Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Η ανεργία της Ευδοκίας...


του Θωμά Σίδερη...

amnistia_thumb1
Ο Γιώργος ο λοχίας συνάντησε την Ευδοκία σ’ ένα χωριό της Θράκης και για χάρη της χόρεψε το πιο ωραίο ζεϊμπέκικο στην ιστορία του ελληνικού σινεμά[1]. Τότε, η Ευδοκία που ξέρω εγώ ήταν ένα κοριτσάκι δέκα χρόνων.
Το κοριτσάκι αυτό το συνάντησα για πρώτη φορά, σαράντα χρόνια αργότερα, στο Κερατσίνι. Καθίσαμε σε κάτι σκαλοπατάκια πάνω από τον περιφερειακό και μιλήσαμε για όλα αυτά που δεν πήγαν καλά. Και που κανένας δεν ξέρει αν θα μπορούσαν να πάνε καλύτερα…Στα πενήντα σου έχεις μόνιμη δουλειά;
Όχι.
Πού δουλεύεις σήμερα;
Δουλεύω σ’ έναν Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης με σύμβαση έργου.

Τι σημαίνει σύμβαση έργου;
Σύμβαση έργου σημαίνει ότι είσαι άνεργος και παράλληλα ότι έχεις μια δουλειά. Είναι ένας καλός τρόπος να σε ξεγελάνε και εσύ με τη σειρά σου να ξεγελάς για λίγο τον εαυτό σου. Κυκλοφορείς κι έχεις την ημερομηνία λήξης στο κούτελο. Επισήμως, είναι μια σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, που σου δίνει τη δυνατότητα να παίρνεις κάτι λίγα χρήματα. Σχεδόν τα μισά τα δίνεις για την ασφάλισή σου. Ξέρεις όμως από την αρχή την ημερομηνία που θα σου πουν «δε σε θέλω άλλο».
Δουλεύεις δηλαδή με μπλοκάκι…
Ναι… Με το μπλοκάκι δεν έχεις κανένα εργασιακό δικαίωμα. Ουσιαστικά, οι συμβάσεις έργου ορισμένου χρόνου, που είναι συνήθως οχτάμηνες, είναι μια μεγάλη «εφεύρεση» ώστε να χαμηλώνουν οι δείκτες ανεργίας αλλά και οι απασχολούμενοι να μην είναι στην πραγματικότητα εργαζόμενοι. Συνήθως, αυτοί που επιλέγουν ετούτες τις συμβάσεις -μάλλον δεν τις επιλέγουν, είναι περισσότερο ζήτημα ανάγκης- είναι εργαζόμενοι που έχουν δουλέψει πολλά χρόνια στον ιδιωτικό τομέα και έχουν απολυθεί ή έπεσε έξω η επιχείρηση που δούλευαν. Εγώ, που είμαι πενήντα χρονών, για την αγορά εργασίας θεωρούμαι «άχρηστη». Όσες αιτήσεις για δουλειά έχω κάνει, μου απαντούν πολύ ψυχρά ότι θα πάρουν κάποιον άλλο με τα μισά χρόνια μου.
Τι πιθανότητες έχεις να σε ξαναπροσλάβουν στην ίδια δουλειά;
Καμία.
Θα προσπαθήσεις, ίσως, με κάποιο πλάγιο τρόπο; Να βρεις, έστω, έναν άνθρωπο να μιλήσει για σένα…
Για να είμαι σε αυτή την ηλικία και με αυτό το καθεστώς εργασίας, σημαίνει ότι δεν ακολούθησα ποτέ μέχρι σήμερα αυτή την πρακτική.
Τι πιστεύεις ότι δεν έκανες ώστε να έχεις σήμερα μια καλύτερη δουλειά;
Ίσως το ’81, όταν τέλειωσα το πανεπιστήμιο, έπρεπε να γραφτώ στη νεολαία του ΠΑΣΟΚ. Όλοι οι φίλοι μου που το κάνανε, διοριστήκανε. Πρέπει να σου πω όμως ότι δε μου άρεσε πάντα το δημόσιο. Γερνώντας βέβαια και έτσι τρομοκρατημένη όπως είμαι σήμερα, κάποιες στιγμές σκέφτομαι τα πράγματα που δεν έκανα…
Κι ένα από αυτά ήταν η νεολαία ΠΑΣΟΚ;
Έρχονται κάτι στιγμές που πρέπει να πάρεις κάποιες αποφάσεις. Κι εγώ αποφάσισα ότι δε θα είμαι με τις πλειοψηφίες που προκύπτουν κάθε φορά, θα πάω κόντρα στο ρεύμα… Κι έτσι ρίχτηκα στο κυνήγι του μεροκάματου. Στην πορεία διαμόρφωσα κάποια κριτήρια. Κρατάω αυτό, πετάω το άλλο. Αλλά βασανίστηκα για να μπορώ να κρίνω. Αυτό που μ’ ενοχλεί σ’ αυτό που κάνω τώρα δεν είναι ότι βλέπω γύρω μου κάποιους ανθρώπους που έχουν κάποιες σταθερές σε σχέση μ’ εμένα που δεν έχω απολύτως τίποτα. Αυτό που μ’ ενοχλεί πιο πολύ είναι ότι δεν μπορώ ν’ αγαπήσω τη δουλειά μου. Το μπλοκάκι είναι ένας μικρός θάνατος. Μπορεί να μοιάζει και μ’ έναν ανεκπλήρωτο έρωτα, αν κι είναι μεγάλη κουβέντα αυτό. Μόλις πάω να δοθώ στη δουλειά μου, λέω τι κάνεις, αύριο δε θα είσαι εδώ.
Έχεις ένα κορίτσι 23 ετών. Έχετε κουβεντιάσει γι’ αυτό που την περιμένει;
Αφιέρωσα ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου, τα ωραιότερα χρόνια μου, σε κοινωνικούς αγώνες. Η κόρη μου μεγάλωσε μ’ ένα αξίωμα: τίποτα δεν είναι εύκολο, τίποτα δεν είναι δεδομένο, παλεύεις για τα πάντα. Από μικρή διατύπωσε τα δικά της «γιατί» και έμαθε ότι μια ζωή θα πρέπει ν’ αναζητά τις απαντήσεις σ’ αυτά τα «γιατί». Τα παιδιά ξέρουν καλά ότι το μέλλον τους είναι υποθηκευμένο. Να τους πεις, τι; Καλύτερα είναι να σωπάσεις και να τ’ αφήσεις τουλάχιστον να κυνηγήσουν τ’ όνειρό τους.
Θα ‘θελες να φύγεις; Να πας να ζήσεις κάπου αλλού, σε μια άλλη χώρα…
Νομίζω ότι δεν έχω πια το χρόνο… Δυο φίλοι μου πήγανε στη Γερμανία. Το είπανε και το κάνανε. Εγώ νιώθω ότι δεν έχω το χρόνο.
Λένε πως το χρόνο τον ορίζουμε εμείς…
Αυτό είναι ένα αστείο, το είπαμε για να γελάσουμε και κάποιοι από εμάς το πήραμε στα σοβαρά. Πιστέψαμε ότι όλα τα παραμύθια κάπου στο βάθος κρύβουν ένα ευτυχισμένο τέλος. Στα πενήντα μου, νιώθω να υψώνεται μπροστά μου ένα τείχος. Μοιάζω με μια διχοτομημένη Γερμανία τον καιρό του ψυχρού πολέμου: ο εαυτός μου που θέλει κι ο εαυτός μου που δεν μπορεί.
Το «δεν μπορώ» μοιάζει όμως με παραίτηση…
Μπορεί… αλλά είναι η δική μου μικρή αλήθεια. Ίσως κάπου παραπέρα να υπάρχουν παρατημένες κι άλλες μικρές αλήθειες. Μακάρι, να ‘χω το χρόνο με το μέρος μου και να τις βρω.

[1] Η ταινία του Αλέξη Δαμιανού «Ευδοκία» προβλήθηκε για πρώτη φορά μέσα στη δικτατορία, στις 21 Σεπτεμβρίου 1971.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων