Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

όλων των ειδών οι σφαλιάρες...

το βυτιο ...
Στο super market
Φοράει μαύρη φούστα, λίγο κάτω απ’ το γόνατο, σαν αυτές που βλέπουμε σε παλιές ταινίες, και ένα λαδί πουλόβερ. Από πάνω η μπλε ποδιά εργασίας. Μια άλλη γυναίκα γύρω στα 40, 45, εμφανίσιμη, προσεγμένη, με γκρι παντελόνι, μαύρο γυαλιστερό παπούτσι και νεανικό σακάκι, την κοιτάζει με μισό μάτι. Λέει: «εδώ είστε μόνο εσείς; Ρωτάω γιατί στέκομαι τόση ώρα και δεν νομίζω να με έχετε δει». Η γυναίκα που δουλεύει στον πάγκο με τα τυριά, είναι αλήθεια, κινείται σχετικά αργά, μιλάει σχεδόν ψιθυριστά και έχει ένα μόνιμο, σβησμένο χαμόγελο. Εξυπηρετεί την ουρά με μια βραδύτητα και μια υπόγεια, σχεδόν αόρατη, ευγένεια. Συνεχίζει χωρίς να απαντήσει κάτι συγκεκριμένο. Σα να αντιμετωπίζει με μια αλλόκοτη στωικότητα τόσο το ύφος της κυρίας που κάνει την παρατήρηση, όσο και την εμφανή αδυναμία της να κάνει πιο γρήγορα. Είναι προφανές ότι είναι μόνη της στον πάγκο, είναι προφανές ότι η ουρά είναι μεγάλη. Η γυναίκα που περιμένει, δυσανασχετεί μεγαλοφώνως, λέει κάτι για τον χρόνο που είναι πολύτιμος και καθόλου για χάσιμο με μια κάπως νεαρότερη φίλη της.
Παλιότερα, νόμιζα πως, μέσα στα σούπερ μάρκετ, έβλεπα όλα όσα υπάρχει να δει κανείς. Την καταναλωτική μανία, τη βία της ουράς, τη διασκέδαση της βόλτας με το πατίνι καροτσάκι, την απίθανη συσσώρευση πραγμάτων, το πόσο διαφορετικά είναι τα ψώνια του καθενός. Ωραίες γυναίκες, παιδιά τρομοκράτες, κουρασμένα ζευγάρια, διψασμένους εργένηδες και γερασμένους κυνηγούς κουπονιών και εκπτώσεων. Και βέβαια, όσο πιο μικρός, τόσο πιο μεγαλόστομος, τόσο πιο σίγουρος, τόσο πιο σκληρός. Έλεγα λοιπόν πως την όποια αριστεροσύνη μου, την όποια οπτική για τη ζωή, την απέκτησα κυρίως εκεί μέσα. Στα μεγάλα και συνοικιακά σουπερμάρκετ. Παρατηρώντας κυρίως τους εργαζόμενους στα σούπερ μάρκετ και κατά δεύτερο λόγο αυτούς που ψωνίζουν.
Τα όποια, λιγοστά και αποσπασματικά, διαβάσματα ήρθαν αρκετά μετά και χωρίς να κάνουν τίποτα άλλο παρά να επιβεβαιώσουν όσα η παρατήρηση και η ενστικτώδης αντίδραση σ’ αυτή, είχαν υποβάλλει. Η εργασία, για κάποιους, για μερικούς, ήταν κάτι το εξωπραγματικά σκληρό και ανυπόφορο. Τα καρότσια κάποιων ήταν αγρίως μισοάδεια. Το ύφος κάποιων ήταν εντελώς άθλιο. Υπήρχε ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός ανάμεσα στους ανθρώπους, τότε δεν έλεγα εργατική τάξη, ούτε καν φτωχοί και πλούσιοι. Ίσως να έφταιγε το σχολικό κήρυγμα περί επιτυχίας, πρωτιάς, κοινωνικής ανόδου (το οποίο από πάντα μου καθόταν πολύ βαρύ). Έτσι αυτό που (νόμιζα πως) έβλεπα ήταν ότι αυτοί που πετύχαιναν, διέλυαν με κάθε τρόπο, αυτούς που δεν είχαν πετύχει. Ασφαλώς παιδική άποψη, αλλά αυτός ήταν ο πρώτος τρόπος που είδα τον κόσμο.
Επακόλουθο όλων αυτών των γλυκανάλατων, είναι ότι εν πολλοίς αντιμετωπίζω την πολιτική ακόμη με το ένστικτο. Όταν βλέπω την εργαζόμενη στον πάγκο των τυριών στο σούπερ μάρκετ, νιώθω ότι ξέρω ποιός είναι ο κόσμος και ξέρω και σε ποιά πλευρά πρέπει να σταθώ. Κρίμα που δεν ξέρω τον τρόπο, σκέφτομαι μόνο.
Κάπως έτσι την Πέμπτη, με έπιασε πάλι εκείνο το αόριστο βάρος, που σε καταπλακώνει σχεδόν οριστικά, όπως ας πούμε όταν δίνεις ένα κέρμα στον Πακιστανό στο φανάρι και σου λέει ένα τέτοιο ευχαριστώ, που σου έρχεται να ρίξεις το αμάξι στον επόμενο τοίχο που θα βρεις μπροστά σου. Ύστερα από λίγο βέβαια, συνέρχεσαι άνετος και ωραίος μπροστά στην οθόνη σου. Πας να πληκτρολογήσεις κάτι, κι όμως τίποτα δεν υπάρχει κάτω απ’ τα γράμματα του laptop. Μόνο ευχές, εξυπνάδες, δηθενιές και ένα κενό χωρίς τέρμα. Υπάρχει μόνο το βλέμμα της υπαλλήλου που δέχεται σα σφαίρες παρατηρήσεις σχετικά με την αργοπορία της, μόνο το αυτοσαρκαστικό χαμόγελο του φίλου που λέει ας μην πάμε βόλτα, δεν βγαίνει ο μήνας, μόνο τα μαύρα πνευμόνια του πατέρα της Χ. που έφαγε τη ζωή του αναπνέοντας τα σκατά της δουλειάς του. Υπάρχουν μόνο οι εξορισμού ανώφελες προσπάθειες να περιγράψεις γλυκερά το ευχαριστώ ενός Πακιστανού σε ένα φανάρι.
Στις εθνικές και άλλες επαιτείους
Σ’ ένα άλλο αυτιστικό μικροσύμπαν, αυτό της παρέας αριστεριστών, αυξάνεται η αγωνία για το αν οι χύμα αντιδράσεις, υπαινίσσονται ένα είδος εκτροπής, φασισμού και βίας προς όλες τις κατευθύνσεις. Είναι άλλη μια ενδιαφέρουσα, αλλά μάλλον ανώφελη συζήτηση, έτσι μου μοιάζει τουλάχιστον, αφού καλώς ή κακώς, πιθανότατα καλώς, η κατάσταση δεν είναι σε κανενός τα χέρια. Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος και όπως μου αρέσει να σχολιάζω, οι μούντζες, οι καρπαζιές και οι όποιοι τραμπουκισμοί δεν είναι προοίμιο εκτροπής, αλλά αποτέλεσμα της εκτροπής χρόνων. Οι πασόκοι τώρα εισπράττουν αναδρομικά, όσα κατέθεταν επί χρόνια στο πολιτισμικό και πολιτικό πεδίο. Η καρπαζιά από πίσω, δεν μπορεί να είναι παρά το φυσικό αποτέλεσμα του τραμπουκισμού που επεδείκνυαν στα κανάλια και στην πραγματική ζωή επί μια εικοσαετία (τουλάχιστον). Οι αριστεριστές, μπορεί να ανησυχούν/με ότι οι αντιδράσεις στερούνται πολιτικού υποβάθρου ή στόχου, αλλά όπως και να το κάνουμε η πολιτική επί χρόνια στην Ελλάδα, στερούταν πολιτικού υποβάθρου. Την αρένα στην οποία θα γίνει η μάχη, την επέλεξαν, τη θεσμοθέτησαν και την καθιέρωσαν, αυτοί που τώρα ετοιμάζονται να ταϊστούν στα λιοντάρια.
Ο μονόλογος δημιουργεί μονολόγους. Ο κυνισμός διαπαιδαγωγεί κυνικούς. Το ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, πλάθει επικίνδυνους απελπισμένους. Κι ύστερα, ας μην κρυβόμαστε, μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας για πολλά χρόνια φλερτάρει με τον ρατσισμό, τον αυταρχισμό και τη συντήρηση.
Πασοκονεοδημοκράτες ανακαλύπτουν τώρα με φρίκη ότι το να φτιάχνεις μια κοινωνία με κύρια χαρακτηριστικά τον άκρατο ατομισμό, την αδικία και την τυφλή λατρεία στα λεφτά, είναι μια συνθήκη η οποία αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα γυρίσει και θα πέσει με φόρα στο κεφάλι σου. Ας πρόσεχαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων