Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Η «έξοδος» στις αγορές: πολιτική υψηλού ρίσκου με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα...

του Πετρου Σταυρου, απο το Red NoteBook...
Η πιο θετική εντύπωση που δημιουργείται από την «πετυχημένη» έξοδο στις αγορές αφορά στο νέο «αξιόχρεο» προφίλ του ελληνικού δημοσίου και στη δυνατότητα ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού και μη χρηματοπιστωτικού τομέα να μπορούν να ανακεφαλαιοποιηθούν και να αντλήσουν, από ομολογιακά δάνεια, φθηνότερο από πριν «ρευστό» και κεφάλαια κίνησης. Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή η οικονομική πραγματικότητα βαδίζει άλλον δρόμο; 
 
Ας ξεκινήσουμε πρώτα από τον τομέα των μεγάλων επιχειρήσεων για να δούμε τι είναι αυτό που συμβαίνει και θα συνεχίσει να συμβαίνει στο αμέσως επόμενο διάστημα. Φαίνεται πως μέσα στο τρίμηνο που ήδη διανύουμε μπορεί να απορροφηθούν από τις «αγορές» πάνω από 10 δις € και θα πρόκειται για αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και συνάψεις ομολογιακών δανείων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών αλλά και δυο τριών ακόμα μεγάλων επιχειρήσεων του ενεργειακού και κατασκευαστικού τομέα. Θα ακολουθήσει μια διευθέτηση των χρεών, κυρίως μεγάλων και πάλι επιχειρήσεων, από τον ανακεφαλαιοποιούμενο τραπεζικό τομέα με βασικές μεθόδους τη μετοχοποίηση των δανείων και την μετατροπή των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων τους σε μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις (μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες, ενδιάμεσες ύλες, ιχθυοκαλλιέργειες κλπ είναι οι άμεσα ωφελούμενοι). 
 
Οι κερδισμένοι της κρίσης είναι πλέον «ορατοί» και δεν είναι λίγοι. Πρόκειται για τις τράπεζες και τους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, αλλά και αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις όλων των κλάδων παραγωγής. Από την άλλη, 440 χιλιάδες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις χρωστάνε 7 δις μόνο στον ασφαλιστικό τους φορέα. Ο δυισμός του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα είναι κάτι παραπάνω από εμφανής. Το μοντέλο ανάπτυξης και αναχρηματοδότησης της οικονομίας, που έφερε στην επιφάνεια η «έξοδος» στις αγορές, στηρίζεται στην εκμετάλλευση μιας ευνοϊκής συγκυρίας για τις ροές των επενδύσεων των διεθνών funds. Οι ευκαιρίες τοποθέτησης σε εταιρικά και τραπεζικά ομόλογα  και μετοχές εταιριών από τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου είναι μεγάλες. Η δραστική αλλαγή της πολιτικής της αμερικάνικής κεντρικής τράπεζας σπρώχνει «περαστικά» κεφάλαια να επενδυθούν βραχυ-μεσοπρόθεσμα σε εταιρικά «χαρτιά» της ευρωπαϊκής και επιτηρούμενης περιφέρειας. Όμως αυτό το είδος των επενδύσεων καμία σχέση δεν θα έχει με τις πολυπόθητες «άμεσες» επενδύσεις που περιμένουν, διακαώς, στο υπουργείο Ανάπτυξης. Αντίθετα, θα λέγαμε πως επειδή ακριβώς υπάρχουν αυτού του είδους οι «τοποθετήσεις»  σε «χαρτιά» δεν γίνονται άμεσες επενδύσεις σε υλικό κεφάλαιο. Μπορεί λοιπόν να επενδυθούν δεκάδες δισεκατομμυρίων στον ιδιωτικό τομέα το επόμενο διάστημα, αλλά ελάχιστες θέσεις εργασίας θα προκύψουν και τα αναπτυξιακά αποτελέσματα θα είναι μηδαμινά. 
 
Τώρα σε όσα αφορούν στο νέο δανεισμό του δημοσίου, με το νέο 5ετές ομόλογο θα λέγαμε ότι τα «κέρδη» περιορίζονται στον φθηνότερο βραχυπρόθεσμο δανεισμό (τα επιτόκια των εντόκων ήδη έχουν πάει στο 2,45% από 3,10% που ήταν) και στις δυνατότητες για μετατροπή ενός τμήματος των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων το δημοσίου σε μεσοπρόθεσμες. Όμως, το σημαντικό στοιχείο είναι πως η «έξοδος» στις αγορές ήρθε να προστεθεί ως ένα επιπλέον χαρακτηριστικό της νέας τροπής που έχει πάρει η ευρωπαϊκή στρατηγική για τις χώρες σε επιτήρηση. Τα σημαντικότερα σημεία αυτής της στρατηγικής είναι: 
 
α) η μετακίνηση του ενδιαφέροντος από τον όγκο του χρέους ως προς το ΑΕΠ στη δυνατότητα ύπαρξης επαρκών χρηματοροών αποπληρωμής του με πρωτογενή πλεονάσματα και με μικρά αλλά ακριβά δάνεια από τις αγορές και 
 
β) το λεγόμενο σχήμα 50/50/15 , δηλαδή επιμήκυνση στα 50 χρόνια της αποπληρωμής του χρέους, μείωση κατά 50 μονάδες των επιτοκίων και νέο δάνειο 15 με 20 δις ευρώ από τον μηχανισμό στήριξης, με σκοπό την κάλυψη των αστοχιών του προγράμματος στήριξης. Το πρόβλημα του χρέους «απλώνεται» στο χρόνο και η γενναία περικοπή του καθίσταται ασύμβατη με τις προτεραιότητες των πολιτικών των ευρωπαϊκών ελίτ, αλλά και της ελληνικής κυβέρνησης, που ήδη έχει εξαγγείλει το ευρωπαϊκό και αναπτυξιακό της πρόγραμμα μέσω των τελευταίων πολυνόμων και «εργαλειοθηκών» που θέσπισε. 
 
Η «έξοδος από το μνημόνιο» και η απώλεια του βασικού επιχειρήματος της μετάθεσης των ευθυνών στη κακή τρόικα θα επιχειρηθεί να αντικατασταθεί από τις «επιτυχίες» των «θυσιών» του ελληνικού λαού, από τις «προσπάθειες» της κυβέρνησης στη «διαπραγμάτευση», από την «αλληλεγγύη» των Ευρωπαίων  που  έδωσαν το «πράσινό» φως για την «έξοδο» στις αγορές και από τον ορθολογισμό της «εργαλειοθήκης» του ΟΟΣΑ. 
 
Ανακεφαλαιώνοντας, η περίφημη «έξοδος» στις αγορές φαίνεται καθαρά ότι βραχυπρόθεσμα μόνο θα ευεργετήσει τους ισολογισμούς των τραπεζικών ιδρυμάτων και ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων. Από κεί και ύστερα, πρόκειται για μια «μετάθεση» υψηλού ρίσκου στις «κρυφές» δυνατότητες του μέλλοντος να επουλώνει τις «πληγές». Η αυξανόμενη αδιαφορία για τον όγκο του χρέους και το ξαφνικό ενδιαφέρον για τις δυνατότητες αποπληρωμής των παλιών χρεών, με τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού και τα νέα χρέη των μικρών «εξόδων», συσσωρεύουν τις αιτίες  για το ξέσπασμα της επόμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων