Τρίτη 5 Ιουνίου 2012

Μεταξύ φθοράς και διαφθοράς ...

Κωστας Κρεμμυδας, Εποχη ...


Μια πρόθεση αρκεί για να κάνει τη διαφορά. Για να μετατρέψει μια φυσική κατάσταση σε αθλιότητα. Ουσιαστικό (διαφθορά) και ρήμα (διαφθείρω) συναντώνται διαχρονικά από τα ομηρικά έπη, την ιωνική, αιολική, δωρική διάλεκτο, τους ελληνιστικούς και βυζαντινούς χρόνους, και φθάνουν ως τις μέρες μας. Θεωρώντας περιττή την ετυμολογία, αλλά αξιοποιώντας στο έπακρο την ουσία των μετοχών «διαφθείρων» και «διεφθαρμένος» στην ενεργητική και παθητική της διάσταση, στο σύλλογο της Εθνικής Τράπεζας, για παράδειγμα, ο Σταμάτης –(απολυμένος για οικονομικές ατασθαλίες), την εποχή του Πασοκικού μεγαλείου με απειλούσε όταν διόρθωνα συντακτικά και ορθογραφικά τα κείμενά τους. Ισχυριζόταν ότι «σοσιαλισμός σημαίνει ο λαός να γράφει στη γλώσσα που καταλαβαίνει». Δεν ξέρω αν η διασταλτική ερμηνεία της ελληνικής γραμματικής ευθύνεται έκτοτε για την ελαστική ηθική τους, που ήθελε διευθυντές να ξεροσταλιάζουν στις συνελεύσεις μέχρι την τελική ψηφοφορία για την εφορευτική! «Μα για την εφορευτική!...», μονολογούσα. Μέχρι που μπήκαν, ατιμωρητί, στις κάλπες. (Γιατί στη δικαιοσύνη, όπως και στη δημοκρατία, υπάρχουν αδιέξοδα).
Δεν ξέρω αν η απειρία τους μας οδήγησε σε περιπέτειες, ή οι περιπέτειες που ζήσαμε τα τελευταία 30 χρόνια οφείλονταν στην αυθάδη ανεπάρκειά τους. Που ενίσχυσε η πλημμυρίδα των εκλογικών επιτυχιών τους. Και η απουσία κάθε σοβαρού ελέγχου από τους υπόλοιπους αδύναμους πολιτικούς σχηματισμούς, που αγωνίζονταν κάθε φορά να επιβιώσουν νομιμοποιώντας ως άλλοθι τη δημοκρατία. Με φόντο τον δίχρωμο τηλεοπτικό χάρτη των εκλογικών αναμετρήσεων, και τα πλαστικά του Μπιρσίμ.
Ρίχνοντας για χρόνια μονάχα λέξεις ως σημάδι της διαφορετικότητάς μας, καταλαβαίναμε ότι είμαστε καταδικασμένοι σαν τον Κοντορεβιθούλη του παραμυθιού με τα ψιχουλάκια-φράσεις μας προορισμένα να φαγωθούν από τα χιλιάδες πετούμενα. Που ζηλεύαμε στην πεζή πραγματικότητα. Με το ρεαλισμό να κυριαρχεί στη μοναχική μας πορεία. Αδιέξοδη κυνική και υποταγμένη. Κι έτσι άλλοτε βρίσκαμε (ή νομίζαμε) το δρόμο μας, κι άλλοτε –το πιο συνηθισμένο– τον χάναμε αναζητώντας κάθε τόσο καινούργιους θεούς προσαρμοσμένους σε κανόνες ενός παιχνιδιού κακόγουστου, στημένου κι επικίνδυνου.
Δίχως θεωρητικό εξοπλισμό, χωρίς διαδικασίες δημοκρατικές, με διαλυμένες συλλογικότητες, κλειστήκαμε ο καθένας στον ιδιωτικό του μικρόκοσμο, περιμένοντας ως παθητικοί δέκτες να εισπράξουμε την είδηση από τους τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς μας αστέρες. Και να αξιοποιήσουμε, έστω και στη χαμηλή ποσόστωση που μας αναλογούσε, τα «ευεργετήματα» του συστήματος: συνδικαλιστικά, εργασιακά, οικονομικά. Που στην παντοδυναμία του απλώς εκχωρούσε τα ελάχιστα που του περίσσευαν στις μοιρασιές κορυφής.
Κάπως έτσι ξεπετάχτηκαν σύγχρονα στελέχη της Αριστεράς, που βάσιζαν το άστρο τους όχι στη λειτουργία ενός κόμματος, αλλά στις παραχωρήσεις του ηγέτη, ή τις προσωπικές σχέσεις που εξασφάλιζαν με τον καναλάρχη και τον υπάλληλο δημοσιογράφο. Που δεν κατέγραφε, αλλά διαμόρφωνε την είδηση, διοχέτευε την πληροφορία, καλλιεργούσε τη σύγχρονη κοινωνική ηθική. Γιατί δεν είναι μονάχα η «Μεταμόρφωση» του Κάφκα που περιγράφει μεταλλαγές στον άνθρωπο χειρότερες κι από αυτές του χαμαιλέοντα, αλλά η ελαστικότητα των πολιτικών ηθών, που κατέστησε ανώδυνη (γιατί όχι κι αυτονόητη) την εξαγορά, τον επαγγελματισμό. Από την εποχή που ο Σιδέρης ταυτιζόταν με τον Ολυμπιακό, ο Δομάζος με τον ΠΑΟ κι ο Παπαϊωάννου με την ΑΕΚ, κύλησε τόσο νερό, ώστε περνά απαρατήρητο το ιδεολογικό σκόντο, και κατανοείται το προσωπικό συμφέρον που θέλει τους Μάνο, Ανδρουλάκη, Ανδριανόπουλο, Δαμανάκη (με την περίφημη ρήση της «εμείς, το Πασόκ»), ή συναδέλφους τους σε ΛΑΟΣ, ΝΔ, Ντόρα, να μεταγράφονται ταχύτερα κι από μπασκετμπολίστες της Α1. Όσο μεγαλύτερη η μαραθώνια πορεία τους (από ΕΚΚΕ, ΕΑΡ, ΣΥΝ, ΠΑΣΟΚ ΔΗΜΑΡ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, και τούμπαλιν) τόσο πιο περιζήτητοι. Με πολιτικά βαρύνοντα το ρόλο του μάνατζερ (ούτε ο Μιραλάς να ’ταν).
Κι επειδή «ήταν πολλά τα λεφτά, Άρη», το σύστημα ακόμα και τώρα, στο μεταθανάτιο ρόγχο του αγωνιά να διαμορφώσει ή έστω να πλαισιώσει νικητές, ελπίζοντας να εξαργυρώσει εκδουλεύσεις, να κερδίσει χρόνο, να καταστεί απαραίτητο, να πείσει για τις υπηρεσίες του.
Οι προθέσεις, τα άρθρα, τα κόμματα είναι κρίσιμα εργαλεία τόσο στη γλώσσα όσο και στην πολιτική. Το κατάλαβε κι ο παππούς μονολογώντας στην τηλεόραση: «Όταν ήμουν μαθητής, άκουγα κάθε τόσο τη δασκάλα να λέει: “Προσέχετε τα κόμματα! Ένα λάθος κόμμα, μπορεί να σας χαλάσει τελείως τη σύνταξη!” Έπρεπε να περάσουν εξήντα χρόνια για να καταλάβω τι εννοούσε.»
Όπως κάθε εργαλείο, θέλουν τον κατάλληλο χειρισμό, γιατί, τελικά, αντί να μας διευκολύνουν, μπορεί να προξενήσουν βλάβη. Ανεπανόρθωτη. Είναι κάτι σαν την απόσταση ανάμεσα στις κερκίδες του Κολοσσαίου και στην αρένα με τα θηρία: ενώ επευφημείς τον Καίσαρα, μπορεί να βρεθείς στα λιοντάρια (σαν τις εκλογές του 2009, που 43,92% πανηγύριζαν για τα λεφτά που υπήρχαν). Ή τώρα που καλούν να τους ψηφίσουμε κραδαίνοντας πάνω μας τις νουθεσίες Λαγκάρντ και τα Μνημόνια. Που μας απειλούν, σαν τους Ναζί, με αντίποινα.
Η στήλη δεν κομπορρημονεί, δεν προωθείται διαδικτυακά, δεν περηφανεύεται. Απλώς φοβάται. Γι’ αυτό θα επαναλάβει όσα καταληκτικά έγραφε στις 28.10.2011: Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, μετά από τόσα χρόνια εξουσίας, είναι κάτι σαν τη χελώνα καρέτα-καρέτα. Πρέπει να διασωθούν, και στην Αριστερά πέφτει ο κλήρος […] να ρίξει γέφυρες συνεργασίας με τους καταξιωμένους συνδικάτων και πολιτικής. Μέσω μιας σειράς πανό (σ.σ. τρόπος αντίστασης τότε στα γήπεδα) μεταξύ άλλων προτείνω τα συνθήματα: «Τη Βάσω τη Βάσω, πριν μείνει στον άσσο», ή «Στιβαρή (και λίγο χέλι)/ είναι γάτα κι η Κατσέλη».
Και για όποιον δεν κατάλαβε: «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε».

Κώστας Κρεμμύδας
mandragoras_magazine@yahoo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων