβούλια του στέμματος όπου προσκαλούντο και οι χειρότεροι πλην της ΕΔΑ και του μιάσματος προέδρου της Ιω. Πασαλίδη. Εκεί που συζητούσαν την πρόοδο του λαού, το σχέδιο Μάρσαλ που έδωσε πνοή με τη Χαλυβουργία στην αρχαιόπληκτη Ελευσίνα, χάρισε στον Ασπρόπυργο τα Ναυπηγεία και λάμπρυνε την Κόρινθο με τα διυλιστήρια. Για να ’ρθει μετά ο Γκάτσος να θρηνήσει, απερίσκεπτα, πάνω στις χαμένες ζωές μας: Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα/ κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο/ τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα/ και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.// Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες/ ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο/ τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες/ και το καινούργιο πάν να δουν διυλιστήριο.// Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία/ κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα/ τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία/ άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.
«Συμφορά απ’ το πολύ μυαλό» ήταν θεατρικό του Γκριµπογιέντοφ. Αν ζούσε σήμερα θα ’γραφε και τη «Συμφορά απ’ τη μεγάλη φιλοπατρία». Θα παιζόταν στην δύσμοιρη Αττική που ’χουν να δουν πολλά ακόμα τα μάτια της.
Αλλά και πάλι ξεστράτισα. (Θα το πάρω αλλιώς την άλλη βδομάδα).
mandragoras_magazine@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου