Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Το τελευταίο καταφύγιο των καθαρμάτων...

Του Γιάννη Καλαιτζή, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Εμφορούμενος υπό δημοκρατικών φρονημάτων ο κ. Μάκης Βορίδης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, θύμα ειρωνείας της τύχης, πολιτεύεται υπέρ των ακροδεξιών. Η ως άνω αντιφατική συμπεριφορά, συνοδευόμενη από ρητορική ψυχωτικού, εκδηλώθηκε προ ημερών, όταν ο κ. εκπρόσωπος δήλωσε πως «σε φιλοσοφικό και θεωρητικό επίπεδο παραμένει υπέρ της θανατικής ποινής». Και επειδή οι τελευταίοι καταδικασμένοι σε θάνατο υπήρξαν πρωταίτιοι της στρατιωτικής χούντας (ακολούθησε η μετατροπή της ποινής τους), το διχασμένο εγώ τού φιλοσόφου και θεωρητικού αγανακτεί και στον παροξυσμό του απαιτεί επαναφορά των εκτελέσεων.

«Τον Απρίλιο του 1960 εκατόν ενενήντα άτομα περίμεναν να εκτελεστούν σε διάφορες φυλακές των ΗΠΑ. Στο Χάνσιγκ του Κάνσας Σίτι οι μελλοθάνατοι ήταν πέντε εν όλω μαζί με τους φονιάδες της οικογένειας Κλάτερ» γράφει ο Τρούμαν Καπότε στη νουβέλα «Εν ψυχρώ» (Ζαχαρόπουλος, μετάφραση Λ. Δουκίδου). Τον Μάρτιο του 1965 μετά από σχεδόν δύο χιλιάδες μέρες στα κελιά των μελλοθανάτων «Οι Ρίτσαρντ Γιουτζίν Χίκοκ και Πέρι Εντουαρντ Σμιθ (οι δολοφόνοι των Κλάτερ) πέθαναν στην αγχόνη των κρατικών φυλακών» σημείωνε -σύμφωνα με τον αφηγητή- η «Σταρ» του Κάνσας Σίτι υπό τον τίτλο «Απαγχονισμός στυγερών κακούργων» για λόγους φιλοσοφικούς και θεωρητικούς. Και ο πολίτης διερωτάται: «Εν ψυχρώ έγινε το ξεκλήρισμα της οικογένειας ή η εκτέλεση των δολοφόνων;». Στον πρόλογό της η μεταφράστρια τονίζει: «Ο νόμος στρέφεται συνήθως ενάντια στον εμπνευστή του. Αλλο δεν κάνουμε παρά να παραδίνουμε την ουσία μας στα χέρια μιας οπωσδήποτε σχετικής δικαιοσύνης». Τους Χίκοκ και Σμιθ ακολούθησαν βέβαια και οι άλλοι μελλοθάνατοι του 1960. Κατόπιν αυτού ουδέποτε ακούστηκε εκατόμβη θυμάτων παρανοϊκού σκοπευτή και για τούτο ουδεμία απαγόρευση οπλοκατοχής ή οπλοχρησίας σημειώθηκε. Τα όπλα παραμένουν σύμβολα του αμερικανικού πατριωτισμού.

Κατά την περίοδο 1960-61 στις αθηναϊκές αίθουσες προβάλλεται το φιλμ του Στάνλεϊ Κιούμπρικ υπό τον τίτλο «Σταυροί στο μέτωπο». Τρεις οπλίτες του ηττημένου συντάγματος 701 επιλέγονται για εκτέλεση κατηγορούμενοι για δειλία ενώπιον του εχθρού. Βρισκόμαστε στα χαρακώματα του «Μεγάλου πολέμου». Ο στρατηγός Μιρό, που ονειρεύεται δόξα και τη χλιδή των Λουδοβίκων, αποτυγχάνει οικτρά. Το στράτευμά του αποδεκατίζεται, οι διαταγές του αγνοούνται. Και είναι υπόλογος για τον εξωφρενικό «ελιγμό» να βομβαρδίσει τις θέσεις των ομοεθνών του. Θα εξιλεωθεί αφού τουφεκιστούν (για λόγους φιλοσοφικούς και θεωρητικούς) οι 3 ανίκανοι υπερασπιστές της πατρίδας. Ηθικός του αντίπαλος, ο συνταγματάρχης Νταξ, τον οποίο ενσαρκώνει ο Κερκ Ντάγκλας. Πριν ακόμα κορυφωθεί το δράμα ο Νταξ υπογραμμίζει στον στρατηγό: «Το τελευταίο καταφύγιο των καθαρμάτων είναι ο πατριωτισμός». Στη χώρα του κ. Σαμαρά ή «Ντάντη» βομβαρδίζοντας τις θέσεις των ομοεθνών τους εργαζομένων οι κυβερνώντες του Τριωδίου επικαλούνται τη σωτηρία της πατρίδας. Ως εξιλέωση για τα ανδραγαθήματά τους θα ζητήσουν, όπως ο γενναίος κ. Βορίδης, καταδίκες και εκτελέσεις. Δολοφονώντας αθώους μετανάστες και παρέχοντας την ιθαγένεια μόνον σε όσους διαθέτουν «γνήσια σχέση με το ελληνικό κράτος».

Για λόγους φιλοσοφικούς και θεωρητικούς το 1949 ο Μανώλης Αναγνωστάκης καταδικάστηκε σε θάνατο* (πιάστηκε το 1948). Αποφυλακίστηκε το 1951 με την αμνηστία. Στο «Περιθώριο 68-69» (εκδόσεις στιγμή) έγραφε: «Οταν ήμουνα με τυφοειδή πυρετό στο Αναρρωτήριο, κάθε πρωί στις πέντε, περνούσαν κάτω από τα παράθυρα οι φάλαγγες των μελλοθάνατων κι εμείς στα κρεβάτια μας ακούγαμε τα τραγούδια, τις ζητωκραυγές, τις βλαστήμιες…» όσων επρόκειτο να εκτελεστούν από τους εθνικόφρονες πατριώτες.

Θα κλείσουμε με δυο αράδες από τον «Σβέικ». Ο Αναγνωστάκης του ευτράπελου και της παρωδίας θα μας καταλάβει. Οι εκτελέσεις δεν επιβάλλονται μόνες, τις ακολουθούν παράπλευρα μέτρα. Σύμφωνα λοιπόν με τη θεατρική εκδοχή του «Καλού στρατιώτη», το τέλος έρχεται όταν η σπιτονοικοκυρά του διαβάζει σ” εκείνο το γράμμα με τη σφραγίδα «λογοκρισία»: «Μάθαμε πως τον κ. Σβέικ τον… Γράψτε μας πού τον…. για να τού πάμε λουλούδια στον τάφο του». Ο ήρωας του Χάσεκ, Τσέχος από την Πράγα, δεν διατηρούσε «γνήσιες σχέσεις« με το αυστριακό κράτος.

Και τέλος: Ο αφορισμός του τίτλου αποδίδεται στον δημοσιογράφο και συγγραφέα Σάμουελ Τζόνσον (1709-1784), πένα καυστική που συγκέντρωνε τον θαυμασμό του Μπάιρον και του Ουόλτερ Σκοτ.

www.gianniskalaitzis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων