Θα ήθελα ευθύς εξ αρχής να ξεκαθαρίσω ότι το κείμενο που ακολουθεί δεν με κάνει ευτυχή, πολύ περισσότερο επειδή αφορά και πρόσωπα αγαπημένα, που σημάδεψαν ή έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου. Το κείμενο αφορά δύο βιβλία. Το ένα θρυλικό, το άλλο αφόρητα ασήμαντο.
Το θρυλικό είναι φυσικά το «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού και αφορά την εκδήλωση που οργανώθηκε στη Λέσχη Αξιωματικών την Ελληνικής Αστυνομίας με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη (και όχι γενικώς και αορίστως χωρίς πολιτικό πρόσημο, Γρηγόρη Λαμπράκη) από τους παρακρατικούς της Δεξιάς και ενεργούμενα του πολιτικού συστήματος της εποχής εκείνης, Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη. Θέλω να πω ότι δεν ήταν μια πράξη όπου κάποιοι «κακοί» σκότωσαν κάποιον «καλό» στο πλαίσιο μιας «εποχής» (για μετεμφύλιο ούτε λόγος) ακραίων παθών που ταλαιπώρησαν τη δημοκρατία (πάντοτε γενικώς και αορίστως) και που πρέπει όλοι μας (ίσως λόγω ενός γενικότροπου ανθρωπισμού) να φροντίσουμε να μην επανέλθει. Ιδιαίτερα τώρα, σε καιρούς όπου ο περίφημος «συναινετικός» λόγος του επίσημου κράτους αποκαλύπτει τη γύμνια του και η «συναινετική» δημοκρατία αναφαίνεται ως τεράστια απάτη και ως τεράστια πλεκτάνη ποδηγεσίας των υποκειμένων της.
Έχω την πεποίθηση ότι σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να «κοιτάξουμε» την εκδήλωση της ΕΛ.ΑΣ. για τον Γρηγόρη Λαμπράκη και το «Ζ» (πάλι καλά που δεν πρόβαλαν και τις «100 μέρες του Μάη» των Θέου και Λαμπρινού∙ ίσως επειδή αυτό το ηθικό, αισθητικό και πολιτικό αποτύπωμα δεν επιδέχεται σκιτζίδικες παρερμηνείες). Και καθόλου μα καθόλου δεν συμφωνώ (στ' αλήθεια ευχόμενος να κάνω λάθος) ότι μια τέτοια εκδήλωση, με την παρουσία μάλιστα του Βασίλη Βασιλικού, αποτελεί, τρόπον τινά, πρόοδο για τη δημοκρατία και ως εκ τούτου είναι αξιοσημείωτο γεγονός.
Πιστεύω ακράδαντα ότι μια τέτοια εκδήλωση είναι πασιφανές αντιδραστικό γεγονός που επιχειρεί -διά της βεβηλώσεως- να μετατρέψει ένα κορυφαίο περιστατικό της νεοελληνικής ιστορίας και της περιπέτειας των ανθρώπων που την έζησαν και την πλήρωσαν με το κορμί τους, σε συστατικό στοιχείο του πολτού -του τόσο απαραίτητου πολτού για την αποθηριωμένη ταξική δημοκρατία- που ονομάζεται «συναίνεση» και «εξομάλυνση των πολιτικών ηθών» και «ειρήνευση» και διάφορα άλλα φληναφήματα για να μην πω τίποτα άλλες λέξεις.
Η εκδήλωση της ΕΛ.ΑΣ. ήταν μια ευφυής επινόηση ιστορικών παραδηλώσεων και επομένως μια καθαρά αντιδραστική πολιτική εκδήλωση με προφανέστατο σκοπό να αξιοποιήσει, προς όφελος του πολιτικού συστήματος, ένα γεγονός και ένα βιβλίο ορθοστασίας απέναντι σ' αυτό ακριβώς το πολιτικό σύστημα. Ήταν μια εκδήλωση όπου το εγερσίθυμον μεταλλάχθηκε σε άνευρο αφήγημα καλών προθέσεων. Ήταν μια εκδήλωση όπου το ταραξικάρδιο του σπαραγμού εκείνης της πολύτιμης στιγμής εξετράπη σε στυγνό προπαγανδιστικό λόγο τού σήμερα. Και η δολοφονία και το βιβλίο χρησιμοποιήθηκαν. Δηλαδή βεβηλώθηκαν. Ο αγαπητότατος φίλος και συμπατριώτης Βασίλης Βασιλικός δεν είχε καμιά δουλειά να παρευρίσκεται εκεί νομιμοποιώντας τη βεβήλωση του ίδιου του τού έργου που λατρεύτηκε (δικαίως) και λατρεύεται όχι από το αναγνωστικό κοινό, αλλά από έναν ολόκληρο λαό.
Ο Βασίλης Βασιλικός δεν είχε καμία δουλειά να κάθεται και να ακούει -θου Κύριε, με αφορμή το «Ζ» και τη δολοφονία του Λαμπράκη- τον υπουργό του ένστολου συμμοριτισμού Νίκο Δένδια να λέει ότι «ο Έλληνας Αστυνομικός είναι το κράνος και η ασπίδα της Ελληνικής Δημοκρατίας». Τ' ακούς; Η Ελληνική Δημοκρατία χρειάζεται κράνος και ασπίδα, διότι εκεί όπου δεν πίπτει συναίνεση, πίπτει ράβδος. «Να είστε οδοστρωτήρες» ήταν το σήμα του αρχηγείου της κρανοφόρου και ασπιδοφόρου ΕΛ.ΑΣ. προς τα όργανα της τάξεως που εισέβαλαν (5.5.2010) πράγματι ως οδοστρωτήρες στον χώρο του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα και αφού τα έκαναν γυαλιά - καρφιά, έφτυσαν, έβρισαν, ξυλοκόπησαν, τραυμάτισαν αναιτίως, δόξη και τιμή αποχώρησαν και προσφάτως αθωώθηκαν από την ανεξάρτητη ελληνική Δικαιοσύνη, σε μια μεγαλειώδη επίδειξη διαστροφής της κοινής λογικής, της νομικής ενάργειας, της δικαστικής αξιοπρέπειας και της δημοκρατικής ισηγορίας απέναντι στους νόμους. Για να μην προσθέσω ότι το «κράνος και η ασπίδα της Ελληνικής Δημοκρατίας» δέρνει αδιακρίτως μετανάστες (που ως γνωστόν είναι ναζί, άσε που στέκονται στα φανάρια ή στις λαϊκές αγορές, συντεταγμένοι ανά τριάδες), παιδιά, τους γονιούς μας, εμάς τους ίδιους και οτιδήποτε άλλο δεν συναινεί με τη δημοκρατία του Πρετεντέρη, του Μελισσανίδη, του Κρανιδιώτη και του κάθε παραστρατιωτικού αγοραστή της δημόσιας περιουσίας, όπως και του κάθε λαθρέμπορου του δημόσιου συναισθήματος και του δημόσιου λόγου. Αυτό, λοιπόν, δεν λέγεται πρόοδος της Δημοκρατίας. Αυτό λέγεται πρόοδος της φρίκης με άλλα μέσα, αλλά πάντοτε συστατικά του πολτού που ονομάζεται στις μέρες μας Δημοκρατία, χωρίς αιδώ, χωρίς μέτρο, χωρίς ποιητική γεωμέτρηση.
Μια ξεδιάντροπη εξουσιαστική Δημοκρατία, που δεν διστάζει επίσης να διοργανώσει φαραωνική εκδήλωση ενός τυπικά βιβλιοδετημένου σκαριφήματος που αυτοπροσδιορίζεται ως ποίηση (κι αν έμενε στον αυτοπροσδιορισμό, θα ήταν μια ακόμη αγαθή περίπτωση παραποιητικής αμετροέπειας), πετώντας το στα μούτρα της κοινωνίας. Μιλώ για το πόνημα του διευθυντή Ειδήσεων του Mega (του πολιτικού βραχίονα του κράνους και της ασπίδας της Δημοκρατίας) Χρήστου Παναγιωτόπουλου, υπό τον τίτλο «Το αποτύπωμα». Μιλώ γι' αυτό το αίσχος της παρουσίασης που καταργεί τις ιεραρχήσεις και τα αισθητικά κριτήρια, μετατρέποντας με αυτό τον τρόπο τη Δημοκρατία σε πολτό, αφού υποβιβάζει δημιουργούς όπως ο Μάνος Ελευθερίου, ο Θάνος Μικρούτσικος και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου σε ασημαντοπώλες. Και για ποιο λόγο; Για το τίποτα. Επειδή η Δημοκρατία έγινε τιποτένιος πολτός. Μια φρίκη. Όπου κανείς δεν συλλογιέται αν γίνεται γελοίος, αφού όλα είναι γελοία. Αυτή είναι η φρίκη. Γράφει ο μεγάλος Γιώργος Χειμωνάς στον «Εχθρό του ποιητή»: «Το πιο τρομαχτικό πράγμα είναι μαζί και γελοίο. Το γελοίο είναι η φοβερότερη ιδιότητα του τρομαχτικού».
Τόσο απλά. Ακούει κανείς;
kostaskanavuris@hotmail.com