Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2013

Κομ­μου­νι­σμός, ο ι­δε­α­λι­σμός των υ­λι­στώ­ν...

Του  Ετιέν Μπα­λι­μπά­ρ, απο την εποχη...
Αυ­τό που θέ­λου­με ε­μείς οι κομ­μου­νι­στές, εί­ναι «να αλ­λά­ξου­με τον κό­σμο» με τέ­τοιο τρό­πο που «να με­τα­σχη­μα­τι­στού­με ε­μείς οι ί­διοι» σε έ­να άλ­λο εί­δος αν­θρώ­πων. Λέω «ε­μείς» έ­χο­ντας συ­νεί­δη­ση της α­βε­βαιό­τη­τας αυ­τής της α­να­φο­ράς. Δεν εί­ναι έ­νας τρό­πος να με­γε­θύ­νου­με το «ε­γώ» που ο­φεί­λει να μι­λά­ει σε πρώ­το πρό­σω­πο, κα­θώς ε­δώ πρό­κει­ται για στρά­τευ­ση.
Εί­ναι έ­νας τρό­πος να δεί­ξου­με εκ των προ­τέ­ρων τη διά­στα­ση της πλη­θυ­ντι­κό­τη­τας που α­πο­τε­λεί α­να­πό­σπα­στο μέ­ρος του προ­βλή­μα­τος: το ζή­τη­μα του κομ­μου­νι­σμού εί­ναι α­διάρ­ρη­κτα δε­μέ­νο με το ζή­τη­μα του συλ­λο­γι­κού υ­πο­κει­μέ­νου και της συλ­λο­γι­κό­τη­τας του υ­πο­κει­μέ­νου, τό­σο του πο­λι­τι­κού ό­σο και του κοι­νω­νι­κού – πράγ­μα που, ό­πως έ­χει α­πο­δεί­ξει η ι­στο­ρία, εί­ναι μια α­πό τις πιο ε­πι­κίν­δυ­νες ό­ψεις της α­νά­πτυ­ξής του. Απα­ντώ­ντας έ­τσι σ’ αυ­τό το ζή­τη­μα, εν­νο­εί­ται ό­τι α­να­φέ­ρο­μαι ε­πί­σης και σε μια ο­ρι­σμέ­νη φι­λο­σο­φι­κή και ι­δε­ο­λο­γι­κή κλη­ρο­νο­μιά: το «να αλ­λά­ξου­με τον κό­σμο» εί­ναι μια φρά­ση που α­πο­δί­δου­με στον Μαρξ (πα­ρό­τι δεν εί­ναι ε­κεί­νος που την ε­πι­νό­η­σε), αλ­λά ε­πι­διώ­κου­με ε­πί­σης να τον συ­μπλη­ρώ­σου­με, δη­λα­δή να τον τρο­πο­ποιή­σου­με.
Ο Μπα­ντιού συ­νη­θί­ζει να λέει ό­τι «οι κομ­μου­νι­στές ζουν για μια ι­δέ­α», πράγ­μα που ταυ­τό­χρο­να ση­μαί­νει ό­τι «α­πο­κρί­νο­νται» στο κά­λε­σμα μιας ι­δέ­ας (ο Αλτου­σέρ εί­χε πει ό­τι α­φή­νο­νται να τους ε­μπλέ­ξει αυ­τή η ι­δέα) και ό­τι τεί­νουν να προ­σαρ­μό­σουν την ύ­παρ­ξή τους στις α­παι­τή­σεις της. Από τη σκο­πιά των υ­πο­κει­μέ­νων ο κομ­μου­νι­σμός, λοι­πόν, πα­ρου­σιά­ζε­ται πρώ­τα α­π’ ό­λα σαν ι­δε­ο­λο­γία και σαν η­θι­κή. Εί­ναι εύ­κο­λο να σι­γου­ρευ­τού­με για την α­λή­θεια αυ­τής της θέ­σης. Αρκεί να δια­πι­στώ­σου­με το γε­γο­νός ό­τι, στην ι­στο­ρία (και για πο­λύ με­γά­λα δια­στή­μα­τα, πα­ρό­τι αυ­τό συμ­βαί­νει σε κοι­νω­νιο­λο­γι­κές μορ­φές και συν­θή­κες που ποι­κίλ­λουν) υ­πήρ­ξαν –και μά­λι­στα με­γά­λος α­ριθ­μός– α­το­μι­κά και συλ­λο­γι­κά υ­πο­κεί­με­να που τα ο­νο­μά­σα­με κομ­μου­νι­στές, πα­ρό­τι δεν εί­χαν γνω­ρί­σει ή χρη­σι­μο­ποιή­σει τον ό­ρο αυ­τό (ό­πως, για πα­ρά­δειγ­μα, οι ε­ξε­γερ­μέ­νοι γύ­ρω α­πό τον Σπάρ­τα­κο δού­λοι, ή οι «πνευ­μα­τι­κοί» φρα­γκι­σκα­νοί του Με­σαίω­να, οι μπολ­σε­βί­κοι και οι σπαρ­τα­κι­στές, οι ερ­γά­τες, δια­νοού­με­νοι ή χω­ρι­κοί α­γω­νι­στές της Κομ­μου­νι­στι­κής Διε­θνούς… κ.λπ.) Όλοι τους υ­πήρ­ξαν ι­δε­α­λι­στές, τό­σο με την τρέ­χου­σα έν­νοια του ό­ρου ό­σο και με τη φι­λο­σο­φι­κή ση­μα­σία: των αν­θρώ­πων που ο­ρα­μα­τί­ζο­νται έ­να νέο κό­σμο δια­φο­ρε­τι­κό α­πό τον ση­με­ρι­νό, και που εί­ναι έ­τοι­μοι να θυ­σιά­σουν το σύ­νο­λο ή έ­να μέ­ρος ό­σων α­πο­τε­λού­σαν τη ζωή τους, στο ό­νο­μα αυ­τής της πε­ποί­θη­σης.
Σί­γου­ρα, το ί­διο ι­σχύει και για τον ί­διο τον Μαρ­ξ: δύ­σκο­λα θα βρί­σκα­με στην ι­στο­ρία των πο­λι­τι­κών και φι­λο­σο­φι­κών ι­δεών πιο σα­φές πα­ρά­δειγ­μα ι­δε­α­λι­σμού. Το γε­γο­νός ό­τι τό­σοι κομ­μου­νι­στές (α­νά­με­σα στους πιο αυ­θε­ντι­κούς) έ­χουν α­γω­νι­στεί να κα­τα­στή­σουν τον κομ­μου­νι­σμό μια «δια­δι­κα­σία χω­ρίς υ­πο­κεί­με­νο», δεν μπο­ρεί να μας ο­δη­γή­σει σε λαν­θα­σμέ­νο συ­μπέ­ρα­σμα: ό­σοι (ό­πως και ε­γώ) έ­χουν υ­πο­στη­ρί­ξει αυ­τή την ι­δέα (και συ­νε­χί­ζουν πά­ντα να υ­πο­στη­ρί­ζουν την ι­δέα ό­τι η ι­στο­ρία εί­ναι μια «δια­δι­κα­σία χω­ρίς υ­πο­κεί­με­νο»), ήρ­θε η ώ­ρα να α­να­γνω­ρί­σουν ό­τι αυ­τή η δια­τύ­πω­ση εί­ναι α­ντι­θε­τι­κή. Οι κομ­μου­νι­στές προσ­διο­ρί­ζο­νται κα­τ’ αρ­χάς ως άν­θρω­ποι που ε­πι­διώ­κουν την πραγ­μά­τω­ση μιας ι­δέ­ας, που εί­ναι ε­πί­σης έ­να ι­δα­νι­κό, κι αυ­τό τους δια­κρί­νει α­πό άλ­λα δρώ­ντα υ­πο­κεί­με­να, που ε­πι­θυ­μούν και ο­ρα­μα­τί­ζο­νται να με­τα­βάλ­λουν το ση­με­ρι­νό κό­σμο (τους φι­λε­λεύ­θε­ρους ή τους φα­σί­στες, για να πε­ριο­ρι­στού­με στα πο­λι­τι­κά ι­δεώ­δη).
Μπο­ρού­με, ό­μως, να κά­νου­με έ­να α­κό­μη βή­μα: εξ ο­ρι­σμού, το α­ντι­κεί­με­νο ή το ι­δεώ­δες που μα­γνη­τί­ζει την ε­πι­θυ­μία των κομ­μου­νι­στών, δεν α­πο­τε­λεί μέ­ρος του κό­σμου που υ­πάρ­χει σή­με­ρα (πα­ρό­τι –κι αυ­τό εί­ναι πο­λύ ση­μα­ντι­κό– υ­πάρ­χουν μέ­σα σ’ αυ­τόν πρό­τυ­πα, ι­διαί­τε­ρα με τη μορ­φή συ­μπε­ρι­φο­ρών που δεν συ­νά­δουν με τις κυ­ρίαρ­χες α­ξίες, και γι’ αυ­τό το λό­γο εί­ναι κα­τα­πιε­σμέ­νες ή πε­ρι­θω­ριο­ποιη­μέ­νες α­πό την κοι­νω­νία). Εδρεύει στο διά­στη­μα που χω­ρί­ζει αυ­τό που υ­πάρ­χει σή­με­ρα α­πό ε­κεί­νο που θα μπο­ρού­σε να υ­πάρ­ξει αύ­ριο: ε­κεί, στην α­νη­συ­χία που μας ω­θεί να γνω­ρί­σου­με αν αυ­τή η α­πό­στα­ση εί­ναι α­δύ­να­το να με­τρη­θεί, ή, α­ντί­θε­τα, μπο­ρεί να κα­λυ­φθεί με τη δρά­ση, η ο­ποία ε­πί­σης ε­δρεύει στην ε­πι­θυ­μία των κομ­μου­νι­στών. Η φρά­ση που χρη­σι­μο­ποιεί ο Μαρξ στο έρ­γο του «Η Γερ­μα­νι­κή Ιδε­ο­λο­γία»: «Ο κομ­μου­νι­σμός εί­ναι η πραγ­μα­τι­κή κί­νη­ση που κα­ταρ­γεί την υ­πάρ­χου­σα κα­τά­στα­ση πραγ­μά­των», δεν α­ντι­φά­σκει α­να­γκα­στι­κά με ό­σα α­να­φέ­ρω πιο πά­νω, για­τί τα υ­πο­κεί­με­να μπο­ρούν να πα­ρεμ­βάλ­λο­νται σ’ αυ­τή την κί­νη­ση με διά­φο­ρους τρό­πους, για να την ε­πι­τα­χύ­νουν ή για να της ορ­θώ­σουν ε­μπό­διο.
Την ε­πι­τα­χύ­νουν, ό­μως, μό­νο στο βαθ­μό που η κί­νη­ση αυ­τή γί­νε­ται η έκ­φρα­ση της ε­πι­θυ­μίας τους –ό­ποιοι κι αν εί­ναι οι ι­στο­ρι­κοί, υ­λι­κοί ή πνευ­μα­τι­κοί, κοι­νω­νι­κοί ή ι­δε­ο­λο­γι­κοί, ό­ροι που έ­χουν ω­θή­σει τα υ­πο­κεί­με­να να κά­νουν αυ­τή την ε­πι­λο­γή. Ο ι­δε­α­λι­σμός, λοι­πόν, εί­ναι ό­ρος για την κομ­μου­νι­στι­κή στρά­τευ­ση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων