Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

Έφοδος επενδυτών στη γη της Αφρικής...

Le Monde Diplomatique...
 Baxter Joan, μεταφραση Kaimaki Valia
Μετά τα ορυκτά και το πετρέλαιο, οι ξένοι εποφθαλμιούν τώρα την ίδια τη γη της Αφρικής. Οι κυβερνήσεις της αφρικανικής ηπείρου έχουν ήδη παραχωρήσει, κάτω από πολύ αδιαφανείς συνθήκες, εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμης γης. Με πρωτοβουλία πολυεθνικών εταιρειών διατροφής και ορισμένων κρατών, κυρίως της Μέσης Ανατολής και της Ασίας, μελετώνται διάφορα σχέδια, τα οποία, εάν τελικά υλοποιηθούν, θα βάλουν σε κίνδυνο τις κοινωνίες, τις φυσικές ισορροπίες και τη γεωργία της περιοχής.

Στις 18 και 19 Νοεμβρίου 2009, το συνεδριακό κέντρο Elizabeth ΙΙ στο Λονδίνο φιλοξενεί τη διάσκεψη δωρητών για τη Σιέρα Λεόνε. Στο βήμα, ο πρώην πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, του οποίου η οργάνωση (Africa Governance Initiative) είναι χορηγός της εκδήλωσης, παροτρύνει ενεργά τους συνέδρους να αγοράσουν αγροτικές εκτάσεις σε μια χώρα που, κατά την έκφρασή του, « διαθέτει εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμης γης [1] ». Έχοντας... παρασυρθεί από τον ενθουσιασμό του, ο Μπλερ φαίνεται να ξεχνά τα εκατομμύρια των κατοίκων της Σιέρα Λεόνε που εξαρτώνται από τις σοδειές αυτών των εδαφών.
Πεπεισμένοι ότι θα αποκομίσουν σημαντικά κέρδη, πολλοί τραπεζικοί οργανισμοί, επενδυτικά ταμεία, μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι, κράτη και ορισμένοι δισεκατομμυριούχοι σχεδιάζουν να εγκαταστήσουν στην Αφρική γιγάντια βιομηχανικά αγροκτήματα με σκοπό την παραγωγή προϊόντων διατροφής και βιοκαυσίμων που θα προορίζονται αποκλειστικά για εξαγωγή. Η εξαγορά και η μακροχρόνια ενοικίαση αγροτικών εκτάσεων παρουσιάζονται σκόπιμα ως αναπτυξιακά προγράμματα που αποφέρουν όφελος τόσο στα εμπλεκόμενα οικονομικά σχήματα όσο και στα αφρικανικά κράτη.
Μεταξύ όσων υιοθετούν τη συγκεκριμένη προσέγγιση βρίσκεται η Διεθνής Εταιρεία Χρηματοδότησης της Παγκόσμιας Τράπεζας [2], καθώς και το Διεθνές Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ειδικός θεσμός των Ηνωμένων Εθνών. Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις του γενικού διευθυντή του, Ζακ Ντιούφ, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την όλη κίνηση « νέα μορφή αποικιοκρατίας », ο Οργανισμός για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία των Ηνωμένων Εθνών (FAO) αποδέχτηκε τη συγκεκριμένη πρακτική.
Πολλά είναι τα παραδείγματα του μαζικού ξεπουλήματος που εκτυλίσσεται αυτή τη στιγμή στην Αφρική. Η Κίνα εξασφάλισε από τη Δημοκρατία του Κονγκό την εκμετάλλευση 2,8 εκατομμυρίων εκταρίων, όπου θα εγκαταστήσει τη μεγαλύτερη φυτεία φοίνικα στον κόσμο [3]. Ο Φίλιπ Χάιλμπεργκ, πρόεδρος του νεοϋορκέζικου επενδυτικού ταμείου Jarch Capital και πρώην εκπρόσωπος του ασφαλιστικού γίγαντα American International Group (AIG), ενοικίασε 400.000 έως ένα εκατομμύριο εκτάρια στο νότιο Σουδάν από τον τοπικό πολέμαρχο Παουλίνο Ματίπ [4]. Πρόσφατα, το Κονγκό-Μπραζαβίλ προσέφερε σε διάφορες νοτιοαφρικανικές βιομηχανίες διατροφής 10 εκατομμύρια εκτάρια από το πολύτιμο, και, μάλιστα, απειλούμενο, τροπικό δάσος της χώρας.
Τον περασμένο Νοέμβριο, με την παρότρυνση του αιθιοπικής καταγωγής σαουδάραβα επιχειρηματία Μοχάμεντ Αλί Αλ-Αμούντι, πενήντα από τις μεγαλύτερες σαουδαραβικές επιχειρήσεις οργάνωσαν στην Αιθιοπία φόρουμ με στόχο την εγκατάσταση αγροτικών εκμεταλλεύσεων, τα προϊόντα των οποίων θα προορίζονται αποκλειστικά για εξαγωγές [5]. Στο μεταξύ, ο Ινδός Σάι Ραμακρίσνα Καρουτούρι ανταγωνίζεται τον γίγαντα της διατροφικής βιομηχανίας Cargill, υποστηρίζοντας ότι κατέχει τη μεγαλύτερη « τράπεζα εδαφών » της Μαύρης Ηπείρου, κυρίως στην Αιθιοπία [6]. Την ώρα που η αφρικανική χώρα, έχοντας πληγεί από την ξηρασία, απευθύνει έκκληση για διατροφική βοήθεια, η κυβέρνησή της, που έχει ήδη παραχωρήσει 600.000 εκτάρια, ετοιμάζεται να βγάλει στο σφυρί ακόμα 3 εκατομμύρια εκτάρια από τα εδάφη της [7].
Πολλοί αρχηγοί αφρικανικών κρατών μοιάζουν να έχουν γοητευθεί από την ιδέα ότι οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων αποτελούν τη λύση στην ενδημική φτώχεια και ανεργία. Πρώτη από όλους τούς υποστηρίζει η Διεθνής Εταιρεία Χρηματοδότησης της Παγκόσμιας Τράπεζας. Επιδεικνύοντας σπουδή για την κατοχύρωση « ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος », εγκατέστησε σε πολλές χώρες γραφεία προώθησης επενδύσεων. Αποστολή τους είναι να βοηθήσουν τους επενδυτές απέναντι στα εμπόδια που συναντά η ελεύθερη επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως η φορολογία και οι τοπικές νομοθεσίες (εργατική νομοθεσία, ανθρώπινα δικαιώματα, προστασία του περιβάλλοντος), ακόμα και η ίδια η εθνική κυριαρχία.
Το επιχείρημα που προβάλλεται συχνότερα είναι η υποεκμετάλλευση εδαφών. Ωστόσο, η αγρανάπαυση επιτρέπει τη φυσική ανανέωση των εδαφών και των ποταμών. Εξάλλου, οι αυτόχθονες πληθυσμοί αντλούν από αυτές τις « αχρησιμοποίητες » δασικές περιοχές και τα εδάφη τους αμέτρητους πόρους (τροφή, κλωστικές ίνες, μπαχαρικά, ελαιώδη προϊόντα, καρυκεύματα και θεραπευτικά φυτά).
Το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για τις Διατροφικές Πολιτικές (Ifpri) της Ουάσινγκτον εκτιμά ότι, τα τελευταία δύο χρόνια, 20 εκατομμύρια εκτάρια γης, σε τουλάχιστον τριάντα χώρες, και κυρίως στην Αφρική [8], πωλήθηκαν ή ενοικιάστηκαν για περιόδους από τριάντα έως εκατό χρόνια. Η μη κυβερνητική οργάνωση Grain, που προσπαθεί να κάνει μία απογραφή των σχετικών συναλλαγών, υπογραμμίζει ότι, συνήθως, οι διαδικασίες ολοκληρώνονται τόσο γρήγορα και με τέτοια αδιαφάνεια, ώστε είναι δύσκολο να γίνει ακριβής υπολογισμός [9].
Ορισμένα συμβόλαια, που υπογράφονται στο υψηλότερο κυβερνητικό επίπεδο, συνομολογούνται με πλήρη μυστικότητα πίσω από κλειστές πόρτες, συχνά με τη συνενοχή των τοπικών φυλάρχων. Μολονότι θεωρούνται οι φύλακες της γης, οι φύλαρχοι συχνά κάμπτονται με αντάλλαγμα κάποια πενιχρά αμειβόμενη θέση στη φυτεία του επενδυτή.
Επιδιώκοντας τη διατροφική τους ασφάλεια, τα πλούσια κράτη του Κόλπου, στη Μέση Ανατολή, καθώς και αρκετές ασιατικές χώρες που έχουν έλλειψη καλλιεργήσιμων εδαφών, βρίσκονται ανάμεσα στους πρώτους πελάτες της συγκεκριμένης « αγοράς ». Οι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί και οι μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι ενδιαφέρονται κυρίως για την παραγωγή βιοκαυσίμων από διατροφικά προϊόντα (ζαχαροκάλαμο, φοινικέλαιο, μανιόκα, καλαμπόκι) ή από τη ζατρόφα, ένα σπάνιο θαμνώδες φυτό που θεωρείται από ορισμένους ο « πράσινος χρυσός », καθώς παράγει ένα έλαιο με ιδιότητες παρεμφερείς με εκείνες του ντίζελ. Και όλα αυτά, σε αφρικανικές χώρες που παλεύουν μόνιμα για τη δική τους διατροφική ασφάλεια εξαιτίας της συρρίκνωσης των υδάτινων πόρων και των κλιματικών αλλαγών, για τις οποίες δεν ευθύνονται.
Η ιδιοποίηση των εδαφών θα μπορούσε, μάλιστα, να καταφέρει ένα επιπλέον πλήγμα στις φυσικές ισορροπίες. Οι μικροί αγρότες, οι οποίοι παράγουν το μεγαλύτερο ποσοστό της τροφής στην αφρικανική ήπειρο, καλλιεργούν μεγάλη ποικιλία φυτών και συμβάλλουν, έτσι, στην προστασία της βιοποικιλότητας [10]. Κάθε μέρα που περνάει, απειλούνται όλο και περισσότερο από τα μεγαθήρια της διατροφικής βιομηχανίας και τις μονοκαλλιέργειες που προωθούν.
Η παγκόσμια διατροφική κρίση επιτάχυνε την έφοδο προς τα καλλιεργήσιμα εδάφη της Αφρικής. Ωστόσο, το ένα δισεκατομμύριο των κατοίκων του πλανήτη που τρέφονται ανεπαρκώς δεν αποτελούν θύματα της έλλειψης τροφίμων, αλλά μάλλον της αδυναμίας πρόσβασης στα τρόφιμα, των οποίων οι τιμές αυξάνονταν συνεχώς το 2008. Η πρωτοφανής αύξηση στις τιμές οφείλεται, σε έναν βαθμό, στο κύμα κερδοσκοπίας που ακολούθησε την απόφαση των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ να στραφούν προς τα βιοκαύσιμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά παράδοξο τρόπο, τα βιοκαύσιμα, ενώ δεν είναι σίγουρο ότι συμβάλλουν στην αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, βρίσκονται, σε κάποιον βαθμό, πίσω από την προσάρτηση των καλλιεργήσιμων εδαφών. Επίσης, η οικονομική κρίση έχει παίξει τον δικό της ρόλο, καθώς, μετά το κραχ του Σεπτεμβρίου του 2008, οι διάφοροι χρηματοοικονομικοί οργανισμοί άρχισαν να αναζητούν νέες τοποθετήσεις, σίγουρες και πιο επικερδείς. Στα μάτια τους, « η γη αποτελεί επένδυση εξίσου σίγουρη και, μάλιστα, πιο σίγουρη και από τον χρυσό [11] ».
Ο ειδικός συντάκτης της έκθεσης του ΟΗΕ για το δικαίωμα στη διατροφή, Ολιβιέ Ντε Σούτερ, εκφράζει τη λύπη του που οι αφρικανοί ηγέτες, οι οποίοι υπογράφουν συμφωνίες χωρίς να συμβουλευτούν τα κοινοβούλιά τους, έχουν αποδυθεί σε έναν μεταξύ τους ανταγωνισμό, αντί να εργαστούν από κοινού για να επιβάλλουν προϋποθέσεις στους ξένους επενδυτές (ανάπτυξη των υποδομών ή υποχρεωτική διάθεση τουλάχιστον της μισής παραγωγής στις τοπικές αγορές). « Οταν η τροφή γίνεται σπάνιο είδος, ο επενδυτής αναζητεί ένα αδύναμο κράτος που να μην του επιβάλλει κανόνες », σχολιάζει κυνικά ο Χάιλμπεργκ [12].
Εντούτοις, πολλές αφρικανικές οργανώσεις προσπαθούν να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί. Όπως η Copagen, μια παναφρικανική συμμαχία με τη συμμετοχή επιστημόνων και οργανώσεων καλλιεργητών, που αγωνίζεται για τη διαφύλαξη των ποικιλιών σπόρων και τη διατροφική ασφάλεια. Στις 17 Οκτωβρίου 2009, είκοσι επτά αφρικανικές οργανώσεις υπέγραψαν επιστολή, με την οποία καλούν τους αφρικανούς ηγέτες να πάψουν να στηρίζουν τη βιομηχανική γεωργία. Μέχρι στιγμής δεν έχουν λάβει καμία απάντηση.
Είναι αλήθεια ότι πολλές από τις κινήσεις ιδιοποίησης των αγροτικών εδαφών βρίσκονται ακόμη στη φάση του σχεδιασμού. Εκτός απροόπτου, βέβαια, υλοποιείται ο « σχεδιασμός ». Ωστόσο, οι μαζικές αγορές των εδαφών αυτών, με μοναδικό σκοπό τη χρηματοοικονομική κερδοσκοπία φέρουν μέσα τους τον σπόρο της σύγκρουσης, της περιβαλλοντικής καταστροφής, του πολιτικού χάους και της πείνας σε βαθμό πρωτόγνωρο. Τον περασμένο Νοέμβριο, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Διάσκεψης Κορυφής για τη Διατροφική Ασφάλεια, ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών ανακοίνωσε ότι εργάζεται, από κοινού με τη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη, το Διεθνές Ταμείο για την Αγροτική Ανάπτυξη και την Παγκόσμια Τράπεζα, για την κατάρτιση « κώδικα σωστής συμπεριφοράς » όσον αφορά τους ξένους επενδυτές. Εξάλλου, ορισμένοι διεθνείς κανόνες θα μπορούσαν να ευνοήσουν « υπεύθυνες » επενδύσεις στον αγροτικό τομέα. Πρόκειται για πολύ αδύναμες δεσμεύσεις.
Κι όμως, λύσεις υπάρχουν. Η χορήγηση των λεγόμενων μικροδανείων [13], η κατασκευή δρόμων που θα διευκολύνουν την πώληση των αγροτικών προϊόντων στις τοπικές αγορές, η πρόσβαση στην κατάρτιση, η οποία θα επιτρέψει στους αγρότες να τελειοποιήσουν τις καλλιεργητικές τεχνικές τους, που είναι ήδη στραμμένες προς τη βιοποικιλότητα, και να προχωρήσουν σε καλύτερη αποθήκευση και επεξεργασία της σοδειάς τους, καθώς και ο περιορισμός των εισαγωγών που απαξιώνουν τον μόχθο τους, θα αποτελούσαν παραγωγικές επενδύσεις στο ανθρώπινο και αγροτικό κεφάλαιο της Αφρικής.

Notes

[1] « Sierra Leone open for business », « Awoko », Φρίταουν, Σιέρα Λεόνε, 23 Νοεμβρίου 2009.
[2] Πρόκειται για σχετικά αυτόνομο παράρτημα της Παγκόσμιας Τράπεζας, το οποίο χρηματοδοτεί επιχειρηματικά σχέδια του ιδιωτικού τομέα σε παγκόσμιο επίπεδο. ΣτΜ : Σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Εταιρείας Χρηματοδότησης, που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2009, το ποσό-ρεκόρ των 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων επρόκειτο να επενδυθεί, το 2009, στη βιομηχανία τροφίμων, γεγονός που αντιστοιχεί σε αύξηση 42%.
[3] Olivier de Schutter, « Large-scale land acquisitions and leases : Α set of core principles and measures to address the human rights challenge », Υπατη Αρμοστεία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, www.ohchr.org.
[4] Daniel Shepard and Anuradha Mittal, « The great land grab : Rush for world’s farmland threatens food security for the poor », The Oakland Institute, Οκλαντ (Καλιφόρνια), 2009.
[5] Wudineh Zenebe, « Al-Amoudi’s efforts to initiate Saudi agro investment », « Addis Fortune », Αντίς Αμπέμπα, 29 Νοεμβρίου 2009.
[6] Asha Rai, « The constant gardener », « The Times of India », Βομβάη, 26 Σεπτεμβρίου 2009.
[7] « Ethiopia is giving away 2,7 million hectares », « Daily Nation », Αντίς Αμπέμπα, 15 Σεπτεμβρίου 2009.
[8] Joachim von Braun and Ruth Suseela Meinzen-Dick, « "Land grabbing" by foreign investors in developing countries : Risks and opportunities », International Food Policy Research Institute, Ουάσινγκτον, Απρίλιος 2009.
[9] « Il faut mettre fin a l’accaparement mondial des terres ! », δήλωση της Grain στην Παγκόσμια Διάσκεψη Κορυφής για τη Διατροφική Ασφάλεια, Ρώμη, 16 Νοεμβρίου 2009.
[10] Miguel Α. Altieri, « Agroecology, small farms and food sovereignty », « Monthly Review », Νέα Υόρκη, Ιούλιος-Αύγουστος 2009.
[11] Chris Mayer, « This asset is like old, only better », « Daily Wealth », Βανκούβερ, 4 Οκτωβρίου 2009.
[12] Horand Knaup and Juliane von Mittelstaedt, « Foreign investors snap up African farmland », « Der Spiegel », Αμβούργο, 31 Ιουλίου 2009.
[13] ΣτΜ : Πρόκειται για δάνεια που χορηγούνται σε κατοίκους (κυρίως αγρότες) φτωχών χωρών. Τα ποσά είναι πολύ μικρά, αρκετά, όμως, για να προστατεύσουν τους αγρότες από τη δραματική επιδείνωση της θέσης τους λόγω έκτακτων ή άλλων γεγονότων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων