Τετάρτη 4 Ιουνίου 2014

Η καριόλα η καθαρίστρια...


.Αν σε χτυπήσω στα πλευρά θα στα τσακίσω.
Τα θέλεις άλλωστε τα πλευρά σου; Τα χρειάζεσαι;

Τα γόνατα ναι, να το καταλάβω. Σε στηρίζουν για να κάνεις αυτό που πρέπει, αυτό που γεννήθηκες να κάνεις.
Πάτωμα στο πάτωμα μέχρι να πεθάνεις καριόλα. Γονατισμένη. Θα γυαλίσεις το γραφείο του υπουργού, τον προθάλαμο του γραφείου του υπουργού, τον διάδρομο που οδηγεί στον προθάλαμο του γραφείου του υπουργού, το χολ πριν από τον διάδρομο που οδηγεί στον προθάλαμο του γραφείου του υπουργού, το ασανσέρ, το λόμπι, τις σκάλες στο ισόγειο, τις σκάλες απέξω από την κεντρική είσοδο, το πεζοδρόμιο, τον δρόμο, τον επόμενο δρόμο δεξιά στη γωνία, τη λεωφόρο μετά, την ανισόπεδη γέφυρα, τον δρόμο μετά από αυτήν, το στενάκι πριν το νεκροταφείο, την είσοδο του νεκροταφείου, το μονοπάτι μέχρι τον τάφο σου, τον ίδιο τον τάφο σου, μέχρι και τον χωμάτινο πάτο του τάφου σου, πριν θαφτείς εκεί για πάντα, ξεχασμένη και πειθήνια.
Πώς σου φεύγει λοιπόν η υστερία της διαδήλωσης καριόλα;
Πώς την ξεριζώνουνε από μέσα σου αυτή την εμμονή; Δεν είσαι άντρας, δεν είσαι, το καταλαβαίνεις; Ο άντρας είμαι εγώ. Παράτα το, ξεκόλλα, μάθε να ζεις με αυτό, με εκνευρίζεις. Με εξοργίζεις. Δεν θα απαιτείς, σου αξίζει αυτό που έχεις.

“Γυναικούλα είσαι ρε χαμένο; Βάρα ρε το σκυλί με τη λουρίδα να γίνεις άντρας, μη σε βαρέσω εγώ μέχρι να φτύσεις αίμα, παλιοαδερφή”.
Όλοι τελικά σκυλιά είναι μπαμπά.
Ναι, κι εσύ.
Αλλά τη σήκωσα τη λουρίδα μπαμπά. Και είμαι άντρας πλέον. Είμαι η επιθυμία σου με μισθό και εθνόσημο.
Οι άλλοι φτύνουν μπαμπά. Όχι, όχι εμένα.
Αίμα.
.

.
Αν σε χτυπήσω στο κεφάλι θα ζαλιστείς. Για λίγο.
Δεν θα μπορείς να σκεφτείς για λίγο. Δεν θα ξέρεις τι θέλεις για λίγο. Δεν θα ξέρεις τι αξίζεις για λίγο. Δεν θα φωνάζεις το άδικο για λίγο. Δεν θα μαζεύεις τόσο κουράγιο από ένα σφουγγαρόπανο για λίγο. Δεν θα μου θυμίζεις αξιοπρέπεια για λίγο. Δεν θα σε ζηλεύω τόσο πολύ, για λίγο. Δεν θα σε φοβάμαι τόσο πολύ, για λίγο. Θα είναι όλα θολά γύρω σου για λίγο.
Θα είναι όλα θολά και γύρω μου. Έστω για λίγο.
Αλλά εμένα μου φτάνει το λίγο, αμέ, μέχρι να λήξει η βάρδια, μετά είσαι ένα απρόσωπο ειδησεογραφικό διάλειμμα ανάμεσα σε διαφημίσεις και εγώ σε βλέπω μηχανικά τρώγοντας πουρέ στο σαλόνι της μαμάς μου, που δεν σου μοιάζει και που για αυτό τη σιχαίνομαι.
“Στο δωμάτιό σου, βλάκα. Ο Νικολάκης δίπλα τα παίρνει τα γράμματα. Εσύ τι θα γίνεις”;
Έγινα κάτι κι εγώ καριόλα. Πώς σου φαίνομαι τώρα;
Καμάρωσέ με ή ψόφα.
Η ζωή σου, τα παιδιά σου, η χώρα σου, ο κόσμος σου, υπάρχουν αν το θέλω εγώ, όσο το θέλω εγώ και όπως το θέλω εγώ. Ο γιός σου έχει φύγει, δεν ακούει τις υστερίες σου, δεν μπορεί να σε βοηθήσει, είναι μακριά η Γερμανία, μετανάστης, τι κατάλαβε λοιπόν τελικά ο Νικολάκης; Άσε δα η κόρη σου, άνεργη και με αντικαταθλιπτικά. Είναι βλαμμένη αυτή η καριόλα, να της το πεις αυτό.
“Δεν σε θέλω, είσαι τιποτένιος, πανίβλακας, πέφτουλας, γλοιώδης, ψευτόμαγκας, κομπλεξικός, ψευδευλαβής, θρασύδειλος, γλύφτης, πατριδοκάπηλος, μισογύνης και σε σιχαίνομαι”.
Κι εγώ τελειώνω στη μούρη της μάνας σου, καριόλα. Έξω από το υπουργείο. Μήνες τώρα. Πες μου τάχα ότι δεν ερεθίζεσαι. Τώρα έχω στολή, καριόλα.
Και είμαι ακόμα και έξω από τον ΟΑΕΔ, καριόλα. Σε παρακολουθώ μέχρι και εκεί.
Αν σε χτυπήσω στα δόντια θα στα σπάσω.
Δεν θα είσαι πια η ηρωίδα του ξεροκόμματου, δεν θα ανήκουν ούτε τα κλισέ σε εσένα, θα τρως μόνο σούπες και θα πίνεις υγρά.
Όχι ξεροκόμματα.
Αν σε χτυπήσω στο στομάχι θα ξεράσεις.
Θα ξεράσεις και χωρίς να σε χτυπήσω όμως.
Και τότε θα θέλω να σε χτυπήσω περισσότερο.
Η βάρδια τελείωσε. Θα παραδώσω το γκλοπ, θα κρυφοκοιτάξω στα ντουζ το πέος του διμοιρίτη, θα ενεργηθώ, θα προσευχηθώ και θα πέσω για ύπνο.
Κατάλαβες καριόλα;
.

.
……………………………………….
.
Άλλες δύο καθαρίστριες κατέληξαν στο νοσοκομείο μετά από βάναυσο ξυλοδαρμό από πάνοπλα ένστολα γουρούνια.
Τελεία. Παύλα.
Δεν έχει άλλο.
Έχουμε πόλεμο. Ξυπνάτε. Τον χάνουμε.
Δεν είναι αστείο:
Τον χάνουμε.
Καληνύχτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων