Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Ολιβερ Τουίστ στον 21ο αιώνα...

Σε πρόσφατη ανταπόκριση από την Αθήνα, οι «Τάιμς Νέας Υόρκης» συγκρίνουν τα φετινά Χριστούγεννα στη χώρα μας μ' εκείνα που απαθανάτισε ο Κάρολος Ντίκενς (1812-1870) για το Λονδίνο του 1839. Οπως φαίνεται, οι σπαρακτικές εικόνες του Ολιβερ Τουίστ και του Εμπενίζερ Σκρουτζ δεν ανήκουν μόνον στο εφιαλτικό παρελθόν, αλλά επίσης -και όχι λιγότερο- στη «νέα εποχή», που σήμερα στήνεται, με τη χώρα μας ως «πειραματόζωο».
Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στη «νοσηρή περίοδο» του 19ου αιώνα και στην «εξυγίανση», που υποτίθεται ότι σήμερα επιχειρείται; Οπωσδήποτε, η εκτεταμένη κοινωνική φτώχεια και εξαθλίωση αφ' ενός, με την πρωτοφανή συσσώρευση μεγάλου πλούτου αφ' ετέρου. Στη Βρετανία του 1840, οι νεόπλουτοι από τους ναπολεόντειους πολέμους συσσωρεύουν αρπακτικά το χρήμα, περιθωριοποιώντας τούς κοινωνικά αδύναμους, με τη «βιομηχανική επανάσταση», τη μαζική φτωχοποίηση και τη χρηματιστηριακή αποθέωση, με στόχο την αποκατάσταση του «κανόνος χρυσού» (1844).
Στο πλαίσιο του «ισχυρού νομίσματος», όπως έχει δείξει ο Αμερικανός Barry Eichengreen από το Μπέρκλεϊ, δεν υπάρχει θέση για εργατικά σωματεία και απεργίες, ούτε για Δημοκρατία και πολιτικά κόμματα ούτε βέβαια για ελευθερία έκφρασης και Τύπου. Το κόστος προσαρμογής κάθε οικονομίας επιρρίπτεται συστηματικά προς τα κάτω, στον κόσμο της εργασίας, πράγμα που σήμερα ονομάζεται «εσωτερική υποτίμηση».
Θριαμβεύει ο τοκογλύφος Εμπενίζερ Σκρουτζ, για τον οποίο ακόμη και τα Χριστούγεννα είναι «περιττή εορτή», καθ' ότι συνεπάγεται «αδικαιολόγητες» δαπάνες, χωρίς κανένα έσοδο. Εάν ο φιλάργυρος κερδίζει τον οίκτο και την αποστροφή της Ιστορίας για την τάξη του και τη θλιβερή εποχή του, το θύμα του κατακτά τη συμπάθεια της ανθρωπότητος για την αιωνιότητα. Οσοι σήμερα θυμούνται τον Ντίκενς, ας έχουν υπόψη τους την αξιολόγηση από τον Μπέρναρντ Σο (1814-1885): «Ο Μαρξ και ο Ντίκενς αντίκρισαν τη φτώχεια και την κοινωνική αδικία. Ο πρώτος στράφηκε προς την επανάσταση, ενώ ο δεύτερος δεν είχε την παραμικρή ιδέα γι' αυτό».

Επειτα από δύο αιώνες, οι συγκρίσεις είναι εύλογες: σύμφωνα με τη Morgan Stanley Capital Investment (MSCI), η Ελλάδα καταγράφει για το 2013 την υψηλότερη δολαριακή απόδοση στην παγκόσμια αγορά μετοχών, άνω του 45%. Παράλληλα, κατά το αυτό έτος, η χώρα μας καταγράφει επίσης τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή όχι μόνο στο χώρο της Ευρωζώνης, αλλά και παγκοσμίως. Οι επιδόσεις της φτώχειας και της ανεργίας υπερβαίνουν και την πιο τολμηρή φαντασία, με συνέπεια η χώρα μας να καταγράφεται επίσης πρώτη στα πρόθυρα κοινωνικής εξέγερσης και ανατροπής.
Σε πρόσφατη ομιλία προς το αμερικανικό έθνος (4 Δεκεμβρίου 2013) ο πρόεδρος Ομπάμα στάθηκε επιβλητικά επιγραμματικός: «Η ανισότητα εισοδήματος και πλούτου σκοτώνει την οικονομία. Αυτό που σήμερα εμποδίζει την ανάκαμψη είναι το βαθύ και διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ μεγάλου πλούτου και μεγάλης φτώχειας». Ομοίως, ο βρετανικός «Εκόνομιστ» παραδέχεται ότι η εποχή μας συγκρίνεται μ' εκείνη του 1840, κατά το ότι αμφότερες πριμοδοτούν τη νομισματική σταθερότητα εις βάρος της οικονομίας και της απασχόλησης, τις οποίες ανάγουν σε μεταβλητές προσαρμογής για τη νομισματική σταθερότητα.
Εξυπηρετείται έτσι η τάξη του μεγάλου χρήματος, αλλά από την άλλη πλευρά εξοντώνεται στο βωμό του η οικονομία και ο κόσμος της εργασίας. Στο βιβλίο του («The Golden Fetters. The Gold Standard and the Great Depression», Οξφόρδη 1992), ο Eichengreen σημειώνει: «Από τη νομισματική πειθαρχία του 19ου αιώνα, οι χώρες δεν μπόρεσαν να απεμπλακούν και να αποκτήσουν πρόσβαση στην κοινωνική ευημερία, παρά μόνον από τη στιγμή που προέκυψαν νέες ηγεσίες, που δεν είχαν συμμετάσχει στη ρητορεία του κανόνα χρυσού κατά την προηγηθείσα περίοδο». Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο πρόεδρος Μάριο Ντράγκι αποφάσισαν (Σεπτέμβριος 2012) να χρησιμοποιούν «όλα τα μέσα», ακόμη και «αντισυμβατικά», ώστε να μη διαταράσσεται η σταθερότητα του ευρώ.
Ωστόσο, ενώ η κερδοσκοπία υποχωρεί πράγματι και το ευρώ σταθεροποιείται έναντι του δολαρίου και του γεν, εν τούτοις παρασιωπάται ότι για το επίτευγμα, τίμημα παραμένει η επιδεινούμενη ύφεση και η εκτεταμένη ανεργία, η διάρρηξη και αποσύνθεση των κοινωνικών ιστών, η πρωτοφανής επέκταση της φτώχειας. Το συμπέρασμα των Ντάρον Ατζέμογλου και Τζέιμς Ρόμπινσον, από το ΜΙΤ και το Χάρβαρντ, στο ογκώδες σύγγραμμά τους «Γιατί τα έθνη αποτυγχάνουν. Η καταγωγή της ισχύος, της ευημερίας και της φτώχειας» (Daron Acemoglu, James Robinson, «Why Nations Fail, The Origins of Power, Prosperity and Poverty», 2013) είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικό για τις εορταστικές ημέρες των Χριστουγέννων: «Η επιτυχία των εθνών προϋποθέτει ενίσχυση και εμπέδωση της κοινωνικής συνοχής, σύσταση οικονομικών και πολιτικών θεσμών που ενσωματώνουν και δεν περιθωριοποιούν τους πολίτες».
Οταν σήμερα υπονομεύεται με όλα τα μέσα ακόμη και η απλή επιβίωση των εργαζομένων και πολιτών, όταν η φτώχεια δεν παύει να συσσωρεύεται στη βάση και ο πλούτος στην κορυφή, όταν ο 21ος αιώνας αντιγράφει το 19ο, πώς είναι δυνατόν να προσδοκάται κάτι διαφορετικό από την απεχθή και εκρηκτική οικονομική και κοινωνική μιζέρια, από την οποία η ανθρωπότητα πίστευε ότι είχε οριστικά απομακρυνθεί;
kvergo@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων