Για να το πω ήπια: υπάρχει ο κίνδυνος να έχουμε εθιστεί ως κοινωνία στις τραγωδίες των άλλων. Υπάρχει ο κίνδυνος να έχουμε εθιστεί στο διαρκές έγκλημα που συμβαίνει με πυκνή περιοδικότητα στην πολυθρύλητη θάλασσά μας που ξεβράζει πτώματα αθώων «στις αμμουδιές του Ομήρου». Άλλα 22 βρέφη, παιδιά και έγκυες γυναίκες πέρασαν για πάντα στο αχανές έξω από τη Σάμο,
την εβδομάδα που για μας ήταν απλώς ακόμα μια εβδομάδα ήδη εγκαταστημένη στο καθολικό μας πριν. Άλλες 22 ψυχές πνίγηκαν. Και πνίγηκαν γιατί ήθελαν να ζήσουν.
Αλλά εμείς είμαστε πολύ απασχολημένοι με τα δικά μας για να νιώσουμε το γεγονός να αντηχεί μέσα μας και να μας κατακλύζει. Το απόλυτο μέγεθος της φρίκης ακόμα ενός ομαδικού πνιγμού (χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι τα πτώματα που ξεβράζονται κατά μόνας είναι μικρότερης σημασίας ως προς τη φρίκη τους). Το γεγονός μιας μάνας που ανασύρθηκε μέσα από το φονικό πλοιάριο πνιγμένη, κρατώντας στην αγκαλιά το πνιγμένο μωρό της. Τ' ακούς; Τ' ακούμε; Νιώθουμε συθέμελα το τράνταγμα αυτού του σκάφους που βυθίζεται; Νιώθουμε την τελευταία στιγμή του πνιγμένου ρόγχου; Νιώθουμε το μαύρο σκοτάδι της κραυγής πνιγμένο από τα φύκια; Βρέφη, παιδιά και έγκυες γυναίκες. Κι εμείς, περιχαρακωμένοι σε μια ανέξοδη ανθρωπιά (ίσως) περιορισμένης οδύνης, ακριβώς όπως θα λέγαμε «περιορισμένης ευθύνης». Περιορισμένη σε μια ανθρωπιά χωρίς οργή, χωρίς εξέγερση εναντίον εκείνων που είναι υπεύθυνοι για το έγκλημα. Γιατί βέβαια αυτού του είδους οι θάνατοι δεν είναι δυστυχήματα, είναι εγκλήματα. Είναι φονικά. Και όπου υπάρχει φόνος, υπάρχει και φονιάς. Κι εμείς; Εμείς πού είμαστε με τόσα πτώματα πνιγμένων μπροστά στα μάτια μας; Πού είμαστε όταν οι φονιάδες αιτιολογούν και αριθμοποιούν τη λογιστική του ανείπωτου πόνου;
Πολύ φοβάμαι ότι εμείς λείπουμε, παρ' όλη την εκδήλωση συμπάθειας, που κι αυτή δυστυχώς δεν εκδηλώνεται από όλους και πολλές φορές πνίγεται στα ρηχά των μεμψίμοιρων αιτιάσεων ψευδοπροστασίας μιας ατομικής ζωούλας ολοένα και πιο μίζερης. Πνιγμένης ανοιχτά της ανθρωπιάς. Που βέβαια, για να υπάρξει, χρειάζεται την αυτοπρόσωπη παρουσία μας -το πρόσωπό μας ολόκληρο- στον κάθε αγώνα, αλλά και στην κάθε αγωνία. Άλλωστε, πού θα αναλαμπαδεύσεις την ψυχή σου αν όχι από το άγγιγμα της τραγικής αθωότητας; Ήρθαν, σου λέει από τη Σομαλία και την Ερυθραία. Ήρθαν; Ε, δεν ήρθαν, πνίγηκαν.
Κι εμείς κάνουμε το καθήκον μας -όσοι θεωρούμε τέλος πάντων ότι έχουμε καθήκον- φρίττοντας, ναι, αλλά με ένα περίεργο είδος φρίκης, όπου δύσκολα ανιχνεύεται ο ένδακρυς εαυτός μας μέσα στο αμνιακό υγρό της εγκύου που κατάπιε τη φονική αρμύρα κι έπνιξε το έμβρυο στα σπλάχνα της. Ας είμαστε ειλικρινείς: σ' αυτό τον ζόφο του πνιγμού εμείς πού είμαστε; Υπάρχει μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί, αφού δεν αγωνιστήκαμε όσο και όπως έπρεπε ώστε να εμποδίσουμε τους φονιάδες;
Αυτό νομίζω ότι είναι το μέτρο της ανθρωπιάς μας και ο βαθμός ήθους των καθηκόντων μας. Αυτό είναι το ήθος που κραυγάζει με το σώμα και σε κάνει να είσαι παρών στη στιγμή και να συμπεράνεις ότι ο κάθε πνιγμένος είναι μια εκατόμβη. Ή, για να θυμηθούμε τον μεγάλο Τσέσλαφ Μίλος, να συμπεράνεις πως «ο θάνατος ενός ανθρώπου είναι όπως η πτώση ενός σπουδαίου έθνους». Ο θάνατος του κάθε ανθρώπου πάει να πει. Εδώ, θα έπρεπε να είμαστε εμείς. Εδώ σ' αυτή την τεράστια λεπτομέρεια που λέγεται παρόν, και μας χρειάζεται. Χρειάζεται να είμαστε παρόντες στο παρόν γιατί μονάχα έτσι μπορούμε να φυλάξουμε τα σύνορα του απέραντου. Κάθε άλλου είδους φύλαξη, που προσπαθεί να οριοθετήσει με φράχτες, ναρκοπέδια, Frontex και άλλα τερατουργήματα αυτό το απέραντο, είναι απλώς μια κραυγαλέα φονική κατάσταση. Κι άσε να λένε οι συστημικοί παράγοντες και τα δελτία των ειδήσεων αυτής της συφοριασμένης και σακάτικης ανθρωπιάς. Άσε να κλαυθμηρίζουν μαυλιστικά την ανθρωπιά τους για τον υγρό τάφο όπου πνίγονται όσοι πληρώνουν πολύ ακριβά την απελπισία τους. Και την πληρώνουν στους δουλεμπόρους ορισμένων πολύ πολύ συγκεκριμένων πολιτικών απόψεων, που δείχνουν και την τραγική διάσταση του όντος όπως τη διατύπωσε ο μέγας Αβδηρίτης, ο Πρωταγόρας: «Χρημάτων πάντων μέτρον άνθρωπος». Ιδού λοιπόν το χρήμα και ιδού το βάρος του που γύρισε το σκάφος ανάποδα και κατάπιε τον Όμηρο. Δεν είναι νόμισμα, είναι χρήμα. Μ' αυτό το χρήμα πληρώνουν οι μετανάστες το χρέος τους (αφού το χρήμα είναι πρωτίστως χρέος) στην ανθρώπινη υπόσταση. Αν δεν πρόκειται για την απόλυτη τραγωδία αυτής της υπόστασης, τότε για τι ακριβώς πρόκειται; Και είναι τραγωδία επειδή πρόκειται για το απόλυτο χρήμα του θανάτου ως αποπληρωμή ενός χρέους μηδέποτε υπάρξαντος, παρά μονάχα μέσα στα λογιστικά τετράδια που φυλλομετρούν αμέριμνα όλα τα τέρατα της φονικής στρέβλωσης. Όλα τα τέρατα εκείνης της πολιτικής πρότασης που κατασκευάζει υπερχρεωμένα παιδιά, βρέφη και έγκυες γυναίκες.
Έτσι, για να βεβαιωθεί σε όλη την οδυνηρή της κυριολεξία η λαϊκή ρήση «τους έπνιξαν τα χρέη». Μια πολιτική πρόταση θρήνου που επείγει να τη νιώσουμε ώς τα τρίσβαθα της ψυχής μας. Γιατί είναι το μέτρον της δικής μας υποχρέωσης. Αυτό το ανείπωτο μέγεθος εκείνης της στιγμής όπου το παιδί βυθίζεται στο άγριο νερό και η μάνα υπερεκτείνεται και το σκεπάζει με ολόκληρο τον θάνατο όλης της ανθρωπότητας.