Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Οι πολεμικές εμπνεύσεις του κ. συμβούλου

Red NoteBook ...
Καθώς η προεκλογική εκστρατεία φτάνει για δεύτερη φορά στο τέρμα της μέσα σε λίγους μήνες, διαπιστώνει κανείς πως ένας ολόκληρος τομέας της κρατικής πολιτικής -οι εξωτερικές σχέσεις της χώρας με τη βαλκανική και μεσανατολική γειτονιά μας- δεν αποτέλεσε παρά ελάχιστα σημείο τριβής ανάμεσα στα δύο κόμματα που διεκδικούν την πρωτιά στις 17 Ιουνίου
Του Τάσου Κωστόπουλου


Η εξέλιξη αυτή δεν είναι αυτόχρημα κακή: με το μείζον «εξωτερικό» ζήτημα της σχέσης μας με το ευρώ και την Ε.Ε. να επικαθορίζει συντριπτικά την εσωτερική ατζέντα, οποιαδήποτε ενασχόληση με τα ελληνοτουρκικά, το «Σκοπιανό» ή τις ελληνοαλβανικές σχέσεις θα ισοδυναμούσε απλώς με πέταγμα της μπάλας στην εξέδρα. Επειδή όμως η παροχέτευση της κοινωνικής δυσαρέσκειας σε τυχοδιωκτικά εγχειρήματα εξωτερικής πολιτικής συνιστά μια πάγια τεχνική των απανταχού κυβερνώντων για την εκτόνωση της λαϊκής οργής, όταν αυτή κλιμακωθεί σ’ επικίνδυνο γι’ αυτούς σημείο, καλό είναι να μη χάνουμε από τα μάτια μας κι αυτή την πλευρά του φεγγαριού. Πόσο μάλλον όταν ο σημερινός αρχηγός της ΝΔ έχτισε πριν από μια εικοσαετία το πολιτικό προφίλ του ως εκφραστής της πιο αδιάλλακτης θέσης σ’ ένα τέτοιο ζήτημα, οι δε βασικοί σύμβουλοί του έχουν διακριθεί για την υποστήριξη θέσεων που έφεραν επανειλημμένα την Ελλάδα στο χείλος του πολέμου.

Προσπερνώντας το Φαήλο Κρανιδιώτη, που έγινε γνωστός στο πανελλήνιο με την εμπλοκή του το 1999 -ως δικηγόρος του Αμπντουλάχ Οτσαλάν- στο τυχοδιωκτικό εγχείρημα της «ελληνοκουρδικής φιλίας», αλλά δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής στις 6 Μαΐου, θα περιοριστούμε εδώ στον άνθρωπο που θεωρείται το δεξί χέρι του προέδρου της ΝΔ: το Χρύσανθο Λαζαρίδη, νούμερο 2 στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του κόμματος στις προηγούμενες εκλογές και νούμερο 3 τώρα, μετά τη μεταγραφή της Ντόρας Μπακογιάννη.

Η ενασχόληση των ΜΜΕ με τον κ. Λαζαρίδη περιορίζεται κατά κανόνα σε ανεκδοτολογικά σχόλια για το αριστερό παρελθόν του, ως ηγετικού στελέχους του «Ρήγα» και της «Β΄ Πανελλαδικής» κατά τη δεκαετία του 1970. Στο απυρόβλητο περνά, αντίθετα, η πολύ πιο πρόσφατη -και σημαδιακή- στιγμή της πολιτικής σύνδεσής του (το 1991-92) με τον Αντώνη Σαμαρά, υπουργό Εξωτερικών τότε της κυβέρνησης Μητσοτάκη˙ την εποχή δηλαδή που το «Σκοπιανό» αναδείχθηκε ξαφνικά σε μείζον ζήτημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με μια καλά οργανωμένη εθνικιστική καμπάνια να μετατοπίζει μέσα σε λίγες μέρες το κέντρο βάρους της εσωτερικής πολιτικής από τα αντιλαϊκά οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης στα «εθνικά μας θέματα».

Κι όμως, η συγκεκριμένη ιστορική στιγμή έχει πολλά να μας αποκαλύψει για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τις εθνικές προτεραιότητες και τη διεθνή θέση της χώρας ο υπ’ αριθμόν 1 συνεργάτης του υποψήφιου αυριανού πρωθυπουργού: ως τακτικός αρθρογράφος -τότε- της κυριακάτικης «Αυγής» και του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», ο κ. Λαζαρίδης ούτε λίγο ούτε πολύ είχε υποστηρίξει ανοιχτά τη στρατιωτική εμπλοκή της χώρας μας στη γιουγκοσλαβική κρίση και το διαμελισμό της ΠΓΔΜ σε συνεργασία με τη Σερβία και τη Βουλγαρία! Επιδεικνύοντας μάλιστα πρωτοφανείς ικανότητες στρατηγικής ανάλυσης, προεξοφλούσε πως τα συμφέροντα της Γερμανίας ταυτίζονταν με την οικοδόμηση ενός ελληνοσερβικού «ορθόδοξου άξονα» στα Βαλκάνια και πως η ΕΟΚ (νυν Ε.Ε.) θα υποστήριζε στην πράξη αυτό το τυχοδιωκτικό ελληνοσερβικό εγχείρημα...

Το αποκαλυπτικότερο άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη δημοσιεύθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1992 στην «Αυγή» (σ.13), με τίτλο «Βαλκάνια: ποιο είναι το πιο επικίνδυνο σενάριο;». Σε αντίθεση με άλλους πολιτικούς και αρθρογράφους των ημερών, όπως ο Στέλιος Παπαθεμελής, που εισηγούνταν μια απροσδιόριστη «άσκηση στρατιωτικής πίεσης στα Σκόπια» εκ μέρους της Ελλάδας, ο σύμβουλος του κ. Σαμαρά ήταν κάτι παραπάνω από σαφής:

«Αλήθεια, τι περιμένουμε;», γράφει. «Γιατί δεν προχωράμε σε άμεσες συνεννοήσεις να μπούμε στα Σκόπια; Όχι για να διεκδικήσουμε εδάφη. Αλλά για να δείξουμε ότι κανείς δεν μπορεί να παίζει ατιμώρητα με την Ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας. Και για να αποκτήσουμε ένα εδαφικό ‘ατού’, που θα μπορέσουμε να το ανταλλάξουμε αργότερα με την Αλβανία, παίρνοντας τη Β. Ήπειρο».

Τη διαβεβαίωση πως, ναι μεν «δε διεκδικούμε εδάφη» από τους γείτονες, αλλά δεν είναι καθόλου κακό να αρπάξουμε απ’ αυτούς «ένα εδαφικό ατού» προς «ανταλλαγή», ακολουθεί η παράθεση των επιχειρημάτων που καθιστούσαν αυτή τη «λύση» εθνικά συμφέρουσα στο πλαίσιο της «νέας τάξης πραγμάτων». Ανάμεσά τους και η εικαζόμενη ευρωπαϊκή υποστήριξη προς το όλο σχέδιο: 

«Οι Σέρβοι δεν έχουν αντίρρηση! Επιθυμούν να δημιουργήσουν τη ‘Μικρή Γιουγκοσλαβία’ και να έχουν απευθείας σύνορα με την Ελλάδα! Επιθυμούν επίσης, στη νέα τάξη πραγμάτων που θα δημιουργηθεί στα Βαλκάνια, να έχουν καλές σχέσεις με όλα τα όμορα κράτη. Διαμελίζοντας την περιοχή των Σκοπίων με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία, βγαίνει από τη μέση ένα ‘αγκάθι’ που δηλητηρίαζε επί δεκαετίες τις σχέσεις Σέρβων, Ελλήνων και Βουλγάρων, κερδίζουν εδάφη όλα τα μείζονα ορθόδοξα κράτη της Βαλκανικής, δημιουργούνται πιο βιώσιμα κράτη και αποκαθίστανται οι σχέσεις τους οριστικά!

Οι κοινοτικοί εταίροι μας επίσης δεν θα έχουν ισχυρή αντίρρηση! Γιατί, αν είχαν, θα έσπευδαν να αναγνωρίσουν τα Σκόπια, όπως έκαναν με τη Σλοβενία και την Κροατία.
Τι περιμένουμε, λοιπόν;»
  
Για όσους φοβούνταν -και πολύ σωστά- πως η απροσχημάτιστη εισβολή του ελληνικού στρατού σε μια γειτονική χώρα (η οποία δε διέθετε καν ακόμη δικές της ένοπλες δυνάμεις) θα άνοιγε τους ασκούς του Αιόλου προς πάσα κατεύθυνση, ο παλιός αριστερός -και γιος στρατιωτικού- σπεύδει να παραθέσει μια σειρά αντεπιχειρήματα κατά της εθνικής «αδράνειας». Κάποια απ’ αυτά δεν είναι παρά απλές εικασίες που διαψεύθηκαν πανηγυρικά στην πορεία (όπως η βεβαιότητα σερβικής εισβολής στην ΠΓΔΜ, ο αντικειμενικά αποσταθεροποιητικός ρόλος της τελευταίας στις σχέσεις των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών ή η επικείμενη αλβανοσερβοβουλγαρική συμμαχία σε βάρος της ελληνικής εδαφικής ακεραιότητας), ενώ κάποια άλλα πρόκυπταν βάσει παντελώς αυθαίρετων συλλογισμών. Αυτό που εντυπωσιάζει, πάντως, είναι η αδημονία του αρθρογράφου να μετάσχει η Ελλάδα σ’ έναν Τρίτο Βαλκανικό πόλεμο για να πάρει μέρος στην αιματηρή «μοιρασιά» της γιουγκοσλαβικής κληρονομιάς:

«Πώς; Είναι επικίνδυνο;
Σύμφωνοι! Αλλά μήπως και το να μη μπούμε καθόλου δεν είναι περισσότερο επικίνδυνο;
Μήπως η Σερβία δεν θα μπει έτσι κι αλλιώς; Κι αν θα μπει η Σερβία, υπάρχει κανένας που αμφιβάλλει ότι θα μπει και η Βουλγαρία; Χωρίς την ταυτόχρονη επέμβαση της Ελλάδας, αυτοί οι δύο Βαλκάνιοι γείτονες είναι πολύ πιθανότερο ότι θα τσακωθούν στη ‘μοιρασιά’ και τότε οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται και για μας!
Για να το πούμε διαφορετικά, αν μπούμε κι εμείς, τότε η ‘μοιρασιά’ των Σκοπίων είναι πιθανότερο να γίνει με ‘τριπλή συνεννόηση’ (Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας). [...]
Αν δεν γίνει καθόλου η μοιρασιά -κυρίως από ολιγωρία της Ελλάδας που ενδέχεται να καταστήσει και τη Σερβία πιο διστακτική- τότε είναι βέβαιο ότι, αργά ή γρήγορα, τα Σκόπια θα αναγνωριστούν διεθνώς. Και αυτό θα είναι το πιο επικίνδυνο από όλα! Όχι μόνο γιατί δημιουργείται μια ανοιχτή εστία διεκδίκησης ελληνικών εδαφών! Όχι μόνο γιατί οι τόσο σημαντικοί για την Ελλάδα χερσαίοι δρόμοι προς τις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές θα ελέγχονται για πάντα από τους Σκοπιανούς! Όχι μόνο γιατί η Τουρκία αποκτά ένα ‘σύμμαχο’ στα βόρεια σύνορα της Ελλάδας. Αλλά και διότι η ύπαρξη του σκοπιανού κράτους θα δημιουργεί μόνιμες τριβές ανάμεσα στην Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία, αποδυναμώνοντας τη σταθερότητα στα Βαλκάνια και ανοίγοντας το δρόμο σε κάθε είδους αποσταθεροποιητικές εξωβαλκανικές επεμβάσεις. [...]
Αν πάλι δεν μπούμε εμείς, υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να θέσουν εδαφικές διεκδικήσεις οι Αλβανοί. Άλλωστε ήδη το κάνουν! Και αν ο διαμελισμός των Σκοπίων γίνει τελικώς από Σερβία, Βουλγαρία και Αλβανία (μετά από συνεννόηση ή κατόπιν συγκρούσεως), αντί να γίνει από Σερβία, Βουλγαρία και Ελλάδα, τότε εμείς όχι μόνο χάνουμε τεράστια ευκαιρία να βγούμε κερδισμένοι, αλλά διατρέχουμε τον θανάσιμο κίνδυνο να βγούμε οικτρά απομονωμένοι!
Διότι όταν τεθεί στην ημερήσια διάταξη θέμα αλλαγής συνόρων, οι τοπικές συμμαχίες γίνονται πάνω στη μοιρασιά. Κι όποιος δεν συμμετέχει στη μοιρασιά ΔΕΝ συμμετέχει και στις τοπικές συμμαχίες! Και όταν οι συμμαχίες αυτές δεν γίνονται με τη συμμετοχή κάποιου κράτους, τότε γίνονται εναντίον του!».

Οι βλέψεις του κ. Λαζαρίδη δεν περιορίζονταν ωστόσο στο διαμελισμό της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Σε πείσμα των συμφωνιών του Ελσίνκι, που από το 1975 έχουν διασφαλίσει το απαραβίαστο των εξωτερικών συνόρων (και την ειρήνη) στην Ευρώπη, ο σύμβουλος του κ. Σαμαρά οραματιζόταν ανταλλαγές εδαφών σε ευρύτερη βαλκανική κλίμακα. Προς όφελος, βέβαια, των σχέσεων καλής γειτονίας  στην περιοχή:

«Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι, αν τελικά διαμελισθούν τα Σκόπια μετά από τριπλή συνεννόηση Ελλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας, κι εμείς στη συνέχεια ανταλλάξουμε το τμήμα που κερδίσαμε με τη Β. Ήπειρο, τότε οι σχέσεις όλων των βαλκανικών κρατών θα έχουν αποκατασταθεί».

Εξίσου αποκαλυπτική είναι και η πεποίθησή του πως η ΕΟΚ θα έσπευδε να εναγκαλιστεί τα σχέδια του Μιλόσεβιτς για τη δημιουργία «εθνικά ομοιογενών» κρατικών οντοτήτων πάνω στα συντρίμια της διαλυόμενης Γιουγκοσλαβίας –κι όχι μόνο σ’ αυτά:

«Το πιο αξιοπρόσεκτο, ωστόσο, είναι ότι από μια τέτοια ‘ρύθμιση’ διαμελισμού στα Σκόπια, και από μια αντίστοιχη λύση διαμελισμού της Βοσνίας (μεταξύ Σερβίας και Κροατίας), η ομοιογένεια όλων των εθνικών κρατών στα Βαλκάνια ενισχύεται σημαντικά: η Κροατία χάνει εδάφη που κατοικούνταν από Σέρβους αλλά κερδίζει εδάφη (της Βοσνίας) που κατοικούνται από Κροάτες! Η Αλβανία, ομοίως, χάνει εδάφη που κατοικούνταν από Έλληνες (στη Β. Ήπειρο) αλλά κερδίζει εδάφη που κατοικούνται από αλβανόφωνους πληθυσμούς (στην περιοχή των Σκοπίων). Η Σερβία με τη σειρά της καταφέρνει να ενώσει όλους τους σερβικούς πληθυσμούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας υπό ενιαία εθνική ‘στέγη’, ενώ η Βουλγαρία προσαρτά τους Βουλγαρόφρονες πληθυσμούς.

Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Κοινότητα δεν θα είχε αντίρρηση σε μια τέτοια συνολική ρύθμιση! Γιατί τα συλλογικά συμφέροντα της Ευρώπης εξυπηρετούνται απόλυτα από μια συνολική ρύθμιση που δημιουργεί πιο ομοιογενή, άρα και πιο βιώσιμα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια, άρα και πιο σταθερά σύνορα στην περιοχή αυτή. Δεν υπάρχει τίποτα πιο συμφέρον μακροπρόθεσμα για την ΕΟΚ, από το να εκτονωθούν όλα τα ‘αλυτρωτικά’ ζητήματα της Βαλκανικής, να αποκατασταθούν όλες οι σχέσεις ανάμεσα στα μείζονα κράτη της περιοχής, να λείψουν όλα τα μεταξύ τους ‘αγκάθια’, να εξαλειφθούν όλες οι μόνιμες εστίες έντασης και να ανοίξουν οι εμπορικοί δρόμοι προς νότον. Ο τριπλός διαμελισμός των Σκοπίων και ο διπλός διαμελισμός της Βοσνίας είναι η κατεξοχήν συμφέρουσα για την ΕΟΚ λύση στην περιοχή!».
  
Εκ των υστέρων γνωρίζουμε πολύ καλά πως οι παραπάνω εκτιμήσεις αποδείχθηκαν αέρας κοπανιστός. Η ευρωπαϊκή και διεθνής κοινότητα ακολούθησαν την ακριβώς αντίθετη πολιτική, καταδικάζοντας τη βίαιη επαναχάραξη των συνόρων μεταξύ των ομόσπονδων δημοκρατιών της πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας, αποδεχόμενες μόνο την άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος αυτών των δημοκρατιών ν’ αποσχιστούν -ως τέτοιες- από την ομοσπονδία, κι αναγορεύοντας την εθνοκάθαρση (τη βίαιη δημιουργία «εθνικά ομοιογενών» περιοχών) σε ιδιώνυμο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Η αποτίμηση αυτών των επιλογών σηκώνει φυσικά πολύ συζήτηση˙ εδώ μας ενδιαφέρουν όμως αποκλειστικά και μόνο ως έμπρακτη διάψευση των αιθαίρετων υποθέσεων, πάνω στις οποίες επιχειρήθηκε να οικοδομηθεί ο σχεδιασμός μιας στρατιωτικά επιθετικής ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

Εξίσου έωλη αποδεικνύεται και η «τεκμηρίωση» από το Χρύσανθο Λαζαρίδη της πρακτικής επικινδυνότητας «των Σκοπίων» για την Ελλάδα, σε μια φάση που δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί η μεταγενέστερη φιλολογία περί της «ταυτοτικής» απειλής που (υποτίθεται ότι) περικλείει η συνταγματική ονομασία των γειτόνων μας: 

«Κοιτάξτε μόνο τη σημαία τους», γράφει. «Αποτελείται από τρεις ‘δαυλούς’: ο ένας απ’ αυτούς συμβολίζει την ελληνική Μακεδονία που τη θεωρούν ‘σκλαβωμένη’ και επιδιώκουν να την ‘ελευθερώσουν’». 

Δε μπορούμε να ξέρουμε τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο αρθρογράφος, το βέβαιο είναι όμως ότι τέτοια σημαία ουδέποτε υπήρξε ως κρατικό σύμβολο. Επί τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας, η σημαία της ομόσπονδης ΣΔ Μακεδονίας ήταν απλώς κόκκινη μ’ ένα πεντάκτινο «κομμουνιστικό» αστέρι στο κέντρο˙ αυτή της ΠΓΔΜ που υιοθετήθηκε μόλις στις 11 Αυγούστου 1992, επτά ολόκληρους μήνες μετά τη δημοσίευση του άρθρου, αντικατέστησε το «κομμουνιστικό» αστέρι με το δεκαεξάκτινο «της Βεργίνας», το οποίο με τη σειρά του αντικαταστάθηκε, βάσει της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, από το σημερινό «γιαπωνέζικο» υποκατάστατό του.

Όλα αυτά ήταν ψιλά γράμματα όμως για το σημερινό σύμβουλο του κ. Σαμαρά, που στο κλείσιμο του άρθρου επαναλαμβάνει ξανά τις προτροπές για στρατιωτική εισβολή:

«Ανάμεσα σε όλα τα πιθανά σενάρια το πιο επικίνδυνο είναι να αναγνωριστούν τα Σκόπια και να υπάρξουν δίπλα μας ως ανεξάρτητο κράτος. Αμέσως μετά, από άποψη κινδύνου, έρχεται το σενάριο όπου τα Σκόπια διαμελίζονται μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας και Αλβανίας... Αντίθετα με ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι, τελευταίο από άποψη ‘επικινδυνότητας’ έρχεται το σενάριο, σύμφωνα με το οποίο ο διαμελισμός των Σκοπίψων γίνεται από τη Σερβία, τη Βουλγαρία και την Ελλάδα! Αυτό το τελευταίο είναι και το σενάριο που εξασφαλίζει τα περισσότερα κέρδη για μας, ενώ εξυπηρετεί καλύτερα και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της ΕΟΚ στην περιοχή. [...] Οπότε επανερχόμαστε στο αρχικό ερώτημα: Τι περιμένουμε και δεν επεμβαίνουμε στα Σκόπια;»

Την ίδια ακριβώς προτροπή ο Χρύσανθος Λαζαρίδης επαναλαμβάνει, σε ελάχιστα ηπιότερους τόνους, σε ταυτόχρονο τρισέλιδο άρθρο του στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» (23.1.1992, σ.31-33) με τίτλο «Μήπως είναι ασφαλέστερη πολιτική η ενεργός παρέμβαση στη Βαλκανική κρίση;». Η ανάλυσή του παραμένει η ίδια, με μεγαλύτερη όμως έμφαση στην υποτιθέμενη συμβατότητα αυτής της στρατηγικής με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις στοχεύσεις της ...Γερμανίας. Παρά το σοβαροφανέστερο ύφος, η επιχειρηματολογία και του δεύτερου αυτού κειμένου βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε αυθαίρετες «γεωπολιτικές» εικασίες που διαψεύστηκαν παταγωδώς από τις εξελίξεις των αμέσως επόμενων μηνών:

«Όσον αφορά τον διαμελισμό της λεγόμενης Μακεδονίας των Σκοπίων, αν είναι αναπόφευκτο να γίνει, είναι προτιμότερο να γίνει μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας, παρά μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας και Αλβανίας! Έτσι δημιουργείται και εμπράγματη βάση για την σύγκλιση των Ορθοδόξων κρατών στη Νότιο Βαλκανική, σύγκλιση που εξασφαλίζει, ταυτόχρονα μακροπρόθεσμη σταθερότητα στα Βαλκάνια υπό ελληνική ηγεμονία, και αφετηρία για την δημιουργία ενός ‘Ορθόδοξου Άξονα’ που θα επεκτείνεται ως την Ουκρανία, την Ρωσσία προς βορράν και την Γεωργία–Αρμενία προς νότον, ενισχύοντας τις ευρωπαϊκές προσβάσεις στην πρώην σοβιετική -και πάντα επισφαλή- επικράτεια. [...] Όσον αφορά τους ίδιους τους Γερμανούς, όχι μόνο ενδιαφέρονται να ολοκληρώσουν τη δημιουργία ενός ‘διαδρόμου’ από τη Βαλτική ως το Αιγαίο -συνεπώς έχουν ανάγκη να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με τους Σέρβους και να ενισχύσουν τις σχέσεις τους με την Ελλάδα- αλλά και θέλουν να περιορίσουν τη διείσδυση τόσο της Τουρκίας όσο και της Ιταλίας στη Βαλκανική! [...] Έτσι κι αλλιώς όλα τα ισχυρά κοινοτικά κράτη (πλην Ιταλίας) έχουν μακροπρόθεσμο συμφέρον να δυναμώσει ο ρόλος της Ελλάδας στη Βαλκανική, να ενισχυθεί ο ‘Ορθόδοξος Άξονας’ στην περιοχή (και πέραν αυτής) και να εξουδετερωθούν οι έξωβαλκανικές’ επιρροές στη χερσόνησο του Αίμου. Χωρίς αυτό το τελευταίο, είναι αδύνατο να σταθεροποιηθεί η περιοχή μακροπρόθεσμα...».

Τον τόνο δίνει κι εδώ η περιρρέουσα πεποίθηση ότι το κύρος και η αποτελεσματικότητα της «γεωπολιτικής συμπεριφοράς» μιας αξιόπιστης δύναμης επιβεβαιώνονται, σε τελική ανάλυση, δια της στρατιωτικής οδού:

«Μια πολιτική ενεργού παρέμβασης στην κρίση που ξεσπά στη γειτονιά μας, παρ’ όλους τους κινδύνους που περικλείει, είναι λιγότερο επικίνδυνη από μια πολιτική ‘παθητικής αναμονής’. Αν πρόκειται να έρθουν όλα ‘τα πάνω κάτω’, ας μπούμε τουλάχιστον ‘στο χορό’ με τους δικούς μας όρους και με δική μας επιλογή. [...]
Εν πάση περιπτώσει, δεν αρκεί να επαναλαμβάνουμε συνεχώς ότι η Ελλάδα είναι η μόνη Βαλκανική χώρα που ανήκει στο ΝΑΤΟ και στην ΕΟΚ –κάποτε πρέπει να αντιληφθούμε ότι αυτή μας η διπλή ιδιότητα δημιουργεί και ευθύνες! Ευθύνες γεωπολιτικής συμπεριφοράς που ξεπερνούν κατά πολύ την ‘άψογο στάση’ της ‘πτωχής πλην τιμίας Ελλάδος’...»
Όπως γνωρίζουμε εκ των υστέρων, οι προτροπές αυτές του σημερινού συμβούλου του αρχηγού της ΝΔ συμβάδιζαν με τη στρατηγική επιλογή του κ. Σαμαρά, ως υπουργού Εξωτερικών, να στριμώξει την ΠΓΔΜ με τη διπλή πίεση ενός άτυπου ελληνικού εμπορικού εμπάργκο και στρατιωτικής απειλής από τη σερβική Τρίτη Στρατιά –η περίφημη «λαβίδα Σαμαρά», όπως περιγράφεται εκτενώς στη δημοσιευμένη δική του εκδοχή για το «Σκοπιανό» του 1991-93[1]. Ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1991, ο Μιλόσεβιτς είχε άλλωστε αυτοπροσώπως προτείνει στον κ. Σαμαρά την από κοινού στρατιωτική «επίλυση» του «προβλήματος» των Σκοπίων, πρόταση που ο τότε πρωθυπουργός Μητσοτάκης όχι μόνο αρνήθηκε να δεχτεί αλλά και «κάρφωσε» στους ευρωπαίους και αμερικανούς εταίρους μας, ως απόδειξη των φιλειρηνικών διαθέσεών του[2]. Η στρατηγική αυτή επιλογή της τότε νεοδημοκρατικής κυβέρνησης, που περιορίστηκε στην εσωτερική μόνο «αξιοποίηση» του εθνικιστικού (κι εν μέρει ανοιχτά φιλοπόλεμου) τότε κλίματος, προστάτεψε τελικά τη χώρα από τις ολέθριες συνέπειες μιας στρατιωτικής εμπλοκής της στη γιουγκοσλαβική κρίση. Με τους κ.κ. Σαμαρά και Λαζαρίδη στο τιμόνι της χώρας δεν μπορούμε, αντίθετα, να είμαστε καθόλου βέβαιοι ότι αυτό το παιχνίδι με τα στρατιωτάκια επί χάρτου δε θα επαναληφθεί μελλοντικά σε κάποιο άλλο μέτωπο. Η τρέχουσα λ.χ. προεκλογική υπόσχεση της ΝΔ για μονομερή ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ θα μπορούσε εύκολα ν’ αναδειχθεί σε πρώτης τάξεως ευκαιρία για μαθητευόμενους στρατηλάτες, με μάλλον προβλέψιμες συνέπειες...

__________________________

[1] Αλέξανδρος Τάρκας, Αθήνα-Σκόπια. Πίσω από τις κλειστές πόρτες, τ.Α΄, Αθήνα 1995, σ.36-7 & 135-48.
[2] Στο ίδιο, σ.34-8 & 88-96˙ Aristotle Tziampiris, Greece, European Political Cooperation and the Macedonian Question, Aldershot-Burlington-Singapore-Sidney 2000, σ.87 & 103. Σύμφωνα με την εκδοχή Σαμαρά, η πρόταση αφορούσε ομαδικές «μετακινήσεις πληθυσμών» που αναπόφευκτα θα ενέπλεκαν και τα σερβικά -τύποις ακόμη «γιουγκοσλαβικά»- στρατεύματα.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων