Ο λόγος της Αριστεράς πρέπει να εγκαταλείψει τον στείρο οικονομισμό και να αναλάβει την ευθύνη μιας νέας πολιτικής, ηθικής και πολιτισμικής αναγέννησης, όπως έκανε και τη δεκαετία του '60 σε συνθήκες βαριάς ήττας. Η πολιτική με την οικονομία θα καθορίσουν την έκβαση του αγώνα μπροστά μας, η πολιτική με τον πολιτισμό θα οριοδοτήσουν το μέλλον μας. Αλλά τι είναι «πολιτισμός»;
H γνωστή διάκριση μεταξύ «υψηλού» και «χαμηλού» πολιτισμού, που τόσο ταλάνισε την κριτική θεωρία, ευτυχώς μας εγκατέλειψε. Ο Σαίξπηρ και τα κόμικς, το ραπ και ο Μπετόβεν, ο Σεζάν και το γκράφιτι, το βίντεο-αρτ και ο Μπέργκμαν συνωστίζονται και αλληλοαντιγράφονται σε παλαιοπωλεία και πινακοθήκες, σε σινεμά και κρεβατοκάμαρες, σε μέγαρα και MP3. Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε πια έναν "καθαρό" πολιτισμό από την ιδεολογία και την επικοινωνία, τις δικτυώσεις και τα κοινωνικά μέσα.

Χρησιμοποιούμε ακόμη το σημαίνον "πολιτισμός", αλλά το σημαινόμενο έχει αλλάξει. "Πολιτισμός" είναι το mise-en-scène μιας κοινωνίας, ο τρόπος που αναπαριστά συμβολικά και νοηματοδοτεί τον εαυτό της. Δίνει μορφή ο πολιτισμός σε ιδέες και αρχές, νομοθετεί και σκηνοθετεί, συγκεντρώνει και φανερώνει τη σχέση εαυτού και άλλου. Όπως λέει ο Λεφόρ, η ανθρωπότητα ανοίγεται σ' ένα ξέφωτο που δεν δημιούργησε η ίδια. Είμαστε ριγμένοι στη συμβολική τάξη τόπου και χρόνου σαν σ' έναν αρχαίο ποταμό. Ο πολιτισμός ανοίγει έναν κόσμο, μας εισάγει σ' αυτόν; Εμείς, με τη σειρά μας, τον ξαναφτιάχνουμε με τη δύναμη του φαντασιακού.
Όπως μας λένε δικαστές και πολιτικοί, δεν υπάρχει κοινός ευρωπαϊκός "δήμος". Εξίσου δεν έχουμε έναν ευρωπαϊκό πολιτισμό, ένα κοινό σύνολο νοημάτων, αξιών, αισθητικών. Υπάρχουν πολλοί δήμοι και πολιτισμοί, ελληνικός και γαλλικός, λαϊκός και κατεστημένος, ορατός και ασυνείδητος. Αλλά και κάθε πολιτισμός είναι εσωτερικά διασπασμένος. Μια μεγάλη γραμμή διαχωρίζει παραδοσιακά το αίτημα πολιτισμικής ταυτότητας από τον αγώνα κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αλλά γιατί πρέπει να διαλέξουμε μεταξύ αυτών; Όπως θα λέγαμε με τον Ντεριντά, είναι και οι δύο απαντήσεις στο αίτημα δικαιοσύνης. Σκοπός της Αριστεράς και των μαχόμενων διανοούμενων είναι να γεφυρώσουν τις διαφορετικές παραδόσεις, να αλλάξουν τις κοινοτοπίες, να απορρίψουν την επιλογή μεταξύ ταυτοτικού και κοινωνικο-πολιτικού. Αποστολή μας να φτιάξουμε έναν νέο νόμο, μια νέα ταυτότητα, που θα παραμένουν αναγκαστικά αναντίστοιχοι μ' αυτό που ονομάζουμε «δικαιοσύνη».
Η ένταση μεταξύ δικαιοσύνης και ταυτότητας αποτελεί σύγχρονη έκφραση μιας αντίθεσης που επανειλημμένα αναδύεται στην Ιστορία της Ευρώπης. Από τη μια μεριά η "ιδέα της Ευρώπης", ο Διαφωτισμός και οι επαναστάσεις. Από την άλλη η σκοτεινή πίσω πλευρά, η σκιά που ακολουθεί την Ευρώπη και τον πολιτισμό της.
Όπως λένε ο Χούσερλ, ο Βαλερί και ο Ντεριντά, η ιδέα της Ευρώπης αντιπροσωπεύει την αλήθεια και το καθολικό, αυτό που υπερβαίνει τις τοπικές και μερικές εξαρτήσεις. Η ελληνική φιλοσοφία εξερεύνησε πρώτη την καθολική ενότητα των όντων και την αλήθεια, πέρα από εθνοτικές ή θρησκευτικές εντάξεις. Όταν η αλήθεια έγινε πρακτικό καθήκον, οδήγησε στη Δημοκρατία, στη λογοδοσία και τη δημόσια ευθύνη για πεποιθήσεις και πράξεις. Ευρώπη σημαίνει το αέναο καθήκον της αυτο-δημιουργίας λαών και εαυτών. Η «Ευρώπη» είναι συνεπώς κύριο όνομα και ιδέα, τόπος και πνεύμα, βαρβαρότητα και πολιτισμός, μια «πνευματική γεωγραφία».
Η Ευρώπη θεμελιώθηκε όταν η ελληνική καθολικότητα και λογοδοσία βρέθηκε σε διάλογο με την εβραϊκή, τη χριστιανική, τη μουσουλμανική μοναδικότητα. JewGreek is greekJew extremes meet, λέει ο Τζέιμς Τζόις. Όταν το ελληνικό «λόγον διδόναι» ανοίχτηκε στον ξένο και η "επιμέλεια εαυτού" ενώθηκε με την επιμέλεια του άλλου, γεννήθηκε η Ευρώπη. Είμαι Ευρωπαίος σημαίνει εκτίθεμαι στο βλέμμα του άλλου, του απόλυτα άλλου και του διπλανού. Η ιδέα της Ευρώπης συνδυάζει το πιο καθολικό με το πιο μοναδικό.
Εμείς οι Ευρωπαίοι χρεωθήκαμε το καθήκον της φαντασιακής ανασύστασης της ανθρωπότητας. Αλλά ταυτόχρονα είμαστε ένοχοι για τις φρικαλεότητες, τις κατακτήσεις, τις γενοκτονίες, τα ολοκαυτώματα, την εκτόπιση των Ρομά. Θρηνούμε την αρπαγή και τον βιασμό της μυθολογικής Ευρώπης, της αρχέγονης μητέρας μας. Έχουμε εσωτερικεύσει το πρωταρχικό έγκλημα, όπως η φροϋδική πατροκτόνα συμμορία των αδελφών. Αυτοί δολοφόνησαν τον πατέρα και δημιούργησαν την ηθική, εμείς παίρνουμε εκδίκηση για τη παραβίαση της μητέρας επιβάλλοντας τη φρικαλέα μοίρα της σε άλλους. Η κοινότητα και ταυτότητα της Ευρώπης που γεννήθηκε απαντώντας στο βλέμμα του άλλου, γιγαντώθηκε με τον αποκλεισμό και την καταδίωξη των άλλων.
Εμείς οι Ευρωπαίοι γεράσαμε, κουραστήκαμε. Μας τέλειωσαν οι ιδέες και τα σχέδια, «το ευρώ είναι τα ιερά και όσια», όπως είπε πρόσφατα ο Γ. Στουρνάρας. Οι ουτοπίες μας γίνανε δυστοπίες, η νοσταλγία για επιστροφή ξεχάστηκε, μας γήτεψε ο δρόμος περισσότερο από την Ιθάκη. Τα όνειρα, οι προσδοκίες αντικαταστάθηκαν από μελαγχολία, μια αίσθηση αποτυχίας και εγκατάλειψη που χτύπησε τους αριστερούς περισσότερο.
Και όμως, όταν εμείς οι Ευρωπαίοι λέμε «εμείς», χωρίς να το καταλαβαίνουμε, και ακόμη περισσότερο χωρίς να το θέλουμε, γινόμαστε κληρονόμοι μιας ιστορίας και μιας μνήμης. Λέγοντας «εμείς», πριν καλά - καλά αποδεχτούμε τη διαθήκη, κληρονομούμε το βάρος, την τιμή ενός ονόματος και μιας ευθύνης για τα υψηλά και αποτρόπαια που κουβαλάει η «Ευρώπη», όπως τα καράβια της που κουβαλούσαν εμπορεύματα και ιδέες, αγαθά και επιστήμες, εμπόριο, πολιτισμό και δούλους. Στον ύστερο ευρωπαϊσμό δεν ξέρουμε τι σημαίνει ακριβώς «Ευρώπη». Ξέρουμε μόνο πως ο πολιτισμός της δεν είναι και δεν ήταν ποτέ ένας. Δεν υπάρχει υποκείμενο ή πολιτισμός που να μη διαπερνάται από μια θεμελιακή αναντιστοιχία στην καρδιά του εαυτού.
Χρειαζόμαστε μια μεγάλη δημόσια συζήτηση για την ελληνική ταυτότητα και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό που να εγκαταλείπει τα παλιά διλήμματα «Δύση ή Ανατολή» και τη μονότονη απάντηση «εσπερία ή θάνατος», πρόσφατα «εσπερία και θάνατος». Το δίλημμα επιβιώνει στα αναχρονιστικά όνειρα των ανατολικών εραστών της Δύσης και όχι στις υβριδικές ταυτότητες των δυτικών. Και η «Ευρώπη» και η «Ανατολή» αποτελούν «φαντασιακές κοινότητες», δημιουργήματα της αποικιοκρατικής περιόδου και της «εκπολιτιστικής της αποστολής». Σήμερα η «Ανατολή» αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της «Δύσης» και βρίσκεται στην καρδιά κάθε ευρωπαϊκής μητρόπολης, όπως και στην Αθήνα. Οι εθνικές ταυτότητες έχουν γίνει ευκίνητες, εύπλαστες, οι πολιτισμικές και πολιτικές προτεραιότητες προσαρμόσθηκαν στις συνθήκες του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού.
Μια τέτοια συζήτηση δεν θα οργανωθεί βέβαια από τους «πνευματικούς ταγούς» που επιτήδεια σιωπούν μέχρι να φανούν τα γυρίσματα του καιρού. Πέφτει λοιπόν η ευθύνη και πάλι στην Αριστερά να βάλει την ηθική και πολιτισμική αναγέννηση στο κέντρο της πολιτικής της αντίστασης. Χρειάζεται η Ευρώπη την ελληνική Αριστερά με τη φαντασία και το ελαφρό θράσος που της δίνει η θεσμική της νεότητα. Για να μείνουμε στην Ευρώπη, πρέπει να αλλάξουμε την Ευρώπη, εμείς οι «παραβατικοί και αμαρτωλοί» Έλληνες, ως αντιπρόσωποι της καθολικότητας και της υποδοχής και φιλοξενίας του μοναδικού άλλου.

* Ο Κώστας Δουζίνας είναι καθηγητής Φιλοσοφίας του Δικαίου, αντιπρύτανης και διευθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών του Κολεγίου Birkbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου